Μπορεί με μία πρώτη ανάγνωση να προκύπτει ότι το τέρας του πληθωρισμού συγκρατείται, ωστόσο με μία δεύτερη βρισκόμαστε στο δεύτερο κύμα ακρίβειας, που φαντάζει πιο ισχυρό και κυρίως πιο δραστικό.
Η αγορά αναμένει νέες ανατιμήσεις σε βασικά προϊόντα από τις αρχές του 2023 κάτι το οποίο προκαλεί έντονη ανησυχία στους καταναλωτές.
Ο πληθωρισμός τον Νοέμβριο περιορίστηκε στο 8,5% από 9,1% τον Οκτώβριο και 12,1% τον Ιούνιο, η ακρίβεια όμως παραμένει και είναι σε πλήρη εξέλιξη. Παρά τη μείωση του πληθωρισμού η ακρίβεια καλπάζει καθώς το πρόβλημα διαχέεται με ολοένα και μεγαλύτερη ένταση σε όλη την οικονομία με τις τιμές βασικών τροφίμων να καταγράφουν ετήσια αύξηση από 11,3% έως και 25,3% ( ψωμί, δημητριακά, κρέατα, γαλακτοκομικά , έλαια, καφές).
Η ακρίβεια στο ράφι των σούπερ μάρκετ όχι μόνο δεν μετριάζεται, αλλά, με βάση τα αυξημένα τιμολόγια χονδρικής που έχουν φθάσει στα λογιστήρια των αλυσίδων από τους προμηθευτές, οι όποιες αποπληθωριστικές τάσεις θα καθυστερήσουν αρκετά να φανούν στις τσέπες των καταναλωτών.
Και ο λόγος είναι τα αποθέματα των προϊόντων που παρήχθησαν με σημαντικά υψηλότερο κόστος. Έτσι, ακόμη και στην περίπτωση που η αποκλιμάκωση στον πληθωρισμό της ενέργειας συνεχιστεί (σε «τεχνικό», ή μη, επίπεδο), το στοκ των ακριβότερων καταναλωτικών προϊόντων δεν αφήνει περιθώρια μειώσεων στις τιμές για αρκετό διάστημα.
Συνεχής άνοδος
Με βάση τις έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, οι επιχειρήσεις που δήλωσαν ότι αύξησαν τις τιμές τους διαρκώς αυξάνονται καθώς από 6,6% που ήταν το 2ο εξάμηνο του 2020, ανήλθαν στο 23,6% το 1ο εξάμηνο του 2021, στο 34,8% το 2ο εξάμηνο του 2021 και στο 59,2% το 1ο εξάμηνο του 2022.
Αντίστοιχα την ίδια περίοδο βλέπουμε να μειώνονται σημαντικά οι επιχειρήσεις οι οποίες δήλωσαν ότι μείωσαν τις τιμές τους καθώς και όσες τις διατήρησαν σταθερές.
Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις επιχειρήσεων οι οποίες αύξησαν τις τιμές τους κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021 παρατηρήθηκαν στις εμπορικές επιχειρήσεις (43,8%) και τις μεταποιητικές επιχειρήσεις (50%).
Από την άλλη μεριά, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των υπηρεσιών φαίνεται ότι, σε γενικές γραμμές, συγκράτησαν τις τιμές τους, καθώς το 16,7% αυτών προχώρησε σε αυξήσεις τιμών, έναντι του 10,9% που μείωσε τις τιμές του και του 72% που τις διατήρησε σταθερές.
Το πρώτο εξάμηνο του 2022, σε κλαδικό επίπεδο, οι επιχειρήσεις στο εμπόριο και στη μεταποίηση δήλωσαν σε μεγαλύτερο ποσοστό ότι αύξησαν τις τιμές τους (66,2% και 66,3% αντίστοιχα) σε σχέση με τις επιχειρήσεις στον ευρύτερο τομέα των υπηρεσιών (47,9%).
«Καμπανάκι» από την ΤτΕ
Την ίδια στιγμή, η ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) δείχνει συνέχιση της ακρίβειας για τουλάχιστον 2 χρόνια ακόμη.
Όπως προκύπτει από τα όσα αναλύονται, ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο και το 2023, ενώ το 2024 αναμένεται να είναι σχεδόν διπλάσιο από το όριο που θέτει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έτσι, η ακρίβεια στην Ελλάδα αποκτά χαρακτηριστικά μονιμοποίησης, σε μια περίοδο που τα νοικοκυριά «βλέπουν» το πραγματικό τους εισόδημα να πέφτει στα τάρταρα.
Με βάση τα όσα προβλέπει η ΤτΕ, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή από 9,4% φέτος σε μέσα επίπεδα, θα κατεβάσει ταχύτητα στο 5,8% το 2023 και περαιτέρω στο 3,6% το 2024 κυρίως λόγω της εκτιμώμενης αποκλιμάκωσης των τιμών της ενέργειας, αλλά και της αρνητικής επίδρασης της βάσης σύγκρισης. Με άλλα λόγια, κατά τα επόμενα δύο χρόνια αναμένεται να συνεχίσουν να πλήττουν την ελληνική οικονομία.
Πηγή ΟΤ