Γράφει ο δρ. Νικόλαος Τσ. Φρόνας τέως Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Ρόδου
Η είδηση του θανάτου του Γιώργου Χιωτάκη στις 18 Δεκεμβρίου, επιβεβαίωσε τον τελικό προορισμό του ανθρώπου, την αναπόφευκτη μοίρα του κάθε θνητού, που είναι ο θάνατος.
Ο αείμνηστος Γεώργιος Χιωτάκης γεννήθηκε στη Κάρπαθο το 1918, όπου περάτωσε το Δημοτικό και το ημιγυμνάσιο το 1933 με άριστα. Αμέσως μετά γράφτηκε στην «ΙΟΝΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΘΗΝΩΝ» εσώκλειστος, από την οποία αποφοίτησε το 1935. Τον ίδιο χρόνο, εισήχθη στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών σε ηλικία 17 ετών, από την οποία αποφοίτησε με άριστα το 1941 και το Μάιο του 1942 απέκτησε την άδεια άσκησης επαγγέλματος από το Υπουργείο Εθνικής Πρόνοιας.
Πεμπτοετής φοιτητής το 1940, εργάσθηκε στην Παθολογική κλινική του Λαϊκού Νοσοκομείου, παράλληλα με τη φοίτησή του σε νυχτερινό σχολείο επί δύο χρόνια, όπου διδάχθηκε την Αγγλική γλώσσα.
Τον Ιούλιο του 1936, η Ιταλική Διοίκηση Δωδεκανήσου εξέδωσε διάταγμα με το οποίο, όλοι οι Δωδεκανήσιοι φοιτητές υποχρεώνονταν να σπουδάσουν σε πανεπιστήμια της Ιταλίας. Θα είχαν έτσι το δικαίωμα διαμονής και εργασίας στα Δωδεκάνησα. Όσοι προτιμούσουν την Ελλάδα θα αναχωρούσαν με διαβατήριο, στο οποίο μια μεγάλη σφραγίδα έγραφε «per la sola andata» δηλαδή μόνο για αναχώρηση και χωρίς επιστροφή. Ο ιατρός Γεώργιος Χιωτάκης αναχώρησε για την Αθήνα με διαβατήριο «per la sola andata».
Επέστρεψε στην οικογένεια του στην Κάρπαθο μετά από δέκα χρόνια αναγκαστικής εξορίας.
Τελειόφοιτος της Ιατρικής, υπηρέτησε ως εθελοντής στο 8ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο και στην Πολυκλινική Αθηνών.
Το 1946 απέκτησε την ειδικότητα της παθολογίας, μετά από εκπαίδευση 3 χρόνων ως βοηθός της Γ’ Παθολογικής κλινικής του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός, με καθηγητές τους πασίγνωστους ιατρούς Κομνηνό και Γαρδίκα.
Το 1946, εργάσθηκε επί 6 μήνες στο Τζάννειο Νοσοκομείο Πειραιώς στη Μαιευτική κλινική. Το 1962 μετεκπαιδεύτηκε στην Ελβετία στο Kantonsspital της Ζυρίχης και το 1965 στη Δανία στο Saint Lukas Hospital της Κοπεγχάγης, σε παθολογική κλινική.
Το 1942 γίνεται μέλος της οργάνωσης «ΕΔΕΣ ΑΘΗΝΩΝ» και επί εξάμηνο εργάσθηκε αμισθί στα ιατρικά καταφύγια επείγουσας περίθαλψης, του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών από τον οποίο έλαβε τιμής ένεκεν σχετικό δίπλωμα. Από το 1943 μέχρι το 1945 εργάσθηκε τις απογευματινές ώρες ως Διευθυντής Ιατρείων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού Ελβετίας σε διάφορες συνοικίες των Αθηνών.
