Ειδήσεις

Η οικοδομή «πήρε» τους εργαζομένους από ξενοδοχεία και εστιατόρια

Λόγω της πανδημίας πολλοί στράφηκαν σε άλλους κλάδους, με κύριο κριτήριο την εξασφάλιση ενσήμων και 12μηνης απασχόλησης – Οι σεφ έγιναν κηπουροί και ντελιβεράδες, δημιουργώντας τεράστια κενά κυρίως σε επιχειρήσεις που λειτουργούν σε εποχική βάση
Η τουριστική σεζόν ανοίγει αυλαία φέτος με ευοίωνες προοπτικές που όμως κινδυνεύουν να ανατραπούν λόγω των σοβαρών ελλείψεων προσωπικού στις επιχειρήσεις. Ο επίτιμος πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων και CEO της Sani/Ikos Group Ανδρέας Ανδρεάδης, σε πρόσφατη ανάρτησή του στο Twitter, έκανε λόγο για 50.000 κενές θέσεις εργασίας κυρίως στον επισιτισμό (κουζίνα & service), αλλά και στον ξενοδοχειακό τομέα, παρότι οι αμοιβές είναι σημαντικά υψηλότερες από τις κλαδικές συμβάσεις, επισημαίνοντας ότι οι ελλείψεις απειλούν τον ποιοτικό τουρισμό.

«Δεν υπάρχουν σεφ ή μάγειρες ούτε για δείγμα, αναφέρει επιχειρηματίας που αναγκάστηκε φέτος να προσλάβει σεφ από το εξωτερικό. Ενας μάγειρας για να φτάσει σε ικανοποιητικό επίπεδο χρειάζεται δύο χρόνια σπουδές και άλλα δυο-τρία προϋπηρεσία. Η χώρα δεν διαθέτει αρκετά τέτοια στελέχη για να καλύψει τις ραγδαία αυξανόμενες ανάγκες του τουρισμού της». Το πρόβλημα εμφανίστηκε πέρυσι το καλοκαίρι μετά τη μακρά περίοδο που παρέμεινε κλειστός ο κλάδος εξαιτίας της πανδημίας. Υπενθυμίζουμε ότι το 2020 λειτούργησε μόνο το 60% των ξενοδοχείων.

Φέτος διογκώθηκε και, αν δεν ληφθούν μέτρα, του χρόνου θα είναι ακόμα οξύτερο, εκτιμούν παράγοντες του τουρισμού. Η συντριπτική πλειονότητα των μεγάλων εγχώριων ομίλων αναζητεί προσωπικό για την κάλυψη θέσεων σε όλη την Ελλάδα, με το μεγαλύτερο πρόβλημα να εντοπίζεται στους πιο δημοφιλείς προορισμούς, όπου οι ελλείψεις σε προσωπικό για τη σεζόν του 2021 άγγιξαν ακόμη και το 30%. Οπως ανέφερε πρόσφατα ο υπουργός Τουρισμού Βασίλης Κικίλιας, «πέρυσι μας έλειψαν 50.000 θέσεις εργασίας που δεν καλύφθηκαν από την εγχώρια αγορά».

Προανήγγειλε μάλιστα σχέδιο για την απασχόληση Ουκρανών υπηκόων που θα καλύψουν τις κενές θέσεις στα ελληνικά ξενοδοχεία. Το σίγουρο είναι ότι η τουριστική βιομηχανία «ταρακουνήθηκε», με αποτέλεσμα να αλλάξει η ανθρωπογεωγραφία των εποχικών που κάθε χρόνο τέτοια εποχή έφευγαν για σεζόν. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Φταίει η πανδημία που οδήγησε τους εποχικούς εργαζομένους στον τουρισμό σε αλλαγή επαγγελματικής πλεύσης, φταίνε τα εξοντωτικά ωράρια χωρίς ρεπό που πληρώνονται με χαμηλούς μισθούς, φταίνε οι κακές συνθήκες διαβίωσης και η έλλειψη κινήτρων;

