Απόψεις

Ο μεγάλος λιμός και η συμβολή του Ερυθρού Σταυρού

Στο έπος του ’40, η αδυναμία των Ιταλικών δυνάμεων να ξεπεράσουν τη γενναία αντίσταση του Ελληνικού Στρατού και οι βαριές απώλειές τους (διπλάσιοι Ιταλοί εκτός μάχης) αναγκάζει το Χίτλερ να αλλάξει τα σχέδιά του και να επιδιώξει την κατάληψη της Ελλάδος. Η Γερμανική εισβολή ξεκίνησε αιφνιδιαστικά στις 06/04/1941 με το Γερμανό πρεσβευτή στην Ελλάδα να χρησιμοποιεί ως δικαιολογία για την πράξη αυτή πολέμου τη μη τήρηση ουδετερότητας από τη χώρα μας.

Οι εχθροπραξίες ξεκινούν στην ελληνοβουλγαρική μεθώριο, ενώ ταυτόχρονα ο Πειραιάς και η Ελευσίνα βομβαρδίζονται. Στις δε 27 Απριλίου 1941 τα γερμανικά στρατεύματα είχαν μπει στην Αθήνα. Μετά και τη μάχη της Κρήτης (31/05/1941), οι Γερμανοί αρχίζουν εκτεταμένες επιτάξεις ειδών διατροφής και πρώτων υλών με σκοπό τη μεταφορά τους στη Γερμανία για την αξιοποίησή τους στο Ανατολικό μέτωπο και όχι μόνο. Το Εθνικό Εισόδημα έφτασε μόλις στο 1/3 του αντίστοιχου του 1939 και αυτό γιατί ό,τι δεν καταστράφηκε από τις εχθροπραξίες στον τομέα της γεωργίας, κτηνοτροφίας, βιομηχανίας και των μεταφορών, το ιδιοποιήθηκαν οι δυνάμεις κατοχής.

Όσα εργοστάσια απέμειναν είχαν να αντιμετωπίσουν και την έλλειψη ηλεκτρικού ρεύματος, μιας και οι κατακτητές το ήλεγχαν και φυσικά το παρείχαν μόνο σε όσα λειτουργούσαν προς όφελός τους. Ο Ελληνικός λαός στην κυριολεξία ζούσε στο σκοτάδι! Οι δε σύμμαχοι, για να πλήξουν τους Γερμανούς, αποκλείουν τα παράλια. Ο αποκλεισμός σε συνδυασμό με τον βαρύ χειμώνα του 1941-1942 και τον αχαλίνωτο χρηματικό πληθωρισμό δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα. Η έλλειψη αγαθών ήταν τέτοια που ούτε το τραμ δεν λειτουργούσε, αφού δεν υπήρχε καύσιμη ύλη! Στους δρόμους που πριν λίγο καιρό έσφυζαν από ζωή, τώρα κυκλοφορούσαν μόνο υποσιτισμένοι πεζοί. Η επίταξη, άλλωστε, των μέσων συγκοινωνίας και των καυσίμων ανέκοψε την επικοινωνία με πηγές ανεφοδιασμού της αγοράς, με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί από μια μειοψηφία επιτήδειων, η «μαύρη αγορά».

Οι τελευταίοι (γνωστοί ως μαυραγορίτες) πλούτισαν εκμεταλλευόμενοι την δυστυχία και την απελπισία των πεινασμένων, συνεργαζόμενοι στενά με τους κατακτητές, εκτοξεύοντας μάλιστα τις τιμές σε σημείο που η ζάχαρη από τις 40 δραχμές ανά οκά έφτασε τις 400 και ο καφές από τις 78 δραχμές ανά οκά εκτοξεύτηκε στις χίλιες δραχμές. Τον Οκτώβριο του 1941 οι πατάτες κόστιζαν 3.070 δραχμές ανά οκά και τρία έτη μετά 1.460.000.000.000 δραχμές! Περιουσίες χάθηκαν (και στον αντίποδα περιουσίας δημιουργήθηκαν) σε μία νύχτα, μιας και στην αρχή ο κάθε πολίτης προσπαθούσε ατομικά να λύσει το πρόβλημα επιβίωσής του. Υπολογίζεται πως 220 χιλιάδες ακίνητα άλλαξαν χέρια κατά τη διάρκεια της κατοχής. Η ζήτηση αγαθών αυξήθηκε, ενώ η προσφορά τους γινόταν όλο και πιο ανεπαρκής, οι δε ανατιμήσεις γίνονταν ανά βδομάδα και κάποιες φορές από μέρα σε μέρα!