Στον Ιατρικό Σύλλογο Ρόδου γράφτηκε το 1946 όταν ακόμη ο Σύλλογος λειτουργούσε ανεπίσημα και διετέλεσε ιδρυτικό μέλος του από την αρχή του 1950 με την επίσημη ίδρυση και αναγνώριση από την Ελληνική πολιτεία με αύξοντα αριθμό μητρώου 80.
Το Σεπτέμβριο του 1946 τοποθετήθηκε για δύο χρόνια διευθυντής κινητής ιατρικής μονάδας, με δύο Νοσοκόμες, της Ελληνο – Αμερικάνικης πολεμικής οργάνωσης περίθαλψης, για δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε χωριά της Ρόδου που δεν είχαν ιατρό.
Το Φεβρουάριο του 1948, λειτούργησε το πρώτο του ιατρείο στην οδό 25ης Μαρτίου 24. Την περίοδο αυτή στη πόλη της Ρόδου εργάζονταν περίπου 10 – 12 ιατροί.
Το 1948 επιστρατεύτηκε και μέχρι τον Ιούνιο του 1950 προσέφερε τις ιατρικές του υπηρεσίες από την Μουργκάνα της Ηπείρου μέχρι το Νευροκόπι της Δράμας.
Το 1950 παντρεύτηκε την Άννα Τσιραγάκη, η οποία εκτός από εξαιρετική σύζυγος διετέλεσε και γραμματέας στο ιατρείο του επί 35 χρόνια. Απέκτησε δυο θυγατέρες την Πόπη, η οποία παντρεύτηκε τον αείμνηστο ιατρό χειρουργό Δημήτρη Καραχάλιο και την Φανή που νυμφεύθηκε το μικροβιολόγο ιατρό Αναστάσιο Ζησιμόπουλο.
Το 1952 προσελήφθη ιατρός του πλοίου COURIER και των οικογενειών των Αμερικανών που βρίσκονταν στη Ρόδο.
Από το 1950 μέχρι το 1968 εργάσθηκε ως ο μόνος κατ’ οίκον ιατρός στο ΙΚΑ Ρόδου.
Λόγω της γλωσσομάθειάς του (Αγγλικά, Ιταλικά, Γαλλικά, Σκανδιναβικά και ολίγα Γερμανικά,) ασχολήθηκε περισσότερο με την παροχή ιατρικών υπηρεσιών στους αλλοδαπούς παραθεριστές της Ρόδου. Ίδρυσε σύγχρονο για την εποχή ιατρείο, με Σκανδιναβές Νοσηλεύτριες – Γραμματείς και έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις από τις Σκανδιναβικές χώρες, για την επί 40 χρόνια συνεργασία με τα ιατρικά κέντρα και ασφάλειες των χωρών αυτών.
Το 1960 – 1961 προσελήφθη ως ιατρός της εταιρείας «COLUMBIΑ», παραγωγός της γνωστής κινηματογραφικής ταινίας «Τα κανόνια του Ναβαρόνε», τα γυρίσματα της οποίας διήρκησαν 4 μήνες. Του δόθηκε έτσι η ευκαιρία να γνωριστεί με τους παγκοσμίου φήμης πρωταγωνιστές ηθοποιούς Άντονυ Κουήν, Γκρέγκορυ Πέκ, Ντέιβιντ Νίβεν, Ειρήνη Παπά και άλλους, με τους οποίους βρισκόταν σχεδόν καθημερινά.
Συνταξιοδοτήθηκε το Μάρτιο του 1997. Τον Ιανουάριο του 2005, ο ΙΣΡ επί προεδρίας του γράφοντος, τον τίμησε σε ειδική εκδήλωση απονέμοντάς του ειδική πλακέτα και σχετικό δίπλωμα.
Ο ιατρός Γεώργιος Χιωτάκης ανέπτυξε μεγάλη ανιδιοτελή κοινωνική δράση, η οποία τον κατέστησε πασίγνωστο και με μεγάλη αναγνωρισιμότητα στη Ροδιακή κοινωνία.
