Του Γιώργου Υψηλάντη
Αποτιμώντας την πορεία των τελευταίων οχτώ μηνών, θυμάμαι τον εαυτό μου πριν τις εκλογές του Γενάρη, σε δημόσιες συζητήσεις σε τοπικά μέσα ενημέρωσης, να τονίζω και να ξενίζω ίσως, ότι το δύσκολο για τον Σύριζα δεν ήταν να κερδίσει τις εκλογές. Ήταν φως φανάρι, έτσι όπως τα είχαν καταφέρει οι αλήστου μνήμης προκάτοχοί του στη διακυβέρνηση της χώρας. Το δύσκολο έλεγα είναι η επόμενη μέρα, γιατί θα έχει λυσσαλέο πόλεμο από τους δανειστές, θα έχει την υπονόμευση της κατσαρόλας από τους εγχώριους συνεργάτες τους και κυρίως πόνο, ιδρώτα και δάκρυα για το λαό μας. Μίλαγα για την ανάγκη προετοιμασίας του λαού ν’ αντιμετωπίσει όρθιος και ενωμένος αυτά που θάρθουν, για την ανάγκη συμμετοχής του στις αποφάσεις που τον αφορούν. Ομολογώ ότι ο Σύριζα κυρίως ως κόμμα, και πολύ λιγότερο ως κυβέρνηση, σ’ αυτό δεν τα κατάφερε. Αρκέστηκε στην εντολή ανάθεσης που του δώσαμε να διαπραγματευτεί και να λύσει τα προβλήματά μας, για μας αλλά χωρίς εμάς. Ότι δεν κατάφερε όμως ο Σύριζα, το κατάφεραν οι δανειστές. Δείχνοντας το πιο αποκρουστικό τους πρόσωπο, κατάφεραν να διεγείρουν το θυμικό και τα σχετικά μ’ αυτό ανακλαστικά ενός ολόκληρου λαού. Γιατί μη μου πείτε ότι δεν τσιτώνονται τα νεύρα όλων μας, κι αυτών που θα ψηφίσουν όχι κι αυτών που θα ψηφίσουν ναι, όταν βλέπουν όλα αυτά τα κοράκια να μας κουνούν το δάχτυλο; Μ’ εξαίρεση ίσως μερικούς ευρωλιγούρηδες γραικύλους που εκστασιάζονται βλέποντάς τους. Δεν έπεσα τελικά έξω, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Το θέμα είναι τι κάνουμε σήμερα, τι κάνουμε από δω και πέρα.
Βρισκόμαστε μπροστά στην ευθύνη να πάρουμε μιαν απόφαση. Εμείς οι ίδιοι, όχι κάποιος άλλος για λογαριασμό μας, για να του τη λέμε κι από πάνω, δικαίως ή αδίκως. Η ευθύνη είναι ατομική, όπως ατομική είναι η απόφαση του καθενός. Όμως το αποτέλεσμα των ατομικών μας αποφάσεων, είναι συλλογικό και θα μας αφορά όλους. Θα καθορίσει το αύριο της χώρας, το αύριο το δικό μας και των γενεών που ακολουθούν.
Οι αποφάσεις δεν παίρνονται με το θυμικό, αυτό έχει να κάνει με τα συναισθήματα μας. Δεν παίρνονται με συνθήματα, ιαχές, βρισιές, αλαλαγμούς και εθνεγερτήρια εμβατήρια, αυτά βοηθούν μόνο στην εσωτερική εκτόνωση, που κι αυτήν βέβαια την έχουμε ενίοτε ανάγκη. Οι αποφάσεις παίρνονται με λογισμό και γνώση κι αυτό έχει να κάνει με το νου, όχι με την καρδιά.
Έχω ξεκάθαρη θέση υπέρ του όχι σ’ αυτήν τη συμφωνία-τελεσίγραφο των δανειστών. Αν τους φωτίσει ο Θεός και φέρουν κάτι ανθρώπινο στο τραπέζι πριν την Κυριακή, είμαι έτοιμος και για το ναι. Ξεκαθαρίζω επίσης, ότι γράφοντας αυτές τις γραμμές, δεν επιδιώκω να επηρεάσω τη γνώμη κανενός για το τι θα ψηφίσει.