Εξοντωτικά ωράρια

«Πολλοί εποχικοί εργαζόμενοι έφυγαν στο εξωτερικό όπου οι μισθοί είναι καλύτεροι και χιλιάδες άλλοι βρήκαν δουλειά σε άλλους κλάδους της οικονομίας, σε δουλειές 12μηνης λειτουργίας», επισημαίνει ο κ. Γιώργος Χότζογλου, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Επισιτισμού – Τουρισμού. «Προσωπικά γνωρίζω πολλούς που δουλεύουν με 8μηνες συμβάσεις σε δήμους. Από σεφ έγιναν κηπουροί. Πολλοί έγιναν ντελιβεράδες, καθώς ο κλάδος έχει ανάπτυξη. Δεν μπορεί να αμείβονται με 700-800 ευρώ εξειδικευμένοι εργαζόμενοι με προϋπηρεσία και δυο-τρεις γλώσσες. Δουλεύουν εξοντωτικά ωράρια πάνω από 12 ώρες για 30 ημέρες χωρίς ρεπό. Ολο και περισσότεροι γυρίζουν την πλάτη στον τουρισμό, προτιμώντας να μοιράζουν φυλλάδια παρά να δουλεύουν σε ρυθμούς γαλέρας».

«Στο Ηράκλειο οι κενές θέσεις εργασίας φτάνουν τις 3.000», τονίζει ο πρόεδρος των ξενοδοχοϋπαλλήλων Νομού Ηρακλείου Νίκος Κοκολάκης. «Γνωρίζω πολλούς εργαζομένους στον τουρισμό που στράφηκαν στον κατασκευαστικό κλάδο, ο οποίος βρίσκεται σε άνθηση, προκειμένου να ζήσουν τις οικογένειές τους. Υπάρχει μεγάλο ποσοστό ανασφάλιστης ή υποδηλωμένης εργασίας στον τουρισμό. Πήγαμε αυτές τις ημέρες σε ξενοδοχεία που άνοιξαν με τους επιθεωρητές του ΣΕΠΕ. Σε ένα συγκεκριμένο ξενοδοχείο εντοπίστηκαν 9 ανασφάλιστοι που πηδούσαν από τα παράθυρα, όπως τους είχαν δασκαλέψει».

Ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης θα μπορούσε εύλογα να λύσει το πρόβλημα των κενών θέσεων. Για να προσελκύσουν οι επιχειρήσεις προσωπικό, πρέπει να δώσουν υψηλότερους μισθούς και να εξασφαλίσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε πρόσφατη ομιλία του στη Βουλή αναφέρθηκε στο πρόβλημα τονίζοντας: «Η απάντησή μου σε εργοδότες που μας λένε πως δεν βρίσκουμε να προσλάβουμε είναι ότι η αύξηση του μισθού είναι ο καλύτερος τρόπος για να προσελκύσετε εργαζόμενους στις επιχειρήσεις σας».

Από την πλευρά τους, οι εργοδότες του κλάδου, ανταλλάσσοντας διαδικτυακά σχόλια, πιστεύουν πως φταίνε τα επιδόματα της πανδημίας που κακόμαθαν τους εργαζομένους οι οποίοι προτιμούν να κάθονται παρά να δουλεύουν. Επιπλέον, τονίζουν, οι μικρές επιχειρήσεις δεν μπορούν να δώσουν υψηλότερους μισθούς μετά τα προβλήματα επιβίωσης που αντιμετώπισαν τα τελευταία δύο χρόνια. Ετσι, πολύ συχνά, οι εργαζόμενοι τους εγκαταλείπουν μετά από μερικές εβδομάδες στη μέση της σεζόν επειδή βρήκαν καλύτερη δουλειά.

