Για τις χρόνιες παθογένειες του ελληνικού τουρισμού, αλλά και για τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει στο μέλλον ο κλάδος μιλά σε συνέντευξή της στο Euro2day.gr η πρόεδρος του ΙΤΕΠ και της Ενωσης Ξενοδόχων Κω.
«Τα ποιοτικά δεδομένα στον τουρισμό είναι αυτά που θα φέρουν την περαιτέρω ανάπτυξη και εκεί πρέπει να εστιάσουμε», επισημαίνει σε συνέντευξή της η Κωνσταντίνα Σβύνου, πρόεδρος του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) και της Ενωσης Ξενοδόχων Κω, αναδεικνύοντας την ανάγκη προσέλκυσης ταξιδιωτών υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου.
Εκτιμά, δε, ότι το 2023 μπορεί να αποτελέσει μία ακόμη χρονιά ρεκόρ σε επίπεδο αφίξεων, με βάση τα σημερινά δεδομένα και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα τουριστικών επιχειρήσεων που έχουν πληγεί σημαντικά εξαιτίας της πανδημίας και δεν δύνανται να αντεπεξέλθουν στα υψηλά λειτουργικά κόστη των τελευταίων ετών.
Το 2022 ήταν πολύ καλή χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό, παρά τις προκλήσεις στις οποίες κλήθηκε να ανταπεξέλθει ο κλάδος. Λίγες ημέρες μετά την ITB Berlin, τη μεγαλύτερη τουριστική έκθεση διεθνώς, πώς εκτιμάτε ότι θα διαμορφωθεί το 2023;
Πράγματι, το 2022 ήταν μια χρονιά που κατέδειξε την ταχύτατη επαναφορά του τουριστικού μας προϊόντος σε νούμερα που προσέγγισαν αυτά του 2019, έτος που αποτέλεσε τη χρονιά ρεκόρ άρα και σημείο αναφοράς. Το 2022, οι τουριστικές αφίξεις ήταν μόνο κατά 11% πιο κάτω σε σχέση με το 2019, ενώ οι τουριστικές εισπράξεις υπολείπονταν μόνο κατά 3%, γεγονός που οφείλεται στην αύξηση της μέσης τουριστικής δαπάνης (ΜΤΔ) κατά 10% περίπου. Αναφέρω τα νούμερα χαρακτηριστικά, καθώς θέλω να τονίσω το πολύ σημαντικό γεγονός της αύξησης ΜΤΔ. Το στοίχημα για το 2023 δεν πρέπει να είναι τόσο στην περαιτέρω αύξηση των αφίξεων (θεμιτό βέβαια), όσο στη διατήρηση και στην ενδεχόμενη αύξηση της ΜΤΔ. Τα ποιοτικά δεδομένα στον τουρισμό είναι αυτά που θα φέρουν την περαιτέρω ανάπτυξη και εκεί πρέπει να εστιάσουμε. Φύγαμε από την ΙΤΒ με αισιόδοξα μηνύματα, αν δεν έχουμε κάποιο απρόοπτο γεγονός τότε μπορούμε να περιμένουμε νέα ρεκόρ αφίξεων αν και οι προβλέψεις στο χώρο μας έχουν αποδειχθεί επισφαλείς τα τελευταία χρόνια…
Ποιες είναι οι παράμετροι που θα καθορίσουν την πορεία του ελληνικού τουρισμού το 2023;
Βλέπουμε ότι η χώρα μας βρίσκεται στις πρώτες χώρες προτίμησης των Ευρωπαίων (1η επιλογή για το 6% περίπου των Ευρωπαίων), ενώ παράλληλα καταγράφεται ισχυρή τάση για ταξίδια σε διεθνές επίπεδο, παράμετροι που λειτουργούν θετικά. Έχοντας αυτά ως βάση, έχουμε μια ανησυχία σε άλλες πολύ σημαντικές παραμέτρους, όπως είναι η ακρίβεια που απ’ ό,τι φαίνεται δε λειτούργησε αποτρεπτικά στο να ταξιδέψει ο κόσμος, μπορεί όμως να λειτουργήσει αρνητικά στη ΜΤΔ και ευρύτερα στις τουριστικές εισπράξεις. Η ακρίβεια και από την πλευρά της λειτουργίας των επιχειρήσεων όπως και η έλλειψη προσωπικού τόσο ποσοτικά, όσο και ποιοτικά οπωσδήποτε λειτουργούν ως τροχοπέδη. Επιπλέον γεγονότα όπως ο σεισμός στην Τουρκία, η ένταξη της Κροατίας στην Σένγκεν, οι εθνικές μας εκλογές είναι παράμετροι που μπορεί να επηρεάσουν, άλλες θετικά και άλλες αρνητικά.
