Η «Καθημερινή» ήδη από την επομένη των εκλογών έθεσε μια σειρά ερωτημάτων στους δημοσκόπους εκκινώντας από μια αυτονόητη επισήμανση. Οτι ακόμη και την τελευταία προεκλογική εβδομάδα, από τις 14 δημοσιευμένες έρευνες διαφορετικών εταιρειών, ούτε μία δεν προέβλεψε έστω τη μισή διαφορά από αυτήν (7,36%) που προέκυψε στις κάλπες (ακόμη και η ProRata που εμφάνισε κάποια στιγμή το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ στις 5 μονάδες, στο τέλος το περιόρισε στο 3%).
Σε όλο σχεδόν τον Τύπο εθίγη και κάτι ακόμη πιο προβληματικό. Οτι καθώς οι περισσότερες δημοσκοπήσεις μετέδιδαν σχεδόν μέχρι την τελευταία στιγμή στους πολίτες την εικόνα ενός εκλογικού ντέρμπι (με κάποιες, μάλιστα, να εκτιμούν ότι θα το κερδίσει η Ν.Δ.), είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως επηρέασαν την ψήφο ενός τμήματος ψηφοφόρων πιθανότατα προς τα μεγάλα κόμματα εις βάρος των μικρών.
Είναι απορίας άξιον ότι η ίδια αστοχία συνέβη ακόμη και στο exit poll που δημοσιοποιήθηκε στις 7 μ.μ. Οι εκπρόσωποι των πέντε κατά τεκμήριο μεγαλύτερων δημοσκοπικών εταιρειών, ύστερα από διαβούλευση μεταξύ τους, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι προεκλογικές τους έρευνες δεν ήταν λάθος και ότι μεσοσταθμικά ο ΣΥΡΙΖΑ θα κέρδιζε τη Ν.Δ. με 1,5% διαφορά! Aυτή ήταν η μέση τιμή της αρχικής τους πρόβλεψης (Ν.Δ. 28,5% – 32,5%, ΣΥΡΙΖΑ 30% – 34%). Οι δημοσκόποι, δηλαδή, ακόμη και την τελευταία στιγμή –για να είναι προφανώς καλυμμένοι– άφησαν ανοιχτή και την περίπτωση μιας νίκης της Ν.Δ. και όποιος εκ των υστέρων επιδίωξε να πείσει τους πολίτες για το αντίθετο, απλώς υποτιμά τη νοημοσύνη τους.
Τι έφταιξε και τι φταίει που οι δημοσκοπικές εταιρείες αποδεικνύονται εντελώς αναξιόπιστες, είναι μια συζήτηση που πρέπει να γίνει επειγόντως και δημοσίως. Πολύ περισσότερο όταν οι αστοχίες τους είναι πλέον διαρκείς και επαναλαμβανόμενες – ουδείς έχει προφανώς ξεχάσει ότι οριακή νίκη του «Οχι» προέβλεπαν οι περισσότεροι και στο δημοψήφισμα.
Με αυτό το σκεπτικό η «Κ» φιλοξενεί σήμερα τρεις απόψεις, σε μια απόπειρα να δοθούν κάποιες πρώτες απαντήσεις.
Του Πάνου Σταθόπουλου, ο οποίος αναδεικνύει την ολοένα και μεγαλύτερη αποχή των ψηφοφόρων ως πρωτεύοντα παράγοντα της δημοσκοπικής αστοχίας.
Του Νίκου Μαρατζίδη που υπερθεματίζει, προσθέτοντας πόσο ευμετάβλητες και γι’ αυτό δυσπρόβλεπτες είναι οι προθέσεις των πολιτών σε σχέση με τα παλαιότερα χρόνια.
Του Τάκη Θεοδωρικάκου, ο οποίος υποστηρίζει ότι το αποτέλεσμα της προηγούμενης Κυριακής διαμορφώθηκε –στην έκταση που πήρε– τις 3-4 τελευταίες ημέρες.
Οι επισημάνσεις, ωστόσο, των τριών ειδικών μάλλον γεννούν ένα ακόμη ερώτημα – το διατυπώνει και ο κ. Σταθόπουλος. Διότι αν είναι τόσο ευμετάβλητη η κοινή γνώμη –όπως συνομολογούν πλέον οι ειδικοί– προφανώς θα ήταν καλύτερο να μην επηρεάζεται περαιτέρω και από τις δημοσκοπήσεις. Και πολύ περισσότερο, όταν αποδεικνύεται επαναλαμβανόμενα ότι αυτές πέφτουν έξω ακόμη και την τελευταία στιγμή.
Εν ολίγοις, μετά και τη νέα αστοχία στις πρόσφατες εκλογές και την επιρροή που συνομολογείται ότι οι δημοσκοπήσεις ασκούν σε μέρος έστω των πολιτών, είναι μάλλον προφανές ότι τα κόμματα οφείλουν να ασχοληθούν και πάλι σοβαρά με το αν πρέπει να επανέλθει η απαγόρευση της δημοσιοποίησης ερευνών 1-2 εβδομάδες προ των εκλογών, όπως συμβαίνει και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Το ίδιο ισχύει και με τα exit polls, τα οποία διαρρέουν από το πρωί ενόσω διαρκεί η εκλογική διαδικασία. Ας διεξάγονται με ευθύνη της πολιτείας μόνο για τα χρήσιμα συμπεράσματά τους (δημογραφικά κ.λπ.) και ούτε αυτά να δημοσιοποιούνται, καθώς ούτως ή άλλως τα τελευταία χρόνια, με την τεχνολογία της εταιρείας Singular Logic, τα αποτελέσματα τα μαθαίνουμε με ακρίβεια μία ώρα αφ’ ότου κλείσουν οι κάλπες. Δεν χάθηκε ο κόσμος να περιμένουμε μία ώρα.
Υπάρχει όμως και κάτι πιο ουσιαστικό στο οποίο οφείλουν να απαντήσουν οι ίδιοι οι δημοσκόποι. Είναι πλέον κοινό μυστικό ότι ακόμη και μεγάλες και ανεξάρτητες εταιρείες, στις προεκλογικές περιόδους «ναυλώνονται» από κόμματα τα οποία τις πληρώνουν για να κάνουν τις δημοσκοπήσεις. Ετσι, άλλωστε, έχει δημιουργηθεί και η γενικευμένη αίσθηση των πολιτών ότι ειδικώς οι «κομματικές» εφημερίδες δημοσιεύουν έρευνες με τα «κατάλληλα» αποτελέσματα για το κόμμα που υποστηρίζουν.
Είναι ένα ζήτημα το οποίο οι ίδιοι οι δημοσκόποι οφείλουν να επιλύσουν, αν θέλουν να μας πείσουν ότι στις τάξεις τους υπάρχει και η ήρα και το στάρι.
του Κων. Ζούλα
Καθημερινή
.