Επαναλαμβάνω ότι είναι η ώρα της ατομικής ευθύνης που θα καθορίσει τη συλλογική μας μοίρα. Με αυτή την έννοια είναι η ώρα της περισυλλογής, του διαλόγου και του σεβασμού της διαφορετικής απόφασης του καθενός. Γιατί αυτό είναι η δημοκρατία, γιατί αυτό είναι ο πολιτισμός που διδάξαμε στην Ευρώπη, γιατί αυτή είναι η στάση που θα σφυρηλατήσει την εθνική ομοψυχία και θ’ αποτρέψει τον διχασμό. Η Ελλάδα δεν κινδύνεψε ποτέ ούτε από σωστές, ούτε από λάθος αποφάσεις, ούτε από παράτολμα ρίσκα, ούτε σε άνισες με την κοινή λογική μάχες. Κινδύνεψε όποτε βρέθηκε διχασμένη!
Ας πάρει λοιπόν ο καθένας την δική του απόφαση. Χωρίς φονταμενταλιστικό φανατισμό περί του αλάθητου της άποψής του από τη μια, χωρίς εμμονές υπεράσπισης λαθεμένων επιλογών που έκανε στο παρελθόν από την άλλη. Δικαίωμα στο λάθος έχουμε όλοι, αρκεί να έχουμε το κουράγιο να το διορθώσουμε όταν το αντιληφθούμε. Με επίγνωση της επίπτωσης της δικής μας ατομικής απόφασης στην ζωή όλων των άλλων. Ας σεβαστεί ο ένας την απόφαση του άλλου, μα κυρίως ας σεβαστούμε κι ας υπηρετήσουμε όλοι μαζί με ομοθυμία, τη συλλογική απόφαση που θα προκύψει. Γιατί θα είναι απόφαση όλων μας, απόφαση του λαού μας. Αν απαιτούμε από τους ξένους να σεβαστούν το λαό μας και τις αποφάσεις του, οφείλουμε να το πράξουμε πρώτα εμείς οι ίδιοι.
Αν κάτι τελικά αξίζει να κουβεντιάσει κανείς, είναι ο τρόπος που θα προσεγγίσουμε το θέμα προκειμένου να πάρουμε ο καθένας την απόφασή που του αναλογεί.
Είναι περισσότερο από προφανές ότι σε μια δημοκρατικά αλλά ταυτόχρονα ταξικά δομημένη κοινωνία, δεν μπορούμε να σκεφτούμε και ν’ αποφασίσουμε όλοι με τον ίδιο τρόπο και τα ίδια κριτήρια, ούτε να καταλήξουμε όλοι στην ίδια απόφαση. Δεν είμαστε Βόρεια Κορέα. Με άλλο τρόπο θα σκεφτεί και μ’ άλλα κριτήρια θ’ αποφασίσει αυτός που δεν έχει να περιμένει τίποτα από τα ATM (λειτουργούν, δεν λειτουργούν), αυτός που δεν τον περιμένει μεροκάματο το επόμενο πρωί κι αλλιώς αυτός που θα βάλει πιο ψηλά τις όποιες καταθέσεις έχει (μικρές ή μεγαλύτερες) και την όποια ασφάλεια θεωρεί ότι του παρέχουν. Για πόσο άραγε; Όμως αυτά θαρρώ πως είναι πρόσκαιρα και εφήμερα κριτήρια και δεν μπορούν ν’ αποτελέσουν τη βάση της απόφασης που πρέπει ο καθένας μας να πάρει.
