ΕΘΝΟΦΥΛΑΚΗ
Παρακαλώ, επιτρέψτε μου να εκφράσω κατ’ αρχάς τις θερμότατες ευχαριστίες μου προς το Διοικητή της 95 ΑΔΤΕ στρατηγό Νικόλαο Χιονή, για την τιμή που μου έκανε να είμαι σήμερα σ’ αυτό το Πόντιουμ. ( Αλήθεια, ξέρετε ότι αυτή η λατινική λέξη Podium – και Ιταλικά Podio – είναι δική μας; Οι έλληνες ρήτορες της εποχής ανέβαιναν σε μια πέτρα, ή έβαζαν το πόδι τους πάνω στην πέτρα, την οποία οι λατίνοι ονόμασαν πόντιουμ- πόδιον).
Αισθάνομαι ιδιαίτερη τιμή και ευχαρίστηση να ευρίσκομαι σε ένα χώρο πολύ οικείο. Ανάμεσα σε ανθρώπους με τους οποίους έζησα 42 πραγματικά και όχι πλασματικά χρόνια.
Στα πλαίσια λοιπόν των εκδηλώσεων για το έτος 2017, που χαρακτηρίστηκε από την ηγεσία ως έτος των Εφέδρων και των Εθνοφυλάκων, θα προσπαθήσουμε να πούμε μερικά πράγματα σήμερα για την Εθνοφυλακή. Και , επειδή η Εθνοφυλακή, ως αναπόσπαστο τμήμα του, έχει τον ίδιο στόχο και σκοπό με το στρατό, ας το ξεκινήσουμε από την αρχή.
Από τότε που οι άνθρωποι εγκατέλειψαν τον πλάνητα βίο και συνέπηξαν κοινωνίες, από τότε που εγκαταστάθηκαν και απέκτησαν δεσμό με ορισμένο τόπο, από τότε που έθαψαν στον τόπο αυτό τους νεκρούς και τους πατέρες τους, κατέστησαν τη γη αυτή «πατρώα», δηλαδή γη των πατέρων τους, που την ονόμασαν Πατρίδα.
Έκτοτε συνειδητοποίησαν ότι ο τόπος αυτός στον οποίο κείνται οι θήκες των προγόνων, οι βωμοί και οι εστίες, ο χώρος στον οποίο κατοικούν τα παιδιά και οι μητέρες τους, έχει σπουδαιότητα που συγκινεί τον άνθρωπο και είναι τιμιώτερος και αγιότερος των προγόνων όλων, γι’ αυτό από τότε αδιάλειπτα υπερασπίζονται το χώρο αυτό ακόμα και με τη ζωή τους και για έναν ακόμη σοβαρό λόγο, γιατί στο χώρο αυτό υπάρχουν, εκτός από τα όσια και τα ιερά, οι προϋποθέσεις της ασφαλούς διαδοχής των γενεών.
Κάπως έτσι γεννήθηκε η αγάπη για την πατρίδα και έτσι ξεκίνησε και το χρέος για τη διαφύλαξη του χώρου από κάθε κίνδυνο και επομένως η αναγκαιότητα δημιουργίας στρατού.
Αρχικά , όπως είναι γνωστό, είχε αναλάβει τη φρούρηση της φυλής ο αρχηγός της πατριάς, συνεπικουρούμενος από τους ρωμαλεότερους. Αργότερα, το χρέος αυτό ανατέθηκε σε επίλεκτους της φυλής, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στα άκρα της μικρής ακόμη πατρίδας και έγιναν έτσι οι πρώτοι Ακρίτες.
Από αρχαιοτάτων χρόνων οι ικανοί προς πόλεμον άνδρες μιας χώρας, οπλισμένοι με τον αρχέγονο οπλισμό της εποχής, αποτελούσαν το στρατό της.
Ιστορικές μαρτυρίες μας πληροφορούν ότι γύρω στο 2000 π.Χ.(;) σε πολλά σημεία του πλανήτη μας κάνει την εμφάνισή του ο στρατός. Από τις λεπτομέρειες της διοργανώσεως και της διεξαγωγής του Τρωικού πολέμου παρέχεται σαφής απεικόνιση της στρατιωτικής οργάνωσης των Αχαιών.
