“Τα παιδιά που έμαθαν σε ποια σχολή μπήκαν την περασμένη Πέμπτη γεννήθηκαν στο γύρισμα του 21ου αιώνα. Θα αποφοιτήσουν από το Πανεπιστήμιο το 2021. Τα παιδιά της πρώτης Δημοτικού που θα ακούσουν το πρώτο σχολικό κουδούνι σε λίγες μέρες, θα τελειώσουν το Λύκειο το 2029 και θα αποφοιτήσουν από το Πανεπιστήμιο το 2033.
Πώς θα είναι η Ελλάδα τότε; Mια ευημερούσα χώρα με προκοπή, αυτοπεποίθηση και αξιοπρέπεια, μια χώρα που θα έχει βρει τη θέση της σε ένα κόσμο που αλλάζει με ταχύτητα; Ή μια Ελλάδα σε μόνιμη κρίση με οικονομία καχεκτική, θεσμούς αδύναμους, μια χώρα στην οποία θα κυριαρχεί ο φόβος, η ανασφάλεια, η ντροπή και η απογοήτευση.
O δημόσιος διάλογος εκτρέπεται συχνά σε πολωτικές αντιπαραθέσεις και μάχες χαρακωμάτων. Το Διαδίκτυο, απόλυτο εργαλείο ελεύθερης έκφρασης, αλλά και ανωνυμίας υποδαυλίζει τέτοιες σκιαμαχίες. Σε μια κοινωνία κουρασμένη και ταλαιπωρημένη, είναι βολικό κάποιοι να κυκλοφορούν με λυμένο το ζωνάρι, ψάχνοντας τον επόμενο καυγά. Η πρόσφατη δημόσια συζήτηση για το συνέδριο στην Εσθονία και την εξίσωση κομμουνισμού και ναζισμού αποτελεί μια τέτοια περίπτωση.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο χειρισμός της κυβέρνησης απομόνωσε και εξέθεσε για άλλη μια φορά την Ελλάδα. Είναι επίσης σαφές πως μια Κυβέρνηση πνιγμένη στο προβλήματα που η ίδια προκαλεί και διαρκώς αναπαράγει, αγωνίζεται να μεταφέρει τη συζήτηση σε αλλά πεδία. Το βασικό της μέλημα είναι να συσπειρώσει το ήδη συρρικνωμένο ακροατήριό της.
Δεν είμαστε όμως εδώ για να λύσουμε τις διαφορές μας για την Ιστορία. Ας αφήσουμε αυτό το έργο στους ιστορικούς και τους πολιτικούς επιστήμονες. Προσωπικά θεωρώ ότι δεν υπάρχει υψηλότερη αξία από την ελευθερία. Για αυτό κάθε μορφή Ολοκληρωτισμού που περιορίζει ελευθερίες και ασκεί μαζική βία είναι αποκρουστική.
Έχω την τιμή και την ευθύνη να ηγούμαι μιας μεγάλης παράταξης που έκανε πράξη την εθνική συμφιλίωση κι άφησε πίσω το οδυνηρό παρελθόν. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής νομιμοποίησε το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συγκυβέρνησε με την Αριστερά όταν οι περιστάσεις το επέβαλαν. Ο Παύλος Μπακογιάννης πλήρωσε με τη ζωή του το πάθος του να χτίζει γέφυρες εκεί που άλλοι ύψωναν τείχη. Το να αμφισβητούν κάποιοι τη σπουδαία δημοκρατική παρακαταθήκη της Νέα Δημοκρατίας είναι πολιτικά ανιστόρητο. Να το επιχειρούν, μιλώντας για δήθεν ακροδεξιές παρεκκλίσεις, αυτοί που συγκυβερνούν με τον Πάνο Καμμένο είναι απλά γελοίο.
Είναι αλήθεια ότι η παραδοσιακή διαχωριστική γραμμή μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς έχει ξεθωριάσει. Σίγουρα αυτές οι ταμπέλες λένε πολύ λίγα στη νέα γενιά. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα Κόμματα αποποιούνται τον ιδεολογικό τους πυρήνα. Απλά προσαρμόζονται σε μια εποχή που εξελίσσεται ραγδαία και σε μία χώρα που αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις προκειμένου να σταθεί στα πόδια της με αξιοπρέπεια.
