Μέτρα τα οποία φιλοδοξούν να απενεργοποιήσουν τη δημοσιονομική βόμβα του δημογραφικού το οποίο διαφορετικά θα οδηγούσε σε ολοένα αυξανόμενες δαπάνες για ασφάλιση και υγεία, τινάζοντας στον αέρα τους κρατικούς προϋπολογισμούς, ανακοινώνει σύντομα η κυβέρνηση.
Στην εβδομαδιαία ανάρτησή του για το κυβερνητικό έργο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προανήγγειλε το σχέδιο για τη στήριξη της οικογένειας, που περιλαμβάνει και ένα νέο, ευρύτερο στεγαστικό πρόγραμμα για τα νέα ζευγάρια.
Σύμφωνα με όσα έγραψε ο πρωθυπουργός, στο σχέδιο περιλαμβάνονται ειδικότερα φορολογικά κίνητρα για τις νέες οικογένειες ώστε να παίρνουν ευκολότερα την απόφαση να προχωρήσουν στο πρώτο και στο δεύτερο παιδί. Θα θεσπιστούν περισσότερες υπηρεσίες υποστήριξης των αναγκών τους για υγεία και εκπαίδευση, ειδικά στα πρώτα βήματά της οικογένειας. Θα ανακοινωθούν επίσης, μέτρα για την αγορά εργασίας, την αύξηση της απασχόλησης και την εξισορρόπηση του οικογενειακού και του επαγγελματικού χρόνου.
Το νέο στεγαστικό πρόγραμμα θα κινηθεί σε τρεις άξονες: Κίνητρα σε ιδιώτες για να αξιοποιηθούν παλιά κλειστά -σήμερα- σπίτια σε μακροχρόνιες μισθώσεις, διάθεση μετά από επισκευή -κλειστών σήμερα- ακινήτων του δημοσίου μέσω της ΔΥΠΑ και το νέο εργαλείο της “κοινωνικής αντιπαροχής”, δηλαδή της αξιοποίησης δημόσιας περιουσίας δομημένης και αδόμητης, με σπίτια που θα δοθούν για μακροχρόνια ενοικίαση.
Μικρότερη ανάπτυξη
Τον κώδωνα του κινδύνου για την πληθυσμιακή γήρανση έχουν κρούσει εδώ και χρόνια οι διεθνείς οργανισμοί που παρακολουθούν στενά την ελληνική οικονομία. Συγκεκριμένα, τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχουν συμπεριλάβει στις μακροχρόνιες προβλέψεις τους την ανάπτυξη της Ελλάδας, τη γήρανση και τη μείωση του πληθυσμού. Με αυτά τα δεδομένα, προβλέπουν ανάπτυξη 1,3%-1,5% μετά το 2026 που θα έχει ολοκληρωθεί και το Ταμείο Ανάκαμψης. Πού βασίζονται οι προβλέπεις;
Η τελευταία έκθεση της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής την οποία έχει στα χέρια της η Κομισιόν αναφέρει πως ο πληθυσμός στην Ελλάδα προβλέπεται από την EUROSTAT και μειώνεται από 10,438 εκατομμύρια το 2022 σε 7,777 εκατομμύρια το 2070.
Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση, για τους άνδρες αυξάνεται από 78,8 το 2022 σε 86,5 έτη το 2070 και για τις γυναίκες αυξάνεται επίσης από 84,2 το 2022 σε 90,4 έτη το 2070.
Γήρανση του εργατικού δυναμικού
Η μείωση του πληθυσμού θα οδηγήσει μοιραία και σε ένα πιο γερασμένο εργατικό δυναμικό. Με βάση την ίδια μελέτη, το 2030 οι 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχοι (δεδομένου ότι το σύστημα παραμένει κυρίως ανακεφαλαιοποιητικό) θα παίρνουν τις συντάξεις τους οπό τις εισφορές 4,03 εκατομμύρια εργαζόμενων. Στο τέλος του 2040, οι 2,76 εκατομμύρια συνταξιούχοι θα παίρνουν τις συντάξεις τους από τις εισφορές 3,7 εκατομμυρίων εργαζομένων. Το 2050 οι 2,965 εκατομμύρια συνταξιούχοι θα πληρώνονται από 3,38 εκατομμύρια εργαζόμενους. Στο τέλος της περιόδου προβολής, το 2070, η εικόνα που διαγράφεται είναι απελπιστική αφού 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχοι θα πληρώνονται από 3,1 εκατομμύρια εργαζόμενους.
Την ίδια ώρα, το ποσοστό απασχόλησης των ατόμων από 65 έως και 74 ετών θα εκτοξευτεί από το 9,9% το 2030, στο 24,3% το 2070. Το ποσοστό απασχόλησης των εργαζόμενων από 55 έως και 64 ετών από 52,2% το 2022 θα φτάσει το 74,5% το 2070. Όλα αυτά, θα αυξήσουν τη μέση ηλικία του εργατικού δυναμικού από τα 43 χρόνια σήμερα στα 45 χρόνια το 2070.
Οι δαπάνες συντάξεων
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, η δαπάνη για συντάξεις θα μειωθεί για την περίοδο 2022-2070 κατά 2,5%, η οποία όμως θα περιορίζεται από την αύξηση για δαπάνες υγείας οι οποίες αναμένεται την ίδια περίοδο να αυξηθούν κατά 0,7%.
Την ίδια ώρα, η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ, αν και αναφέρει πως για την ώρα η Ελλάδα εξακολουθεί να ξοδεύει πολλά και συγκεκριμένα το 15,7% του ΑΕΠ σε συντάξεις έναντι 8,9% του ΑΕΠ που είναι ο μέσος όρος των συνταξιοδοτικών δαπανών στον ΟΟΣΑ και 8,5% στις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβλέπει πως η χώρα μας είναι η μόνη που θα πετύχει αξιοσημείωτη μείωση μακροπρόθεσμα, προφανώς λόγω της ωρίμανσης του νόμου Κατρούγκαλου.
Ετσι, η δαπάνη θα μειώνεται, αν και θα παραμένει υψηλή, έως το 2035 (13,7% έναντι 9,8% στον ΟΟΣΑ και 9,4% στην Ε.Ε.), ενώ θα πέσει στο 12% του ΑΕΠ, λόγω της ωρίμανσης όλων των προηγούμενων συνταξιοδοτικών παρεμβάσεων, το 2060, όταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα βρίσκεται στο 13,9% του ΑΕΠ και στον ΟΟΣΑ στο 10,3%.
Πηγή capital.gr