Επιχειρηματίας αναφέρει ενδεικτικά την περίπτωση ανειδίκευτου εργάτη από το Μπαγκλαντές που προσλήφθηκε ως συντηρητής σε ξενοδοχείο και παραιτήθηκε γιατί βρήκε δουλειά ως βοηθός μάγειρα σε άλλο ξενοδοχείο. Δεν είναι λίγοι όμως και οι εργοδότες που στηλιτεύουν τους «κακούς» συναδέλφους τους, οι οποίοι προσφέρουν στέγη χειρότερη από τρώγλη, αποφάγια για τροφή και συμπεριφέρονται βάναυσα στο προσωπικό. Μάλιστα, όπως είχε αποκαλύψει σε παλαιότερο ρεπορτάζ το «Πρώτο Θέμα», εργαζόμενοι στη Μύκονο διέμεναν σε κοντέινερ χωρίς κλιματισμό. Σύμφωνα με τις καταγγελίες που έχει καταγράψει η Ομοσπονδία Επισιτισμού – Τουρισμού:

■ Μερίδα εργοδοτών δεν εφαρμόζει την κλαδική σύμβαση που προβλέπει μισθούς από 792 έως 864 ευρώ και έχει κηρυχθεί υποχρεωτική. Ενας εργαζόμενος στη Μύκονο για να κάνει καταγγελία για τη μη εφαρμογή της σύμβασης πρέπει να πάει στη Σύρο.

■ Στις περισσότερες περιπτώσεις αγνοούν την κλαδική σύμβαση κλείνοντας συμφωνίες-πακέτο για τη σεζόν. Υπάρχουν συμφωνίες για σερβιτόρους που προβλέπουν τρεις ώρες δουλειά το πρωί, τρεις ώρες το μεσημέρι και τρεις ώρες το βράδυ. Οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν ότι το σπαστό ωράριο τους εξαντλεί και η αμοιβή είναι ψίχουλα.

■ Μερίδα εργοδοτών δηλώνει ψευδώς στο σύστημα «Εργάνη» ότι απασχολεί και ασφαλίζει τον εργαζόμενο για 5ωρο, ενώ στην πραγματικότητα τον απασχολεί για 12 ώρες. Η έλλειψη κινήτρων για το «κυνήγι» του ενσήμου από την πλευρά των εργαζομένων είναι, σύμφωνα με τους συνδικαλιστές, ο βασικός λόγος που ανθούν οι εργοδοτικές αυθαιρεσίες.

Με το δεύτερο μνημόνιο το επίδομα ανεργίας των εποχικών διαρκεί τρεις μήνες, ενώ παλαιότερα ήταν τετράμηνης-πεντάμηνης διάρκειας και δινόταν αναλογικά με τις ημέρες ασφάλισης που συμπλήρωσε ο εποχικός. Τώρα το επίδομα εξασφαλίζεται με τη συμπλήρωση 100 ενσήμων. Οπότε στη συνέχεια ο εργαζόμενος δεν έχει κίνητρο για να κυνηγήσει το ένσημο. Επιπλέον, το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας δεν έχει ακόμα σταθεί στα πόδια του μετά την πρόσφατη μετατροπή του σε ανεξάρτητη αρχή με αποτέλεσμα οι έλεγχοι να έχουν ατονήσει.

Τι λένε οι έρευνες

Σε κάθε περίπτωση, κενές θέσεις υπήρχαν και προ πανδημίας. Με βάση τα επίσημα στοιχεία του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) και του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), το 2019, χρονιά- ρεκόρ του ελληνικού τουρισμού, ποσοστό 27% ή αλλιώς κοντά στις 6.000 από τις επιπλέον ζητούμενες θέσεις εργασίας στον κλάδο ουδέποτε καλύφθηκαν. Παράλληλα, ο αριθμός των απασχολούμενων στον κλάδο, στο peak της σεζόν τον Αύγουστο 2021 ήταν στις 175.741 από 186.575 που ήταν δύο χρόνια πριν, έχοντας σημειώσει πτώση κατά 5,8%.

