Ηταν αρχές Ιουλίου του 2018 όταν ο Τζον Κυριάκου συνάντησε στο γραφείο του δικηγόρου του στην Ουάσιγκτον την Κάρεν Τζιόρνο, πρώην σύμβουλο του Τραμπ. Ο ομογενής πρώην πράκτορας είχε εναποθέσει όλες τις ελπίδες του σε αυτή τη συνάντηση. Το προηγούμενο διάστημα, ο δικηγόρος του έψαχνε πολύ ενεργά κάποιον κοντά στον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος θα τον βοηθούσε να πάρει χάρη, αλλά όποιον έβρισκε ήταν υπερβολικά ακριβός. Η Τζιόρνο, τους είχαν πει, ενδεχομένως θα ήταν πιο… οικονομική. «Ηταν γνωστό σε όσους θέλαμε να μας απονεμηθεί χάρη πως θα έπρεπε να φτάσουμε στον πρόεδρο. Και για να συμβεί αυτό, έπρεπε να πληρώσουμε», εξηγεί ο Κυριάκου στην «Κ».
Η συνάντηση διήρκεσε περίπου 45 λεπτά και άρχισε με τον Κυριάκου να διηγείται την ιστορία του. Για το πώς το 2012 κατηγορήθηκε πως είχε δώσει το όνομα ενός μυστικού πράκτορα σε δύο δημοσιογράφους. Ο ίδιος ήταν βέβαιος πως η καταδίκη του ήταν στην πραγματικότητα η τιμωρία για το ότι μίλησε δημόσια για τον εικονικό πνιγμό, τη μέθοδο βασανισμού της CIA. Εκτοτε, της εξήγησε, ξεκίνησε μια απίστευτη περιπέτεια. Μπήκε φυλακή για 30 μήνες και βγαίνοντας είχε σε μεγάλο βαθμό καταστραφεί. Μετά 20 χρόνια σκληρής δουλειάς είχε χάσει το δικαίωμα συνταξιοδότησης (και τις 700.000 δολάρια εισφορών), δεν μπορούσε να κάνει δουλειές με το δημόσιο, δεν μπορούσε να πιστοποιηθεί από το κράτος για κάποια νέα ειδικότητα. Για ορισμένα χρόνια δεν μπορούσε να ψηφίζει, ούτε να οπλοφορεί.
Η Τζιόρνο του είπε πως μπορεί να τον βοηθήσει. Για να το αποδείξει, ο Κυριάκου ισχυρίζεται πως έβγαλε το κινητό της και του έδειξε την καταχώριση του αριθμού του Τραμπ κρύβοντας με το δάχτυλό της τα τελευταία ψηφία. «Τηλεφωνιόμαστε συχνά ακόμη και αργά το βράδυ», λέει πως του είπε. Ψάχνοντας αργότερα στο Ιντερνετ, βρήκε δεκάδες φωτογραφίες της με τον Τραμπ από διαφορετικές εκδηλώσεις και πείστηκε για τα λεγόμενά της. «Ουδέποτε μου είπε ευθέως πως θα μου εξασφάλιζε τη χάρη. Αυτό θα ήταν παράνομο, αλλά υπερηφανευόταν τρομερά για την πρόσβαση που είχε στον Λευκό Οίκο», διευκρινίζει σήμερα ο Κυριάκου. Τέλη Ιουλίου συμφώνησαν πως θα προχωρήσουν: Στο συμβόλαιο, που έχει στη διάθεσή της η «Κ», διατυπώθηκε καθαρά πως η Τζιόρνο θα έπαιρνε τους πρώτους έξι μήνες 50.000 δολάρια συν κάποια έξοδα για να «διεκδικήσει την απονομή χάριτος» και άλλες 50.000 δολάρια εάν τελικά τα κατάφερνε.
