Άρθρο του Τομεάρχη Νησιωτικής Πολιτικής και Ναυτιλίας του Κινήματος Αλλαγής, δικηγόρου Ρόδου, Μανώλη Δ. Παπαδόπουλου.
Το δεύτερο εξάμηνο του 1988 η Ελλάδα ανέλαβε την προεδρία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ), επί πρωθυπουργίας Ανδρέα Παπανδρέου. Εκείνο το εξάμηνο ήταν προγραμματισμένη να γίνει η Διάσκεψη των ηγετών της ΕΟΚ για τον ενιαίο κοινωνικό χώρο και για περιβαλλοντικά θέματα. Με πρωτοβουλία του Ανδρέα Παπανδρέου επιλέγεται η Ρόδος για τη διοργάνωση της Συνόδου Κορυφής και όχι η πρωτεύουσα της χώρας μας, όπως συνηθιζόταν μέχρι τότε. Πολλοί απόρησαν με την επιλογή της Ρόδου, όμως, όπως φάνηκε στη συνέχεια, μόνο τυχαία δεν ήταν η επιλογή του συγκεκριμένου νησιού.
Εκείνα τα χρόνια στην Ευρώπη υπήρχαν δύο ισχυρά ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα, τα οποία εκπροσωπούνταν από δύο ιστορικές προσωπικότητες, την δεξιά Μάργκαρετ Θάτσερ και τον κεντροαριστερό Ανδρέα Παπανδρέου. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τον ρόλο της Θάτσερ σήμερα διαδραματίζει η Γερμανίδα καγκελάριος κ. Άνγκελα Μέρκελ. Δυστυχώς για τη χώρα μας, και σε αντίθεση με τη δεκαετία του 1980, ο τωρινός πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, όχι μόνο δεν διαθέτει το πολιτικό ανάστημα του Ανδρέα για να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας πιο ανθρώπινης και δημοκρατικής Ευρώπης αλλά έχει εξελιχθεί στον πιο πιστό ακόλουθο της Μέρκελ, όπως φαίνεται εδώ και τέσσερα χρόνια, με τελευταίο παράδειγμα την συμφωνία των Πρεσπών.
Γιατί, όμως, έμεινε στην ιστορία η Σύνοδος Κορυφής της Ρόδου; Πολύ απλά, γιατί ο Ανδρέας Παπανδρέου κατάφερε να εισάγει στην ατζέντα της διάσκεψης το θέμα της νησιωτικότητας. Γι’ αυτό άλλωστε επέλεξε αυτή η κρίσιμη παρέμβαση του να γίνει στο μεγαλύτερο νησί των Δωδεκανήσων, αφού μόνο σε αυτά ίσχυαν μέχρι τότε οι μειωμένοι συντελεστές Φ.Π.Α. Έτσι άρχισε να διαμορφώνεται η ελληνική νησιωτική πολιτική και τα επόμενα χρόνια το μέτρο αυτό επεκτάθηκε και σε άλλα νησιά.
Η υιοθέτηση του μέτρου των μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. στα νησιά στηρίχθηκε τόσο σε συνταγματικές διατάξεις (άρθρο 106 παρ. 1) όσο και σε ευρωπαϊκές Συνθήκες (ερμηνευτική δήλωση 30 του άρθρου 158 της Συνθήκης του Άμστερνταμ και άρθρο 174 της Συνθήκης της Λισαβόνας). Άλλωστε, είναι απολύτως λογικό οι νησιώτες, που προσφέρουν τα μέγιστα στην κορυφαία βιομηχανία της Ελλάδας, τον τουρισμό, που φυλάνε τα σύνορα της χώρας μας και που έχουν να αντιμετωπίσουν καθημερινά τόσες δυσκολίες, λόγω της πολυνησιακής ιδιομορφίας της χώρας μας, να απολαμβάνουν το προνόμιο του μειωμένου Φ.Π.Α, που αποτέλεσε το κορυφαίο μέτρο νησιωτικής πολιτικής.
Ωστόσο κάτι, που θεωρούνταν δεδομένο, ξαφνικά καταργήθηκε. Από ποιον καταργήθηκε; Μα φυσικά από τον ακόλουθο της κ. Μέρκελ, τον κ. Τσίπρα. Από ποιους ψηφίστηκε; Από τους βουλευτές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.
Αξίζει να σημειωθεί πως ούτε ένας βουλευτής του κυβερνητικού κόμματος, παρόλο που εκλέχθηκε από νησιώτες, δεν ψήφισε ‘‘κατά’’ στην κατάργηση του σημαντικότερου μέτρου στήριξης του ελληνικού νησιωτικού χώρου. Η αντισυνταγματική νησιωτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, που διατηρεί για ελάχιστα νησιά (5 στον αριθμό) μειωμένους συντελεστές Φ.Π.Α. ανάλογα με τον αριθμό των προσφύγων που θα φιλοξενούνται στα νησιά αυτά. Μιλάμε για τον πλήρη εξευτελισμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για την πλήρη ταύτιση της κυβερνητικής πολιτικής με την απαράδεκτη άποψη ότι κάθε άνθρωπος έχει την (χρηματική) αξία του.
Ας κλείσουμε, όμως, με έναν προβληματισμό. Είναι δεδομένο ότι τα χρήματα του νησιωτικού τουρισμού κρατούν ζωντανή την ελληνική οικονομία. Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση πως συνεισφέρει στην νησιωτική ζωή; Πόσα είναι τα κέρδη της ελληνικής οικονομίας από την αύξηση του νησιωτικού ΦΠΑ και πόσα από αυτά χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση του επιπέδου ζωής των νησιωτών;
Το ‘‘μεταφορικό ισοδύναμο’’ που υποτίθεται πως έφερε η κυβέρνηση Τσίπρα και ο τρόπος εφαρμογής του με τα ελάχιστα διαθέσιμα κεφάλαια και την απίστευτα μεγάλη γραφειοκρατία, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την έννοια του μεταφορικού ισοδυνάμου που ισχύει σε άλλες νησιωτικές περιοχές της Ευρώπης και σίγουρα δεν αντισταθμίζει το κόστος από την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. στα νησιά.
Το Κίνημα Αλλαγής είναι το μόνο κόμμα που έχει ξεκάθαρη θέση στο θέμα του Φ.Π.Α. Ναι στον μειωμένο ΦΠΑ που θεσπίστηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑ.ΣΟ.Κ και ίσχυε μέχρι τη στιγμή που ήρθε στην εξουσία και τον κατήργησε ο κ. Τσίπρας, ο εφαρμοστής της πιο σκληρής και αντινησιωτικής πολιτικής. Η κατάργηση του Φ.Π.Α ήρθε με τη ψήφο των νησιωτών βουλευτών και με την υπογραφή του ΣΥΡΙΖΑ. Τον κατήφορο από την ιστορική Σύνοδο Κορυφής της Ρόδου και τον Ανδρέα Παπανδρέου με την εισαγωγή της νησιωτικότητας στην ελληνική και ευρωπαϊκή ατζέντα, στην σημερινή εχθρική νησιωτική πολιτική μπορούμε να τον σταματήσουμε μόνο με την ψήφο μας στις Ευρωεκλογές.
Μανώλης Παπαδόπουλος,
Τομεάρχης Νησιωτικής Πολιτικής και Ναυτιλίας του Κινήματος Αλλαγής