Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες του 2014 τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου έχουν βρεθεί αντιμέτωπα με μια δραματική αύξηση στις αφίξεις προσφύγων. Οι φρικιαστικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή (Συρία, Ιράκ, Παλαιστίνη) είναι γνωστές και η κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην ευρύτερη περιοχή διεθνώς αναγνωρισμένη. Ίσως τώρα όσο ποτέ άλλοτε, λοιπόν, η Ελλάδα ως χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι δεσμευμένη ηθικά και νομικά να εφαρμόσει πλήρως και απολύτως τη συνθήκη της Γενεύης (1951) και το σύνολο των κανόνων δικαίου για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και τη βοήθεια των προσφύγων που, αντιμέτωποι με το βέβαιο αφανισμό, αναγκάζονται να αφήσουν πίσω τους τις βυθισμένες στο αίμα πατρίδες τους και φτάνουν στις χώρες της Ευρώπης, ανέστιοι, τρομαγμένοι, εξαθλιωμένοι και απελπισμένοι. Ίσως τώρα όσο ποτέ άλλοτε η Ελλάδα πρέπει να θέσει με αποφασιστικότητα και σοβαρότητα το θέμα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που αδιαφορεί για την ανθρωπιστική κρίση που υπάρχει στα σύνορά της.
Για μια ακόμη χρονιά φέτος πάνω από 900 πρόσφυγες έχουν φτάσει στο μικρό, ακριτικό νησί της Λέρου κατά τους καλοκαιρινούς μήνες (μεταξύ Ιουνίου-Αυγούστου 2014), προερχόμενοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία από τη σπαρασσόμενη Συρία. Παρότι η τραγική κατάσταση στη Μέση Ανατολή (ειδικά στη Συρία) ήταν και είναι πασιφανής, η κεντρική και τοπική εξουσία δεν έλαβε και δεν λαμβάνει τα προβλεπόμενα από το διεθνές και εσωτερικό δίκαιο μέτρα. Παραβιάζει έτσι κατάφωρα τις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει η χώρα μας, την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δείχνει δε προκλητική ασέβεια για τη βελτίωση της καθημερινότητας όχι μόνο των προσφύγων αλλά και των αστυνομικών και λιμενικών υπαλλήλων, που βιώνουν και αυτοί τις τραγικές συνέπειες της πλήρους απουσίας στοιχειωδών υποδομών, καθώς και των ίδιων των κατοίκων, οι οποίοι έχουν επωμιστεί εθελοντικά ολόκληρο το βάρος αυτής της εξωφρενικής κατάστασης, αναζητώντας προσωρινές λύσεις.
Συγκεκριμένα οι άνθρωποι αυτοί που φτάνουν στη Λέρο υπό άθλιες συνθήκες και έχοντας γλιτώσει σφαγές και γενοκτονίες είναι υποχρεωμένοι να μείνουν για 2-3 μέρες βρεγμένοι και εξαθλιωμένοι στην αυλή του λιμεναρχείου, χωρίς τις στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής, δημιουργώντας εστίες μολύνσεως για τους ίδιους, τους λιμενικούς και τους περίοικους. Στη συνέχεια, μεταφέρονται για τις απαραίτητες διαδικασίες, στο κρατητήριο της αστυνομίας όπου η κατάσταση είναι ακόμη πιο δραματική. Σε ένα κελί χωρητικότητας 6 ατόμων συχνά στοιβάζονται μέχρι 60 άτομα, σε συνθήκες που μπορούν να περιγραφούν μόνο ως ένα σύγχρονο βασανιστήριο.
Οι δε αστυνομικοί υπάλληλοι που, ανάμεσα στα άλλα καθήκοντά τους, επιφορτίζονται και με τη φύλαξη των προσφύγων, μοιράζονται τον ίδιο τελείως ακατάλληλο και απολύτως ανθυγιεινό χώρο, φτάνοντας στα όρια των αντοχών τους. Παράλληλα δε οι υπάλληλοι των δύο υπηρεσιών πρέπει να εκτελέσουν και τα κύρια καθήκοντά τους προς τους πολίτες και τους επισκέπτες του νησιού, πράγμα που καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο, ενόψει της σχεδόν καθημερινής άφιξης προσφύγων, της αγωνιώδους προσπάθειας λιμενικών και αστυνομικών αντιμετώπισης, με τη βοήθεια των εθελοντών, άμεσων αναγκών αλλά κα ενόψει της υποστελέχωσης των υπηρεσιών.
