Ο Σάββας Ξηρός μπορεί να αρνείται να το βάλει, αλλά κάποιοι άλλοι δεν βλέπουν την ώρα να τους το περάσουν στον αστράγαλο. Το «βραχιολάκι του ισοβίτη» δεν είναι περιζήτητο μόνο στον Κορυδαλλό όπου αναβιώνει το παλαιό μότο «φοριέται και στο δεξί (πόδι), σαν κόσμημα». Μέχρι και στη μακρινή Νότιο Αφρική ο Οσκαρ Πιστόριους θα ήθελε πολύ να το φορέσει από τον Αύγουστο και μετά, που θα έχει εκτίσει το 1/6 της ποινής του και θα του το επιτρέψει ο νομοθέτης. Πλην, τον εμποδίζουν τα τεχνητά του μέλη – γιατί τι νόημα έχει το βραχιολάκι σ’ έναν πτυσσόμενο αστράγαλο;
Το παράδοξο αυτό πρόβλημα, που ταλανίζει τη νοτιοαφρικανική δικαιοσύνη, δεν είναι καθόλου σουρεαλιστικότερο από άλλα θέματα που ανέκυψαν όταν έτερες vip φιγούρες βρέθηκαν με τον χαλκά του νόμου στο αριστερό τους πόδι. Η Πάρις Χίλτον που συνελήφθη το 2007 να οδηγεί σουρωμένη, ανάγκασε τον δικαστή να τη βγάλει απ’ το κελί και να τη στείλει με βραχιολάκι σπίτι της, αφού έξω από το κάτεργο είχαν μαζευτεί πιο πολλοί φωτογράφοι από δεσμοφύλακες. Την επομένη, βέβαια, ένας άλλος δικαστής την επανέφερε σε άλλο κελί, με αποτέλεσμα οι αστυνομικοί να βγάλουν σέρνοντας την Πάρις απ’ το μέγαρο Χίλτον, κι εκείνη να τσιρίζει «δεν είναι δίκαιο! Μαμά, κάνε κάτι!».
Θα πίστευε κανείς πως πρόκειται για την πιο «λαμπερή» κράτηση κατ’ οίκον – μόνο που αν ο Ντομινίκ Στρος-Καν το άκουγε αυτό, μάλλον θα ξεσπούσε σε τρανταχτά γέλια. Το δικό του «Κελί 33» στο Μανχάταν καταλάμβανε 2.000 τετραγωνικά μέτρα, και κόστιζε 60.000 δολάρια για καθέναν απ’ τους 4 μήνες που έμεινε κλεισμένος εκεί. Με το βραχιολάκι στο πόδι, ο άνθρωπος που θα γινόταν πρόεδρος της Γαλλίας πάλευε να πνίξει τη μελαγχολία του κάπου ανάμεσα στο ρουφ γκάρντεν, όπου οι παπαράτσι τον έπιασαν να λιάζεται, και στο ιδιωτικό του σινεμά. «Βασανίζεται…», δήλωνε ο δικηγόρος του, ενώ εκείνος μασουλούσε ανόρεχτα την μπριζόλα που μόλις του είχε φέρει το ντελίβερι απ’ το Landmarc.
Με το βραχιόλι στο πόδι, βλέπετε, τίποτε δε μοιάζει θελκτικό. Η ζάπλουτη Μάρθα Στιούαρτ που κλείστηκε στα 163 εκτάρια (!) του κτήματός της, στην Αγγλία, μπορεί να πήγαινε κάθε μέρα βόλτες με τ’ άλογά της, αλλά παραπονιόταν πως «το βραχιόλι μου τρώει τον αστράγαλο». Ο Ρομάν Πολάνσκι, που οκτώ μήνες ήταν έγκλειστος στο τριώροφο σαλέ του στο Γκστάαντ, έγινε έξαλλος που δεν τον άφησαν να πάει στην πρεμιέρα της ταινίας του στο Βερολίνο κι ας του επέτρεπαν να κάνει ολονύκτια πάρτι και να καλοδέχεται για τσάι τους γείτονές του, Ρότζερ Μουρ και Σον Κόνερι. Και ο Τζούλιαν Ασανζ που τον Δεκέμβριο του 2010 πέρασε 550 μέρες στην έπαυλη ενός φίλου του στο Νόρφολκ, η οποία θα έκανε όλη την οικογένεια του Ντάουντον να βάλει οικειοθελώς βραχιολάκι στο πόδι, ποσώς χάρηκε την παραμονή του εκεί.
Τι κι αν εμείς τον βλέπαμε να διαβάζει βουνά από γράμματα συμπαράστασης, να μεταμφιέζεται σε ανορεξικό Αη Βασίλη τα Χριστούγεννα, να μαζεύει αυγά απ’ το κοτέτσι του κτήματος κι ακόμα και οι κότες να τον κοιτούν έκπληκτες; Ο Ασανζ δήλωνε με κάθε τρόπο πως μισεί τον μικρό πλαστικό δεσμοφύλακα στο πόδι του, κι έτσι, κανείς δεν παραξενεύτηκε όταν το καλοκαίρι του 2012 κατέφυγε στην πάντα πρακτική λύση της τανάλιας. Οι Βρετανοί αστυνομικοί όρμησαν στην έπαυλη αναζητώντας τον, αλλά εκείνος είχε ήδη προλάβει να τρυπώσει στην πρεσβεία του Εκουαδόρ! Κι αν η εγγύηση των 200.000 λιρών που είχε πληρωθεί «ρεφενέ» απ’ τους wikileakers χάθηκε στη σκόνη της βρετανικής δικαιοσύνης, κανείς τους δεν έδειξε να στενοχωριέται. Τους έφτανε που το βραχιολάκι – δυνάστης ήταν πεταμένο κάπου στα δάση του Νόρφολκ. Και που με τη βοήθειά τους, ο πρώτος «πεταλούδας» της ψηφιακής εποχής είχε μόλις σπάσει τα δεσμά του.
Καθημερινή