Σε σκληρή δοκιμασία βάζουν την ελληνική εξωτερική πολιτική το προσφυγικό και οι ανακατατάξεις στην ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο που επιφέρουν οι εξελίξεις στο ενεργειακό και κυρίως η αναζήτηση λύσης στη συριακή κρίση που πλέον μέσω του προσφυγικού απειλεί τη σταθερότητα και εντός των συνόρων της Ευρώπης.
Ελληνοτουρκικά και Κυπριακό αλλά και το Σκοπιανό ξυπνούν απότομα από τη «νιρβάνα» των τελευταίων μηνών, καθώς κορυφαίοι παράγοντες της διεθνούς κοινότητας, όπως ο Μπ. Ομπάμα, η Α. Μέρκελ και ο πρόεδρος της ΕΕ, Ντ. Τουσκ, ζητούν συνεργασία με την Τουρκία, με τον Αμερικανό πρόεδρο να ζητά στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε την Πέμπτη με τον Αλέξη Τσίπρα η συνεργασία με την Τουρκία να οδηγήσει και σε λύση του Κυπριακού.
Η εμπλοκή της Ελλάδας στο προσφυγικό είναι ένα σημαντικό όπλο για να μπορέσει η χώρα μας να διεκδικήσει ρόλο και να αποκαταστήσει το τρωθέν κύρος της, αλλά κρύβει παγίδες που αφορούν κρίσιμα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες που συναντήθηκαν την Τετάρτη στις Βρυξέλλες και αποφάσισαν μέτρα για την αντιμετώπιση του προσφυγικού επέμειναν στην ανάγκη «απόλυτης φύλαξης» των συνόρων της ΕΕ ως βασικό μέσο για τη διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών. Αρκετοί ηγέτες, πέραν του ακραίου Ούγγρου πρωθυπουργού Β. Ορμπαν, ο οποίος προσφέρθηκε να στείλει ουγγρικές δυνάμεις να φυλάξουν τα… ελληνικά σύνορα, αναφέρθηκαν στην ανάγκη αποτελεσματικής φύλαξης των συνόρων της Ελλάδας. Τόσο η κ. Μέρκελ όσο και ο κ. Τουσκ επέμειναν στην ανάγκη συνεργασίας με την Τουρκία, για να επιτευχθεί αυτή η φύλαξη των ελληνικών συνόρων, και μάλιστα ανακοίνωσαν ότι το θέμα θα είναι ψηλά στην ατζέντα των συνομιλιών αλλά και στο δείπνο εργασίας που θα έχουν στις 5 Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος προσβλέπει σε μια συνάντηση στην οποία έρχεται προετοιμασμένος για να αντεπιτεθεί στην Ευρώπη και τη Δύση (για τη Συρία, το ΠΚΚ, τις κατηγορίες εναντίον του για τις παραβιάσεις των κανόνων του κράτους δικαίου κ.λπ.). Καθώς δεν έχει διευκρινιστεί τι ακριβώς εννοούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες με την «αναγκαιότητα συνεργασίας με την Τουρκία για τη φύλαξη των ελληνικών συνόρων», υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να δοθεί η ευκαιρία στην Αγκυρα να ανοίξει μια επικίνδυνη για τα εθνικά συμφέροντα συζήτηση
Στις 31 Αυγούστου, σε ανύποπτο χρόνο, ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, Τανζού Μπιλγκίτς, έσπευσε να δηλώσει: «Υπάρχουν πολλά αλληλένδετα ζητήματα στο Αιγαίο μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Μεταξύ αυτών είναι και η απουσία θαλασσίων συνόρων μεταξύ των δύο χώρων, που να καθορίζονται από έγκυρες διεθνείς συμφωνίες…».
Παραβιάσεις
Η απάντηση από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ήταν άμεση, αλλά οι τουρκικές θέσεις και προθέσεις είναι πλέον σαφείς. Στο Αιγαίο τους τελευταίους μήνες, εκτός των συνεχών παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά μαχητικά και ελικόπτερα, υπάρχει ένας «ακήρυχτος πόλεμος» για το δικαίωμα Ερευνας και Διάσωσης (SAR), καθώς η Τουρκία αμφισβητεί την ελληνική περιοχή ευθύνης και σε ό,τι αφορά μάλιστα τον αέρα βρίσκει τον τρόπο έτσι να αμφισβητεί και τον ελληνικό εναέριο χώρο των 10 ν.μ. Συγχρόνως, ενώ στη διεθνή πρακτική και βάση των κανόνων του ICAO η ζώνη SAR καλύπτει το FIR Αθηνών, η Τουρκία αμφισβητεί αυτήν τη ρύθμιση με το επιχείρημα ότι δεν ταυτίζεται ο εθνικός εναέριος και θαλάσσιος χώρος.