Το σχιζοφρενικό για την περίπτωση της Λέρου είναι ότι ενώ υπάρχει δημόσιο κτίριο πλήρως ανακαινισμένο, η χρήση του οποίου έχει παραχωρηθεί από το ΚΘ Λέρου (στο οποίο ανήκε η χρήση) στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, δεν παραχωρείται για την προσωρινή (συνήθως τριήμερη ή τετραήμερη) παραμονή των προσφύγων, γεγονός που καταδεικνύει την προκλητική αδιαφορία ή και τη συνειδητή επιλογή της εξαθλίωσης των προσφύγων, στα πλαίσια του δόγματος ‘’κάντε τους το βίο αβίωτο’’, που προφανώς έχουν υιοθετήσει οι αρμόδιοι για τη χάραξη της πολιτικής διαχείρισης του έτσι κι αλλιώς μεγάλου προβλήματος της μετανάστευσης.
Αν σε άλλα νησιά η κατάσταση είναι ανεξέλεγκτη, παρά τις όποιες προσπάθειες των τοπικών αρχών, στην περίπτωση της Λέρου, στην παντελή έλλειψη σχεδιασμού και οργάνωσης της υποδοχής των προσφυγικών ρευμάτων, προστίθεται και η εγκληματική αδιαφορία ή σκοπιμότητα. Παρότι οι διοικητικές αρχές, αστυνομίας και λιμεναρχείου, έχουν επισημάνει πολλές φορές και εγγράφως το πρόβλημα, και παρότι υπάρχει κτίριο έτοιμο, ανακαινισμένο και ικανό να φιλοξενήσει έστω προσωρινά περίπου 40-60 πρόσφυγες υπό ανθρώπινες συνθήκες, οι αρμόδιες αρχές αδρανούν προκλητικά, κρατώντας το κτίριο κλειδωμένο και άδειο, μη στελεχώνοντας συγχρόνως τις αρμόδιες υπηρεσίες, εμπαίζοντας έτσι τους πρόσφυγες, τους κατοίκους, τους επισκέπτες και τους αρμόδιους οργανισμούς. Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα η Ελλάδα θα συνεχίσει να παρανομεί και η ανθρωπιά και ο πολιτισμός θα αργοπεθαίνουν στο Αιγαίο.
Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες του 2014 τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου έχουν βρεθεί αντιμέτωπα με μια δραματική αύξηση στις αφίξεις προσφύγων. Οι φρικιαστικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή (Συρία, Ιράκ, Παλαιστίνη) είναι γνωστές και η κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην ευρύτερη περιοχή διεθνώς αναγνωρισμένη. Ίσως τώρα όσο ποτέ άλλοτε, λοιπόν, η Ελλάδα ως χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι δεσμευμένη ηθικά και νομικά να εφαρμόσει πλήρως και απολύτως τη συνθήκη της Γενεύης (1951) και το σύνολο των κανόνων δικαίου για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και τη βοήθεια των προσφύγων που, αντιμέτωποι με το βέβαιο αφανισμό, αναγκάζονται να αφήσουν πίσω τους τις βυθισμένες στο αίμα πατρίδες τους και φτάνουν στις χώρες της Ευρώπης, ανέστιοι, τρομαγμένοι, εξαθλιωμένοι και απελπισμένοι. Ίσως τώρα όσο ποτέ άλλοτε η Ελλάδα πρέπει να θέσει με αποφασιστικότητα και σοβαρότητα το θέμα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που αδιαφορεί για την ανθρωπιστική κρίση που υπάρχει στα σύνορά της.
Για μια ακόμη χρονιά φέτος πάνω από 900 πρόσφυγες έχουν φτάσει στο μικρό, ακριτικό νησί της Λέρου κατά τους καλοκαιρινούς μήνες (μεταξύ Ιουνίου-Αυγούστου 2014), προερχόμενοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία από τη σπαρασσόμενη Συρία. Παρότι η τραγική κατάσταση στη Μέση Ανατολή (ειδικά στη Συρία) ήταν και είναι πασιφανής, η κεντρική και τοπική εξουσία δεν έλαβε και δεν λαμβάνει τα προβλεπόμενα από το διεθνές και εσωτερικό δίκαιο μέτρα.