Ο πόλεμος αποφασιζόταν από τον Ανώτατο Άρχοντα, ο οποίος έθετε σε ενέργεια ένα σχέδιο επιστρατεύσεως και συγκεντρώσεως των στρατιωτικών και ναυτικών δυνάμεων. Για την εκστρατεία κατά των Τρώων, ως χώρος συγκεντρώσεως επελέγη η Αυλίδα της Βοιωτίας γιατί βρισκόταν περίπου στο κέντρο των αχαϊκών χωρών, από τη Θεσσαλία μέχρι την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα και διευκόλυνε την εκτέλεση των μεταφορών συγκεντρώσεως.
Στην Αθήνα και τη Σπάρτη η υπηρεσία των πολιτών στο στράτευμα γίνεται υποχρεωτική.
Διασκελίζοντας τους αιώνες συναντούμε κατά τους 5ο μέχρι 3ο αιώνες τους Μαραθωνομάχους και τους Τριακόσιους του Λεωνίδα, τους Ιππείς και τους Πελταστές τη Λοξή φάλαγγα του Επαμεινώνδα και τους σαρισσοφόρους του Μεγαλέξανδρου.
Στη συνέχεια βρίσκουμε τις Λεγεώνες των Ρωμαίων, τους Εκατόνταρχους και τους Χιλίαρχους, τους Ακρίτες και τους Διγενείς και αργότερα τους αυτοκράτορες και τους στρατηγούς του Βυζαντίου, αλλά και στην τουρκική σκλαβιά τους Αρματολούς και τους Κλέφτες να αντιφιλοτιμούνται μεταξύ τους πάνω στις κορφές των βουνών της σκλαβωμένης ακόμα πατρίδας. Συναντάμε κατόπιν την ανώνυμη στρατιά των αγωνιστών του 1821 με τους επώνυμους στρατηγούς και οπλαρχηγούς μέχρι τον Καποδίστρια, ο οποίος τακτοποίησε το ζήτημα της στρατολογίας με γενική απογραφή των κατοίκων και φρόντισε για την οργάνωση τακτικού στρατού, δημιουργώντας 13 ελαφρά τάγματα για τη φύλαξη των συνόρων.
Κατά την περίοδο του Όθωνος, το σύστημα στρατολογίας παρείχε εύκολο τρόπο αποφυγής από τη στράτευση. Εκτός του πλήθους των εξαιρέσεων από τη στράτευση (σπουδαστών, διδασκάλων, ιατρών, εγγάμων, μονογενών υιών κλπ), μπορούσε ακόμη κανείς, προσκαλούμενος υπό τα όπλα, να στείλει αντικαταστάτη! Ο αριθμός των κατ’ έτος νεοσύλλεκτων δεν υπερέβαινε τις 2000 και η θητεία ήταν τετραετής στην αρχή και αργότερα τριετής.
Με το νόμο ΩΛΗ (838) της 29ης Απριλίου 1880 η στρατιωτική υπηρεσία έγινε υποχρεωτική για όλους τους Έλληνες από του 21ου έτους μέχρι του 40ού.
Για να γίνει κατανοητή η αξία του προγραμματισμού από του καιρού της ειρήνης θα πρέπει να σκεφθούμε ότι η επιστράτευση για τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 διήρκεσε ένα μήνα. Προσκλήθηκαν δέκα κλάσεις, οι οποίες απέδωσαν 85000 άνδρες. Την επιστράτευση περισσοτέρων εμπόδισε η έλλειψη εφοδίων και οπλισμού. Μάλιστα από τις δέκα επιστρατευθείσες κλάσεις μόνον οι τέσσαρες έλαβαν πλήρη ιματισμό! Στους εφέδρους των άλλων έξη κλάσεων εδόθη 1 πηλίκιο, 1 λινό αμπέχονο και 1 κλινοσκέπασμα!