Τα συμπεράσματα της πρόσφατης μελέτης του ΙΤΕΠ δίνουν κάποιες απαντήσεις στο ερώτημα «γιατί φυλλορροούν οι εποχικοί εργαζόμενοι»; Ενδεικτικά αναφέρουμε: Ο τουρισμός -και προ πανδημίας- δεν αποτελεί ιδιαίτερα επιθυμητό τομέα απασχόλησης ειδικά ανάμεσα σε νέους με ανταγωνιστικές σπουδές και δεξιότητες. Συχνά αποτελεί λύση ανάγκης και μια πρόσκαιρη φάση στην καριέρα του εργαζομένου.

Η εκπαίδευση που παρέχεται από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα δεν ανταποκρίνεται πάντα στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς. Η εποχική λειτουργία της πλειονότητας των ξενοδοχείων καθιστά ιδιαίτερα απαιτητική την απασχόληση στον κλάδο, ενώ η διασπορά των ξενοδοχείων στους νησιωτικούς προορισμούς της χώρας, μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα, την κατατάσσει χαμηλά στις προτεραιότητες των εργαζομένων. Μία ακόμη διαπίστωση από τα τμήματα ανθρωπίνου δυναμικού των μεγάλων μονάδων είναι ότι η απασχόληση στον ξενοδοχειακό κλάδο εξακολουθεί -και αυτό παρά τη μεγάλη συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ- να έχει χαμηλή κοινωνική αποδοχή, καθώς δεν φαίνεται να έχει ξεπεραστεί το σύνδρομο «γκαρσόνια της Ευρώπης», όπως προκύπτει από την έρευνα του ΙΤΕΠ.

Τι λένε οι επιχειρηματίες

Για ελλείψεις προσωπικού «χωρίς τέλος», οι οποίες δεν υπάρχει περίπτωση να καλυφθούν, μιλούν οι επιχειρηματίες του τουρισμού και της εστίασης, υποσχόμενοι ωστόσο ότι «θα κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν» αυτό το καλοκαίρι. Η αναγκαστική εποχικότητα της λειτουργίας δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα στα νησιά, αφού έχουν αυξηθεί τα ξενοδοχεία που λειτουργούν όλο τον χρόνο και τα εστιατόρια στην Αθήνα. Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Γρηγόρης Τάσιος δηλώνει: «Υπάρχουν ελλείψεις.

Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός ουσιαστικά κενών θέσεων στις χαμηλές κατηγορίες και ειδικότητες, δηλαδή καμαριέρες, λαντζέρηδες, βοηθοί σερβιτόρου, κηπουροί. Αυτές είναι περίπου 50.000 θέσεις. Θα πρέπει λοιπόν να δουλέψουμε με πολίτες τρίτων χωρών, κάτι που γίνεται είτε με διακρατικές συμφωνίες είτε μέσω της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Υπάρχει το παράδειγμα της Ισπανίας. Επίσης, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα, αλλά τονίζω ότι είμαστε ακόμη σε εμπόλεμη κατάσταση, να μπορέσουμε να βοηθήσουμε και να βοηθηθούμε με Ουκρανούς που θέλουν να εργαστούν».

Ο γνωστός σεφ Λευτέρης Λαζάρου, ιδιοκτήτης του εστιατορίου «Βαρούλκο», το οποίο επιμελείται την εστίαση 11 πεντάστερων ξενοδοχείων, αναφέρει: «Είναι γεγονός ότι λείπουν πάρα πολλοί εργαζόμενοι. Δεν υπάρχουν αυτοί οι εργαζόμενοι. Η Ελλάδα πολλαπλασιάζει τον πληθυσμό της τους καλοκαιρινούς μήνες τέσσερις φορές. Οταν λοιπόν έχουμε 40 εκατομμύρια μόνο για τέσσερις μήνες, είναι μεγάλο πρόβλημα. Και αυτό οφείλεται στον κακό προγραμματισμό. Ξέραμε ότι το τσουνάμι του τουρισμού ερχόταν, ότι η Ελλάδα πρέπει να γίνει τουριστικός προορισμός και όλοι πασχίζαμε σε αυτό.

Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια φτιάχνονται ξενοδοχεία και ανοίγουν δεκάδες εστιατόρια, αλλά είμαστε ένας γερασμένος λαός και δεν φτάνουν τα ελληνικά χέρια για τις υπηρεσίες που πρέπει να προσφέρουμε ώστε να παραμείνουμε ελκυστικοί ως τουριστικός προορισμός. Δεν υπάρχουν δημόσιες σχολές για να μάθει κάποιος την τέχνη της μαγειρικής ή του σερβιτόρου. Τα “Ξενία”, για να καταλάβετε, έπαιζαν έναν πολύ σημαντικό ρόλο τη δεκαετία του 1970, όπου τα παιδιά σπούδαζαν σε πραγματικές συνθήκες». Από την πλευρά της η πρόεδρος ξενοδόχων Πάρου – Αντιπάρου Μάνια Αμπατζή τονίζει: «Και στην Πάρο υπάρχουν ελλείψεις, κυρίως στις θέσεις της κουζίνας.

Μια θεωρία λέει ότι έχουν ανοίξει πολλά υγειονομικού ενδιαφέροντος καταστήματα και ξενοδοχεία στην Αθήνα, όπου η εργασία είναι 12μηνη και σαφώς προτιμάται από τους εργαζομένους. Μια άλλη εξήγηση είναι ότι πολλοί έχουν φύγει στο εξωτερικό όπου ασχολούνται με αυτό τον τομέα. Και ένας τρίτος λόγος είναι ότι πολλοί έχουν αλλάξει επάγγελμα, δηλαδή μετακινήθηκαν. Από τους περσινούς εργαζομένους μου κάποιοι άλλαξαν επάγγελμα και κάποιοι έφυγαν στο εξωτερικό. Τώρα αρκετά ξενοδοχεία έχουν ανοίξει με ελλείψεις, αλλά θα κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε».

Ο κ. Πάνος Μαζαράκης, εκ των ιδιοκτητών των εστιατορίων «Τζίτζικας και Μέρμηγκας» και ιδιοκτήτης ξενώνα στον Μυστρά, λέει: «Η έλλειψη στην εξεύρεση εξειδικευμένου προσωπικού τείνει να γίνει μόνιμη. Υπάρχει πρόβλημα για να καλυφθούν οι θέσεις σε πολλές ειδικότητες, όπως καμαριέρες, σερβιτόροι, μπάρμαν, μάγειρες και λαντζέρηδες. Και το πρόβλημα δεν είναι μόνο εποχικό. Υπάρχει αφενός ανασφάλεια στους νέους για την εποχική εργασία που τους οδηγεί στην αναζήτηση μόνιμης εργασίας σε διαφορετικούς κλάδους, υπάρχει επίσης κενό στην εκπαίδευση.

Ως αναγκαστική λύση θα μπορούσε να δοθεί η δυνατότητα εργασίας το καλοκαίρι σε όσους διαβιούν με κάποιο επίδομα, βάζοντας περιοριστικά εισοδηματικά κριτήρια. Πιθανόν έτσι να καλυφθούν κάποια από τα κενά». Η κυρία Κατερίνα Δάιου, ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου «Daios Hotel» στη Θεσσαλονίκη με 20ετή πείρα στον χώρο, εξηγεί: «Θεωρώ ότι σημαντική παράμετρος του προβλήματος είναι αυτό που λέμε “εσωτερική εργασιακή μετανάστευση”. Δηλαδή κάποιος που είναι στον χώρο δεν θα μείνει σε μια επιχείρηση, θα βρει δουλειά κάπου και μετά θα φύγει, θα πάει σε άλλη επιχείρηση. Δεν μπορείς να επενδύσεις έτσι όταν αλλάζεις συχνά πολλές δουλειές. Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη από τον εργοδότη στον εργαζόμενο και από τον εργαζόμενο στον εργοδότη, και αυτό έχει επηρεάσει όλη την κατάσταση. Πιστεύω ότι χρειάζεται εκπαίδευση στη νέα γενιά για να καταλάβουν τι γίνεται στην αγορά».

Πηγή protothema.gr 

Μαίρη Λαμπαδίτη
Βασίλης Γούλας

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου