Μουδιασμένη η αγορά μια ημέρα πριν από την άρση της απαγόρευσης κυκλοφορίας. Ο απολογισμός της επανεκκίνησης και το πρόβλημα των κλειστών χώρων. Οι φόβοι για τα ενοίκια και ο νέος πονοκέφαλος του ηλεκτρικού ρεύματος.
Μπορεί να αλλάζει το πρωτόκολλο στην εστίαση από τη Δευτέρα 28 Ιουνίου, αλλά τα προβλήματα συσσωρεύονται στον χώρο της εστίασης.
Το πρόγραμμα στήριξης μέσω ΕΣΠΑ μόλις τώρα έχει αρχίσει ουσιαστικά να “πληρώνει”, το ταμείο των επιχειρήσεων είναι αρνητικό, η σταδιακή άρση των μέτρων προστασίας απειλεί να μετατρέψει την αγορά μισθώσεων σε αρένα και τώρα έρχεται να προστεθεί στο σπιράλ η αύξηση των τιμών στο ρεύμα.
Παράγοντες της αγοράς ενόψει της νέας χαλάρωσης των περιορισμών από τη Δευτέρα 28 Ιουνίου, σημειώνουν ότι δεν κάνει μεγάλη διαφορά η αύξηση του ορίου ατόμων ανά τραπέζι ή ανά υπαίθρια γιορτή. Βασικός περιορισμός είναι ότι επιτρέπεται η λειτουργία μόνο των επιχειρήσεων που διαθέτουν εξωτερικούς χώρους, η φιλοξενία μόνο καθήμενων πελατών χωρίς δυνατότητα χορού και γενικά απαγορεύεται αυτό που οι Έλληνες θεωρούν διασκέδαση, σε κέντρα και μουσικές σκηνές συμπεριλαμβανομένων δεξιώσεις σε κλειστούς χώρους.
Για τους εσωτερικούς χώρους αναμένονται ανακοινώσεις τη Δευτέρα, όπως προανήγγειλλε ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης. Εκτιμάται ότι θα είναι συνάρτηση του πλήρους εμβολισμού των επισκεπτών. Πάντως τις προθέσεις της κυβέρνησης, όπως είχε κάνει γνωστό σε εκπροσώπους επιχειρηματικών φορέων, πέρα από τα ειδικά “προνόμια”, είναι η μερική άρση των περιορισμών για τους κλειστούς χώρους όταν θα έχει εμβολιαστεί με τουλάχιστον μια δόση πάνω από το 50% του ενήλικου πληθυσμού.
Τότε, αναμένεται να λειτουργήσουν εσωτερικοί χώροι αλλά με δυναμικότητα 70%. Με τους σημερινούς ρυθμούς προόδου του εμβολιαστικού προγράμματος θα χρειαστούν ακόμα αρκετές ημέρες, δεδομένου ότι σήμερα μια δόση έχουν λάβει 4,6 εκατομμύρια πολίτες.
Σε μια αγορά που δεν έχει πάρει μπρος από την επανεκκίνησή της, μετά το Πάσχα, αυτές οι προϋποθέσεις εγείρουν προκλήσεις, καθώς δύο στις δέκα επιχειρήσεις παραμένουν κλειστές επειδή δεν έχουν δυνατότητα ανάπτυξης τραπεζοκαθισμάτων σε εξωτερικούς χώρους ενώ ακόμη κι όσες διαθέτουν εξωτερικούς χώρους λειτουργούν σε ποσοστό από 20% έως 50% της δυναμικότητάς τους, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς. Η παρατεταμένη αναστολή δραστηριότητας απαξιώνει σε πολλές περιπτώσεις τα εμπορικά σήματα και παγιώνει την μετατόπιση της καταναλωτικής ζήτησης σε εναλλακτικά κανάλια.
Σήμερα, πολλές επιχειρήσεις, κυρίως μπαρ και νυχτερινά μαγαζιά, εμφανίζουν πτώση τζίρου της τάξης του 80-90%. Συνολικά η αγορά κινείται υποτονικά, σαφώς κάτω από τα επίπεδα του 2019 ευρισκόμενη για δεύτερη χρονιά σε δυσμενείς συνθήκες καθώς στο β’ τρίμηνο πέρυσι σημείωνε πτώση 59,9%, όπως μας υπενθυμίζει ο Γιώργος Καββαθάς, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων (ΠΟΕΣΕ) και επικεφαλής της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ).
“Οι χαμηλές θερμοκρασίες και οι βροχές του Ιουνίου, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα, δεν ευνόησαν την επιστροφή των καταναλωτών στην εστίαση”, σημειώνει μεταξύ άλλων.
Σε αυτές τις συνθήκες η εκταμίευση της επιδότησης από το πρόγραμμα ΕΣΠΑ ύψους 330 εκατ. ευρώ για τον κλάδο κρίνεται σημαντική αλλά, λόγω και της παράτασης που δόθηκε δεν έχει αρχίσει ακόμη ο μεγάλος όγκος εκταμιεύσεων. Μέχρι πρόσφατα από τις περίπου 30.000 αιτήσεις που μπήκαν στην πλατφόρμα είχαν εκκαθαριστεί 12.000 ενώ υπενθυμίζεται ότι αιτήσεις γίνονται δεκτές μέχρι 30/7 και ο στόχος προβλέπει να επιδοτηθούν 35.000 συνολικά.