Μετά την επανάσταση του 1909 και την ανάληψη της εξουσίας από τον Ε. Βενιζέλο, έγινε εντατικότατη αναδιοργάνωση του στρατού. Έτσι, όχι μόνο κατόρθωσε η Ελλάδα στους Βαλκανικούς πολέμους να παρατάξει στρατό 170000 πλήρως εφοδιασμένο και εξοπλισμένο, αλλά, το σπουδαιότερο, πέραν των υλικών προπαρασκευών, ήταν η εξύψωση του εθνικού φρονήματος. Σπανίως κράτος εισήλθε στον πόλεμο με τόσο αναπτερωμένο ηθικό, όπως η Ελλάδα του 1912. Και σπανίως στρατός συναισθάνθηκε βαθύτερα το εθνικό καθήκον, το οποίο καλούνταν να επιτελέσει.
Όπως όλα τα Συντάγματα που ίσχυσαν στην Ελλάδα , περιλάμβαναν διάταξη για το υποχρεωτικό της στρατεύσεως, έτσι και το ισχύον ήδη Σύνταγμά μας στο άρθρο 4 παράγραφος 6 ορίζει ότι «Κάθε έλληνας που μπορεί να φέρει όπλα είναι υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της πατρίδας, σύμφωνα με τους ορισμούς των νόμων».
Αυτή η άμυνα της πατρίδας συντελείται από τις Ένοπλες Δυνάμεις, δηλαδή από το ενεργό στρατιωτικό προσωπικό (Στρατού- Ναυτικού-Αεροπορίας-Λιμενικού Σώματος και Σώματος Φαροφυλάκων), τους Εφέδρους Υψηλής Ετοιμότητας Στρατού (ΕΦΥΕΣ) την Εφεδρεία και την Εθνοφυλακή.
Η Εθνοφυλακή έχει τις ρίζες της στην πρώτη διοργάνωση του στρατού επί Όθωνα και ιδρύθηκε το 1843. Αποτελείτο από εθελοντές – άμισθους οπλοφόρους πολίτες 18-24 ετών, που φορούσαν ειδική στολή, με στόχο τη διασφάλιση της τάξεως από τις διάφορες τοπικές αυθαιρεσίες.
Το Σεπτέμβριο του 1948, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, με απόφαση του Γενικού Επιτελείου Στρατού, συγκροτήθηκαν τα Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ). Είχαν εγκατασταθεί σε όλη την Ελληνική Επικράτεια, εκτός από τα μεγάλα αστικά κέντρα και κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα. Στη Δωδεκάνησο, λόγω του άρθρου 14 της συνθήκης των Παρισίων, είχαν την ονομασία Τάγματα Ενισχύσεως Χωροφυλακής (ΤΕΧ).
…………………………………………………………………
Τα ΤΕΑ – ΤΕΧ καταργήθηκαν με το Ν. 1295 /1982 και αντικαταστάθηκαν από την Εθνοφυλακή.
Το έμβλημα της Εθνοφυλακής αποτελείται από ασπίδα (σε κόκκινο χρώμα), που απεικονίζει την αμυντική θωράκιση της χώρας, και το στάχυ (σε κίτρινο χρώμα), το χαρακτηριστικό σύμβολο της υπαίθρου, τοποθετημένο πάνω στο σύμβολο του Έθνους την Ελληνική Σημαία. Αναγράφεται το Δελφικό παράγγελμα «Εχθρούς Αμύνου», το οποίο σημαίνει: « Να αμύνεσαι έναντι παντός εχθρού της Πατρίδος» και ανήκει στο Χίλωνα το Λακεδαιμόνιο που έζησε τον 6ο π.Χ. αιώνα και ήταν ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας.
Η Εθνοφυλακή, ως αναπόσπαστο τμήμα των Ενόπλων Δυνάμεων, είναι μια οργανωμένη στρατιωτική δύναμη η οποία συμβάλλει στην άμυνα της χώρας. Οι Μονάδες της έχουν την ίδια οργάνωση με τις ενεργές Μονάδες και διαθέτουν οπλικά συστήματα ανάλογα με την αποστολή τους.
