Τον χρόνο που «χάσανε» μέσα στην πανδημία προσπαθούν να ανακτήσουν οι τουρίστες διεθνώς, με αποτέλεσμα να βάζουν υψηλά στη λίστα των προτεραιοτήτων τους τη δημιουργία αυθεντικών εμπειριών κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους, ακόμη κι αν αυτό ανεβάζει το κόστος των διακοπών τους. Η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες με μεγάλο και ανεπτυγμένo τουριστικό τομέα, έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί αυτή την τάση.
Σύμφωνα με σχετική έρευνα της Mastercard για τις τάσεις της ταξιδιωτικής βιομηχανίας, μετά την άρση των υγειονομικών μέτρων για την πανδημία στις περισσότερες περιοχές της Δύσης, οι τουρίστες άρχισαν να δαπανούν περισσότερα στις ξεχωριστές εμπειρίες -ήτοι θέρετρα πολυτελείας, αξιομνημόνευτες δραστηριότητες, γαστρονομικές εμπειρίες κ.α.- έναντι των υλικών πραγμάτων.
Παρότι η τάση αυτή παρέμεινε σταθερή και πέρυσι, το μεγάλο ερώτημα μπαίνοντας στο 2023 ήταν εάν θα υπήρχε συρρίκνωση των τουριστικών δαπανών για εμπειρίες και επιστροφή στην κατανάλωση πραγμάτων, λόγω της άρσης των αυστηρότατων υγειονομικών μέτρων στην Κίνα. Και αυτό διότι οι Κινέζοι τουρίστες ανέκαθεν στρέφονταν προς τα υλικά αγαθά, επενδύοντας αδρά και σε προϊόντα πολυτελείας.
Κι όμως, προς έκπληξη πολλών, οι ταξιδιώτες συνολικά διατήρησαν υψηλά στις προτεραιότητές τους την απόκτηση μοναδικών εμπειριών έναντι των πραγμάτων. Όπως δήλωσε εκπρόσωπος της Mastercard στο MR, φαίνεται πως πρόκειται για μια διαρθρωτική αλλαγή, η οποία παίρνει ώθηση όχι μόνο από την επιθυμία μας να ανακτήσουμε τον «χαμένο» χρόνο της πανδημίας, αλλά και από μια ευρύτερη αναγνώριση της αξίας που έχει η απόλαυση της στιγμής.
Πώς ευνοείται η Ελλάδα
Αυτή η νέα δυναμική αποτυπώνεται έντονα και στην ελληνική αγορά, όπου μετά την έναρξη του 2022, παρατηρείται σχεδόν σταθερή απόκλιση των τουριστικών δαπανών σε εμπειρίες έναντι υλικών πραγμάτων. Σύμφωνα με την έκθεση της Mastercard, πρόκειται για μία τάση, η οποία παρατηρείται εν συνόλω σε χώρες με μεγάλο και ανεπτυγμένο τουριστικό τομέα, δηλαδή πέρα από την Ελλάδα και στους ανταγωνιστές της στη Νότια Ευρώπη, την Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία.
Πηγή kathimerini.gr