Ως μία πράξη αντίστασης, οι καλλιεργητές αρνιόντουσαν να παραδώσουν το σύνολο της παραγωγής τους στους Γερμανούς, ενώ οι μεταφορές τροφίμων είχαν σχεδόν σταματήσει, με αποτέλεσμα η Αθήνα να δέχεται βαρύ πλήγμα αφού δεν μπορούσε να λάβει αγαθά από τη Θράκη, τη Μακεδονία, την Ήπειρο και την Πελοπόννησο. Την εποχή εκείνη, μόνο η Ανατολική Μακεδονία εξασφάλιζε το ¼ περίπου των ειδών διατροφής του Ελληνικού λαού. Ακόμα και το νερό στην πρωτεύουσα έγινε είδος πολυτελείας λόγω και της ανομβρίας, με αποτέλεσμα οι δημόσιες βρύσες να κατακλύζονται από κατοίκους για να γεμίσουν νερό στους ντενεκέδες! Τον κρύο χειμώνα του 1941-1942 οι Αθηναίοι παγώνουν μέσα στα σπίτια τους, έχοντας κάψει ό,τι έπιπλο δεν είχαν πουλήσει. Χαρακτηριστικό είναι πως στον αεραγωγό στην Πλατεία Ομονοίας γύρω από το Σταθμό του Ηλεκτρικού μαζεύονταν νεαροί τις νύχτες για να ζεσταθούν επειδή έβγαζε ζεστό αέρα αψηφώντας τον όποιο κίνδυνο, μιας και ο αέρας αυτός ήταν μολυσμένος.

Η τραγική αυτή κατάσταση οδηγεί τον Απρίλιο του 1942 στην πρώτη απεργία στη Γερμανοκρατούμενη Ευρώπη! Συγκεκριμένα, το απόγευμα της 14ης Απριλίου 1942 λιποθυμάει από την πείνα ένας δημόσιος υπάλληλος στα Ελληνικά Ταχυδρομεία. Οι συνάδελφοί του μαζί με τους υπαλλήλους της Τηλεφωνίας και της Τηλεγραφίας κατεβαίνουν σε απεργία. Παρά της απειλές της κατοχικής κυβέρνησης Τσολάκογλου , τις επόμενες μέρες κατεβαίνουν σε απεργία και άλλοι κλάδοι, τόσο στην Αθήνα, όσο και στην επαρχία, με αποτέλεσμα στις 22 Απρίλη να κηρυχθεί η πρώτη καθολική απεργία των δημοσίων υπαλλήλων και να νεκρώσει ο κρατικός μηχανισμός.

Την ίδια εποχή, σε συλλογικό επίπεδο, ξεκινούν τα συσσίτια ο θεσμός του δελτίου, με το οποίο δίνονταν τρόφιμα, οι διανομές, τα γεύματα στους τόπους εργασίας και η λειτουργία των συνεταιρισμών. Όμως, το κρατικό σύστημα διανομών με δελτία αποτυγχάνει και ναυαγεί λόγω των εγγενών αδυναμιών του και της έλλειψης ειδών διατροφής για διανομή. Η προσπάθεια τής Αγροτικής Τράπεζας για συγκέντρωση δημητριακών από την ύπαιθρο σημειώνει πενιχρά αποτελέσματα. Στην Αθήνα δεν καταφθάνουν παρά ασήμαντες ποσότητες. Μοναδική ισχνή κρατική ανακούφιση για τις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις παραμένουν τα λαϊκά συσσί­τια, που διανέμουν το φθινόπωρο του 1941 περί τις 55.000 μερίδες στοι­χειώδους φαγητού ανά ημέρα. Τα συσσίτια δεν είναι αρκετά (μόνο οι γραμμένοι σε αυτά ήταν 160.000) με αποτέλεσμα να σχηματίζονται ατελείωτες ουρές σκελετωμένων ανθρώπων. Τα δε παιδιά ήταν καχεκτικά, αδύναμα και εξαντλημένα σε σημείο να δυσκολεύονται να σταθούν στα πόδια τους. Από ιατρικής απόψεως παρατηρήθηκε μείωση του συντελεστή σχέσεως μεταξύ αναστήματος και ηλικίας.

