Χωρίς απάντηση ελπίδας έμειναν, δυστυχώς, πολλοί πολίτες που πάσχουν από μορφές της σκλήρυνσης κατά πλάκας, καθώς το αίτημά τους –όπως μεταφέρθηκε στο Κοινοβούλιο από τον κ. Σπ. Λυκούδη, να ενταχθούν στη λίστα η οποία περιλαμβάνει τις μη αναστρέψιμες ασθένειες, έμεινε χωρίς ανταπόκριση από την κυβέρνηση.
«Η σκλήρυνση κατά πλάκας σύμφωνα με την ιατρική κοινότητα είναι μια ασθένεια μη αναστρέψιμη, ανίατη, διαρκώς εξελισσόμενη και με πλήθος συμπτωμάτων» είπε ο κ. Λυκούδης απευθυνόμενος με επίκαιρη ερώτηση στον υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Αν. Πετρόπουλο. «Το Υπουργείο έχει εντάξει στην λίστα των μη αναστρέψιμων ασθενειών δύο από τις πέντε βασικές μορφές της σκλήρυνσης κατά πλάκας, αυτές που εμφανίζουν ιδιαίτερα τα προβλήματα που έχουν σχέση με τις κινητικές δυνατότητες ή αδυναμίες, όπως μπορούμε να το πούμε το θέμα των πασχόντων. Όμως, ένα άλλο μεγάλο κομμάτι μορφών της ασθενείας που δεν έχουν εμφανή κινητικά προβλήματα για να εντάσσονται στη λίστα, απ’ ό,τι διαβάζω αφορά το 80-85% των ασθενούντων, που δεν εντάσσονται σε αυτή τη λίστα», συνέχισε ο ερωτών βουλευτής του Ποταμιού και Ζ’ Αντιπρόεδρος της Βουλής.
Στην ανάπτησή του ο κ. Πετρόπουλος υποστήριξε αρχικώς ότι δεν είναι θέμα πολιτικής επιλογής το πώς θα διαμορφώνεται η συγκεκριμένη λίστα. «Δεν είμαστε εμείς που κρίνουμε την αναπηρία, αλλά οι γιατροί, οι οποίοι με βάση τους κανόνες που ισχύουν και με τη συμμετοχή των ιατρικών εταιρειών διαμόρφωσαν τον πίνακα» είπε ο κ. Πετρόπουλος, για να σημειώσει μεταξύ άλλων: «Επειδή η πάθηση αυτή, όπως και εσείς σημειώνετε, έχει μία διακύμανση ανικανότητας – ξεκινάει με 35% αναπηρία και αυξάνεται μέχρι το 100%- οι δύο παθήσεις που έχουμε εντάξει, είναι πραγματικά περιπτώσεις που καθιστούν μια σειρά απασχολήσεων απαγορευτική και αδύνατη την ένταξη του ανθρώπου στην οικονομική και κοινωνική του ζωή. Θα παρακολουθούμε συνεχώς πώς λειτουργεί αυτός ο πίνακας και στον βαθμό που χρειάζεται να υπάρξει βελτίωση, θα υπάρξει».
Οταν δε, η σχετική συζήτηση φάνηκε να επικεντρώνεται στην επιδοματική πολιτική, ο κ. Λυκούδης έσπευσε να παρατηρήσει: «Δεν αναφέρθηκα καθόλου σε επιδόματα, δεν αναφέρθηκα καθόλου στο εάν θα έπρεπε να έχει οικονομική φροντίδα η πολιτεία. Οι άνθρωποι λένε το εξής: Στεκόμαστε στην κοινωνία, ξέρουμε ότι δεν θα γίνουμε καλά, δώστε μας τη δυνατότητα να μην ταλαιπωρούμαστε, δηλαδή, όπως και οι υπόλοιποι, να μην πηγαίνουμε κάθε δύο-τρία χρόνια στα ΚΕΠΑ να μας επιβεβαιώνουν την αναπηρία μας όπως όλοι οι υπόλοιποι χαρακτηρίζονται ανάπηροι εφ’ όρου ζωής. Δώστε μας και μας αυτή τη δυνατότητα της μη ταλαιπωρίας, κύριε Υπουργέ, όχι της επιδότησης. Δεν είναι οικονομικό το πρόβλημα και γι’ αυτό είναι ακόμα πιο άξιοι προσοχής και ενδιαφέροντος οι συγκεκριμένοι συνάνθρωποί μας. Αυτό ζητούν, δεν ζητούν επιδόματα ούτε λεφτά».
Ο κ. Πετρόπουλος περιορίστηκε να σημειώσει ότι εντάχθηκαν οι δύο μορφές της ασθένειας στη λίστα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι τούτο έγινε με κυβερνητική πρωτοβουλία και κατόπιν διαπραγματεύσεων, εν μέσω μνημονιακών δυσκολιών: «Επειδή δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό που είπατε, να πηγαίνουν κάθε τόσο στα ΚΕΠΑ να ταλαιπωρούνται -είναι βασανισμός, είναι απαράδεκτο να επιτρέπουμε μια τέτοια κατάσταση να γίνεται με τον τρόπο που γινόταν- το αλλάξαμε. Πείσαμε μέσα στα νέα πεδία και στο επίπεδο ελευθερίας που αποκτήσαμε αυτό το διάστημα, να πούμε ότι δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτό. Είναι ντροπή. Τους πείσαμε». Και επανερχόμενος στα «επιδοματικά», με την ευκαιρία της επίκαιρης ερώτησης μίλησε εκ νέου για χρηματική παροχή προς συγκεκριμένες κατηγορίες ασθενών: «Σύντομα θα εκδώσω απόφαση που δίνει και το εξωιδρυματικό επίδομα, το οποίο δεν προβλεπόταν, σε άτομα που πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας, όταν είναι σε αυτόν το βαθμό η σκλήρυνση κατά πλάκας που δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί. Το εξωιδρυματικό επίδομα είναι μια σημαντική δαπάνη, αλλά αναγκαία γι’ αυτόν τον άνθρωπο, τον έναν που θα χρειαστεί βοήθεια. Και θα το κάνουμε και αυτό. Δεν προβλεπόταν. Το κάνουμε», είπε συγκεκριμένα.