Η Νέα Δημοκρατία είναι η μεγάλη κοίτη του φιλελεύθερου πραγματισμού. Υπερασπίζεται τις αξίες της ελευθερίας και της αλληλεγγύης. Πιστεύει ότι ο σεβασμός στους νόμους και στους θεσμούς είναι αναγκαία προϋπόθεση για να λειτουργήσει το Κράτος δικαίου, απαραίτητο εχέγγυο για να προστατευθούν πρωτίστως και κυρίως οι πιο αδύναμοι. Στηρίζει την ιδιωτική οικονομία ως κινητήριο μηχανισμό παραγωγής πλούτου. Επιζητεί ένα Κράτος λιτό και λειτουργικό που θα προσφέρει τις καλύτερες δυνατές υπηρεσίες σεβόμενο τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου. Βλέπει στην τεχνολογική επανάσταση μια τεράστια ευκαιρία για να αλλάξει προς το καλύτερο η οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας μας.
Η Νέα Δημοκρατία ενώνει και δεν διχάζει. Σέβεται τη διαφορετικότητα και τιμά την διαφορετική άποψη. Αποκρούει το φανατισμό, αντιμάχεται τη μισαλλοδοξία, δεν ενδίδει στο διχασμό. Αποτελεί και θα αποτελεί την πολιτική στέγη πολιτών με διαφορετική ιδεολογική αφετηρία από τη δικής της.
Ο πολιτικός ανταγωνισμός είναι σκληρός από τη φύση του. Δεν χρειάζεται να γίνεται με τη ρητορική ενός ακραίου διχασμού, για να μην πω με εμφυλιοπολεμικούς όρους. Αυτή την άγονη και ανεύθυνη επιλογή την αφήνω σε όσους δεν πιστεύουν στη δύναμη των επιχειρημάτων τους. Σε αυτούς που θέλουν να κρύψουν τις αποτυχίες τους πίσω από ένα προπέτασμα διαρκούς έντασης και ψεύτικης πόλωσης. Σε αυτούς που δεν έχουν έναν εσωτερικό κώδικα αξιών που να τους καθοδηγεί με συνέπεια όταν θα πρέπει να πάρουν δύσκολες αποφάσεις.
Η χώρα ζητά επανεκκίνηση. Πίσω από την σκοτεινή κουρτίνα της πιο βαθιάς κρίσης, πολλοί, πάρα πολλοί συμπολίτες μας αγωνίζονται, δημιουργούν. Έχουν κάνει και συνεχίζουν να κάνουν τις δικές τους προσωπικές υπερβάσεις. Ήρθε η ώρα κι εμείς οι πολιτικοί να κάνουμε τις δικές μας. Να απαντήσουμε με σαφήνεια στα πραγματικά και άμεσα ερωτήματα των πολιτών. Πως θα έρθουν οι νέες δουλειές; Πως θα μειωθεί η φορολογική επιβάρυνση; Πως δεν θα τρέχω από υπηρεσία σε υπηρεσία για κάνω τη δουλειά μου; Πως θα αποκτήσει το πτυχίο μου αξία; Πως πάω σε ένα δημόσιο νοσοκομείο και θα ξέρω ότι θα με φροντίσουν; Πως θα νιώσω ασφαλής στη γειτονιά μου;
Εκτός από αυτά τα θέματα που επείγουν, υπάρχουν και κρίσιμα μακροπρόθεσμα ζητήματα τα οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε τώρα. Πώς θα παίξουμε το ρόλο που μας αξίζει σε μια Ευρώπη που αλλάζει; Πώς θα αντιμετωπίσουμε τις δραματικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής; Και βέβαια τί μέλλον έχει η Ελλάδα όταν αντιμετωπίζει ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα υπογεννητικότητας;
Για αυτά πρέπει να μιλήσουμε. Και ανάλογα με τις απαντήσεις που δίνουμε φαίνεται ποιος έχει προοδευτικές θέσεις και κοιτάζει μπροστά χωρίς προκαταλήψεις και ποιος όχι. Εμείς σε αυτά τα ερωτήματα – και σε πολλά άλλα – απαντούμε με θέσεις και όχι με κραυγές. Με ουσία και όχι με τεχνάσματα.
Παραμένω αθεράπευτα αισιόδοξος για τις προοπτικές της πατρίδας μας. Πιστεύω στους Έλληνες και στις δυνατότητές μας. Ήρθε η ώρα να ανοίξουμε το βήμα και να γράψουμε εμείς τη δική μας ιστορία. Είναι σίγουρα πολύ πιο δημιουργικό από το να συζητάμε για τις ιστορίες άλλων.”