Η συμβολή της τουριστικής οικονομίας στο ΑΕΠ της χώρας είναι σημαντική, ωστόσο εμφανίζει κάμψη κατά την τριετία 2007-2009. Αξιοσημείωτο είναι ότι, μετά το 2009 και για δύο έτη, το ποσοστό της συμβολής του τουρισμού στο ΑΕΠ δεν παρουσιάζει σημαντικές μεταβολές, ενώ το 2012 αρχίζει να ανακάμπτει, με ποσοστό 16,4%, στα προ κρίσης επίπεδα.
Σε σχέση με την απασχόληση στην τουριστική οικονομία ως ποσοστό του συνολικού αριθμού των απασχολουμένων στην Ελλάδα, παρατηρούμε ότι από το 2006 έως και το 2009 η συνολική απασχόληση στον τουρισμό παρουσιάζει πτώση, με τα χειρότερα έτη της δεκαετίας να είναι το 2009 και το 2011 με ποσοστά 17,7% και 17,6% αντίστοιχα. Από το 2012, ωστόσο, ο αριθμός των απασχολουμένων στον τουριστικό κλάδο αυξάνεται σε ποσοστό 18,3% επί του συνολικού αριθμού των απασχολουμένων, χωρίς όμως να καταφέρει έως σήμερα να φτάσει στα επίπεδα προ κρίσης (π.χ.: στο 19,8%, το έτος 2006 που εμφανίζει την καλύτερη τιμή).
Σημαντικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι, μετά το 2012, η συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ της χώρας αλλά και στην απασχόληση παρουσιάζει αύξηση. Αυτή αποκρυπτογραφείται ως ένα μήνυμα αισιοδοξίας για την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού στη χώρα, αλλά και για σημαντική ενίσχυση στην καταπολέμηση της ανεργίας, έστω και σε εποχικό επίπεδο.
Σε σχέση με τα έσοδα, είναι εμφανές ότι αυτά κινούνται σε αυξητική πορεία από το 2004 ώς και το 2008 που ανέρχονται στα 11,6 δισ. ευρώ, ενώ το 2009 σημειώνεται κάθετη πτώση τους στα 10,4 δισ. ευρώ. Αυτή η καθοδική πορεία συνεχίζεται και για το 2010, κυρίως λόγω της εμβάθυνσης της κρίσης στην οικονομία, με τις διεθνείς ταξιδιωτικές εισπράξεις να φτάνουν στη χαμηλότερη τιμή της δεκαετίας, μόλις στα 9,6 δισ. ευρώ. Αξιοσημείωτη είναι ακολούθως, όμως, η σταθερή άνοδός τους, με αποκορύφωμα το έτος 2013, όπου τα έσοδα αγγίζουν την υψηλότερη τιμή όλης της δεκαετίας 2004-2013, τα 11,7 δισ. ευρώ.
Στο πεδίο των αφίξεων οι μεταβολές εμφανίζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας 2004-2013, με το 2004 να αποτελεί το έτος με τη χαμηλότερη τιμή, στα 11,7 εκατομμύρια επισκέπτες. Αυτός ο αριθμός αυξάνεται διαχρονικά και το 2009 οι αφίξεις ανέρχονται περί τα 14,9 εκατομμύρια, όσες περίπου και οι αφίξεις το 2010 (15 εκατομμύρια). Το 2011 οι αφίξεις αυξάνονται κατά 1,4 εκατομμύριο ενώ το 2012 μειώνονται ξανά, για να λάβουν την καλύτερη τιμή τους το 2013 με 17,9 εκατομμύρια επισκέπτες.
Επιπλέον, η συμμετοχή του τουρισμού είναι πολύ σημαντική στη μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας. Το 2010, η κάλυψη ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου ανήλθε σε ποσοστό της τάξεως του 46,8%.
Σε σχέση με την αλληλεξάρτηση την οποία έχει ο τουρισμός με άλλους κλάδους της παραγωγής, έχει υπολογιστεί ότι η τουριστική κατανάλωση ασκεί επιρροή στο 60% των κλάδων της οικονομίας και η τιμή του τουριστικού πολλαπλασιαστή ανέρχεται σε 2,18. Αυτό συνεπάγεται ότι για κάθε ευρώ τουριστικής κατανάλωσης έχουμε υπερδιπλάσια δευτερογενή κατανάλωση στους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα οικονομικά στοιχεία, η ύφεση το 2009 επηρέασε αρνητικά τον τουρισμό στην χώρα. Ομως, από το 2010 και έπειτα οι αφίξεις αυξάνονται, γεγονός το οποίο οφείλεται κατά κύριο λόγο στους περισσότερους επισκέπτες προερχόμενους από τη Ρωσία και το Ισραήλ, αυξάνοντας παράλληλα και το συνολικά έσοδα. Οι μεταβολές των διεθνών τουριστικών εισπράξεων είναι δυσανάλογες με αυτές του αριθμού των αφίξεων, στοιχείο που φανερώνει ότι η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη μειώνεται. Ενδεικτικά, το 2004 η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη ανήλθε στα 882 ευρώ, το 2009 στα 697 ευρώ, το 2011 στα 639 ευρώ, η οποία είναι και η χαμηλότερη της δεκαετίας και το 2013 ανέβηκε ελαφρώς στα 653 ευρώ.
Ο ελληνικός τουρισμός πρέπει να ακολουθήσει τροχιά ανόδου, παρά την κρίσιμη οικονομική συγκυρία της χώρας. Μερικές προτάσεις που μπορούν να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση είναι:
Ανάπτυξη του τουριστικού προϊόντος μέσω ενίσχυσης των επενδύσεων και προώθηση στις μεγαλύτερες ξενοδοχειακές μονάδες.
Μεγαλύτερη αξιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς του τόπου.
Περαιτέρω ανάπτυξη χειμερινού και κοινωνικού τουρισμού.
Μείωση της παραοικονομίας.
Ενίσχυση στην εκπαίδευση προσωπικού υποδοχής τουριστών και προώθηση της νέας τεχνολογίας σε ακόμη μεγαλύτερο εύρος παροχής υπηρεσιών του τουριστικού τομέα.
Ολα τα παραπάνω, σε συνάρτηση με τον φυσικό πλούτο της χώρας, θα αποτελέσουν αναμφισβήτητα πόλο έλξης για τουρισμό υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου. Ωστόσο, το ζητούμενο είναι να μπορέσει η χώρα να επανέλθει σε καθεστώς ομαλότητας στη βασική καθημερινότητα και να ξεκαθαρίσει το τοπίο σε σχέση με την πολιτική παράμετρο που επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό το παραγόμενο τουριστικό προϊόν.
*ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΖΟΠΟΥΝΙΔΗΣ Ακαδημαϊκός, καθηγητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης
*ΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΑΡΕΦΑΛΑΚΗΣ Υποψήφιος διδάκτορας, επιστημονικός συνεργάτης στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής ΤΕΙ Κρήτης
*XΡΗΣΤΟΣ Μ. ΛΕΜΟΝΑΚΗΣΕπιστημονικός συνεργάτης στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής ΤΕΙ Κρήτης