Το Κίνημα Αλλαγής προτείνει συνδυασμό παρεμβάσεων και ενεργειών για να αντιμετωπιστεί η πανδημία του κορονοϊού και να περιοριστούν οι επιπτώσεις.
Το Κίνημα Αλλαγής προτείνει συνδυασμό παρεμβάσεων και ενεργειών για να αντιμετωπιστεί η πανδημία του κορονοϊού αποτελεσματικότερα και να περιοριστούν οι επιπτώσεις.
“Στηρίζοντας την προσπάθεια με εποικοδομητική κριτική και χρήσιμες προτάσεις όπως η ολοκληρωμένη πρόταση για την υπηρεσία πρώτης γραμμής με αξιοποίηση του δικτύου της πρωτοβάθμιας και επισκέψεις σε σπίτια”, αναφέρει σε ενημερωτικό σημείωμα του το Κίνημα Αλλαγής και επισημαίνει ορισμένα κρίσιμα θέματα, για τα οποία απαιτούνται νέες παρεμβάσεις της πολιτείας. Συγκεκριμένα:
1) Ενίσχυση του ιατρικού δυναμικού του ΕΣΥ
Μαζί με την αυτονόητη άμεση πραγματοποίηση των προσλήψεων ιατρών και νοσηλευτών στα δημόσια νοσοκομεία (που έχουν εξαγγελθεί,) και με δεδομένη την άμεση ανάγκη στελεχών με εμπειρία σε ΜΕΘ και ΜΑΦ, είναι απαραίτητη και η ένταξη όλων των διαθέσιμων γιατρών συναφών ειδικοτήτων που διατηρούν ιδιωτικά ιατρεία στο σχεδιασμό της αντιμετώπισης της κρίσης. Σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η Ελλάδα έχει πολλούς και κάλους ειδικούς γιατρούς τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα.Επίσης στον συνολικό σχεδιασμό πρέπει να ενταχθούν τόσο οι στρατιωτικοί γιατροί, όσο και πρόσφατα συνταξιοδοτηθέντες ειδικευμένοι γιατροί.
2) Διαθεσιμότητα όλων των κλινών και δωρεάν νοσηλεία
Η κυβέρνηση πρέπει να εξασφαλίσει όχι μόνο τη διαθεσιμότητα ΟΛΩΝ των κλινών αλλά και την δωρεάν νοσηλεία όλων των ασθενών με κορονοϊό, με κάλυψη από τον ΕΟΠΥΥ, χωρίς συμμέτοχες και χρεώσεις. Σε ότι απαιτεί αυξημένο κόστος η αιτιολόγηση πρέπει να είναι πλήρης και η διαφάνεια εξασφαλισμένη. Κυρίως δεν είναι ο καιρός για «χάρες» πελατειακού χαρακτήρα. Η αδικαιολόγητη και απαράδεκτη αύξηση της αποζημίωσης των ιδιωτικών ΜΕΘ δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά που πρέπει να απαντηθούν.,..Με δεδομένο ότι η εξαγγελία της Κυβέρνησης για την ένταξη στο σύστημα ενός υπό δημιουργία ιδιωτικού νοσοκομείου στην Δυτική Αττική, δεν φαίνεται να έχει ουσία, προτείνουμε να εξετασθεί άμεσα η ένταξη του «Ερρίκος Ντυνάν», που διαθέτει και έμπειρο δυναμικό.
3) Ένταξη όλων των εργαστηρίων στον σχεδιασμό και αύξηση των τεστ
Σε ότι αφορά στα τεστ, έχουμε από μέρες επισημάνει την ανάγκη αύξησης των διαθεσίμων αντιδραστηρίων όσο και των εργαστηρίων. Το απαιτεί ο αποτελεσματικότερος έλεγχος της διασποράς στην κοινότητα αλλά και η προστασία των υγειονομικών. Δυστυχώς η διαθεσιμότητα παραμένει χαμηλή και καθώς όλες οι χώρες επιταχύνουν εξασφαλίζοντας είτε PCR είτε screening τεστ (τα λεγόμενα γρήγορα) η Ελλάδα εμφανίζεται απρόθυμη ή ανήμπορη να ακολουθήσει. Καθυστέρει η ανάπτυξη των κινητών μονάδων που είχαμε προτείνει αλλά και η αύξηση των εργαστηρίων.
Εντύπωση προκαλεί ο αποκλεισμός πρακτικά πολλών εργαστηρίων τόσο στα πανεπιστήμια όσο και σε μεγάλες υγειονομικές μονάδες, εργαστηρίων που έχουν αποδεδειγμένη εμπειρία σε τεστ PCR και έμπειρο προσωπικό. Τη στιγμή που η Γερμανία ενέταξε ακόμα και κτηνιάτρους στην προσπάθεια, έμπειροι μοριακοί βιολόγοι και γενετιστές παραμένουν ανενεργοί παρά την προθυμία τους να συμμετάσχουν. Ταυτόχρονα πρέπει να είμαστε η μόνη χώρα της Ευρώπης που δεν προσπαθεί καν να αρχίσει εγχωρία παραγωγή αντιδραστηρίων. Όλα τα εργαστήρια πρέπει να ενταχθούν άμεσα στο δίκτυο και τα τεστ πρέπει να αυξηθούν άμεσα. Η καθυστέρηση είναι απαράδεκτη και δυνητικά επικίνδυνη.
4) Να σταματήσει η αισχροκέρδεια στα τεστ
Σήμερα έχουμε σπατάλη αντιδραστηρίων χωρίς κλινικά κριτήρια και φαινόμενα αισχροκερδείας τόσο εις βάρος των ασθενών όσο και εις βάρος από ότι φαίνεται του Δημοσίου. Αν δεν υπάρξει παρέμβαση – υποχρεωτική συνταγογράφηση της εξέτασης αφενός και διατίμηση αφετέρου – καθώς τα γρήγορα τεστ αρχίζουν να κατακλύζουν την αγορά, τέτοια φαινόμενα θα ενταθούν.
5) Παρακολούθηση και στήριξη των ασθενών που παραμένουν στο σπίτι
Ήδη δυο τουλάχιστον νέοι σε ηλικία ασθενείς που παρέμεναν σε κατ’ οίκον νοσηλεία κατέληξαν από αιφνίδια υποτροπή της νόσου. Το σύστημα παρακολούθησης των ασθενών αυτών παρουσιάζει μεγάλα κενά. Έχουμε καταθέσει ολοκληρωμένη πρόταση για την ενεργοποίηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας και την εμπλοκή του προγράμματος “Βοήθεια στο Σπίτι”.