Το επόμενο διάστημα, ο Κυριάκου ήταν σε αναμμένα κάρβουνα περιμένοντας τα καλά νέα. Εκείνη για μήνες τού έλεγε πως είναι σε καλό δρόμο. Κάποια στιγμή τού ζήτησε άλλες 5.000 ευρώ για ταξιδιωτικά έξοδα και τελικά του ανακοίνωσε με ενθουσιασμό πως τον είχε βάλει στη λίστα, την οποία όμως θα έπρεπε να εγκρίνει ο ίδιος ο Τραμπ. Ο Κυριάκου, βέβαια, δεν είχε τρόπο να το επιβεβαιώσει και βλέποντας να περνούν οι μήνες χωρίς κάποια απόφαση, συνειδητοποίησε πως μάλλον έπρεπε να ψάξει να βρει άλλον τρόπο για να φτάσει στον πρόεδρο.
Γνωρίζοντας πως ο Τραμπ έβλεπε μανιωδώς τηλεόραση και συγκεκριμένα μία εκπομπή στο Fox News, κατάφερε να βγει ως καλεσμένος έξι φορές. «Επαναλάμβανα συνεχώς το ίδιο πράγμα, πως θέλω χάρη και θέλω να του εξηγήσω το γιατί». Λίγες ημέρες αργότερα δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από το γραφείο του Τζάρεντ Κούσνερ. «Τι θέλετε από τον πρόεδρο;» ισχυρίζεται πως τον ρώτησε με ψυχρότητα ο γαμπρός του Τραμπ όταν συναντήθηκαν.
Ο Κυριάκου του εξήγησε και τότε εκείνος του ζήτησε να γράψει μια επιστολή: τρεις παραγράφους την ιστορία του και μία παράγραφο όπου να εξηγεί πώς θα βοηθήσει ώστε να επανεκλεγεί πρόεδρος για δεύτερη φορά. Ο Κυριάκου πράγματι το έκανε, το έστειλε, αλλά ουδέποτε έλαβε απάντηση.
Ενα χρόνο αργότερα, το ζήτημα επανήλθε. Την άνοιξη του 2020, όταν μια επιχειρηματική του κίνηση (να πουλήσει κινεζικές μάσκες στο υπουργείο Αμύνης) κόλλησε λόγω γραφειοκρατίας, ξεκίνησε με τον συνεταίρο του μια προσπάθεια να την ξεμπλοκάρουν. Με αυτή την αφορμή επικοινωνεί με το γραφείο του Ρούντι Τζουλιάνι, του προσωπικού δικηγόρου του Τραμπ. Πριν προλάβει να εξηγήσει σε έναν συνεργάτη του τι τον θέλει, εκείνος τον αιφνιδιάζει: «Να μαντέψω! Θέλετε να συζητήσετε την απονομή χάριτος». «Βασικά όχι, θέλω να μιλήσω για μάσκες», απαντά ο Κυριακού. Το αυθόρμητο σχόλιο του συνεργάτη, όμως, τον βάζει σε σκέψεις – ίσως ο Τζουλιάνι ήταν ο άνθρωπός του.
Οταν τελικά συναντιούνται στο μπαρ του ξενοδοχείου του Τραμπ στην Ουάσιγκτον, βρίσκουν μια λύση για το θέμα των μασκών και τότε, σύμφωνα πάντα με τον Κυριάκου, τον ρωτάει εάν θα μπορούσε να τον βοηθήσει και σε ένα άλλο θέμα που τον καίει· αυτό της απονομής χάριτος. Εκείνος τον κοιτάζει, δεν απαντά τίποτα και σηκώνεται ανακοινώνοντας πως πάει στην τουαλέτα. Τότε ο συνεργάτης του παίρνει τον λόγο: «Δεν μιλάει ποτέ ο ίδιος γι’ αυτό το θέμα. Εάν θες όμως μπορούμε να μιλήσουμε εμείς». «Βεβαίως», απαντά ο Κυριάκου. «Λοιπόν, κατ’ αρχάς για να σε βοηθήσει ο Ρούντι, θέλει 2 εκατ. δολάρια». Με το που το άκουσε ο Κυριάκου έβαλε τα γέλια. «Μα εάν είχα 2 εκατ. δολάρια δεν θα τα ξόδευα για να ανακτήσω τις εισφορές 700.000 δολαρίων», απαντά και κάπου εκεί τελειώνει η συζήτηση…