Η Τουρκία δεν «καίγεται» φυσικά για το πόσο περισσότερους μετανάστες και πρόσφυγες θα περισυλλέξει. Αλλά με τον τρόπο αυτό αμφισβητεί σε πρώτο χρόνο εμπράκτως ελληνικές επιχειρησιακές αρμοδιότητες και κατ’ επέκταση την ελληνική κυριαρχία επί σημαντικών τμημάτων του Αιγαίου. Η συζήτηση με την Τουρκία θα πρέπει έτσι να περιοριστεί στη συμβολή της Αγκυρας στην εξάρθρωση των κυκλωμάτων των δουλεμπόρων, στην επιτήρηση των τουρκικών ακτών, στην παροχή διευκολύνσεων στις ευρωπαϊκές δυνάμεις της FRONTEX και Europol και στην αποδοχή συντονισμού με το κέντρο του Πειραιά (JRCC Piraeus) για τις επιχειρήσεις SAR στο Αιγαίο.
Σε κάθε άλλη περίπτωση η συζήτηση με πρόσχημα το προσφυγικό θα οδηγήσει σε αμφισβήτηση εκ μέρους της Τουρκίας των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, καθώς ουσιαστικά θα παρεκτραπεί σε διαπραγμάτευση για τα ελληνικά σύνορα, την ελληνική κυριαρχία επί βραχονησίδων και στην πιο ανώδυνη περίπτωση θα οδηγήσει στην «επιχειρησιακή συνδιαχείριση» του Αιγαίου ακόμη και δυτικά των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και της Δωδεκανήσου. Μια πρώτη γεύση των τουρκικών προθέσεων θα έχει την ευκαιρία να δοκιμάσει η ελληνική κυβέρνηση στις συναντήσεις που αναμένεται να έχουν στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο Αλ. Τσίπρας με τον Α. Νταβούτογλου και ο Ν. Κοτζιάς με τον ομόλογό του, Φ. Σινιρλίογλου.
Στη Νέα Υόρκη όμως θα βρεθεί στο προσκήνιο, έστω και στο περιθώριο των εργασιών της ΓΣ του ΟΗΕ, και το Κυπριακό, καθώς θα βρίσκονται στη Νέα Υόρκη τόσο ο πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης όσο και ο τουρκοκύπριος ηγέτης Μ. Ακιντσί.
Παραμένουν οι διαφορές
Οι δύο ηγέτες ύστερα από εντατικές συνομιλίες των διαπραγματευτών αλλά και από κατ’ ιδίαν επαφές τους έχουν επιτύχει ένα ιδιαίτερα θετικό κλίμα, σε επίπεδο τουλάχιστον συμβολισμών και προθέσεων. Ομως πριν αναχωρήσουν για τη Νέα Υόρκη διαπιστώθηκε ότι παραμένουν οι μεγάλες διαφορές σε μείζονα κεφάλαια του Κυπριακού, όπως το περιουσιακό, το εδαφικό, της διακυβέρνησης, των εποίκων αλλά και των εγγυήσεων.
Ετσι μάλλον ακυρώνονται οι προσδοκίες που είχαν αναπτυχθεί από τους διεθνείς μεσολαβητές, ότι πιθανότατα θα υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στη Νέα Υόρκη, ώστε να συνεχίσουν και να ολοκληρωθούν οι συνομιλίες μέχρι τις αρχές του 2016. Η πίεση για λύση του Κυπριακού θα κλιμακωθεί το αμέσως επόμενο διάστημα, καθώς η ΕΕ αλλά και οι ΗΠΑ το αντιμετωπίζουν πλέον ως μια εκκρεμότητα που δυσκολεύει την ήδη δύσκολη σχέση με την Τουρκία του κ. Ερντογάν και δεν διευκολύνει τους γενικότερους ενεργειακούς και γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς στην Ανατολική Μεσόγειο. ΕΕ και οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι η νέα «αρχιτεκτονική» ασφαλείας στην περιοχή δεν μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς την Τουρκία. Το ρευστό αυτό σκηνικό μεγαλώνει και διογκώνει την πίεση για λύση του Κυπριακού, πίεση που μεταφέρεται δυστυχώς στην ελληνοκυπριακή πλευρά και στην Αθήνα.