Η πείνα είχε πλέον πάρει τα χαρακτηριστικά λιμού, οι άνθρωποι κατέρρεαν μη έχοντας δυνάμεις να ξανασηκωθούν. Οι περισσότεροι πέθαιναν στον ύπνο τους, στον οποίο βυθίζονταν από την εξάντληση. Παράλληλα οι γεννήσεις μειώθηκαν στο μισό σε σύγκριση με το 1939! Ο δε αριθμός των νεκρών από την πείνα υπολογίζεται στις 300.000 χωρίς να υπάρχουν επίσημα στοιχεία. Αναλογιζόμενος τις τρομακτικές συνέπειες του επερχόμενου εξοντωτικού λιμού, ο Πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, Ιωάννης  Αθανασάκης, απευθύνει από τον Αύγουστο του 1941, απεγνωσμένες εκκλήσεις προς το Διεθνές Κομιτάτο του Ερυθρού Σταυρού στη Γενεύη, ζητώντας επείγουσα και αποτελεσματική αρωγή. Τις αγωνιώδεις προσπάθειες του Προέδρου του Ε.Ε.Σ. ενισχύει δραστι­κά και ο μόνιμος αντιπρόσωπος του Κομιτάτου στην Ελλάδα, Ελβετός ανθρωπι­στής και ένθερμος φιλέλληνας Robert Brunel, τον οποίο προτείνει ως πρόεδρο Ειδικής Επιτροπής, που θα έχει τη δυνατότητα ελεύθερης κι ανεμπόδιστης – υπό διεθνή έλεγχο – διαχείρισης των τροφίμων και φαρμάκων που θα αποσταλούν από το Διεθνές Κομιτάτο του Ερυθρού Σταυρού. Επιπλέον, βλέποντας αυτήν την άθλια κατάσταση του Ελληνικού λαού, ο Αριστείδης Κουτσουμάρης, δικηγόρος και μέλος του Ερυθρού Σταυρού με τον Αλέξανδρο Ζάννα (πρώτος Υπουργός Αεροπορίας της χώρας, εντεταλμένος αντιπρόσωπος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και μετέπειτα Πρόεδρός του), λαμβάνουν την πρωτοβουλία μαζί με συνεργάτες τους να φωτογραφήσουν κρυφά θύματα του λιμού και να στείλουν τις φωτογραφίες στο Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, προκειμένου να γίνει περαιτέρω γνωστή η κατάσταση στην Ελλάδα και να κινητοποιηθεί η διεθνής κοινή γνώμη για την άρση του ναυτικού αποκλεισμού, που είχαν επιβάλει οι Σύμμαχοι, και την αποστολή άμεσα τροφίμων και ανθρωπιστικής βοήθειας στη χώρα.

Οι ως άνω ενέργειες έχουν ως αποτέλεσμα την αποτελεσματική κινητοποίηση του Διεθνούς Κομιτάτου του Ερυθρού Σταυρού, ενώ η πρόταση του Προέδρου του Ε.Ε.Σ. περί συγκρότησης Επιτροπής γίνεται αποδεκτή. Η κρίσιμη συγκατάθεση και συναίνεση των αρχών κατοχής διευκολύνε­ται σημαντικά και από το Dr. Hartmann, πρόεδρο εξωτερικών υποθέσεων του Γερμανικού Ερυθρού Σταυρού, που επισκέπτεται την Αθήνα στις αρχές τού φθινοπώρου 1941. Ο τελευταίος που διατηρούσε αισθήματα σεβασμού και εκτίμησης προς το πρόσωπο του Έλληνα Προέδρου, του δηλώνει πως θα συνδράμει το έργο του Ε.Ε.Σ.. Με τη μεσολάβησή του οι κατοχικές αρχές παραδίδουν στον Ε.Ε.Σ. 5.000 κιβώτια γάλακτος που είχε δωρίσει ο Σουηδικός Ερυθρός Σταυρός, αλλά οι αρχές κατοχής κατακρατούσαν αδικαιολόγητα. Επιπλέον οι Γερμανικές, Ιταλικές και Βρετανικές αρχές συναινούν στην ίδρυση στην Ελλάδα στις αρχές Οκτωβρίου 1941 της πρώτης «Επιτροπής Διαχειρίσεως των Αποστολών Τροφίμων του Διεθνούς Κομιτάτου του Ερυθρού Σταύρου», γνωστή ως «Επιτροπή Διανομών του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού». Οι δε διανομές πραγματοποιούνται βάσει σχετικής συμφωνίας του Κομιτάτου με την Τουρκική Ερυθρά Ημισέληνο και την έγκριση τής Τουρκικής κυβέρνησης, ως ουδέτερης και γείτονας χώρας.

