Ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών προσέφυγαν με έφεση κατά της υπ’ αρίθμ. 477/2019 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών τρεις Ροδίτες, με αίτημα να αναγνωριστεί ως άκυρη η διαδικασία υποχρεωτικής εξαγοράς μετοχών τους στην Εμπορική Τράπεζα αλλά και η διαδικασία δημόσιας πρότασης και εξαγοράς της από την Crédit Agricole S.A..
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών με την ως άνω απόφαση του έκρινε εαυτό αναρμόδιο για να αποφανθεί επί της αγωγής ενώ με την υπ’ αρίθμ. 39/2017 απόφαση που εξέδωσε το Εφετείο Δωδεκανήσου επικυρώθηκε όμοια του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου με την οποία είχαν κριθεί τα τοπικά δικαστήρια αναρμόδια για να εκδώσουν απόφαση επί της αγωγής και η αγωγή ασκήθηκε εκ νέου στο αρμόδιο δικαστήριο και προσδιορίστηκε.
Οι τρεις Ροδίτες στράφηκαν συγκεκριμένα κατά της Εμπορικής Τράπεζας, της Crédit Agricole S.A. και της HSBC France S.A και προβάλλουν ως άδικη, παράνομη, καταχρηστική και επιβλαβή για τα συμφέροντά τους τη διαδικασία υποχρεωτικής εξαγοράς μετοχών τους.
Στην Credit Agricole μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης περιήλθε ως γνωστόν το 93% της Εμπορικής Τράπεζας ή 476.371.723 μετοχές. Πριν τη δημόσια πρόταση, η Credit Agricole κατείχε το 91% της Εμπορικής και η θυγατρική Sacam 5%.
Οι τρεις Ροδίτες ζήτησαν παραπέρα από την Credit Agricole να επιστρέψει στα χαρτοφυλάκιά τους ισόποσο αριθμό, ίδιας αξίας και ίδιας τάξεως μετοχών με εκείνο που εξαγόρασε, να απειληθεί σε βάρος της χρηματική ποινή 50.000 ευρώ για κάθε μήνα καθυστέρησης και προσωπική κράτηση καθενός των μελών του διοικητικού της συμβουλίου διάρκειας ενός έτους.
Επιπλέον ζήτησαν να καταδικαστούν οι τρεις εναγόμενες σε ολόκληρο σε καταβολή αποζημίωσης ύψους 150.000 ευρώ για ηθική βλάβη και επικουρικά να καταδικαστούν σε ολόκληρο σε καταβολή αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία ίση με την προσδιορισθησομένη δίκαιη τιμή των μετοχών τους καθώς και σε πρόσθετη αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης από 150.000 ευρώ επιπρόσθετα σε κάθε ενάγοντα.
Όπως έγραψε η “δημοκρατική”, κατά τη διάρκεια της περιόδου αποδοχής της Credit Agricole 2.729 μέτοχοι της Εμπορικής αποδέχθηκαν τη δημόσια πρόταση προσφέροντας συνολικά 10.222.678 μετοχές οι οποίες αντιπροσωπεύουν περίπου το 2% του ολοσχερώς καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Δηλαδή, συνολικά ο όμιλος της Credit Agricole μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης κατέχει το 98% της Εμπορικής Τράπεζας (93% απευθείας η Credit και 5% η Sacam). Μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης, η Credit Agricole ενεργώντας κατά το άρθρο 27 του νόμου άσκησε το δικαίωμα εξαγοράς και συγκεκριμένα της απόκτησης των υπολοίπων μετοχών της δημόσιας πρότασης, που δεν προσφέρθηκαν και μεταβιβάσθηκαν στον όμιλο.
Το τίμημα που καταβλήθηκε στους εναπομείναντες μετόχους της Εμπορικής προσδιορίστηκε σε 1,76 ευρώ ανά μετοχή.
Οι τρεις κάτοικοι της Ρόδου εκθέτουν ότι ειδοποιήθηκαν για την άσκηση δικαιώματος εξαγοράς μετοχών που ανήκουν στην αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή τους.
Τονίζουν ότι ο καθορισμός της ως άνω τιμής δεν ήταν δίκαιος, ενώ υφίσταται και ελλιπής εκτίμηση χρηματοοικονομικού συμβούλου κατά τη διατύπωση δημόσιας πρότασης εξαγοράς.
Επισημαίνουν, μεταξύ άλλων, ότι από την ανάγνωση της εκθέσεως του ανεξάρτητου χρηματοοικονομικού συμβούλου HSBC France S.A. που δημοσιεύθηκε ως συνοδεύουσα την αιτιολογημένη γνώμη του δ.σ. της υπό εξαγορά εταιρείας αφενός προκύπτουν σημαντικά κενά αντικειμενικότητας και ελεγκτικού κύρους και αφετέρου απουσιάζει οποιαδήποτε μνεία στις ειδικές χρηματοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν παγκοσμίως και ειδικότερα στην Ελλάδα κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο, οι οποίες έχουν επιφέρει αναντίρρητα και ως κοινό τοις πάσι γεγονός πτώση των χρηματιστηριακών αξιών με ιδιαίτερη έμφαση εκείνων των τραπεζικών μετοχών.
Προσθέτουν ακόμη ότι δεν ελήφθησαν υπόψη οι δύο αυξήσεις κεφαλαίου που πραγματοποίησε η εξαγοραζόμενη στις 26 Φεβρουαρίου 2009 και 14 Δεκεμβρίου 2009 με τιμές διάθεσης των μετοχών στα 5,50 και 4,39 ευρώ αντίστοιχα ανά μετοχή.
Επισημαίνουν μάλιστα ότι με την εν λόγω διαδικασία επωφελούνται ορισμένοι μόνο ληστρικά για την απόσπαση των μετοχών αυτών, με τιμές στην κυριολεξία εξευτελιστικές.
Την υπόθεση χειρίζονται οι δικηγόροι κκ Στ. Στεφανίδης και Κ. Ταμπάκης.