Ποιοι προορισμοί προπορεύονται φέτος βάσει των προκρατήσεων; Πότε ξεκινά η σεζόν στην Κω; Από ποιες αγορές διαπιστώνετε την ισχυρότερη ζήτηση;
Οι νησιωτικές μας περιφέρειες φαίνεται να έχουν πολύ υψηλή ζήτηση, το Νότιο Αιγαίο, η Κρήτη, τα Ιόνια θα είναι οι περιοχές (όπως άλλωστε και κάθε χρόνο) που θα έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο. Στο νησί της Κω οι προκρατήσεις εμφανίζονται αυξημένες κατά 15% περίπου σε σχέση με το 2022, προερχόμενες από τους παραδοσιακούς μας προορισμούς. Η Γερμανία, η Μεγάλη Βρετανία, η Ολλανδία εμφανίζουν τη μεγαλύτερη ζήτηση και ακολουθεί η Πολωνία, η Ιταλία, η Σκανδιναβία. Η γαλλική αγορά είναι για εμάς μια πρόκληση καθώς φαίνεται να αυξάνεται η ζήτηση για το νησί μας χωρίς όμως να έχουμε «επενδύσει» σε περαιτέρω εμπορικές συμφωνίες που θα πετύχουν μεγαλύτερη διείσδυση. Γεγονός είναι πως η τουριστική περίοδος στο νησί της Κω ξεκινάει νωρίτερα από κάθε άλλη χρονιά, καθώς αναμένουμε την πρώτη πτήση στις 28 Μαρτίου.
Η πανδημία, με τους περιορισμούς που έθεσαν μέχρι πρότινος αρκετές χώρες στην Ασία, και ο πόλεμος στην Ουκρανία στέρησαν τα τελευταία χρόνια από την Ελλάδα σημαντικές πηγές ταξιδιωτών (Ρωσία, Ουκρανία, Κίνα). Θεωρείτε ότι ο ελληνικός τουρισμός πρέπει να προσελκύσει και νέες αγορές προκειμένου να αναπτυχθεί περαιτέρω;
Κατά διαστήματα κάποιες αγορές φθίνουν και κάποιες άλλες ενισχύονται. Η αγορά της Ρωσίας για παράδειγμα εισήλθε σε κρίση αρκετά χρόνια πριν, με αποκορύφωμα βέβαια τον πόλεμο όπου και εκμηδενίστηκε. Τα γεγονότα μας έχουν διδάξει ότι ποτέ δεν πρέπει να επενδύουμε μονομερώς, αλλά να έχουμε μερίδιο σε όσο το δυνατόν περισσότερες αγορές. Άρα λοιπόν οφείλουμε να επενδύσουμε στις υφιστάμενες ευρωπαϊκές μας αγορές κερδίζοντας ακόμα μεγαλύτερο μερίδιο σε αυτές ή για να το εκφράσω καλύτερα, στοχεύοντας σε επισκέπτες υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου. Παράλληλα, αγορές όπως η Αμερική, ο Καναδάς, η Αυστραλία μπορούν σαφέστατα να δώσουν ακόμα ισχυρότερο προβάδισμα στον ελληνικό τουρισμό. Η αγορά της Κίνας φαίνεται να επανέρχεται, ενώ αγορές όπως η Ινδία, τα Αραβικά Εμιράτα χρήζουν περαιτέρω ενεργειών προσέλκυσης. Όλα αυτά πρέπει να συμπεριλαμβάνονται σε ένα στρατηγικό σχέδιο για τον τουρισμό…
Τα τελευταία χρόνια, ένα από τα μείζονα προβλήματα που ταλανίζουν τον κλάδο είναι η έλλειψη εργατικού δυναμικού, πόσο μάλλον καταρτισμένου προσωπικού. Πώς θεωρείτε ότι θα μπορούσε να δοθεί λύση σε αυτό το πρόβλημα, το οποίο ξεφεύγει από την ελληνική πραγματικότητα; Πέρυσι η έλλειψη προσωπικού οδήγησε αρκετούς επιχειρηματίες στον περιορισμό των προσφερόμενων υπηρεσιών τους.
Μέσα από την έρευνά μας ως ΙΤΕΠ για λογαριασμό του ΞΕΕ, καταγράψαμε 55.000 ζητούμενες θέσεις εργασίας το 2021 και 61.000 το 2022, πάντα σε σχέση με το οργανόγραμμα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. Παράλληλα στις έρευνές μας αποτυπώνεται και η έλλειψη σε ποιοτικό επίπεδο πέραν του ποσοτικού. Σαφέστατα ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος, γεγονός όμως που δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά πανευρωπαϊκό. Την προηγούμενη χρονιά τμήματα ξενοδοχείων δεν μπόρεσαν να λειτουργήσουν. Πεποίθησή μας αποτελεί να συμπληρώσουμε τις θέσεις εργασίας με προσωπικό από τη χώρα μας, ακόμα και αν χρειαστεί να εκπαιδευτούν εντός των επιχειρήσεων. Δεν νοείται να έχουμε καταγράψει ποσοστό ανεργίας 12% κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών! Δεν νοείται να δίδονται επιδόματα ανεργίας όταν υπάρχουν τόσο πολλές θέσεις εργασίας κενές!
Γίνονται κάποιες προσπάθειες σε συνεργασία με τη ΔΥΠΑ προς το «πάντρεμα» ανέργων με θέσεις εργασίας. Αν όμως δεν μπορέσουν να συμπληρωθούν οι θέσεις τότε θα πρέπει να μεταβούμε σε λύσεις εργαζόμενων μετακλητών από άλλες χώρες. Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε τη μεγάλη συμβολή του τουριστικού κλάδου στην οικονομία μας, στην κοινωνία και στις ευκαιρίες που δίδονται στον τομέα αυτό. Η εργασία στον τουρισμό αν συνυπολογιστεί η αξία της, τότε θα πρέπει να γίνει πρώτη επιλογή και όχι τυχαία επιλογή.
Πηγή euro2day.gr