Ενώπιον της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου προσέφυγε μια 63χρονη Ροδίτισσα, με έγκληση για τα αδικήματα της απάτης, της εκβίασης και της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης κατά δύο κατοίκων της Ρόδου, ένας εκ των οποίων καταγγέλθηκε ότι παρουσιαζόταν ψευδώς ως πολιτικός μηχανικός.
Σύμφωνα με την εγκαλούσα, επιθυμία της ήταν να παραχωρήσει τα δωμάτια που διατηρούσε σε τουριστική περιοχή στην κόρη της προκειμένου να δραστηριοποιηθεί με την εκμίσθωσή τους. Για να γίνει αυτό τα δωμάτια δεν είχαν άδεια από τον ΕΟΤ και γι’ αυτό το λόγο απευθύνθηκε στον πρώτο εγκαλούμενο με τον οποίο διατηρούσε πολύ στενές φιλικές σχέσεις και ο οποίος της είχε συστηθεί ως πολιτικός μηχανικός και της είχε παραστήσει ότι ασχολείται με τέτοια ζητήματα.
Το Νοέμβριο του έτους 2015 ο πρώτος εγκαλούμενος μετά από αυτοψία και έλεγχο των δωματίων, συνέταξε οικονομική προσφορά με την οποία αξίωσε την καταβολή του ποσού των 50.000 € πλέον Φ.Π.Α. και ασφαλιστικών εισφορών, για την έκδοση άδειας λειτουργίας τουριστικού καταλύματος ενοικιαζόμενων δωματίων, την έκδοση πιστοποιητικού πυρασφάλειας, την έγκριση περιβαλλοντικών όρων αλλά και εργασίες και την οποία υπέγραψαν αυθημερόν.
Σε υλοποίηση της ως άνω συμφωνίας, η εγκαλούσα κατέβαλε στον πρώτο εγκαλούμενο ως προκαταβολή το ποσό των 20.000 € και το υπόλοιπο ποσό των 30.000 € συμφώνησαν να καταβληθεί μετά το πέρας των εργασιών και αδειοδοτήσεων, οι οποίες συμφώνησαν ότι θα έχουν ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου 2016, δηλαδή πριν από την έναρξη της τουριστικής περιόδου.
Όπως αναφέρει η εγκαλούσα λίγες ημέρες μετά την ως άνω συμφωνία με τον πρώτο εγκαλούμενο εκείνος της δήλωσε ξαφνικά ότι στα διαμερίσματά της υπήρχαν αυθαίρετες κατασκευές που θα έπρεπε να νομιμοποιηθούν, πράγμα το οποίο, όπως ισχυρίστηκε, δεν το γνώριζε όταν υπέγραφαν τη συμφωνία και για το οποίο της ζήτησε επιπλέον να του καταβάλει ποσό 10.000 €.
Όπως αναφέρει η εγκαλούσα το Φεβρουάριο του έτους 2016, εμφανίστηκε ο άγνωστος σε εκείνη δεύτερος εγκαλούμενος, ο οποίος της δήλωσε ότι ήταν υπεργολάβος του πρώτου εγκαλούμενου και εκείνος θα συνέχιζε τις οικοδομικές εργασίες λόγω έτερων υποχρεώσεων μεταξύ τους. Κατά την πορεία των εργασιών η εγκαλούσα κατέβαλε το επιπλέον ποσό των 40.000 € στον πρώτο εγκαλούμενο, εξοφλώντας κατ’ αυτό τον τρόπο τη συμφωνηθείσα αμοιβή για το σύνολο των εργασιών που της υποσχέθηκε. Ωστόσο, μετά από αυτό ο πρώτος εγκαλούμενος της ανακοίνωσε ότι για τις εργασίες που θα τις παρείχε ο δεύτερος εγκαλούμενος θα έπρεπε να του καταβάλει το επιπλέον ποσό των 25.000 € για το οποίο η εγκαλούσα αντέδρασε σφόδρα.
Οι δύο εγκαλούμενοι την εκβίασαν ότι αν δεν δηλώσει υπεύθυνα ότι θα καταβάλει στον δεύτερο εγκαλούμενο το επιπλέον ποσό των 25.000 € για τις εργασίες του, τότε και οι δύο δεν θα συνέχιζαν καμία εργασία στα δωμάτιά της. Έτσι υπέκυψε στους εκβιασμούς τους και υπέγραψε την υπεύθυνη δήλωση.
Ο δεύτερος εγκαλούμενος παρόλο που αποχώρησε από το έργο χωρίς να το ολοκληρώσει προέβη σε δικαστική χρήση της υπεύθυνης δήλωσης και πέτυχε την έκδοση απόφασης από το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου, η οποία του επιδίκασε το ποσό των 25.000 € για τις εργασίες που της παρείχε.
Τότε η εγκαλούσα προσπαθώντας να πληροφορηθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες ποιες ενέργειες είχαν γίνει για τη νομιμοποίηση των αυθαιρέτων διαπίστωσε από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ρόδου ότι ο πρώτος εγκαλούμενος δεν είναι πολιτικός μηχανικός όπως ψευδώς ισχυρίστηκε, με αποτέλεσμα να αδυνατεί εξ αρχής να υλοποιήσει το έργο που ανέλαβε για την αδειοδότηση των δωματίων της με Ειδικό Σήμα Λειτουργίας, έργο που απαιτούσε ενέργειες που θα μπορούσαν να γίνουν αποκλειστικά και μόνο από πολιτικό μηχανικό.
Όταν πληροφορήθηκε τα παραπάνω και αντιλήφθηκε την απάτη που τελέστηκε σε βάρος της κάλεσε τον πρώτο εγκαλούμενο να της επιστρέψει τα χρήματα που είχε λάβει ο οποίος μάλιστα αντί να τα επιστρέψει για αντιπερισπασμό της απέστειλε μία προσχηματική και παρελκυστική εξώδικη διαμαρτυρία-πρόσκληση ότι δήθεν είχε εκτελέσει, επιπλέον των 60.000 €, εργασίες που κοστολογούσε σε 107.923,90 €, τα οποία της ζητούσε να του καταβάλει.
Για τους λόγους αυτούς η εγκαλούσα προέβη στη μήνυση των δύο κατοίκων της Ρόδου για τα αδικήματα της απάτης, της εκβίασης και της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Φώτης Ρωμαίος.