Οι διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με τη Λιβύη για την οριοθέτηση της μεταξύ τους Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) ξεκίνησαν από το 2004 και βρέθηκαν πολύ κοντά σε υπογραφή συμφωνίας το 2010, γεγονός που αν συνέβαινε δεν θα επέτρεπε σήμερα στην Τουρκία να προβάλει τις διεκδικήσεις της και να υπογράψει με την κυβέρνηση της Τρίπολης το γνωστό μνημόνιο.
«Χάθηκε τότε μια μεγάλη, πιστεύω, ευκαιρία. Έκτοτε δεν κυνηγήθηκε το θέμα όσο θα έπρεπε και δεν αξιολογήθηκε σωστά ο κίνδυνος μιας τουρκικής παρέμβασης» δηλώνει ο κ. Βαληνάκης. Το 2010 η λιβυκή πλευρά είχε μάλιστα καταθέσει και χάρτη, σε απάντηση του ελληνικού, ο οποίος, «δυστυχώς, επειδή κατά τα φαινόμενα δεν μας ικανοποιούσε 100%, απορρίφθηκε από την ελληνική πλευρά». Η έλλειψη έντονου ενδιαφέροντος για τις οριοθετήσεις της ΑΟΖ μετά το 2009 παραμένει για τον κ. Βαληνάκη «ανεξήγητη» .
Με τον ίδιο στόχο, ο ίδιος δηλώνει ότι κινήθηκε και προς την πλευρά της Αιγύπτου, παρά τα προβλήματα που αντιμετώπιζε την εποχή εκείνη η ελληνική διπλωματία με το Κάιρο. «Η Αίγυπτος είναι πλέον σήμερα, μετά τα όσα συνέβησαν τους τελευταίους μήνες, ο πιο σημαντικός στόχος που έχουμε μπροστά μας» επισημαίνει ο πρώην υφυπουργός Εξωτερικών και θεωρεί ιδιαίτερα σημαντικό στην παρούσα φάση την «από κοινού προσφυγή με την Αίγυπτο, μέσω συνυποσχετικού, στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης». Πρέπει άμεσα να συμφωνήσουμε μαζί της για να ακυρωθεί έτσι και πρακτικά το τουρκολιβυκό μνημόνιο, τονίζει.
Στόχος του, όπως λέει, ήταν η υπογραφή συμφωνιών οριοθέτησης της ΑΟΖ και των θαλασσίων ζωνών με όλους τους γείτονές μας αφήνοντας στην άκρη την Τουρκία, που δεν έδειχνε κανένα σημάδι τέτοιας συνεργασίας.
Τέλος ο κ. Βαληνάκης τοποθετείται και στο θέμα της νέας Προέδρου της Δημοκρατίας, επισημαίνοντας ότι η κ. Σακελλαροπούλου θα εκπροσωπεί τη χώρα στο εξωτερικό απέναντι σε προέδρους χωρών που από το Σύνταγμα τους έχουν ευρείες εκτελεστικές εξουσίες (όπως οι Ερντογάν, Τραμπ και Πούτιν) ή από τη θέση της θα κληθεί να προεδρεύσει σε Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών για εθνικό θέμα. Ο κ. Βαληνάκης τονίζει με έμφαση την ανάγκη για «επείγουσα παραπέρα εμβάθυνση» από την κ. Σακελλαροπούλου των εξωτερικών θεμάτων γιατί «θα έρθουν προσεχώς πολύ δύσκολες εθνικές αποφάσεις και πρέπει να είναι σε πλήρη ετοιμότητα».
