Η ΓΕΠΟΕΤ καταγγέλλει ξεναγήσεις από άτομα μη έχοντα τη σχετική άδεια επαγγέλματος και την αντίστοιχη κατάρτιση ‘που έχει κατακλύσει το κέντρο της Αθήνας και άλλων πόλεων της χώρας συμβάλλοντας στη σημαντική υποβάθμιση των παρεχόμενων τουριστικών υπηρεσιών προς τους αλλοδαπούς επισκέπτες’.
Επιστολή προς την υπουργό Τουρισμού, κα Όλγα Κεφαλογιάννη και τον υπουργό Οικονομικών κ. Γκίκα Χαρδούβελη (και κοινοποιήσεις στον κ. Αναστάσιο Λιάσκο, γενικό γραμματέα Τουρισμού και την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξεναγών) απέστειλε η ΓΕΠΟΕΤ, σχετικά με τη διενέργεια ξεναγήσεων από μη αδειοδοτούμενους ξεναγούς και την υποκλοπή του έργου των τουριστικών γραφείων και λεωφορείων από επαγγελματίες ταξί.
Ακολουθεί αυτούσια η επιστολή:
“Κυρία και κύριε υπουργέ,
Σε συνέχεια καταγγελιών επιχειρήσεων μελών μας, αλλά και πλήθους δημοσιευμάτων που έχουν κατακλύσει τα ΜΜΕ περί διενέργειας ξεναγήσεων από άτομα μη έχοντα τη σχετική άδεια επαγγέλματος και την αντίστοιχη κατάρτιση, αλλά και τη διαπιστωμένη πλέον υποκλοπή του έργου των τουριστικών γραφείων και λεωφορείων από επαγγελματίες ταξί, οι οποίοι διενεργούν οι ίδιοι οργανωμένη μεταφορά-περιήγηση-ξενάγηση σε αλλοδαπούς επισκέπτες της χώρας μας σε σημεία τουριστικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας, ζητούμε την άμεση παρέμβασή σας και την εντατικοποίηση των ελέγχων.
Σύμφωνα με το πρώτο άρθρο του νόμου 393/76 (ΦΕΚ Α 199, 31.7.76):
‘1.-1. Τουριστικά Γραφεία κατά την έννοια του παρόντος Νόμου είναι μονίμως οργανωμέναι επιχειρήσεις αι οποίαι διά των υπ’αυτών διατιθεμένων μέσων και προσφερόμενων υπηρεσιών αναλαμβάνουν την μεταφοράν ή διακίνησιν ή διαμονήν μεμονωμένων ατόμων ή ομάδων ατόμων, εντός και εκτός της Χώρας.
2. Αι περί ων η προηγούμενη παράγραφος εργασίαι περιλαμβάνουν ιδία: α.Την κατάρτισιν και εκτέλεσιν προγραμμάτων εκδρομών και περιηγήσεων εντός και εκτός της χώρας, δι’ιδιοκτήτου, ή με μισθωμένου επί τούτω μεταφορικού μέσου ή δημοσίας χρήσεως θαλασσίων, αεροπορικών, ή χερσαίων μέσων…”. Κατά συνέπεια η οργανωμένη περιήγηση και ξενάγηση σε σημεία πολιτιστικού και τουριστικού ενδιαφέροντος, αρχαιολογικούς χώρους κ.λπ. στο εσωτερικό της χώρας – με τη συνεργασία πάντα νόμιμα αδειοδοτημένου επαγγελματία ξεναγού – αποτελεί έργο των τουριστικών γραφείων.
Σε συνέχεια των ανωτέρω και επειδή η πρακτική αυτή έχει κατακλύσει το κέντρο της Αθήνας και άλλων πόλεων της χώρας συμβάλλοντας στη σημαντική υποβάθμιση των παρεχόμενων τουριστικών υπηρεσιών προς τους αλλοδαπούς επισκέπτες – οι οποίοι γίνονται αποδέκτες χείριστης ποιότητας “ξενάγησης” με διαστρεβλωμένο περιεχόμενο σε κακής ποιότητας γλωσσική επικοινωνία – αλλά και σε εκτεταμένη και μεγάλου ύψους φοροδιαφυγή και απώλεια δημοσίων εσόδων, αφού σε καμία περίπτωση δεν εκδίδονται τα νόμιμα παραστατικά – συχνά δε η προαγορά της ξενάγησης-μετακίνησης πραγματοποιείται μέσω ιστοσελίδων αγνώστου έδρας και χώρας προελεύσεως – ζητούμε την προστασία των ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων, την κινητοποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών και την επιβολή των μέγιστων δυνατών κυρώσεων όπου διαπιστωθεί παρανομία”.