Θα ήταν ίσως κάπως πιο ουσιαστικό να ζυγίσουμε τις συνέπειες της μιας ή της άλλης επιλογής. Πέστε μας τι θα συμβεί αν πούμε ναι και τι θα συμβεί αν πούμε όχι, με ρωτούν πολλοί φίλοι μου. Εύκολα μπαίνεις στον πειρασμό να κάνεις αυτήν την κουβέντα. Δεν θα έπαβε όμως να είναι η εκτίμηση μου απέναντι στην δική σου, η άποψη μου απέναντι στη δική σου, η δική μου μαντεψιά απέναντι στη δική σου. Κι αυτό μόνο αδιέξοδη κι ανώφελη σύγκρουση μπορεί να παράξει. Και κυρίως ν’ αναδείξει τον φόβο μπρος στο άγνωστο(;) ως κυρίαρχο κριτήριο της απόφασής μας. Κι ο φόβος είναι το χειρότερο κριτήριο για να πάρει κάποιος μιαν απόφαση. Ο φόβος οδηγεί σε τυφλή υποταγή. Το ξέρουν κι οι «εταίροι». Γι’ αυτό παίζουν το χαρτί του φόβου τόσα χρόνια, γι’ αυτό θα συνεχίσουν να το παίζουν με μεγαλύτεη ένταση, μέχρι την τελευταία ώρα.
Νομίζω πως έφτασε η στιγμή ν’ αποφασίσει ο καθένας μας ποια ζωή θέλει, ποια πατρίδα θέλει. Ν’ αναλογισθεί τις ευθύνες του για όσα έφεραν τη ζωή του ως εδώ, θες από αδυναμία, από άγνοια, θες από αβλεψία, από ανοχή, από βόλεμα -ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω- και να δει αν θέλει να τ’ αλλάξει κάνοντας μια νέα αρχή ή αν βολεύεται με όσα καταφέραμε ως τώρα. Νομίζω ότι κάπου σ’ αυτά, βρίσκεται ο πυρήνας της απόφασής μας. Γιατί ανεξάρτητα αν κάποιοι αποφασίσουν ναι και κάποιοι αποφασίσουν όχι, η αλήθεια είναι πως έφτασε η ώρα ν’ αλλάξουμε τη ζωή και τη χώρα μας. Έτσι όπως είναι, δεν πάει άλλο! Κυρίως ν’ αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι. Όσοι έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους, ότι μπόρα ήταν τα τελευταία πέντε χρόνια, θα περάσει και θα ξαναγυρίσουμε στην «ανεμελιά» της φούσκας που ζήσαμε για πάνω από δυο δεκαετίες –μερικοί αμέριμνοι, τη ζουν ακόμα- μάλλον πλανιέται πλάνη οικτρά. Αυτό δεν θα συμβεί, ούτε με το ναι, ούτε με το όχι.
Είναι καιρός ν’ ανασκουμπωθούμε χτίζοντας ένα διαφορετικό μέλλον, χωρίς εξαρτήσεις, χωρίς βάρη, χωρίς δεκανίκια, με αλληλεγγύη και δημοκρατία, με αξιοκρατία, ισονομία και αξιοπρέπεια, αλλά κυρίως με σκληρή δουλειά. Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας ούτε από τις καφετέριες, ούτε από τα ορθάδικα, ούτε από το facebook, ούτε με κρατικές επιδοματικές πολιτικές, ούτε με την επιχειρηματική ασυδοσία μπορεί να γίνει! Κι αυτό δεν το αποφεύγουμε είτε πούμε ναι, είτε πούμε όχι. Εκτός κι αν αποφασίσουμε να γίνουμε ιδανικοί αυτόχειρες.
Έφτασε η ώρα η σημερινή κυβέρνηση ν’ ανοίξει αυτή τη συζήτηση, να δώσει δείγματα γραφής και να εμπνεύσει το λαό σ’ αυτήν την πορεία, να ξεπεράσει ίσως τον ίδιο της τον εαυτό και τις δικές της αγκυλώσεις. Δεν έχει εξαρτήσεις, δεν είναι υποταγμένη, στο χέρι της είναι να τα καταφέρει. Η μάχη με τους δανειστές όποια έκβαση και να έχει τελικά, αναμφίβολα ήταν μαρτυρική και δύσκολη, όμως η πρόκληση που έχει μπρος της, είναι δυσκολότερη. Το ίδιο δύσκολη θα είναι και για μας! Είναι η πρόκληση που πρέπει ν’ αναλάβουμε με τη συλλογική απόφαση που θα πάρουμε. Θα ξεβολευτούμε, θα κουραστούμε, θα ματώσουμε, αλλά μπορούμε να τα καταφέρουμε!