Το δυναμικό της αποτελείται από έμπειρους άνδρες της τοπικής κοινωνίας, οι οποίοι έχουν λάβει στρατιωτική εκπαίδευση κατά την εκπλήρωση της στρατιωτικής τους θητείας, έχουν συμμετάσχει σε εθνικές ασκήσεις στο διάστημα της εφεδρείας τους και συνεχίζουν να εκπαιδεύονται στο πλαίσιο αποστολής των Μονάδων τους.
Βασική προϋπόθεση για να γίνει κανείς Εθνοφύλακας είναι η αγάπη προς την Πατρίδα και η πίστη προς το θεσμό και το σκοπό του, που δεν είναι άλλος από την υπεράσπιση της Ελλάδας από κάθε ξένο επίβουλο.
Δεύτερη προϋπόθεση είναι η κατοχή λευκού απολυτηρίου. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να έχει περάσει την εφεδρεία, δηλαδή να μην καλείται από καμιά άλλη στρατιωτική Μονάδα σε περίπτωση επιστρατεύσεως. Η ηλικία κατά την οποία συμβαίνει αυτό είναι περίπου στα 35 – 40 έτη.
Τέλος πρέπει να είναι μόνιμος κάτοικος της περιοχής στην οποία εδρεύει η Μονάδα Εθνοφυλακής. Οι Μονάδες Εθνοφυλακής δραστηριοποιούνται κυρίως στις ακριτικές περιοχές της Ελλάδας, όπου είναι και ο χώρος ευθύνης τους.
Οι Εθνοφύλακες στα νησιά και στα σύνορα είναι ιδιαίτερα αγαπητοί, καθώς στις Μονάδες αυτές υπηρετούν συγγενείς, φίλοι και γείτονες (εντοπιότητα) και κάθε χρόνο πραγματοποιούν εντυπωσιακές ασκήσεις.
Η εκπαίδευση των Εθνοφυλάκων γίνεται κάθε Κυριακή. (Εξαιρούνται επίσημες αργίες, Χριστούγεννα, Πάσχα, και οι Κυριακές κατά τη διάρκεια Ιουλίου – Αυγούστου).
Οι ασκήσεις των Εθνοφυλάκων στα νησιά της Δωδεκανήσου ενόχλησαν την Τουρκία. Και αυτή είναι η μεγάλη σημασία της Εθνοφυλακής, ως παράγοντα αποτροπής. Γιατί οι γείτονες μπορούν να πιπιλίζουν την καραμέλα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, αλλά δε μπορούν να αντιμετωπίσουν την εθελοντική απόφαση των πολιτών να αμυνθούν για τα όσια και τα ιερά τους.
Αξίζουν συγχαρητήρια στη στρατιωτική ηγεσία για την αναβάθμιση του ρόλου του Εθνοφύλακα και του Εφέδρου και την προβολή τους στην κοινωνία με τη σύγχρονη μορφή επικοινωνίας του διαδικτύου.
Περαιτέρω ίσως θα πρέπει να αυξηθούν τα κίνητρα στελέχωσης. Η ηγεσία να «ακούει» τις εισηγήσεις – προτάσεις των ανθρώπων που βιώνουν τις συνθήκες των τοπικών κοινωνιών.
Είναι πολύ σημαντικό να έχεις εθελοντική προσφορά πολιτών προς τις Ε.Δ.
Η Εθνοφυλακή ενισχύει το δέσιμο του στρατού με την τοπική κοινωνία των πολιτών. Σήμερα μάλιστα, που η υποχρεωτική θητεία έχει μειωθεί σε χρόνο, η σημασία της Εθνοφυλακής πολλαπλασιάζεται.
Εφόσον οι ένοπλες δυνάμεις έχουν ως σκοπό υπάρξεως την προστασία της χώρας και των πολιτών της, οι απαιτήσεις ασφαλείας είναι το πιο σημαντικό κριτήριο για τον καθορισμό της φύσης και του μεγέθους των Ε.Δ.