Αναλυτικά η συνέντευξη
Κύριε Βαληνάκη, ίσως κάτι που δεν είναι ευρύτερα γνωστό στην κοινή γνώμη είναι το γεγονός ότι την εποχή που εσείς ήσαστε στο υπουργείο Εξωτερικών ξεκινήσατε τις διαπραγματεύσεις με τη Λιβύη για την οριοθέτηση του θαλάσσιου χώρου μεταξύ των δύο χωρών. Τι σας οδήγησε σε αυτό;
Πάντα πίστευα ότι η Λιβύη έχει στρατηγική σημασία για μας. Η γεωγραφία την καθιστά άμεσο γείτονα με κοινά θαλάσσια σύνορα και μακραίωνες σχέσεις. Είναι ενεργειακά από τις σημαντικότερες δυνάμεις παγκοσμίως. Για την ελληνική ΑΟΖ, για την οποία εργάστηκα βάσει σχεδίου που είχα εκπονήσει ήδη πριν αναλάβω υφυπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Κ.Καραμανλή, βρίσκεται σε θέση-κλειδί. Στόχος μου ήταν η υπογραφή συμφωνιών οριοθέτησης της ΑΟΖ και των θαλασσίων ζωνών μας με όλους τους γείτονές μας αφήνοντας στην άκρη την Τουρκία που δεν έδειχνε κανένα σημάδι τέτοιας συνεργασίας. Ήμουν κάθετα αντίθετος με την μέχρι τότε προσέγγιση ότι όσο διαρκούσε η διαμάχη με την Τουρκία δεν θα έπρεπε να οριοθετήσουμε την ΑΟΖ μας με τους άλλους γείτονές μας. Για αυτό και το 2004 άρχισα αμέσως και μυστικά, ξέροντας τις αντιδράσεις της, την προεργασία για έναρξη διαπραγματεύσεων οριοθέτησης. Παρήγγειλα τις σχετικές μελέτες, συνάντησα πολλές φορές τον Λίβυο ομόλογό μου Σιάλα -σήμερα είναι ο υπουργός Εξωτερικών του Σάρατζ- και επισκέφθηκα το 2005 την Τρίπολη ξεκινώντας τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Σημαντική ήταν η εμπλοκή και του ίδιου του Καντάφι με την επίσκεψη που οργάνωσα το 2006 του Προέδρου Κάρολου Παπούλια στη Λιβύη λόγω της προσωπικής τους γνωριμίας. Συνέχισα με συχνές συναντήσεις να ασκώ πίεση για ευόδωση των συνομιλιών. Το θέμα πήρε ζεστά και η υπουργός Ντόρα Μπακογιάννη κι έτσι οι διαπραγματεύσεις επιταχύνθηκαν στο τεχνικό επίπεδο από τον πρέσβυ Γ.Σαββαίδη που με επιτυχία εξετέλεσε τα σχετικά καθήκοντα.
Μέχρι πού φτάσατε στις διαπραγματεύσεις; Σε τι συμφώνησαν οι Λίβυοι και πού διαφωνούσαν; Τι επεδίωκε η ελληνική πλευρά;
Τα πράγματα με τη Λιβύη σίγουρα δεν ήταν απλά τότε. Εμείς επιδιώκαμε την οριοθέτηση με βάση τη μέση γραμμή Κρήτης και λιβυκών ακτών και μάλιστα με πλήρη επήρεια και των μικρότερων νησιών μας όπως η Γαύδος. Οι διαπραγματεύσεις προχωρούσαν θετικά και μέχρι το 2009 που χάσαμε τις εκλογές είχαμε καταθέσει χάρτη με τις θέσεις μας και αναμέναμε τον χάρτη της λιβυκής πλευράς, που όπως πληροφορήθηκα αργότερα μας δόθηκε το 2010. Δυστυχώς, επειδή κατά τα φαινόμενα δεν μας ικανοποιούσε 100%, απορρίφθηκε από την ελληνική πλευρά.
Γιατί τελικά η διαδικασία που ξεκίνησε τότε δεν κατέληξε σε υπογραφή συμφωνίας;
Χάθηκε τότε μια μεγάλη πιστεύω ευκαιρία. Έκτοτε δεν κυνηγήθηκε το θέμα όσο θα έπρεπε και δεν αξιολογήθηκε σωστά ο κίνδυνος μιάς τουρκικής παρέμβασης. Προσωπικά σε κάθε στάδιο ανησυχούσα συνεχώς και έντονα για την προσπάθεια της Τουρκίας να στηρίξει με τις απόψεις της και τις σχετικές πιέσεις μια αλλαγή στάσης των Λίβυων που θα οδηγούσε ίσως στη μη συμπερίληψη της Κρήτης στην οριοθέτηση. Για αυτό και επέμενα στην επιτάχυνση των συνομιλιών, αλλά και κινήθηκα πάντα πολύ διακριτικά, αποκοιμίζοντας όπως αποδείχθηκε πλέον την Άγκυρα. Τότε βέβαια θεωρούνταν γραφικές από πολλούς οι επίμονες συναντήσεις μου με τους νότιους γείτονές μας.