Ακαταπόνητος κι ακατάβλητος εμψυχωτής και διοργανω­τής του σωστικού έργου της Επιτροπής αναδείχθηκε ο Αλέξανδρος Ζάννας, ώσπου στις 22 Απριλίου 1942 συνελήφθη αιφνιδίως από τους Ιταλούς, με την κατηγορία της «συνεργασίας με τον εχθρό», καταδικάστηκε από Ιταλικό στρατοδικείο στην Αθήνα και φυλακίστηκε στην Ιταλία μέχρι το τέλος του πολέμου. Πιστός κι άοκνος συνεργάτης του Ζάννα, ήταν ο Γεώργιος Ζευγώλης, που παρά την κλονισμένη υγεία του, κατέβαλλε α­διάκοπες προσπάθειες για την επιτυχία της αποστολής της Επιτροπής, πεθαίνοντας από εξάντληση στις 11 Σεπτεμβρίου 1943. Τον Αλέξανδρο Ζάννα, που είχε την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου της Επιτροπής, διαδέχθηκε προσωρι­νά, έως τον Ιούνιο του 1942, ο Ευάγγελος Παπαστράτος – βιομήχανος και μέλος της Επιτροπής, ο οποίος συνέβαλε δρα­στικά στην επιτυχία του έργου της.

Στο βιβλίο αναμνήσεών του «Krumelur I tidens Marginal» ο Σουηδός διπλωμάτης Paul Mohn, πρώτος πρόεδρος της δεύτερης μικτής Σουηδοελβετικής Επιτροπής Βοήθειας του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, η οποία διαδέχθηκε το Σεπτέμβριο του 1942 την πρώτη, αναφέρει χαρακτηριστικά: «… Η πόλη παρουσίαζε θέαμα απελπιστικό. Άντρες πεινασμένοι, με τα μάγουλα ρουφηγμένα, έσερναν στους δρόμους. Παιδιά, με όψη σταχτιά και γάμπες λιγνές σαν πόδια αράχνης, μάχονταν με τα σκυλιά γύρω στους σωρούς των σκουπιδιών. Όταν το φθινόπωρο του 1941 άρχισε το κρύο, οι άνθρωποι έπεφταν στους δρόμους από εξάντληση. Τους μήνες εκείνου του χειμώνα σκόνταφτε κάθε πρωί κανείς πάνω σέ πτώματα. Σέ διάφορες συνοικίες τής Αθήνας οργανώθηκαν νεκροφυλάκια. Τα καμιό­νια της Δημαρχίας έκαναν κάθε μέρα τον γύρο τους, για να μαζεύουν τους πεθαμένους. Στα νεκροταφεία τους σώριαζαν τον ένα πάνω στον άλλο. Ο σεβασμός για τους νεκρούς, τόσο βαθιά ριζωμένος στους “Έλ­ληνες, είχε στομωθεί…Δεν τολμά κανείς να αναλογιστεί ποια θα ήταν ή μοίρα του Ελληνικού λαού αν δεν είχε φτάσει ή βοήθεια από το εξωτερικό…». Το πλούσιο φωτογραφικό αρχειακό υλικό της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ICRC) αποτελεί τρανή απόδειξη της τραγικής κατάστασης που επικρατούσε.