Λίγες εβδομάδες αργότερα, εκμυστηρεύεται σε έναν καλό του φίλο τι είχε συμβεί και εκείνος αποφασίζει να το καταγγείλει στο FBI. Οταν δεν παίρνει καμία απάντηση, αποφασίζει να το δημοσιοποιήσει. Η έρευνα των NYΤ που ακολουθεί, αποκαλύπτει πως πέρα από τον Κυριάκου και άλλοι πολλοί έχουν αναγκαστεί να πληρώσουν για να αποκτήσουν πρόσβαση στον πρόεδρο, αλλά και πως ο ίδιος ο Τραμπ είχε χρησιμοποιήσει τη δυνατότητα που του έδινε το αξίωμά του προκειμένου να ανταμείψει προσωπικούς ή πολιτικούς συμμάχους. «Είναι σαφές πως δεν ήμουν ο μόνος. Ξέρω προσωπικά τουλάχιστον δύο άτομα που χρειάστηκε να πληρώσουν υπέρογκα ποσά για να τα καταφέρουν. Οπότε είναι λογικό να νιώθουμε πως ήταν κάτι προς πώληση. Ωστόσο, το είχαν στήσει με έναν τρόπο που νομικά καλύπτονταν – είναι η γνωστή συζήτηση περί νομίμου και ηθικού. Το συμπέρασμα όμως για εμένα ήταν ένα: στην Αμερική του Τραμπ, εάν είχες λεφτά αγόραζες τη Δικαιοσύνη».
Η «ελληνική» περιπέτεια
Ο Κυριάκου ήδη από το 2016 προσπαθούσε να κινήσει τις διαδικασίες για να του απονείμει χάρη ο απερχόμενος πρόεδρος Ομπάμα. Τότε, είχε μεγάλη στήριξη από πολιτικούς, 65 αξιωματούχους της CIA αλλά κυρίως την ελληνοαμερικανική κοινότητα. Ο ίδιος τονίζει πως ουδέποτε είχε τεθεί θέμα πληρωμής. «Αντιθέτως εκείνοι με στήριξαν οικονομικά», εξηγεί, μιλώντας βασικά για συγκεκριμένα μέλη της ελληνοαμερικανικής κοινότητας. Οι ίδιοι είχαν μάλιστα καταφέρει τότε να πείσουν τον Μπάιντεν να μιλήσει στον Ομπάμα υπέρ του, αλλά ο Ομπάμα είχε ήδη φτιάξει τη λίστα του και ο Κυριάκου δεν ήταν μέσα.
Η ιστορία αυτή, τέσσερα χρόνια αργότερα, του δίνει εκ νέου ελπίδα πως ο νέος πρόεδρος γνωρίζει την ιστορία του και θεωρεί δίκαιο το αίτημά του. Πριν ολοκληρωθεί η συνέντευξή μας θέλησε να μοιραστεί μια ακόμη «ελληνική» ιστορία για την οποία, όπως λέει, νιώθει ευγνωμοσύνη: «Ενας πρώην συνεργάτης με τον οποίο προσπαθούσαμε να στήσουμε μια δουλειά στην Ελλάδα, με ενημέρωσε πως του είχε τηλεφωνήσει ο υπουργός Εξωτερικών κ. Δένδιας για να του μεταφέρει την πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης να βοηθήσει στη διαδικασία απονομής χάριτος και πως αργότερα η ίδια η ΠτΔ Κατερίνα Σακελλαροπούλου είχε γράψει μια επιστολή και ο κ. Δένδιας είχε επικοινωνία με τον Λευκό Οίκο».
Το γεγονός βέβαια πως ύστερα από ερώτημα της «Κ» ο κ. Δένδιας και οι συνεργάτες του δηλώνουν πως το συγκεκριμένο περιστατικό ουδέποτε συνέβη –ούτε καν γνωρίζουν τον συγκεκριμένο πρώην συνεργάτη ή την υπόθεση– ξεκάθαρα δείχνει πως ο Κυριάκου είχε για μια ακόμη φορά πέσει θύμα στην προσπάθειά του για δικαίωση.
Πηγή: kathimerini.gr