Ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε συνέχεια ανάρτησής του στον προσωπικό λογαριασμό στο facebook, που δημοσίευσε την Παρασκευή για τη δεσμευτικότητα που επιβάλει η Ενδιάμεση Συμφωνία με τη ΠΓΔΜ, ως ισχύον Διεθνές Δίκαιο στο Σύνταγμα της γειτονικής χώρας για την απάλειψη των αλυτρωτικών προβλέψεων, με νέα ανάρτηση αναφέρει ότι έχει ήδη συμμορφωθεί.
Ο κ. Βενιζέλος επισημαίνει ότι η Ενδιάμεση Συμφωνία πρωτοκολλήθηκε από την Ελλάδα στη Γραμματεία του ΟΗΕ και βεβαίως κρίθηκε απολύτως δεσμευτική με την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης της 5.12.2011 ενώ απαντά και στο ερώτημα τι πρόκειται να συμβεί άν καταγγελθεί η Ενδιάμεση Συμφωνία.
Η νέα ανάρτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου είναι η εξής:
«Η χθεσινή ανάρτησή μου για το άρθρο 6 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και για τις δεσμεύσεις που ισχύουν κατά το Διεθνές Δίκαιο ήδη από το 1995, ως προς το περιεχόμενο και την ερμηνεία του Συντάγματος της ΠΓΔΜ, είδα ότι προκάλεσε ενδιαφέρον όχι μόνο πολιτικό αλλά και νομικό.
Είναι συνεπώς χρήσιμο να προσθέσω μερικές συνοπτικές παρατηρήσεις που δίνουν απάντηση σε εύλογες απορίες εκείνων που ενδιαφέρονται και θέλουν να έχουν πλήρη εικόνα των πολιτικών αλλά και νομικών δεδομένων, εφόσον βασική αρχή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι πάντα η επίκληση του Διεθνούς Δικαίου.
1. Το γεγονός ότι η ΠΓΔΜ έχει αναλάβει ήδη από το 1995 διεθνείς δεσμεύσεις για το Σύνταγμά της και το γεγονός ότι το άρθρο 6 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας υπερισχύει των σημερινών ή μελλοντικών διατυπώσεων του εθνικού Συντάγματος, δεν ακυρώνει τη σημασία της αναθεώρησης του Συντάγματος ως απόδειξη συμμόρφωσης στις διεθνείς υποχρεώσεις. Την Ελλάδα όμως την κατοχυρώνουν έναντι τυχόν αλυτρωτικών διατυπώσεων οι κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και όχι οι κανόνες του συνταγματικού δικαίου της ΠΓΔΜ. ‘Αλλωστε σε συμμόρφωση με την Ενδιάμεση Συμφωνία, η ΠΓΔΜ προέβη στις τροποποιήσεις I και II του Συντάγματός της. Η πρώτη αφορά το άρθρο 3, την μη ύπαρξη εδαφικών διεκδικήσεων από γειτονικές χώρες και τη δέσμευση ότι οποιαδήποτε αλλαγή συνόρων θα γίνεται σύμφωνα με τους γενικώς ισχύοντες διεθνείς κανόνες. Η δεύτερη αφορά το άρθρο 49 παρ. 1 και τη δέσμευση ότι η ΠΓΔΜ δεν θα παρεμβαίνει στην άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών. Έχουν όμως δημοσιευθεί 32 τροποποιήσεις του Συντάγματος. Η τροποποίηση IV αντικαθιστά το προοίμιο. Η τροποποίηση V αφορά τη γλώσσα που ονομάζεται «Μακεδονική» με ρητή αναφορά ότι η γραφή της γίνεται με το κυριλλικό αλφάβητο. Η τροποποίηση VII αφορά τη θέση της «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας». ‘Αρα η ισχυρή, υπερισχύουσα και σταθερή δέσμευση περί μη αλυτρωτικών αναφορών στο Σύνταγμα δεν απορρέει από το ίδιο το Σύνταγμα της ΠΓΔΜ αλλά από τη διεθνή συμφωνία ( τώρα την ενδιάμεση και μετά την οριστική, εφόσον συναφθεί ) η παραβίαση της οποίας συνεπάγεται διεθνή ευθύνη.