Οι κίνδυνοι και ο απολογισμός μετά το καλοκαίρι
Η συσσώρευση υποχρεώσεων όσο η ζήτηση παραμένει υποτονική αυξάνει τον κίνδυνο λουκέτων στο τέλος της θερινής περιόδου. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι εκκρεμεί η ρύθμιση των χρεών από τα τέλη για τα τραπεζοκαθίσματα του 2020. Πάγιο αίτημα, κυρίως των μικρών επιχειρήσεων, ήταν η ολοσχερής διαγραφή τους, ωστόσο προβάλλεται ως άμεση λύση η διαγραφή των προσαυξήσεων. Αυτό ζητείται ειδικότερα από τους επαγγελματίες στον Δήμο της Αθήνας προκειμένου να διερευνηθεί η δυνατότητα ρυθμίσεων – ενώ για το θέμα προωθείται σχετική τροπολογία.
Όπως σημειώνει η Μαρία Μποτονάκη, εκπρόσωπος του δικτύου Κύκλος Επαγγελματιών Εστίασης (ΚΕΕ) η επισκεψιμότητα στα καταστήματα είναι εξαιρετικά περιορισμένη και τα μέτρα στήριξης έχουν ουσιαστικά αρθεί από την τελευταία επιστρεπτέα προκαταβολή. “Μας άνοιξαν με τρομερούς περιορισμούς. Σήμερα είμαστε σα να είμαστε κλειστά”, σημειώνει ενώ τονίζει ότι τα κονδύλια του προγράμματος ΕΣΠΑ δεν αφορούν τις μικρές επιχειρήσεις αφού 400 μαγαζιά που εκπροσωπεί ο ΚΕΕ δεν είναι επιλέξιμα. Προσθέτει ότι ανάλογοι αποκλεισμοί αφορούν και το πρόγραμμα επιδότησης παγίων λόγω της προϋπόθεσης που προβλέπεται να δηλώνονται δάνεια ως εισόδημα. “Είμαστε κάτω από το όριο της φτώχειας. Τα λουκέτα είναι πολλά και θα φανούν εν μία νυκτί μετά το καλοκαίρι”, καταλήγει.
Την ανάγκη διατήρησης των μέτρων στήριξης του κλάδου επισημαίνει και ο Γιάννης Λιάρος, διευθυντής του Συνδέσμου Επώνυμων Οργανωμένων Αλυσίδων Εστίασης (ΣΕΠΟΑ), σχολιάζοντας τις πληροφορίες περί άρσης ορισμένων παροχών από 30/7. Εκτιμά ότι οι αναστολές συμβάσεων εργασίας, η επιδότηση ενοικίων και οι επιστρεπτέες ήταν μέτρα που στήριξαν τις επιχειρήσεις εν μέσω πανδημίας αλλά η άρση τους θα πρέπει να συνδεθεί με την επιστροφή της αγοράς στην κανονικότητα, κάτι που δεν επιβεβαιώνεται στις παρούσες συνθήκες.
Τονίζει δε ότι οι επιχειρήσεις σε malls και ημιυπαίθριους χώρους παραμένουν κλειστές, μέτρο που δεν αφορά μόνο μικρές επιχειρήσεις αλλά και μεγάλα σήματα της αγοράς. Ο ίδιος επιδιώκει επίσημη συνάντηση τις προσεχείς ημέρες με αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, ενώ επαναλαμβάνει τον φόβο και άλλων παραγόντων της αγοράς για τον κίνδυνο βιωσιμότητας πολλών επιχειρήσεων από την πρώιμη άρση των μέτρων στήριξης.
Οι επαγγελματίες ζητούν ρύθμιση των χρεών της πανδημίας και ειδικά στο θέμα των μισθώσεων, πολλοί προειδοποιούν ότι η αγορά πιθανόν θα μετατραπεί σε αρένα χωρίς ένα ρεαλιστικό μεταβατικό πλαίσιο. Ζητούν πάγωμα εξώσεων και στήριξη μέχρι να ανακάμψουν οι επιχειρήσεις.
Ειδικά στις τουριστικές περιοχές αλλά και στο κέντρο της Αθήνας η κατάσταση είναι δυσμενέστερη. Χωρίς ικανά έσοδα οι επιχειρηματίες αδυνατούν να αντεπεξέλθουν σε υποχρεώσεις προς εργαζομένους, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές αλλά και παρόχους υπηρεσιών.
Μάλιστα με τη χαριστική βολή απειλούν τις επιχειρήσεις εστίασης, όπως και τα εποχιακά καταστήματα και mini market οι αυξήσεις τιμών στο ηλεκτρικό ρεύμα που προοιωνίζεται η διατήρηση επί μακρόν των υψηλών τιμών σε φυσικό αέριο, πετρέλαιο και ρύπους.
Οι συνθήκες που διαμορφώνονται υποχρεώνουν τους προμηθευτές να μετακυλήσουν το κόστος στους λογαρισμούς εκτοξεύοντας το κόστος λειτουργίας για τις επιχειρήσεις.
Πηγή euro2day.gr
Σοφία Εμμανουήλ