Ανεξάρτητα από τις τρέχουσες εξελίξεις, οι οποίες, όπως μας λέγει η ιστορία, αλλάζουν και μάλιστα μερικές φορές απροσδόκητα μέσα στη ροή του χρόνου, η πολιτεία πρέπει να καθιερώσει διατάξεις ασφαλείας μακρόπνοες και μακροχρόνιες, ώστε να καλύπτονται και οι υποχρεώσεις του κράτους προς τους πολίτες αλλά και οι υποχρεώσεις του προς τις συμμαχίες και το διεθνές γίγνεσθαι.
Η στρατολογία έχει μεγάλη κοινωνικοπολιτική σημασία. Εκφράζει την κοινή υπευθυνότητα όλων των πολιτών για τη διασφάλιση της ειρήνης και της ελευθερίας. Επιβεβαιώνει ότι οι πολίτες γνωρίζουν καλύτερα την άμυνά τους. Συνδέει και ενοποιεί σταθερά τις Ε.Δ. με την κοινωνία και τη δημοκρατική τάξη. Καθιστά δυνατό στην κοινωνία να ασκεί έναν έλεγχο στις ένοπλες δυνάμεις σε ευρεία βάση. Δια της στρατολογήσεως ο στρατός υποστηρίζεται από όλες τις κοινωνικές τάξεις, οι οποίες δημιουργούν το ευρύτερο δυνατό στήριγμα. Η στρατολόγηση ενισχύει την εμπιστοσύνη προς το στρατό καθώς και την υποστήριξη των στρατιωτών προς τον πληθυσμό.
Οι στρατολογούμενοι στρατιώτες και Εθνοφύλακες καθώς και οι έφεδροι, ενεργούν ως πολλαπλασιαστές ευαισθητοποίησης στο ευρύτερο κοινό, ιδιαίτερα όταν συζητούνται προβλήματα ασφαλείας.
Έτσι από την κοινωνικοπολιτική άποψη ένας στρατολογούμενος στρατός αποτελεί τη σωστή και κατάλληλη λύση. Η ιστορία μας διδάσκει ότι οι «επί μισθώ» στρατοί δεν προσιδιάζουν για την άμυνα μιας χώρας.
Στα ερωτήματα λοιπόν για τον τύπο και το μέγεθος των στρατιωτικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν εναντίον κινδύνων, δημοκρατικού ελέγχου, στρατολόγηση ικανού προσωπικού και το κόστος ενός στρατολογούμενου ή εθελοντικού στρατού, απαιτείται μια οικονομική ευκολία και μια πολιτική σωφροσύνη. Το όλο θέμα αποτελεί μια βασική εθνική απόφαση, η οποία επηρεάζει μεγάλους τομείς της ζωής στο κράτος και στην κοινωνία.
Παίρνοντας μια τέτοια απόφαση ο νομοθέτης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, πρωτίστως μεν τα θέματα άμυνας και ασφάλειας, αλλά και τα γενικότερα πολιτικά, πολιτικοοικονομικά και κοινωνικοπολιτικά ζητήματα, τα οποία έχουν μια πολύ διαφορετική σημασία και θα πρέπει να συνεκτιμηθούν μεταξύ τους.
Τελειώνοντας, επιτρέψτε μου μερικές σκέψεις, αφού στόχος μας είναι οι Ε.Δ. να είναι αξιόμαχες.
Ας έχουμε υπόψη μας ότι Ε.Δ. χωρίς λαϊκό έρεισμα, χωρίς ατέλειωτη αγάπη όλων των Ελλήνων προς αυτές, δε μπορούν να είναι ποτέ ισχυρές.
Νεολαία, χωρίς διάθεση εθελοντικής προσφοράς υπηρεσίας στις Ε.Δ., νεολαία που έχει αρνητική διάθεση σ’ αυτό που καλείται να υπηρετήσει και να υπερασπίσει, νεολαία που δεν αισθάνεται εθνική υπερηφάνεια γι’ αυτές, νεολαία που θεωρεί τη Σημαία ως ένα απλό πανί, σημαίνει παρακμή για τον ελληνισμό, σημαίνει σήψη και διάβρωση του πνευματικού της ιστού, σημαίνει έλλειψη σεβασμού της παρακαταθήκης των παραδοσιακών αρετών και αξιών, της ιστορικής συνέχειας του Έθνους μας. Και τέλος φανερώνει την ενοχή της κοινωνίας μας και των πολιτικών ηγετών της.