Υπήρχε την εποχή εκείνη αντίστοιχη διαδικασία και με την πλευρά της Αιγύπτου;
Με τον ίδιο στόχο και με την ίδια τακτική και επιμονή κινήθηκα και απέναντι στην Αίγυπτο. Τότε βέβαια δεν είχαμε τις άριστες σχέσεις που έχουμε σήμερα. Κι εδώ, με «άσχετες» αφορμές άρχισα αμέσως την πίεση προς το Κάιρο για να ξεκινήσουμε την οριοθέτηση. Θυμάμαι που αξιοποίησα το πέρασμα της ολυμπιακής φλόγας από την Αίγυπτο το καλοκαίρι 2004 αλλά και το ανθρωπιστικό αίτημα Ελλήνων ναυτικών που επί δεκαετίες παρέμεναν φυλακισμένοι στη χώρα αυτή για να « εκβιάσω» επισκέψεις εκεί και να ξεκινήσω συνομιλίες στο αιγυπτικό ΥΠΕΞ για την οριοθέτηση. Έτσι δρομολογήθηκαν κι εδώ οι διμερείς συνομιλίες που προχώρησαν μετά και στο τεχνικό επίπεδο. Η Αίγυπτος είναι πλέον σήμερα, μετά τα όσα συνέβησαν τους τελευταίους μήνες, και ο πιο σημαντικός στόχος που έχουμε μπροστά μας. Πρέπει άμεσα να συμφωνήσουμε μαζί της για να ακυρωθεί έτσι και πρακτικά το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Οι δυσκολίες που λέγεται ότι υπάρχουν -κυρίως για την ακριβή οριοθέτηση του Καστελλόριζου- πρέπει να ξεπεραστούν άμεσα, και ο καλύτερος τρόπος είναι με την φιλική -είναι ιδιαίτερα σημαντικό αυτό το στοιχείο- από κοινού προσφυγή με την Αίγυπτο μέσω συνυποσχετικού στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Διαπιστώνετε λάθη από την ελληνική πλευρά όσον αφορά στο θέμα της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών δικαιοδοσίας;
Όλα αυτά τα χρόνια που έτρεχα στη Λιβύη και Αίγυπτο, με διακατείχε η αγωνία να μας προλάβουν οι Τούρκοι προσφέροντας περισσότερα στις χώρες αυτές -όπως ακριβώς και έκαναν αργότερα… Σε τέτοια ζητήματα όπου εμπλέκονται νομικές και τεχνικές παράμετροι στις οποίες συχνά επιμένουν χάριν μιάς απόλυτης «καθαρότητας» θέσεων οι εμπειρογνώμονες, η πολιτική ηγεσία πρέπει να μπορεί να κάμει βήματα αποφασιστικά και στην κατάλληλη στιγμή. Η έλλειψη έντονου ενδιαφέροντος για τις οριοθετήσεις της ΑΟΖ μας μετά το 2009 παραμένει για μένα ανεξήγητη. Δόθηκε λανθασμένα υπερβολική έμφαση στην ανακήρυξη κι όχι στις οριοθετήσεις. Επιτρέψαμε στην Αλβανία, μιά χώρα που ζητά τη στήριξή μας για να προσεγγίσει την ΕΕ να ακυρώσει με εσωτερικά τερτίπια την εξαιρετική συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες μας που υπέγραψε ο Κ.Καραμανλής με τον Σ.Μπερίσα το 2009. Πολλά ακούγονταν εξάλλου όλα αυτά τα χρόνια, αλλά μείναμε, όπως γίνεται συχνά, στη θεωρία. Ασφαλώς έπαιξαν ρόλο και οι εσωτερικές εξελίξεις στη Λιβύη αλλά και εδώ σε μας. Όμως η Τουρκία δούλεψε δυστυχώς μεθοδικά και ανέτρεψε υπέρ της τις εξελίξεις.