2. Η Ενδιάμεση Συμφωνία ισχύει, αλλά είναι, όπως λέει ο τίτλος της, «ενδιάμεση», έχει συναφθεί ενόψει οριστικής συμφωνίας. Όπως έγραψα, η οριστική συμφωνία θα επαναλαμβάνει το άρθρο 6 της Ενδιάμεσης για τα μείζονα θέματα με τις προσθήκες που είναι αναγκαίες για άλλα ζητήματα ( πχ γλώσσα, ιθαγένεια).
3. Στην παρατήρηση ότι η Ενδιάμεση Συμφωνία μπορεί να καταγγελθεί, η απάντηση είναι ότι στην περίπτωση αυτή δεν θα υπάρξει οριστική συμφωνία και το ζήτημα του ονόματος θα επανέλθει στο Συμβούλιο Ασφαλείας, στον κατάλογο θεμάτων του οποίου είναι εγγεγραμμένο. Οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται και η Ενδιάμεση Συμφωνία έχει συναφθεί σε συμμόρφωση προς σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Επιπλέον, ακόμη και σε περίπτωση καταγγελίας της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, τα μέρη δεσμεύονται από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από άλλους κανόνες του διεθνούς δικαίου σχετικά με τον αλυτρωτισμό και την αμφισβήτηση των υφιστάμενων συνόρων.
4. Στο ερώτημα, τέλος, αν η Ενδιάμεση Συμφωνία ισχύει χωρίς κύρωση ( κατά το εσωτερικό δίκαιο ) και επικύρωση ( κατά το διεθνές δίκαιο ), η απάντηση είναι ότι η Ενδιάμεση Συμφωνία ανήκει στην πολύ διαδεδομένη πλέον κατηγορία των διεθνών συμφωνιών απλοποιημένης μορφής που είναι πλήρως δεσμευτικές διεθνείς συμβάσεις διεπόμενες από τη Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των συνθηκών. Ο αγαπητός και σεβαστός Εμμανουήλ Ρούκουνας, Έλληνας ad hoc δικαστής στο ΔΔΧ στην υπόθεση ΠΓΔΜ κατά Ελλάδος για την μη ένταξη στο ΝΑΤΟ, θεωρεί στο εγχειρίδιο του την Ενδιάμεση Συμφωνία χαρακτηριστικό παράδειγμα συμφωνίας απλοποιημένης μορφής. Η Ενδιάμεση Συμφωνία πρωτοκολλήθηκε από την Ελλάδα στη Γραμματεία του ΟΗΕ και βεβαίως κρίθηκε απολύτως δεσμευτική με την απόφαση του ΔΔΧ της 5.12.2011.
Ας πάμε λοιπόν στην ουσία του θέματος, με γνώμονα την ακριβή καταγραφή των δεδομένων, την αλήθεια και το εθνικό συμφέρον».
“Η ΠΓΔΜ έχει αναλάβει δεσμεύσεις για τον αλυτρωτισμό”
Με εκτενή ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, o Ευάγγελος Βενιζέλος επικαλείται νομικές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η ΠΓΔΜ με την Ενδιάμεση Συμφωνία το 1995, σύμφωνα με τις οποίες ρυθμίζονται, σε σημαντικό βαθμό, οι αλυτρωτικές επιδιώξεις της έναντι της Ελλάδας.
Συγκεκριμένα ο κ. Βενιζέλος υπογραμμίζει πως «Αν επιτευχθεί στο μέλλον οριστική συμφωνία που αναφέρεται και σε αλλά ζητήματα που ρυθμίζονται από το εθνικό σύνταγμα της ΠΓΔΜ (π.χ. αναφορές στη γλώσσα ή την ιθαγένεια), οι προβλέψεις αυτής της διεθνούς συμφωνίας θα κατισχύουν, κατά την ίδια λογική, των σχετικών διατάξεων του Συντάγματος. Τα σημειώνω αυτά για να γνωρίζουμε τι έχει επιτευχθεί το 1995 και ποιες διεθνείς υποχρεώσεις βαραίνουν την ΠΓΔΜ, αλλά και για να μην κρούονται εκκωφαντικά ανοιγμένες θύρες».