Παραβιάζει έτσι κατάφωρα τις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει η χώρα μας, την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δείχνει δε προκλητική ασέβεια για τη βελτίωση της καθημερινότητας όχι μόνο των προσφύγων αλλά και των αστυνομικών και λιμενικών υπαλλήλων, που βιώνουν και αυτοί τις τραγικές συνέπειες της πλήρους απουσίας στοιχειωδών υποδομών, καθώς και των ίδιων των κατοίκων, οι οποίοι έχουν επωμιστεί εθελοντικά ολόκληρο το βάρος αυτής της εξωφρενικής κατάστασης, αναζητώντας προσωρινές λύσεις. Συγκεκριμένα οι άνθρωποι αυτοί που φτάνουν στη Λέρο υπό άθλιες συνθήκες και έχοντας γλιτώσει σφαγές και γενοκτονίες είναι υποχρεωμένοι να μείνουν για 2-3 μέρες βρεγμένοι και εξαθλιωμένοι στην αυλή του λιμεναρχείου, χωρίς τις στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής, δημιουργώντας εστίες μολύνσεως για τους ίδιους, τους λιμενικούς και τους περίοικους. Στη συνέχεια, μεταφέρονται για τις απαραίτητες διαδικασίες, στο κρατητήριο της αστυνομίας όπου η κατάσταση είναι ακόμη πιο δραματική. Σε ένα κελί χωρητικότητας 6 ατόμων συχνά στοιβάζονται μέχρι 60 άτομα, σε συνθήκες που μπορούν να περιγραφούν μόνο ως ένα σύγχρονο βασανιστήριο. Οι δε αστυνομικοί υπάλληλοι που, ανάμεσα στα άλλα καθήκοντά τους, επιφορτίζονται και με τη φύλαξη των προσφύγων, μοιράζονται τον ίδιο τελείως ακατάλληλο και απολύτως ανθυγιεινό χώρο, φτάνοντας στα όρια των αντοχών τους. Παράλληλα δε οι υπάλληλοι των δύο υπηρεσιών πρέπει να εκτελέσουν και τα κύρια καθήκοντά τους προς τους πολίτες και τους επισκέπτες του νησιού, πράγμα που καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο, ενόψει της σχεδόν καθημερινής άφιξης προσφύγων, της αγωνιώδους προσπάθειας λιμενικών και αστυνομικών αντιμετώπισης, με τη βοήθεια των εθελοντών, άμεσων αναγκών αλλά κα ενόψει της υποστελέχωσης των υπηρεσιών.
Το σχιζοφρενικό για την περίπτωση της Λέρου είναι ότι ενώ υπάρχει δημόσιο κτίριο πλήρως ανακαινισμένο, η χρήση του οποίου έχει παραχωρηθεί από το ΚΘ Λέρου (στο οποίο ανήκε η χρήση) στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, δεν παραχωρείται για την προσωρινή (συνήθως τριήμερη ή τετραήμερη) παραμονή των προσφύγων, γεγονός που καταδεικνύει την προκλητική αδιαφορία ή και τη συνειδητή επιλογή της εξαθλίωσης των προσφύγων, στα πλαίσια του δόγματος ‘’κάντε τους το βίο αβίωτο’’, που προφανώς έχουν υιοθετήσει οι αρμόδιοι για τη χάραξη της πολιτικής διαχείρισης του έτσι κι αλλιώς μεγάλου προβλήματος της μετανάστευσης.
Αν σε άλλα νησιά η κατάσταση είναι ανεξέλεγκτη, παρά τις όποιες προσπάθειες των τοπικών αρχών, στην περίπτωση της Λέρου, στην παντελή έλλειψη σχεδιασμού και οργάνωσης της υποδοχής των προσφυγικών ρευμάτων, προστίθεται και η εγκληματική αδιαφορία ή σκοπιμότητα. Παρότι οι διοικητικές αρχές, αστυνομίας και λιμεναρχείου, έχουν επισημάνει πολλές φορές και εγγράφως το πρόβλημα, και παρότι υπάρχει κτίριο έτοιμο, ανακαινισμένο και ικανό να φιλοξενήσει έστω προσωρινά περίπου 40-60 πρόσφυγες υπό ανθρώπινες συνθήκες, οι αρμόδιες αρχές αδρανούν προκλητικά, κρατώντας το κτίριο κλειδωμένο και άδειο, μη στελεχώνοντας συγχρόνως τις αρμόδιες υπηρεσίες, εμπαίζοντας έτσι τους πρόσφυγες, τους κατοίκους, τους επισκέπτες και τους αρμόδιους οργανισμούς. Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα η Ελλάδα θα συνεχίσει να παρανομεί και η ανθρωπιά και ο πολιτισμός θα αργοπεθαίνουν στο Αιγαίο.
ΣΥΡΙΖΑ ΛΕΡΟΥ