Αυτήν την τραγική κατάσταση είχε να αντιμετωπίσει η πρώτη Επιτροπή. Σε εφαρμογή κι εκτέλεση της συμφωνίας του Διεθνούς Κομιτάτου του Ε­ρυθρού Σταυρού με την Τουρκική Ερυθρά Ημισέληνο, για την αποστολή τροφίμων από την Τουρκία στην κατεχόμενη Ελλάδα – με την έγκριση και συγκατάθεση της Τουρκικής κυβερνήσεως – έφθασε στον Πειραιά, στις 17 Οκτωβρίου 1941 από την Κωνσταντινούπολη, το «θρυλικό» Τουρκικό ατμόπλοιο «Κουρτουλούς», με το πρώτο φορτίο τροφίμων 1.130 περίπου τόνων, το οποίο περιλάμβανε 800 τόνους όσπρια, 240 τόνους κρεμμύδια και από 45 τόνους αυγά και παστά ψάρια, αγορασμένα με χρήματα των Ελληνοαμερι­κανικών Οργανώσεων και κυρίως της «Ελληνικής Πολεμικής Περιθάλψε­ως- Greek War Relief Association», που είχε ιδρυθεί το 1940 για την παροχή ηθικής και οικονομικής αρωγής στο Έθνος, με «ψυχή» τον Ελληνοαμερικανό μεγαλοεπιχειρηματία του κινηματογράφου Σπύρο Σκούρα.

Με τα τρόφιμα αυτά και τα υπόλοιπα που κομίσθηκαν στη συνέχεια από την Τουρκία, τροφοδοτήθηκαν τα Νοσοκομεία, Άσυ­λα και λοιπά φιλανθρωπικά Ιδρύματα, συντηρήθηκαν κι ενισχύθηκαν τα Λαϊκά Συσσίτια, που κατόρθωσαν έτσι να μοιράζουν το δύσκολο εκείνο χειμώνα του 1941-1942 πάνω από 200.000 μερίδες φαγητού την ημέρα, τις οποίες αύξησαν σε 400.000 το Μάρτιο του 1942. Το Σεπτέμβριο του 1942 πραγματοποιήθηκε μία ακόμα διανομή τροφίμων, ενώ προωθήθηκε και διατέθηκε μέρος των τροφίμων για την ανακούφιση του πληθυσμού της επαρχίας από τον Οκτώβριο του 1941 έως το τέλος Αυγούστου 1942. Για την ορθή διανομή των αγαθών στην επαρχία, καταρτίστηκαν Κεντρικές Επιτροπές με πυρήνες τα μέλη των Επαρχιακών Τμημάτων κι Επιτροπών του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και έγκριτους κοινωνικούς παράγοντες, πλαισιωμένους από δραστήριους Ερυθροσταυρίτες Εθελοντές. Από τα μέσα Μαρτίου 1942 παρελήφθησαν από την Επιτροπή 13.5000 τόνοι σιτάρι και 10.000 τόνοι αλεύρι, Αμερικανικής και Καναδικής προέλευσης, μετά από τεράστιες προσπάθειες λόγω της αδυναμίας αγοράς σιταριού από την Τουρκία. Τα πολύτιμα αυτά αγαθά κομίσθηκαν με Σουηδικά ατμόπλοια από τη Νέα Υόρκη και τη Χάιφα, τα οποία είχαν διατεθεί από τη Σουηδική Ναυτικοατμοπλοϊκή Εταιρεία, πρόεδρος της οποίας ήταν ο πρίγκηπας Κάρολος, και είχαν ναυλωθεί από το Σουηδικό Ερυθρό Σταυρό για τη μεταφορά τροφίμων στην Ελλάδα. Με τα φορτία αυτά διπλασιάστηκε από το τέλος Μαρτίου 1942 η μερίδα του διανεμόμενου άρτου στον πληθυσμό της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων τους από 30 δράμια την ημέρα σε 60, φτάνοντας προοδευτικά τα 479 δράμια από το Μάιο του 1942.

Το ανθρωπιστικό έργο που επιτέλεσε η πρώτη Ελληνοελβετική Επιτροπή Διανομών του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην κατεχόμενη Ελλάδα (και στη συνέχεια η δεύτερη), ήταν σπουδαίο και ανεκτίμητο, διασώζοντας κυριολεκτικά μεγάλο μέρος του πληθυσμού, κυρίως της πρωτεύουσας και του Πειραιά, από τον καταστροφικό λιμό. Πέτυχε δε το στόχο της χάρει στο κύρος και την παγκόσμια αναγνώριση του Διεθνούς Κομιτάτου του Ερυθρού Σταυρού, τη συνδρομή του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και την επιλογή των δραστήριων Ελλήνων συνεργατών της.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου