Μαζική πρόσκληση για ρύθμιση των οφειλών τους απευθύνουν οι τράπεζες στους δανειολήπτες που έχουν ενταχθεί στον νόμο Κατσέλη, με δέλεαρ γενναίες διαγραφές, κατά το πρότυπο αυτών που επιδικάζουν τα ειρηνοδικεία της χώρας. Οι διαγραφές φθάνουν το 80% για τα καταναλωτικά δάνεια, ενώ σε ό,τι αφορά τα στεγαστικά δάνεια, το «κούρεμα» για πρώτη φορά αποδεσμεύεται από την εμπορική αξία του ακινήτου και μπορεί να διαμορφωθεί κάτω από αυτήν.
Συγκεκριμένα, στην περίπτωση των καταναλωτικών δανείων το «κούρεμα» φθάνει το 80% και είναι οριζόντιο για οφειλές από δάνεια και κάρτες έως 50.000 ευρώ. Στην περίπτωση των στεγαστικών δανείων λαμβάνεται υπόψη η αξία του ακίνητης περιουσίας του δανειολήπτη όπως αυτή διαμορφώνεται σήμερα, δηλαδή με βάση τις εμπορικές τιμές. Ετσι, ακόμη και αν η οφειλή υπερβαίνει την αξία της ακίνητης περιουσίας, η τράπεζα προσαρμόζει την τελική οφειλή στο 80% της εμπορικής αξίας του ακινήτου, λαμβάνοντας πάντα υπόψη την εισοδηματική κατάσταση του οφειλέτη και την ικανότητά του να πληρώνει τη δόση που προκύπτει από τη ρύθμιση.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τράπεζα λαμβάνει υπόψη της το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη –και όχι μόνο την αξία της πρώτης κατοικίας που θέλει να προστατεύσει–, πρακτική που εφαρμόζει και το δικαστήριο. Η προσέγγιση, ωστόσο, αυτή είναι αρκετά ευέλικτη, στον βαθμό που δεν υπολογίζει τα αγροτεμάχια που μπορεί κάποιος να διαθέτει, αλλά την περιουσία που θεωρείται εμπορεύσιμη, δηλαδή τα ακίνητα που με κάποιον τρόπο μπορούν να αποφέρουν εισόδημα. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να αποκλειστούν οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, δηλαδή όσοι έχουν μεταβιβάσει τα ακίνητά τους σε διάφορα μέλη της οικογένειας, προκειμένου να εμφανίζονται ως κάτοχοι μόνο της κατοικίας που θέλουν να προστατεύσουν. Για πρώτη φορά, πάντως, όπως διαβεβαιώνουν οι τράπεζες, ο υπολογισμός αυτός μπορεί να οδηγήσει τον δανειολήπτη να αποπληρώσει το 80% της αξίας της πρώτης του κατοικίας, αποσυνδέοντας την εμπορική αξία της από το υπολειπόμενο της οφειλής, ακόμη και αν αυτή υπερβαίνει την αξία της.
Η λύση βασίζεται στη διατραπεζική συνεργασία των τραπεζών, που έγινε δυνατή μέσω της καταγραφής όλων των εκκρεμών περιπτώσεων του νόμου στη βάση δεδομένων μέσω του «Τειρεσία», στην οποία «φορτώθηκαν» και όλες οι εκδοθείσες αποφάσεις, βάσει των οποίων έχει σχεδιαστεί και η περίμετρος της λύσης που προτείνεται στους δανειολήπτες. Με δεδομένο, άλλωστε, ότι οι οφειλέτες του νόμου Κατσέλη προσφεύγουν στη δικαστική προστασία για να ρυθμίσουν όχι μόνο το στεγαστικό τους δάνειο, αλλά και τις οφειλές από καταναλωτικά δάνεια και κάρτες, τα οποία είναι σε περισσότερες από μία τράπεζες, η συνεργασία των τραπεζών κρίνεται επιβεβλημένη. Προκειμένου μάλιστα αυτή τη φορά να αποφευχθούν καθυστερήσεις, οι τράπεζες έχουν συμφωνήσει τον πρώτο λόγο στις ρυθμίσεις να έχει ο κύριος πιστωτής, δηλαδή η τράπεζα στην οποία ο δανειολήπτης οφείλει το στεγαστικό δάνειο και η οποία λειτουργεί κατ’ εντολήν και με τη σύμφωνη γνώμη και των υπολοίπων πιστωτών.
Με τον τρόπο αυτό επιδιώκουν να επισπεύσουν τη ρύθμιση εκατοντάδων υποθέσεων δανείων, οι οφειλέτες των οποίων αναμένουν επί μακρόν την εκδίκαση της υπόθεσής τους, διαιωνίζοντας το πρόβλημα. Το κάλεσμα θα λάβει μαζικό χαρακτήρα από τον Σεπτέμβριο, καθώς οι τράπεζες είναι αποφασισμένες να λύσουν εδώ και τώρα το πρόβλημα των «κόκκινων» στεγαστικών δανείων, που αποτελεί την πιο ευαίσθητη κατηγορία, ενόψει μάλιστα των τιτλοποιήσεων στεγαστικών δανείων που έχουν ήδη δρομολογηθεί και αναμένεται να κυριαρχήσουν το προσεχές διάστημα.
Αποδέκτες των γενναιόδωρων προτάσεων που έχουν συμφωνηθεί από όλες τις τράπεζες είναι όχι μόνον όσοι έχουν κάνει αίτηση ένταξης στον νόμο και η εκδίκαση της υπόθεσής τους εκκρεμεί, αλλά και όσοι έχουν περιπτώσεις που έχουν εκδικαστεί, αλλά δεν έχει εκδοθεί ακόμη η απόφαση. Οπως εξηγούν αρμόδια τραπεζικά στελέχη, σε αρκετές από αυτές τις περιπτώσεις ο χρόνος έκδοσης της απόφασης ξεπερνάει ακόμα και την πενταετία και η τράπεζα δεν έχει κανένα λόγο να αφήσει το πρόβλημα να διαιωνίζεται.
