118 ημέρες συμπληρώνονται από την ανάληψη των καθηκόντων της νέας δημοτικής αρχής Ρόδου. Ο δήμαρχος Ρόδου Αλέξανδρος Κολιάδης έχοντας μία πενταετία να διανύσει στο τιμόνι του Δήμου, θα πρέπει να «τρέξει» τις διαδικασίες για να μη χαθεί κανένα έργο στο νησί, αλλά και να κάνει πράξη τις δεσμεύσεις του απέναντι στους δημότες σε αυτά που υποσχέθηκε.
Της Νατάσας Παμπρή
Την 1η Ιανουαρίου, από τα σκαλοπάτια του δημαρχιακού μεγάρου, ο νέος δήμαρχος δήλωνε:
«Μαζί αλλάζουμε σελίδα για τη Ρόδο της νέας εποχής με υπευθυνότητα, με ενσυναίσθηση, με αλληλεγγύη και πίστη για να προχωρήσουμε αποφασιστικά μπροστά. Αφήνουμε πίσω μας μια χρονιά κατά την οποία μαζί κάναμε την υπέρβαση δημιουργώντας νέες προοπτικές για το νησί μας. Μαζί θα μετουσιώσουμε την υπέρβαση σε πράξη και τις δεσμεύσεις μας σε έργα. Σήμερα θέτουμε τα θεμέλια για μια παραγωγική πενταετία στο νησί μας, για να δημιουργήσουμε ένα Δήμο σύγχρονο, δημοκρατικό, καινοτόμο και αποτελεσματικό».
Είναι εύλογο οι πρώτες 100 ημέρες μετά τον σχηματισμό της νέας διοίκησης από την ανάληψη των καθηκόντων της, να θεωρείται ως περίοδος “χάριτος”, ούτως ώστε μέσα σε αυτό το εύλογο χρονικό διάστημα να μπορέσει η δημοτική αρχή, να βρει το βηματισμό της και να αρχίζει να εφαρμόζει το πρόγραμμά της. Άρα τώρα αρχίζουν τα δύσκολα για τη δημοτική αρχή Κολιάδη.
Η συντριπτική πλειονότητα από όσους ανέλαβαν διοικητικά καθήκοντα δίπλα στον Αλέξανδρο Κολιάδη είναι πρόσωπα χωρίς προηγούμενη αυτοδιοικητική εμπειρία, στην ουσία δηλαδή, πλαισιώνεται από μία άπειρη ομάδα.
Αυτό έχει δύο ερμηνείες: Η μία να πει κάποιος, «καλύτερα… θα μάθουν» ή «είδαμε και τους προηγούμενους που ήξεραν» και η δεύτερη, ο ισχυρισμός, «μέχρι να μάθουν οι νέοι θα χαθεί πολύτιμος χρόνος και θα φύγει η πενταετία χωρίς να γίνει έργο στο νησί».
Στην πολιτική, οι πρώτες 100 ημέρες μιας νέας διακυβέρνησης, θεωρούνται συμβολικά σημαντικές, καθώς φέρνουν στο προσκήνιο τους πρώτους στόχους, την ικανότητα υλοποίησης και τον τόνο που θα δώσει η νέα ηγεσία στην θητεία της.
Με το «καλημέρα» ξεκίνησε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ένας επικοινωνιακός βομβαρδισμός για τα οικονομικά στοιχεία του Δήμου που παρέλαβε η νέα δημοτική αρχή, τα «παζάρια» με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις επαφές με κυβερνητικά υψηλόβαθμα στελέχη για να καταφέρει ο Δήμος να λάβει δάνειο αρκετών εκατομμυρίων ευρώ, για να καλύψει τα χρέη, να αποπληρωθούν οι προμηθευτές κλπ. Έκτοτε σιγή ιχθύος, αφού δεν υπάρχει καμία επίσημη ενημέρωση για το αν θα συνάψει ή όχι ο Δήμος Ρόδου δανειοδότηση.
Η πρόθεση της νέας δημοτικής αρχής για την επιβολή νέων δημοτικών τελών και την αύξηση των υφιστάμενων με στόχο την «βελτίωση» της οικονομικής κατάστασης του δήμου Ρόδου, προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις και δυσανασχέτηση στην κοινωνία. «Η οικονομική δυσχέρεια» στην οποία βρίσκεται ο Δήμος Ρόδου, δεν αφήνει άλλα περιθώρια από την αύξηση των δημοτικών τελών και την θέσπιση νέων», δήλωνε η δημοτική αρχή τις πρώτες μέρες του Γενάρη.
Το έλλειμμα στα οικονομικά του Δήμου απειλεί και την πορεία των έργων, καθώς σύμφωνα και με τις τοποθετήσεις του μέχρι πρότινος αντιδημάρχου Μεσαιωνικής Πόλης Β. Καλοπήτα οι εντάξεις έργων σε χρηματοδοτικά προγράμματα υστερούν, στο ταμείο δεν υπάρχουν χρήματα για έργα με ιδίους πόρους, με συνέπεια σημαντικά έργα υποδομών να κινδυνεύουν κυριολεκτικά να περάσουν στην «κόκκινη λίστα».
Η «πληγή» που πονάει τα τελευταία χρόνια τη Ρόδο και «ανεβάζει» και «κατεβάζει» δημάρχους, είναι η απαιτητική καθημερινότητα.
Είναι το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετώπισαν όλοι οι προκάτοχοί του, μετά την εποχή του πρώην δημάρχου Ρόδου Γιώργου Γιαννόπουλου, όπου κανένας άλλος (Χατζής Χατζηευθυμίου, Στάθης Κουσουρνάς, ο αείμνηστος Φώτης Χατζηδιάκος και Αντώνης Καμπουράκης) δεν κατάφερε να επανεκλεγεί ή να διεκδικήσει δεύτερη θητεία το δημαρχιακό θώκο.
Η πρόσφατη έκπτωση από τα καθήκοντά του, του στενού του συνεργάτη και μέχρι πρότινος αναπληρωτή δημάρχου Βάιου Καλοπήτα είναι μία απώλεια που ήδη προσμετρά στους κόλπους της η δημοτική αρχή, αφού έχασε ένα από τα «δυνατά χαρτιά της».
Στον πυρήνα των πολιτικών που θα πρέπει να εφαρμόσει η νέα δημοτική αρχή είναι ο πολίτης και η πόλη της Ρόδου να γίνει μία πόλη φιλική και λειτουργική για τους κατοίκους της, με ανθρώπινο πρόσωπο και με υποδομές και δράσεις με ισχυρό αναπτυξιακό πρόσημο.