Τα Σκόπια
Το προσφυγικό όμως και η ροή από την Ελλάδα προς τα Σκόπια υποχρεώνει τις δύο χώρες σε στενή συνεργασία, παρά τα προβλήματα που συνεχίζει να προκαλεί η εκκρεμότητα της διαφοράς του ονόματος. Η ΠΓΔΜ, που δοκιμάζεται από βαθιά πολιτική και οικονομική κρίση, λόγω της πολιτικής που ακολούθησε ο Ν. Γκρούεφσκι, κινδυνεύει με μεγαλύτερη αποσταθεροποίηση από το προσφυγικό ρεύμα, καθώς εκτός των άλλων υπάρχει και ο κίνδυνος ώσμωσης των Αλβανών με ισλαμιστές που «κρύβονται» στα καραβάνια των προσφύγων. Με την αλβανική οντότητα του Κοσόβου και της ΠΓΔΜ να είναι μια σταθερή «δεξαμενή» στρατολόγησης τζιχαντιστών για το μέτωπο της Συρίας, οι κίνδυνοι που δημιουργούνται για την ΠΓΔΜ είναι μεγάλοι.
Δεν είναι τυχαίο ότι το τελευταίο διάστημα με κάθε ευκαιρία ο πρόεδρος της χώρας, Γ. Ιβάνοφ, αλλά και η κυβέρνηση της χώρας θέτουν σε όλα τα διεθνή φόρα αλλά και σε ξένες πρωτεύουσες το ζήτημα της άρσης των εμποδίων στην ευρωατλαντική πορεία της χώρας. Βασικό εμπόδιο σε αυτή την πορεία είναι το θέμα της ονομασίας και οι πιέσεις για επίλυσή του θα ενταθούν το επόμενο διάστημα.
Οι συσχετισμοί
Η οικονομική διπλωματία για το φυσικό αέριο
Ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα στο Ισραήλ αλλά και η ίδια η αμερικανική εταιρεία Noble Energy βλέπουν ως σανίδα σωτηρίας την άμεση διάθεση κοιτασμάτων από το «Αφροδίτη» και μελλοντικά από το ισραηλινό «Λεβιάθαν», μέσω ενός αγωγού που θα φθίνει στην Τουρκία από την Κύπρο, καθώς θεωρούνται πλέον επισφαλείς οι προβλέψεις για διάθεση του ισραηλινού φυσικού αερίου προς την Αίγυπτο μετά την τελευταία μεγάλη ανακάλυψη στην αιγυπτιακή ΑΟΖ.
Αυτή όμως η επιλογή δεν μπορεί να υλοποιηθεί εάν δεν προηγηθεί λύση του Κυπριακού.
Συγχρόνως όμως όσο παραμένει άλυτο το Κυπριακό η Λευκωσία δεν μπορεί να κρατά παγωμένα όλα τα ενεργειακά σχέδια, που δεν αφορούν μόνο την ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία αλλά και σημαντικούς παίκτες της περιοχής, όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος.
Η Τουρκία ως αντάλλαγμα για την επανέναρξη των συνομιλιών έχει επιβάλει μορατόριουμ στο ενεργειακό πρόγραμμα της Κύπρου. Με το Κάιρο να έχει πιεστικές ανάγκες ζωτικές για την οικονομία του, δεν μπορεί να παραμένει παγωμένη η συνεργασία με την Κύπρο λόγω του τουρκικού βέτο (σ.σ.: η Τουρκία ουδέποτε αναγνώρισε -και μάλιστα το έχει δηλώσει με επίσημο έγγραφό της στον ΟΗΕ- τη συμφωνία Κύπρου – Αιγύπτου για την οριοθέτηση ΑΟΖ).
Εξάλλου η ΕΝΙ, που έχει τη διαχείριση του μεγάλου αιγυπτιακού κοιτάσματος Ζοχρ, το οποίο εκτείνεται στη γραμμή οριοθέτησης των ΑΟΖ Αιγύπτου – Κύπρου, διαχειρίζεται και έναν μεγάλο σταθμό LNG στα παράλια της Αιγύπτου, το οποίο σε πρώτη φάση είναι έτοιμο να δεχθεί κυπριακό φυσικό αέριο από το «Αφροδίτη», το οποίο θα διατεθεί και προς εξαγωγή. Συγχρόνως η Λευκωσία και οι Ελληνοκύπριοι έχουν αναδειχθεί σε «έντιμο μεσολαβητή» μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ, αναλαμβάνοντας έτσι έναν ιδιαίτερο ρόλο, καθώς το Κάιρο και το Τελ Αβίβ είναι οι δύο μοναδικοί πια αξιόπιστοι πυλώνες ασφαλείας στη Μέση Ανατολή.
ΕΘΝΟΣ