• Με την υπ’ αριθμ. 168/2025 απόφαση, το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου – παρά την πιθανολόγηση υπαίτιας ρευματοκλοπής από την αιτούσα – αναγνώρισε τον σοβαρό κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης για την ίδια και την οικογένειά της λόγω ενδεχόμενης διακοπής ηλεκτροδότησης, προστατεύοντας την κατοικία ως χώρο διαβίωσης αναπήρου και μαθήτριας σε κρίσιμη σχολική φάση • Επιβλήθηκε περιορισμός στη ΔΕΔΔΗΕ υπό όρους, εν αναμονή της τακτικής δίκης
Μια απόφαση που ισορροπεί μεταξύ της τυπικής νομιμότητας και της κοινωνικής ευαισθησίας εξέδωσε το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου (αρ. απόφασης 168/2025), στο πλαίσιο διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, έπειτα από αίτηση κατοίκου Παστίδας κατά της ΔΕΗ και του ΔΕΔΔΗΕ.
Το Δικαστήριο, παρά την πιθανολόγηση ότι η αιτούσα είχε διαπράξει ρευματοκλοπή σε βάρος του ΔΕΔΔΗΕ, απαγόρευσε προσωρινά τη διακοπή ρεύματος στο σπίτι της, κρίνοντας ότι κάτι τέτοιο θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη βλάβη σε συνθήκες ζωτικής σημασίας.
Η αιτούσα, μητέρα πέντε παιδιών, ζει με τον σύζυγό της – άτομο με βαριά αναπηρία σε ποσοστό 92% – και τη μικρότερη κόρη τους, μαθήτρια της Γ’ Λυκείου, η οποία παρακολουθεί διαδικτυακά φροντιστηριακά μαθήματα ενόψει Πανελλαδικών.
Ο σύζυγος χρήζει σταθερής οξυγονοθεραπείας με ηλεκτροδοτούμενη συσκευή. Όπως αναφέρεται στην απόφαση, η διακοπή ρεύματος θα σήμαινε όχι απλώς ταλαιπωρία, αλλά απειλή για την υγεία και την εκπαιδευτική πορεία των μελών της οικογένειας.
Καταγγελία για ρευματοκλοπή και υπαιτιότητα της αιτούσας
Το περιστατικό ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2024, όταν συνεργείο του ΔΕΔΔΗΕ κατά τον έλεγχο σε παροχή του ακινήτου στην Παστίδα εντόπισε – σύμφωνα με το πόρισμα – παραβιασμένες σφραγίδες μετρητή, αλλοιώσεις στη συνδεσμολογία και απευθείας σύνδεση από βάσεις ασφαλειών. Τα τεχνικά ευρήματα και η αισθητή μείωση της καταγεγραμμένης κατανάλωσης από το 2019, οδήγησαν στον χαρακτηρισμό της περίπτωσης ως «διαπιστωμένης ρευματοκλοπής».
Η ζημία υπολογίστηκε συνολικά σε 7.431,36 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ και διαχειριστικού κόστους. Η αιτούσα αρνήθηκε οποιαδήποτε παρέμβαση, ενώ υποστήριξε πως ο αριθμός των μελών της οικογένειας μειώθηκε σταδιακά, επηρεάζοντας φυσιολογικά την κατανάλωση.
Παρότι το Δικαστήριο πιθανολόγησε την ευθύνη της για τη ρευματοκλοπή, εντόπισε αδυναμία ακριβούς υπολογισμού του ύψους της διαφυγούσας ενέργειας, καθώς οι αρχικοί υπολογισμοί βασίστηκαν σε περίοδο που το σπίτι κατοικούσαν επτά άτομα, ενώ σήμερα διαμένουν τρία.
Στο επίκεντρο: η ανθρώπινη ανάγκη και το όριο του νόμου
Το κεντρικό ερώτημα για τη Δικαστή δεν ήταν μόνο αν διαπράχθηκε ρευματοκλοπή, αλλά ποια θα ήταν η συνέπεια της διακοπής ρεύματος σε μια οικογένεια με περιορισμένα εισοδήματα, σοβαρά προβλήματα υγείας και εξαρτημένα μέλη. Η αιτούσα ήδη τελεί υπό καθεστώς υπερχρέωσης και έχει ενταχθεί προσωρινά στον νόμο Κατσέλη (ν. 3869/2010), με υποχρέωση καταβολής 100 ευρώ μηνιαίως στους πιστωτές της.
Το δικαστήριο έκρινε πως η διακοπή της ηλεκτροδότησης θα υπερέβαινε τα όρια των χρηστών συναλλακτικών ηθών, δεδομένου ότι η ΔΕΔΔΗΕ θα μπορούσε – σε περίπτωση που κερδίσει την κύρια δίκη – να ικανοποιήσει την απαίτησή της μέσω της ακίνητης περιουσίας της αιτούσας.
Απόφαση με όρους: Ρεύμα ναι, αλλά με ευθύνη
Το Πρωτοδικείο Ρόδου εν τέλει δέχθηκε εν μέρει την αίτηση της αιτούσας μόνο κατά του ΔΕΔΔΗΕ (δεύτερη καθ’ ης), και διέταξε την προσωρινή διατήρηση της ηλεκτροδότησης, με την προϋπόθεση ότι η αιτούσα θα καταβάλλει το ποσό των 150 ευρώ μηνιαίως έναντι της οφειλής.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η αίτηση απορρίφθηκε ως προς τη ΔΕΗ (πρώτη καθ’ ης), καθώς δεν συνδέεται με τη δυνατότητα διακοπής της παροχής, εφόσον αυτή υλοποιείται αποκλειστικά από τον ΔΕΔΔΗΕ.
Μια απόφαση-σταθμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε καιρό κρίσης
Η απόφαση 168/2025 θέτει υπό ευρύτερη νομική και κοινωνική θεώρηση το ερώτημα των απολύτως αναγκαίων αγαθών – όπως η ηλεκτρική ενέργεια – σε νοικοκυριά με εξαιρετικά ευάλωτα μέλη. Δεν απαλλάσσει την αιτούσα από την υποχρέωση αποπληρωμής, ούτε αγνοεί την πιθανή παρανομία. Όμως αναγνωρίζει την προτεραιότητα του δικαιώματος στην αξιοπρεπή διαβίωση.
Πρόκειται για μια κρίσιμη νομολογιακή τομή που δίνει έμφαση όχι μόνο στην εφαρμογή του δικαίου, αλλά και στην ηθική διάστασή του, ανοίγοντας τη συζήτηση για το πώς τα δικαστήρια μπορούν να σταθούν ανάχωμα στην απορρύθμιση της κοινωνικής συνοχής.
Την υπόθεση χειρίστηκε η δικηγόρος κ. Μαργαρίτα Καρπαθάκη.