Σε μια κατάθεση ψυχής προχωρά σήμερα στη «δημοκρατική», η «Αγγελική» θύμα σεξουαλικής κακοποίησης σε κάποιο νησί της Δωδ/σου, πριν από αρκετά χρόνια, μια πληγή όμως που δεν έκλεισε ποτέ.
Στη συνέντευξή της σήμερα, παίρνοντας δύναμη από τις καταγγελίες που σε πανελλαδικό επίπεδο διαδέχονται η μία την άλλη, μιλάει για τη δική της εμπειρία, θέλοντας να καταδείξει όπως λέει, ότι τα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας δεν αφορούν μόνο τον κόσμο του θεάματος ή του αθλητισμού, αλλά μπορεί να συμβαίνουν και μέσα στο ίδιο μας το σπίτι.
Απαντά ως θύμα σεξουαλικής κακοποίησης στο ερώτημα «γιατί τώρα;» και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε να δημοσιοποιήσει -για πρώτη φορά- την δική της εμπειρία, απευθύνοντας έκκληση «να μην πάει χαμένος όλος αυτός ο πόνος που βγαίνει από τα σωθικά μας, να γίνει ο πόνος δύναμη και ασπίδα για τα άλλα παιδιά…».
• Για τις ανάγκες της συνέντευξης, επειδή δεν επιθυμείς να δημοσιοποιηθούν τα στοιχεία σου, με ποιο όνομα θα ήθελες να σε αποκαλώ;
-Αγγελική.
• Πες μας λοιπόν, Αγγελική, τι ήταν εκείνο που σε ώθησε να μιλήσεις σήμερα για όσα βίωσες από την παιδική σου ηλικία. Και επειδή πρόκειται για μια ερώτηση που ακούγεται όλο και πιο συχνά, θέλω να μας πεις «γιατί τώρα;».
Γιατί τώρα βρήκα τη δύναμη και γιατί με όσα παρακολουθώ στην τηλεόραση, αισθάνομαι ότι κάποιος πλέον θα με ακούσει κι εμένα. Μπορεί να μην είμαι ηθοποιός, ή να μην με κακοποίησε κάποιος διάσημος αλλά η κακοποίηση είναι κακοποίηση είτε συμβαίνει σε βίλες είτε σε υπόγεια, είτε είναι από κάποιον επώνυμο είτε είναι από κάποιον μη επώνυμο, είτε συμβαίνει στην Αθήνα είτε συμβαίνει στην επαρχία. Γι αυτό επικοινώνησα μαζί σας, πιστεύω ότι τώρα πιο εύκολα η κοινωνία μπορεί να ακούσει γι αυτά τα περιστατικά χωρίς να καταδικάσει πρώτα το θύμα.
• Θεωρείς ότι η κοινωνία καταδικάζει το θύμα;
Ναι, εννοείται. Πρώτα ψάχνουν να δουν τι έκανε λάθος το θύμα, αν πήγαινε γυρεύοντας εν ολίγοις, κι αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην επαρχία συμβαίνει παντού.
• Θέλεις να μας πεις τι συνέβη στη δική σου περίπτωση;
Ναι, στη δική μου περίπτωση όπως σας είπα, δεν ήταν κάποιος διάσημος. Ηταν ένας οικογενειακός φίλος, συνάδελφος του πατέρα μου που περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί, κυρίως στις καλοκαιρινές διακοπές και στις γιορτές.
Πάντα έβρισκε ευκαιρία να με πλησιάζει, με το πρόσχημα ότι δήθεν θα πάμε για βόλτα, δήθεν θα πάμε για να αγοράσουμε παγωτό, παιχνίδια, οτιδήποτε μπορούσε να σκεφτεί για να με απομακρύνει από τους γονείς μου οι οποίοι του είχαν τυφλή εμπιστοσύνη. Σε κάθε ευκαιρία, έβρισκε τρόπο να με απομακρύνει για να μου δείξει «πόσο με αγαπάει».
• Αυτό σου έλεγε;
Ναι, ότι με αυτό τον τρόπο μου δείχνει ότι με αγαπάει σαν δικό του παιδί.
• Εκείνος είχε παιδιά;
Όχι. Και γι αυτό μου έλεγε ότι με αγαπάει σαν να είμαι δικό του παιδί. Κι αυτό ήταν πολύ πιστευτό για το μυαλό μου τότε.