Το 1952, ο στρατάρχης Παπάγος του ανέθεσε την οργάνωση του Ελληνικού Συναγερμού στη Δωδεκάνησο, του οποίου διετέλεσε μέχρι το 1956 πρόεδρος και στη συνέχεια πρόεδρος της Ε.Ρ.Ε. μέχρι το 1959, οπότε και παραιτήθηκε.
Τον Οκτώβριο του 1955, στις εκλογές για το νομαρχιακό συμβούλιο εξελέγη σχεδόν παμψηφεί ως εκπρόσωπος της επαρχίας Καρπάθου. Εκλέκτορες τότε ήταν όλα τα μέλη των κοινοτικών και δημοτικών συμβουλίων της Δωδεκανήσου.
Την περίοδο της θητείας του ως Νομαρχιακός Σύμβουλος, εκπρόσωπος της επαρχίας Καρπάθου – Κάσου, πρωτοστάτησε για την επίλυση πολλών προβλημάτων και την δημιουργία πολλών έργων υποδομής όπως η διάνοιξη δρόμων, η κατασκευή του Δημοτικού Σχολείου στα Πηγάδια, μικροί λιμενοβραχίονες και άλλα.
Με άλλους 20 συμπολίτες του το 1965, ίδρυσαν την Λέσχη Λάιονς Ρόδου, της οποίας διετέλεσε τέσσερις φορές πρόεδρος και έλαβε τον τίτλο «Melvin Jones Member» που αποτελεί την ανώτατη διάκριση της διεθνούς αυτής Λέσχης. Επί προεδρίας του το 1979 – 1980 οι Λάιονς Ρόδου, έφτιαξαν και δώρισαν το σταθμό παροχής πρώτων βοηθειών στο Φαληράκι, πλήρως εξοπλισμένο και με ασθενοφόρο αυτοκίνητο το οποίο δώρισαν φίλοι του από τη Δανία. Συνέδραμε στην αναστήλωση του Σταυρού της Φιλερήμου και υπήρξε χορηγός στη κατασκευή του ανδριάντα του Διαγόρα στη πλατεία Μαρουλάκη στη περιοχή ψαροπούλα της πόλεως Ρόδου.
Στις αρχές της δεκαετίας του 50, μαζί με άλλους συμπολίτες και επικεφαλής το Δήμαρχο Μιχαήλ Πετρίδη ίδρυσαν τη Ροδιακή Λέσχη, της οποίας υπήρξε επί σειρά ετών ενεργό μέλος. Την ίδια περίοδο συμμετείχε στην ίδρυση του αυτοκινητιστικού συλλόγου Ερμής.
Στον αθλητισμό ασχολήθηκε επί πολλά χρόνια ως πρόεδρος ή μέλος διοικητικών συμβουλίων. Το 1953 αντιπρόεδρος του «ΔΙΑΓΟΡΑ» Ρόδου. Το 1962-1964 πρόεδρος του «ΔΩΡΙΕΑ» Ρόδου, και αντιπρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομάδας «ΡΟΔΟΣ» το 1968 και 1979-1981 τότε που ανήλθε στην πρώτη Εθνική Κατηγορία.
Στην επιστράτευση του 1974 συμμετείχε ως υπίατρος τάγματος στη Ρόδο.
Έγραψε πολλά άρθρα ιατρικού, πολιτικο-κοινωνικού και αθλητικού περιεχομένου στο τοπικό τύπο, κι έκανε πολλές επιστημονικές και άλλες διαλέξεις σε συλλόγους.