Ποια είναι η άποψή σας για τη σημερινή κατάσταση; Πώς πρέπει να αντιδράσει, τι περιθώρια έχει η Ελλάδα με την νέα κατάσταση που έχει δημιουργηθεί ευρύτερα στην Ανατολική Μεσόγειο και ειδικότερα με την Τουρκία; Τι θα συμβουλεύατε εσείς με την εμπειρία και τις γνώσεις σας;
Σίγουρα δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για πλήρη ανατροπή. Η διπλωματική κινητοποίηση είναι ορθή, οι πολιτικές καταδίκες της «συμφωνίας» που πετύχαμε επίσης. Στη διπλωματία υπάρχει όμως δυστυχώς και η δύναμη των πολιτικών τετελεσμένων που γνωρίζουμε πολύ καλά. Αυτά ανατρέπονται πραγματικά με πράξεις. Πολλά βέβαια μπορούν να γίνουν και σήμερα, και θα γίνουν πιστεύω, έστω και χωρίς τις μελέτες και προετοιμασίες που έπρεπε να έχουν προηγηθεί όλα αυτά τα χρόνια. Προσωπικά έχω αρκετές ιδέες. Επιτρέψτε μου όμως να μην πω δημόσια περισσότερα στο θέμα αυτό πέρα από το ότι τα χρονικά περιθώρια είναι μικρά και μάλλον λιγοστεύουν.
Τι γνώμη έχετε για τη νέα Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως προς τα εξωτερικά θέματα; Είναι σημαντική η σχετική εμπειρία;
Σύμφωνα με το Σύνταγμά μας, ο ΠτΔ έχει βέβαια περιορισμένες αρμοδιότητες στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Ξεχωρίζω δύο θέματα που έχουν ενδιαφέρον. Πρώτον, ο ΠτΔ εκπροσωπεί τη χώρα στο εξωτερικό (άρθρο 36 του Συντάγματος) και δέχεται στην Ελλάδα ξένους ηγέτες-ομολόγους του. Σε ορισμένες περιπτώσεις πρόκειται για βασιλείς και εκεί δεν τίθενται φυσικά θέματα. Όταν όμως οι ομόλογοι της νέας μας Προέδρου έχουν από τα Συντάγματά τους εκτεταμένες εκτελεστικές αρμοδιότητες (όπως ενδεικτικά οι Ερντογάν, Πούτιν, Τραμπ, Μακρόν κ.λπ.) οι συναντήσεις ξεφεύγουν συνήθως μετά τις πρώτες φιλοφρονήσεις από τις γενικότητες. Σ´ αυτές τις στιγμές η γνώση σε βάθος των θεμάτων και κυρίως η εμπειρία είναι βέβαια πολύ χρήσιμες.
Η δεύτερη περίπτωση είναι όταν ο ΠτΔ καλείται να προεδρεύσει σε Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για εθνικό θέμα. Προφανές είναι κι εδώ ότι η εκτεταμένη γνώση των φακέλων και η πρότερη σχετική εμπειρία μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην δυνατότητα αξιολόγησης και σύνθεσης των προτάσεων που κατατίθενται για να υιοθετηθεί η εθνικά βέλτιστη λύση.Συμπερασματικά, εύχομαι φυσικά όπως όλοι καλή επιτυχία στην πρώτη γυναίκα Πρόεδρο και προσωπικά θα τολμούσα να συστήσω την επείγουσα παραπέρα εμβάθυνσή της στα εξωτερικά θέματα γιατί θα έρθουν προσεχώς πολύ δύσκολες εθνικές αποφάσεις και πρέπει να είναι σε πλήρη ετοιμότητα.