Kατά 1,7% από το 2009 έως το 2011 αυξήθηκε η φτώχεια στον γεωργικό πληθυσμό της χώρας όπως προκύπτει από την έρευνα του ΙΝΕΓΣΕΕ με τίτλο “Xαρακτηριστικά,απασχόληση, φτώχεια και συνθήκες διαβίωσης του γεωργικού πληθυσμού της Ελλάδα”.
Παράλληλα,η μεγάλη μερίδα των αυτοαπασχολούμενων του γεωργικού πληθυσμού
(στην πλειονότητά τους κατ’ επάγγελμα γεωργοί) παρουσιάζουν πολύ υψηλό
ποσοστό φτώχειας (31%), πολύ μεγαλύτερο από τους ομοίους τους της υπόλοι-
πης χώρας, αλλά και πάλι χαμηλότερο από το μέσο ποσοστό φτώχειας του γε-
ωργικού πληθυσμού.
Όπως υπογραμμίζεται η ισοδηματική ανισότητα αυξήθηκε κατά 1,7% εντός δύο ετών, ταυτόχρονα με τηγενική μείωση του επιπέδου διαβίωσης για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.
Ένα επίσης σημαντικό εύρημα είναι ότι η αποτελεσματικότητα των υπόλοι-
πων κοινωνικών μεταβιβάσεων (εκτός των συντάξεων) είναι πολύ αδύναμη για
την καταπολέμηση της φτώχειας, ενισχύοντας τα επιχειρήματα αυτών που κα-
τατάσσουν την Ελλάδα στο «νοτιοευρωπαϊκό καθεστώς ευημερίας», που παρου-
σιάζει μειωμένη αποτελεσματικότητα της κοινωνικής πολιτικής στη μετρίαση
του κινδύνου φτώχειας.
Βρέθηκε επίσης ότι τα ποσοστά φτώχειας των εργαζομένων (είτε μισθωτών
είτε αυτοαπασχολούμενων) είναι, τόσο πριν όσο και μετά την κρίση, χαμηλότε-
ρα από τα αντίστοιχα του γενικού πληθυσμού, εύρημα που είναι αναμενόμενο.
Μια σημαντική κατηγορία ευρημάτων από τη δυναμική εξέταση του γενικού
πληθυσμού είναι η μεταβολή των μεριδίων και των απόλυτων μεγεθών των δια-
φόρων κατηγοριών απασχόλησης πριν και μετά την έναρξη της κρίσης (2009-
2011). Α
υτοί που μείωσαν πολύ περισσότερο από τους υπόλοιπους το μέγεθός
τους και τη μερίδα τους επί του συνόλου ήταν οι μισθωτοί πλήρους απασχόλησης,
ακολουθούμενοι σε μείωση αλλά με μικρότερο ρυθμό από τους αυτοαπασχολού-
μενους.
Αντίθετα, αυξάνεται πολύ το μερίδιο των ανέργων, ενώ οι συνταξιούχοι,
οι οικιακά εργαζόμενοι και οι λοιπές κατηγορίες δεν παρουσιάζουν σημαντικές
αλλαγές.
Ένα επιπλέον συμπέρασμα είναι ότι το μορφωτικό επίπεδο συνδέεται με χα-
μηλότερο επίπεδο φτώχειας, αλλά με την έναρξη της κρίσης οι πτυχιούχοι είδαν
τη θέση τους να χειροτερεύει περισσότερο από ό,τι οι μη πτυχιούχοι.
.Ο γεωργικός πληθυσμός αποτελεί το ένα πέμπτο περίπου του συνολικού
πληθυσμού πριν την κρίση, παρουσιάζοντας όμως σημαντικότατη μείωση κατά
15%, που αντιστοιχεί σε 3% επί του συνόλου, εντός των επόμενων δύο ετών
(2010 και 2011).
Η εργασιακή εικόνα του γεωργικού πληθυσμού κυριαρχείται από τους συ-
νταξιούχους και στη συνέχεια από τους αυτοαπασχολούμενους.
Αν και παραμένει ερώτημα εάν όλοι οι συνταξιούχοι γεωργοί έχουν σταματήσει να καλλιεργούν
τη γη τους, παρ’ όλα αυτά αποτελούν περίπου το 40% του γεωργικού πληθυ-
σμού, που είναι φυσικά πολύ μεγάλο ποσοστό.
Αυτοί που καλλιεργούν τη γη είναι στη συντριπτική τους πλειονότητα αυτοαπασχολούμενοι, με την ύπαρξη πολύ μικρού ποσοστού ανειδίκευτων εργατών ̶ μισθωτών στη γεωργία, αναμενόμενο με βάση τηδομή της ιδιοκτησίας της γης και την οικογενειακή μορφή των αγροτικών επιχει-
ρήσεων στην Ελλάδα.
Ωστόσο, υπάρχει ένα σημαντικό μερίδιο μισθωτών μεταξύ
του γεωργικού πληθυσμού που εργάζονται εκτός του τομέα της γεωργίας, με το
40% περίπου αυτών που εργάζονται (εξαιρώντας δηλαδή του συνταξιούχους)
να ασκεί μη γεωργικά επαγγέλματα σε άλλους τομείς.
Ως προς την κατάσταση απασχόλησης, το μικρότερο ποσοστό φτώχειας με-
ταξύ του γεωργικού πληθυσμού παρουσιάζουν το 2009 οι μισθωτοί πλήρους
απασχόλησης, οι οποίοι εργάζονται εκτός του γεωργικού τομέα και ασκούν μη
γεωργικά επαγγέλματα. Όσα επομένως μέλη των γεωργικών οικογενειών κατά-
φεραν να εργαστούν εκτός του αγροτικού τομέα είδαν την εισοδηματική θέση
τους να βελτιώνεται σημαντικά.
Η μεγάλη μερίδα των αυτοαπασχολούμενων του γεωργικού πληθυσμού
(στην πλειοψηφία τους κατ’ επάγγελμα γεωργοί) παρουσιάζουν πολύ υψηλό πο-
σοστό φτώχειας (31%), αλλά και πάλι χαμηλότερο από το μέσο ποσοστό φτώ-
χειας του γεωργικού πληθυσμού.
ΑΠΕ-ΜΠΕ