Μετά τη μεταπολίτευση ζήσαμε μια μεθοδευμένη προσπάθεια ηθικής αποδυνάμωσης και απαξίωσης των στελεχών των Ε.Δ. Τούτο θα ήταν, ως ένα βαθμό, κατανοητό στα αμέσως μεταδικτατορικά χρόνια. Όμως, καίτοι έχουν περάσει αρκετά χρόνια, δημόσιες δηλώσεις υψηλόβαθμων πολιτικών όπως: «Ένας διπλωμάτης φέρνει καλύτερο αποτέλεσμα από ένα Σύνταγμα στρατού» ή όπως και η επί πολλά χρόνια απαξιωτική, μάλιστα δε με ικανότητα λοβοτομικής χειρουργικής, συμπεριφορά μερίδας των ΜΜΕ για τους Αξιωματικούς και τις Ε.Δ., δε βοηθούν.
Είχα την τύχη να έχω προσωπικές εμπειρίες από διεθνή συνέδρια και επαφές με το στρατιωτικό προσωπικό πάρα πολλών κρατών. Σας διαβεβαιώνω ότι ΟΛΑ τα κράτη έχουν τις ένοπλές τους δυνάμεις πολύ ψηλά στην κλίμακα αξιών. Στη χώρα μας διαπιστώνεται η έλλειψη σοβαρής μελέτης που να αφορά στον καθορισμό της θέσης των αξιωματικών στην κλίμακα αξιών της σύγχρονης δημοκρατικής κοινωνίας καθώς και των προβλημάτων που τους απασχολούν. Τα στελέχη των Ε.Δ. δεν αντιμετωπίζονται ως «αξιωματικοί», αλλά ως «ένστολοι πολίτες» – όπως έγινε της μόδας να αποκαλούνται – και μάλιστα μια ήσσονος σημασίας συντεχνιακή κατηγορία εργαζομένων.
Πρέπει να προστατεύσουμε τις Ε.Δ. μας. Το πρόβλημα της άμυνας δεν είναι μόνο αριθμητικό. Εξαρτάται πρωτίστως από βασικούς κοινωνικούς συντελεστές.
Χρειάζεται χρόνος για να δημιουργηθεί φρόνημα. Όσο πιο ανεπτυγμένες είναι οι κοινωνίες τόσο μεγαλύτερη η δυσκολία. Ένας καλλιεργημένος , σκεπτόμενος πολίτης για να διακινδυνεύσει τη ζωή του πρέπει να έχει πεισθεί ότι υπερασπίζεται αγαθά, χωρίς τα οποία η επιβίωση δεν έχει νόημα ούτε ποιοτική αξία.
Εδώ είναι τεράστια η ευθύνη που επωμίζεται πρωτίστως η πολιτική ηγεσία. Επίσης τεράστια ευθύνη επωμίζεται η τέταρτη εξουσία με τα ΜΜΕ και τον Τύπο, γιατί αυτή – μαζί με τους πολιτικούς – έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν «φρόνημα», «κλίμα», «κοινή γνώμη».
Οι Ε.Δ. δεν είναι «αυτοί». Είμαστε «εμείς». Είμαστε όλοι το Ελληνικό Έθνος.
Ας προσέξουμε αυτή τη βασική παράμετρο της άμυνάς μας, γιατί ανέκαθεν σ’ αυτή τη χώρα ίσχυε το: «Άνδρες, πόλεις και ου τείχη, ουδέ νήες ανδρών κεναί».
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Αθανάσιος Κοσσιώρης
Επίτιμος Α΄ Αντιπρόεδρος Αναθεωρητικού Δικαστηρίου.