Τον ιατρό Γιώργο Χιωτάκη γνώρισα το 1984 στο Νοσοκομείο της Ρόδου, όπου υπηρέτησα για ένα χρόνο στη Παθολογική κλινική του αείμνηστου Κυριάκου Παπασάββα. Προσερχόταν σχεδόν καθημερινά στα επείγοντα ή στην κλινική και με είχε εντυπωσιάσει το ενδιαφέρον του για τους αλλοδαπούς ασθενείς των οποίων είχε την επιμέλεια. Στους νέους ιατρούς συμπεριφερόταν άψογα, πάντα ευγενής, σεβόμενος πλήρως τη συναδελφικότητα και ιατρική δεοντολογία, χωρίς ίχνος αλαζονικής συμπεριφοράς. Ενέπνεε σεβασμό και εμπιστοσύνη. Δεν είναι υπερβολή αν ειπωθεί ότι συνέβαλε μέσα από την επιστημονική και επαγγελματική του επάρκεια και ηθική, στο θαύμα της τουριστικής ανάπτυξης του νησιού μας, αφού επί μία τεσσαρακονταετία περίπου, παρείχε οργανωμένη, υψηλού επιπέδου πρωτοβάθμια περίθαλψη στους αλλοδαπούς, κυρίως σκανδιναβούς επισκέπτες του νησιού μας.
Τα τελευταία 20 χρόνια ως προσωπικός του ιατρός είχα την τύχη να συνομιλώ μαζί του ώρες ατελείωτες στο γραφείο μου, στον εργασιακό του χώρο ή στο σπίτι του. Είχα έτσι τη δυνατότητα να διαπιστώσω ότι επρόκειτο για άνθρωπο καλλιεργημένο, σπάνιου ήθους, ευγενή, συνεσταλμένο, χαμηλών τόνων, λάτρη της Ρόδου που δεν επεδίωκε τη δημοσιότητα. Ευαίσθητος πατριώτης θα μπορούσε άνετα να κάνει πολιτική καριέρα όπως πολλές φορές επίμονα του ζητήθηκε, αλλά προτίμησε να βοηθήσει τον τόπο του, μέσα από την επιστήμη του και την πολυσχιδή κοινωνική του δράση. Πολυταξιδεμένος με τεράστια εμπειρία από τη ζωή, με γνωριμίες και φιλικές σχέσεις σε όλο τον κόσμο κυρίως στη Σκανδιναβία.
Ο μοναδικός μέχρι πρόσφατα επιζών από ιδρύσεως του Ιατρικού Συλλόγου Ρόδου, αποτελούσε για εμένα τη ζωντανή ιστορία της Ιατρικής οικογένειας της Ρόδου.
Ζωντανό φορητό αρχείο και εγκυκλοπαίδεια για τα ιατρικά και όχι μόνο πεπραγμένα της τελευταίας εβδομηκονταετίας του τόπου μας.
Μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του παρουσίαζε πλήρη πνευματική διαύγεια και ανησυχούσε για το μέλλον αυτού του τόπου. Σε όλες του τις συνομιλίες δεν καυτηρίαζε τα κακώς κείμενα ή ασκούσε μόνο κριτική, αλλά παρείχε εποικοδομητικές προτάσεις για όλα τα θέματα. Τρία ήταν κυρίως αυτά που τον απασχολούσαν με βάση την τεράστια προσωπική του εμπειρία. Η εικόνα της πόλης της Ρόδου, το τουριστικό προϊόν και η αγωνία του για τη βελτίωση της παρεχόμενης πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας ιατρικής περίθαλψης στο τόπο μας.
Αγαπητέ σεβάσμιε συνάδελφε.
Ήσουν αξιαγάπητος απ΄ όλους ανεξαιρέτως, δεν είχες εχθρούς αλλά μόνο φίλους. Η αφοσίωσή σου στην οικογένειά σου και στους φίλους σου ήταν απεριόριστη. Θα μείνεις αλησμόνητος και παράδειγμα για όσους σε συναναστράφηκαν.
Ελπίζω ότι ο ήρεμος τρόπος που φτερούγισε η καρδιά και η ψυχή σου, μαζί με την αγάπη όλων μας να είναι μια ανακούφιση στη θλίψη των οικείων σου.
Πιστεύω ότι ταξίδεψες προς ένα τόπο αγγελικό μόνο για ενάρετους. Θα είσαι πάντα μαζί μας, στη σκέψη μας και στο μουσείο της ιατρικής ιστορίας του τόπου μας.