Προχωρώντας, ο ίδιος επισημαίνει ότι η Ενδιάμεση Συμφωνία «στο άρθρο 6 της προβλέπει επί λέξει τα εξής στην ελληνική μετάφραση που κατατέθηκε στον ΟΗΕ (όπου δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος είναι η ΠΓΔΜ και πρώτο συμβαλλόμενο μέρος η Ελλάδα):
1. Το Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος διά της παρούσης δηλώνει επίσημα ότι τίποτα στο Σύνταγμά του, και ιδιαίτερα στο προοίμιό του ή στο άρθρο 3 του Συντάγματος, δεν μπορεί ή δεν θα έπρεπε να ερμηνευθεί ότι αποτελεί ή θα αποτελέσει ποτέ τη βάση οποιασδήποτε διεκδικήσεως από το Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος οποιασδήποτε περιοχής που δεν συμπεριλαμβάνεται στα σημερινά του σύνορα.
2. Το Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος διά της παρούσης δηλώνει επίσημα ότι τίποτα στο Σύνταγμά του, και ιδιαίτερα στο άρθρο 49, όπως τροποποιήθηκε, δεν μπορεί ή δεν θα έπρεπε να ερμηνευθεί ότι αποτελεί ή θα αποτελέσει ποτέ τη βάση για επέμβαση του Δευτέρου Συμβαλλομένου Μέρους στις εσωτερικές υποθέσεις άλλου Κράτους προκειμένου να προστατεύσει το καθεστώς και τα δικαιώματα οποιωνδήποτε προσώπων σε άλλα Κράτη που δεν είναι πολίτες του Δευτέρου Συμβαλλομένου Μέρους.
3. Το Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος επιπλέον δηλώνει επίσημα ότι οι ερμηνείες που δίνονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος Άρθρου δεν θα υποκατασταθούν από οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία του Συντάγματός του».
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος υποστηρίζει ότι «στο πεδίο του Διεθνούς Δικαίου που διέπει τις διμερείς μας σχέσεις αλλά και τη στάση όλων των κρατών μελών της διεθνούς κοινότητας και των διεθνών οργανισμών, οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από την ΠΓΔΜ με το άρθρο 6 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας υπερισχύουν των διατάξεων του εθνικού της Συντάγματος, των μελλοντικών του αναθεωρήσεων και των πιθανών του ερμηνειών. Η δε τυχόν παραβίαση των προβλέψεων του άρθρου 6 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας συνιστά, κατά το άρθρο 21 της ίδιας Συμφωνίας, λόγο προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, στο οποίο προσέφυγε το 2008 η ΠΓΔΜ επικαλούμενη παραβίαση από την Ελλάδα του άρθρου 11 που ρυθμίζει τα σχετικά με την ένταξη της ΠΓΔΜ σε διεθνείς, πολυμερείς και περιφερειακούς οργανισμούς, στους οποίους είναι μέλος η Ελλάδα, εφόσον θέλει να ενταχθεί με το προσωρινό όνομα με το οποίο εντάχθηκε τον Απρίλιο του 1993 στον ΟΗΕ».
Επιπλέον, επισημαίνει πως «η άποψη ότι το εθνικό Σύνταγμα υπερισχύει του Διεθνούς Δικαίου και εν προκειμένω της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, δεν γίνεται δεκτή διεθνώς και αντιβαίνει ευθέως στο άρθρο 27 της Συμβάσεως της Βιέννης περί του Δικαίου των Συνθηκών που απαγορεύει σε ένα συμβαλλόμενο σε συνθήκη κράτος να επικαλεσθεί το εσωτερικό του δίκαιο ως δικαιολογία για την εκ μέρους του μη τήρηση της συνθήκης. Άλλωστε, η ΠΓΔΜ όχι μόνο δεν αμφισβήτησε αλλά αντιθέτως επικαλέσθηκε ενώπιον του ΔΔΧ την Ενδιάμεση Συμφωνία και δεν τέθηκε ούτε μπορεί να τεθεί ζήτημα αμφισβήτησης της αρμοδιότητας της τότε κυβέρνησης της ΠΓΔΜ και του τότε υπουργού της των Εξωτερικών για τη συνομολόγηση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 46 της Σύμβασης της Βιέννης».