Πρόκειται για 80.000 δανειολήπτες που η εκδίκαση της υπόθεσής τους εκκρεμεί, ενώ ανάλογος είναι ο αριθμός των περιπτώσεων που έχει ήδη εκδικαστεί και καταχωρίσθηκαν προκειμένου να διαμορφωθεί η λύση που από κοινού προτείνουν οι τράπεζες. Σύμφωνα με στοιχεία από τα αρμόδια επιτελεία των τραπεζών, «οι καλόπιστοι οφειλέτες που δεν έχουν λόγο να παρατείνουν την αγωνία τους για την πρώτη τους κατοικία ανταποκρίνονται και παρά το γεγονός ότι η καλοκαιρινή ραστώνη δεν βοηθάει για την κινητοποίηση ή ακόμη και για τον εντοπισμό των οφειλετών, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι η προσέλευση είναι αξιοσημείωτη». Για πρώτη φορά, όπως εξηγούν, «γίνονται ρυθμίσεις στεγαστικών δανείων εν μέσω θέρους», οι οποίες εκτιμάται ότι θα αυξηθούν το επόμενο διάστημα, στον βαθμό που οι πελάτες θα αξιολογήσουν θετικά την πρόταση των τραπεζών, που σε τίποτα δεν υστερεί αυτών που επιδικάζουν τα δικαστήρια της χώρας.
Η μαζική ρύθμιση αυτών των υποθέσεων εκτιμάται ότι θα αποσυμφορήσει και τα ειρηνοδικεία όλης της χώρας, στα οποία μέχρι σήμερα είχε πέσει το βάρος της διευθέτησης των οφειλών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Μετά τη δημιουργία της πλατφόρμας για την προστασία της πρώτης κατοικίας, τα επιχειρήματα όσων αποφεύγουν τη ρύθμιση των δανείων τους λιγοστεύουν και όπως προειδοποιούν οι τράπεζες, η επόμενη λύση θα είναι χειρότερη αυτής που προτείνεται σήμερα.
Πλειστηριασμοί χωρίς όριο στην αξία της περιουσίας
Η ευελιξία που υποστηρίζουν ότι θα επιδείξουν οι τράπεζες όχι μόνο στους οφειλέτες του νόμου Κατσέλη, αλλά σε όλους όσοι επιδιώξουν συνεργασία, είναι η μία όψη του νομίσματος στην προσπάθεια μείωσης των κόκκινων στεγαστικών δανείων. Η άλλη είναι η αυστηρότητα για όσους για άλλη μια φορά αγνοήσουν τις προτεινόμενες ευνοϊκές ρυθμίσεις, οι οποίες θα πρέπει να σημειωθεί ότι αφορούν όλους τους οφειλέτες στεγαστικών δανείων που δεν είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές. Σε αυτούς οι τράπεζες θα εξαντλήσουν τα ένδικα μέσα, οδηγώντας την περιουσία τους σε πλειστηριασμό, χωρίς αυτή τη φορά να υπάρχει όριο στην αξία της περιουσίας που ρευστοποιείται.
Ενα πρώτο δείγμα της αυστηρότερης στάσης που υιοθετούν οι τράπεζες είναι ότι πλέον υποχρεώνουν όσους έχουν λάβει το χαρτί της κατάσχεσης και επιδιώκουν στο παρά πέντε τη ρύθμιση της οφειλής τους, να καταβάλουν το 8% της οφειλής τους σε μετρητά προκειμένου να αποτρέψουν τον πλειστηριασμό. Με τον τρόπο αυτό, όπως εξηγούν, δεν αποσκοπούν στο να τιμωρήσουν όσους συμμορφώνονται έστω και την τελευταία στιγμή, αλλά επιδιώκουν να διασφαλίσουν ότι η προσέλευση για τη ρύθμιση είναι ειλικρινής και ότι δεν είναι άλλη μια πρόφαση για να αποφύγουν τον πλειστηριασμό της ακίνητης περιουσίας τους. Με τον τρόπο αυτό θέλουν επίσης να αποδείξουν έμπρακτα ότι οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση πλην της τελευταίας ευκαιρίας που προτείνουν, θα είναι απλώς χειρότερη από αυτή που τους προτάθηκε.
Οι πλειστηριασμοί έπειτα από μακρά περίοδο ραστώνης λόγω των διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων και του Αυγούστου, μήνα κατά τον οποίο τα δικαστήρια δεν λειτουργούν, επανέρχονται στην ημερήσια ατζέντα. Από τον Σεπτέμβριο ενεργοποιείται η ηλεκτρονική πλατφόρμα, αλλά και αυτές που έχουν δημιουργήσει οι ίδιες οι τράπεζες για την αποτελεσματικότερη προώθηση των ακινήτων που είναι υπό ρευστοποίηση. Στη λίστα βρίσκονται ήδη 45.000 ακίνητα και μεταξύ αυτών δεν περιλαμβάνονται μόνο εμπορικοί και βιομηχανικοί χώροι και πολυτελείς ή εξοχικές κατοικίες. Στη μακριά λίστα υπάρχουν πλέον μικρά και μεσαία διαμερίσματα, χωρίς όριο, αφού όποιος επιθυμεί να προστατεύσει την πρώτη του κατοικία έχει διαθέσιμα τα εργαλεία.