• Πόσων χρονών ήσουν;
Δεν μπορώ να σας πω με βεβαιότητα πότε ξεκίνησε, γιατί δεν θυμάμαι ακριβώς, ήμουν πολύ μικρή. Μεγαλώνοντας όμως, που άρχισα να βλέπω τηλεόραση και να έχω εικόνες, άρχισα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά, κάτι δεν γίνεται σωστά. Με το μυαλό μου δεν μπορούσα να το εξηγήσω αλλά μέσα μου άρχισε να μεγαλώνει ένα δυσάρεστο συναίσθημα. Δεν ξέρω, πρέπει να ήμουν 10, 11 ετών όταν άρχισα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά. Συνειδητοποίησα βέβαια μερικά χρόνια αργότερα τι ακριβώς συμβαίνει…
• Όταν το συνειδητοποίησες μίλησες σε κανέναν;
Οχι. Καταρχήν δεν ήξερα τι ακριβώς συμβαίνει. Το μυαλό μου δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί αυτός ο άνθρωπος έκανε αυτά που έκανε. Σκεφτόμουν ότι και ο μπαμπάς μου έλεγε ότι με αγαπάει αλλά δεν μου έδειχνε την αγάπη του με αυτόν τον τρόπο. Στο παιδικό μου μυαλό σκεφτόμουν ότι ίσως ο μπαμπάς μου δεν με αγαπάει τόσο όσο ο «φίλος» του, επειδή δεν με έπαιρνε αγκαλιά και δεν με πήγαινε βόλτες τόσο συχνά. Απόλυτη σύγχυση. Μεγαλώνοντας, και δεν ντρέπομαι να το πω, από την τηλεόραση κατάλαβα πως αυτά που κάνει σε εμένα αυτός ο άνθρωπος τα κάνουν μεταξύ τους οι μεγάλοι.
Δεν συζητάμε για σεξουαλική διαπαιδαγώγηση καν, ούτε με τους γονείς μου συζητούσαμε τέτοια πράγματα ούτε στο σχολείο εννοείται. Αρα, έπρεπε να λύσω μόνη μου τις απορίες. Και σε αυτές τις ηλικίες, δεν είναι κάτι που μπορεί να κάνει ένα παιδί.
• Πότε κατάφερες να λύσεις τις απορίες σου;
Στην πρώιμη εφηβεία μου κατάλαβα ότι αυτό που συμβαίνει δεν είναι φυσιολογικό και δεν σκέφτηκα καν να το πω στους γονείς μου.
• Γιατί;
Δεν ξέρω, κουβαλούσα μια ντροπή. Ανεξήγητη. Νόμιζα ότι έφταιγα εγώ, ότι το προκάλεσα εγώ, τελοσπάντων ότι κάτι έκανα λάθος εγώ. Ενιωθα ότι είχα μερίδιο ευθύνης. Ότι ήμουν κι εγώ υπεύθυνη γι αυτό που συνέβαινε.
• Πόσα χρόνια κουβαλούσες αυτό το σταυρό;
Μέχρι σήμερα, δεν νομίζω ότι είναι κάτι που μπορείς να αφήσεις πίσω. Μαθαίνεις να το κουβαλάς και να πορεύεσαι… Δεν έχεις άλλη επιλογή. Περίπου στα 12 με 13 χρόνια, κάπου εκεί, κατάλαβα τι συμβαίνει, άρχισαν να ξεκαθαρίζουν κάποια πράγματα στο μυαλό μου. Τότε άρχισα να τον αποφεύγω, δεν μπορούσε να προφασιστεί ότι ήθελε να μου αγοράσει παιχνίδια ή παγωτό για να μείνουμε μόνοι μας και να καταλήξουμε είτε σε κάποιο χωράφι, είτε στο αυτοκίνητό είτε και στο σπίτι του. Το χειρότερο είναι ότι έχω εικόνες, τη γυναίκα του να φεύγει από το σπίτι, όταν με πήγαινε εκεί.
• Υπονοείς ότι μπορεί να ήξερε;
Υποθέτω, δεν ξέρω.
• Αγγελική, αυτό το μαρτύριο που περιγράφεις, το εξομολογήθηκες ποτέ σε κανέναν;
Μια φορά, στον ίδιο. Αν θυμάμαι καλά ήταν την τελευταία φορά που ζήτησε από τους γονείς μου να με πάει βόλτα και μέσα στο αυτοκίνητο τού είπα ότι ξέρω τι συμβαίνει και ότι θα τα πω όλα στους γονείς μου. Και ότι τον σιχαίνομαι του είπα, και πράγματι, κάθε φορά που τον έβλεπα, είχα τάση για εμετό. Ως αντίδραση του οργανισμού, του μυαλού… Δεν ξέρω.
• Φοβήθηκε;
Δεν ξέρω αν φοβήθηκε, ξέρω ότι δεν ξαναπήγαμε οι δυο μας πουθενά. Κι εμένα αυτό μου έφτανε.
• Στους γονείς σου γιατί δεν σκέφτηκες να το πεις;
Γιατί φοβόμουν. Δεν ήθελα να τους πληγώσω, φοβόμουν την αντίδρασή τους, τη δική του… Δεν ήξερα αν θα με πιστέψουν.Προτίμησα να το θάψω μέσα μου και να το κουβαλήσω μόνη μου. Όμως, με όλα αυτά που ακούγονται στην τηλεόραση σήμερα για τους βιασμούς και που βλέπω κοπέλες και αγόρια να μιλάνε για το τι πέρασαν, όλα βγήκαν πάλι στην επιφάνεια. Και αυτό που θέλω να πω είναι ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε να μιλήσουμε.
Αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω, θα μιλούσα. Θα το έλεγα στους γονείς μου, στα αδέλφια μου ίσως. Θα ήθελα να είχα μιλήσει για να τιμωρηθεί γι αυτό που έκανε σε εμένα. Όταν ακούω κάποιους να λένε «γιατί τώρα», νιώθω μεγάλη οργή. Κανένας δεν ξέρει ότι μπορεί οι άνθρωποι αυτοί να πάλευαν μια ζωή για να κρατηθούν από κάπου για να μιλήσουν, να βρουν μια ευκαιρία που δεν ήρθε ποτέ, μια αγκαλιά που δεν άνοιξε ποτέ. Εγώ σήμερα βρήκα αυτή την ευκαιρία. Εγώ δεν είμαι επώνυμη, δεν είμαι διάσημη.
Ούτε εκείνος ήταν. Πιστεύετε ότι πριν 20 χρόνια θα ήταν εύκολο να με ακούσει κάποιος; Ή θα είχε την παιδεία να αντιδράσει σωστά; Είτε ήταν οι γονείς μου, είτε ήταν η δασκάλα μου; Όμως αυτό που συνέβη σε εμένα ήταν σεξουαλική κακοποίηση. Δεν είχα χρήματα για να συμβουλευτώ έναν ειδικό και η μόνη διέξοδος που είχα ήταν να διαβάσω για να φύγω για σπουδές και να μην ξαναδώ κανέναν. Όπως κι έγινε. Για πολλά χρόνια κατηγορούσα και τους γονείς μου που δεν κατάλαβαν τίποτα και πέρασα αυτά που πέρασα στα χέρια του υποτιθέμενου φίλου. Μετά τους δικαιολόγησα μέσα μου, για τις δικές τους προσλαμβάνουσες και αυτά που ήξεραν ίσως δεν θα μπορούσε να πάει και το μυαλό τους. Ανθρωποι του χωριού ήταν, του μόχθου, δεν είχαν φύγει ποτέ από το νησί, ίσως είχα παραπάνω απαιτήσεις απ’ ότι έπρεπε, δεν ξέρω.
• Αυτόν τον άνθρωπο χρειάστηκε να τον ξανασυναντήσεις;
Λίγες φορές. Λίγα χρόνια μετά που γύρισα από τις σπουδές μου, αρρώστησε και πέθανε. Εγώ τότε λυτρώθηκα. Κι ας μην μπορούσε πια να με αγγίξει όταν μεγάλωσα, μόνο όταν πέθανε ηρέμησα. Τώρα όμως που είμαι μάνα κι έχω δικά μου παιδιά, σας μιλώ ειλικρινά, όταν τον φέρνω στο νου μου, θα ήθελα να είχε αντιδράσει, να είχα χειροδικήσει, να τον είχα κάνει να πονέσει όπως πόνεσε κι εμένα. Βλέπω τα παιδιά μου να μεγαλώνουν και θέλω να χτίσω γύρω τους έναν τοίχο, μια ασπίδα για αν μην τα πονέσει κανείς.
Κι αν ποτέ κανείς διανοηθεί να τα πειράξει, θέλω να μπορούν να έρθουν και να μου το πουν. Τα παιδιά δεν είναι σε θέση να προστατέψουν τον εαυτό τους, αυτό είναι υποχρέωση των γονιών. Όπως κι εγώ τότε, αν ήξερα ότι θα βρω μια ανοιχτή αγκαλιά, αντί να φοβάμαι και να ντρέπομαι ότι έκανα κάτι κακό, σκέφτομαι ότι αν είχα το κουράγιο να μιλήσω στους γονείς μου, ίσως το μαρτύριό μου να τελείωνε νωρίτερα. Ισως να μην χρειαζόταν να κουβαλήσω το σταυρό μόνη μου, ίσως να είχα την ευκαιρία να είχα μια ανέμελη παιδική ηλικία. Η ντροπή που κουβαλώ όλα αυτά τα χρόνια, δεν μου επέτρεψε ποτέ να γελάσω μέσα από την καρδιά μου, να παίξω σαν παιδί με τα άλλα παιδιά, να χαρώ με τα παιχνίδια μου. Το βλέμμα μου ήταν πάντα στραμμένο στην πόρτα του σπιτιού, και κάθε φορά που τον έβλεπα να μπαίνει στο σπίτι μας, ένιωθα ένα σφίξιμο που μου στέρησε την παιδικότητά μου. Αυτό δεν θέλω να το περάσει κανένα παιδί, ποτέ ξανά. Ούτε τα δικά μου, ούτε κανένα παιδί του κόσμου. Για αυτό μιλάω σήμερα, γιατί η κοινωνία ίσως είναι έτοιμη να ακούσει και να αντιληφθεί τι ακριβώς συμβαίνει και να απλώσει ένα δίχτυ προστασίας.
Ευτυχώς κάποιοι πιο δυνατοί και πιο τολμηροί από εμένα μίλησαν και σήκωσαν το χαλί που έκρυβε τις ακαθαρσίες της κοινωνίας, για να μπορούμε εμείς να παραδειγματιστούμε και να ανοίξουμε κι εμείς το στόμα μας χωρίς να φοβόμαστε ότι θα πρέπει να απολογηθούμε κι από πάνω που δεν αντιδράσαμε τότε.
Για να πάρει ο καθένας αυτό που του αξίζει και αυτό που του αναλογεί. Δεν ξέρω, αν όσα ευχαριστώ κι αν πούμε στη Σοφία Μπεκατώρου, φτάνουν για να γίνει αντιληπτό ότι έδωσε φωνή σε εκατοντάδες θύματα και έδωσε δύναμη σε κατακερματισμένες ψυχές να μαζέψουν τα κομμάτια τους και να βγάλουν από μέσα τους αυτό τον «καρκίνο». Γιατί όπως διάβασα κάπου, ο φόβος τώρα πήγε στη σωστή μεριά και έγινε αντιληπτό ότι οι διεστραμμένοι θύτες δεν είναι παντοδύναμοι και δεν μπορούν να δολοφονούν παιδικά χαμόγελα.
• Κλείνοντας τη συνέντευξη, τι θα ήθελες να πεις;
Αυτό που θέλω είναι να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα όλο αυτό που έγινε. Να ληφθεί μέριμνα από τους ειδικούς, να μπουν προγράμματα στα σχολεία, να εκπαιδευτούν τα παιδιά να μπορούν να καταλάβουν πότε η προσέγγιση που τους γίνεται είναι λάθος και να εκπαιδευτούν και οι γονείς να μπορούν να το διαχειριστούν. Όταν θα σπάσει το απόστημα, να έχει βγει κάτι σωστό, κι όλες αυτές οι φωνές να μπορέσουν να γίνουν ασπίδα για όλα τα παιδιά, για όλα τα θύματα. Να ξέρουν ότι όταν θα καταγγείλουν την κακοποίηση θα βρουν μια ανοιχτή αγκαλιά και όχι ένα σηκωμένο δάχτυλο. Αυτό είναι το πιο σπουδαίο.
• Αγγελική σε ευχαριστώ πολύ για αυτή την κατάθεση ψυχής…
Κι εγώ σας ευχαριστώ που με ακούσατε… Να μην πάει χαμένος όλος αυτός ο πόνος που βγαίνει από τα σωθικά μας, να γίνει ο πόνος δύναμη και ασπίδα για τα άλλα παιδιά, για να μπορέσουμε κι εμείς να ξανακοιμηθούμε ήρεμοι και την παιδικότητα που χάσαμε να την κερδίσουν άλλα παιδιά. Αυτό να προσπαθήσετε κι εσείς. Σας ευχαριστώ πολύ.