Οταν τα θύματα μιας κρίσης δεν έχουν ακόμα αναγνωριστεί και παραδοθεί στους οικείους τους, απαιτείται τεράστιος σεβασμός, μετρημένα λόγια και εξαιρετική προσοχή σε κάθε δημόσια παρέμβαση. Εξάλλου, ελλοχεύει πάντοτε και ο πειρασμός του «δεξιότερα Κουροπάτκιν». Στο παρόν σημείωμα θα αναφερθούμε σε κάποιες διαχρονικές παθογένειες και θα διατυπώσουμε ορισμένες προτάσεις, θεσμικής κυρίως φύσης. Επί της ουσίας, όλοι συμφωνούν ότι εκδηλώθηκε ένα ακραίο φαινόμενο, το οποίο ήταν εξαιρετικά δύσκολα διαχειρίσιμο. Η άναρχη δόμηση δυσχέρανε την κατάσταση, ενώ και η οικονομική κρίση αναμφίβολα έχει επηρεάσει αρνητικά τις δυνατότητες των αρμοδίων υπηρεσιών. Και πάντοτε μέρος της εξίσωσης ασφαλείας σε αυτές τις περιπτώσεις είναι και η τρωτότητα σε κακόβουλες ενέργειες. Υπάρχουν, ωστόσο, κρίσιμα ερωτήματα: υπήρξαν λανθασμένες εκτιμήσεις ή παραλείψεις; Ηταν επαρκής ο σχεδιασμός; Αξιοποιούνται γενικότερα οι νέες τεχνολογίες για την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων; Υπήρξαν προβλήματα συντονισμού (ένα σοβαρό και διαχρονικό πρόβλημα η αντιμετώπιση του οποίου απαιτεί τόσο θεσμικές αλλαγές, όσο και αλλαγή αντιλήψεων περί αρμοδιοτήτων και τεχνητών διαχωριστικών γραμμών μεταξύ φορέων); Ηταν απολύτως αξιοκρατικές οι επιλογές στελεχών σε θέσεις-κλειδιά (π.χ. υψηλόβαθμο στέλεχος με ένα –με μια πρώτη ματιά– επαρκές βιογραφικό, θεωρεί απαραίτητο να αναφέρει ότι διετέλεσε στέλεχος του πολιτικού κόμματος στο οποίο ανήκει ο πολιτικός του προϊστάμενος. Ενδεχομένως η παρατήρηση αυτή να αδικεί τον συγκεκριμένο αξιωματούχο, αλλά η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, πρέπει και να φαίνεται τίμια); Πρέπει να αναζητηθούν ευθύνες και πού; Ηταν απαραίτητη μια συγγνώμη από την πλευρά της κυβέρνησης και κάποια παραίτηση, έστω και για ηθικούς λόγους; Πολλά από τα ερωτήματα αυτά –τα τεχνικής φύσης– πρέπει να απαντηθούν από ειδικούς, όπως π.χ. ο Κώστας Συνολάκης και ο Γαβριήλ Ξανθόπουλος. Οσον αφορά τη θεσμική διάσταση του ζητήματος, πρέπει να επισημανθούν τα ακόλουθα:
1. Οι εθνικές καταστροφές δεν προσφέρονται για εύκολη κριτική ή για κομματική εκμετάλλευση, ακόμη και αν υπάρχουν έμμεσες πολιτικές ευθύνες. Αυτό όμως που πιέζει χρονικά είναι η μελέτη τυχόν σφαλμάτων και παραλείψεων για να αποφευχθεί η επανάληψή τους. Η τόσο διαδεδομένη και χρήσιμη διαδικασία εξαγωγής συμπερασμάτων (lessons learned) από περιστατικά με θετική ή –κυρίως– αρνητική έκβαση σπανιότατα τυγχάνει εφαρμογής στη χώρα μας. Μετά την καταστροφή του 2007, κάθε σοβαρή χώρα θα δημιουργούσε μια επιτροπή ειδικών με αποστολή την ταχεία ετοιμασία μιας έκθεσης με διαπιστώσεις και συγκεκριμένες προτάσεις με στόχο λιγότερο την επίρριψη ευθυνών σε συγκεκριμένα πρόσωπα (αν και αυτό πρέπει να γίνει κάποια στιγμή σε μια χώρα όπου σχεδόν κανείς δεν τιμωρείται πραγματικά, ακόμη και αν οι συνέπειες των λαθών ή παραλείψεων κοστίζουν σε ανθρώπινες ζωές), όσο τον εντοπισμό και διόρθωση αδυναμιών του κρατικού μηχανισμού και την αποτροπή ανάλογων καταστροφών στο μέλλον. Προφανώς, αυτό δεν συνέβη μετά την καταστροφή του 2007 (και σε πολλές άλλες περιπτώσεις). Θα γίνει άραγε τώρα;
2. Ακόμη και αν ο σχεδιασμός ήταν επαρκής, πόσο συχνά και πόσο ρεαλιστικά είχε δοκιμαστεί στην πράξη, ιδιαίτερα από την Τοπική Αυτοδιοίκηση που αποτελεί κρίσιμο «παίκτη» σε πολλά σενάρια εκτάκτων καταστάσεων; Επιπλέον, η έλλειψη κουλτούρας ασφαλείας σε πολλές υπηρεσίες –αλλά και γενικότερα στην ελληνική κοινωνία– συνδέεται με μια λογική ωχαδερφισμού και ελλιπούς εφαρμογής των κανονισμών ασφαλείας. Εξάλλου, στις ασκήσεις όλων των φορέων στον τομέα της εθνικής ασφάλειας έχει εμφιλοχωρήσει η νοοτροπία του «σίγουρου αποτελέσματος», με αποτέλεσμα να μην δοκιμάζονται «διαφορετικά» σενάρια, ακραίες μεταβλητές, απρόβλεπτες (πλην όμως πιθανές) εξελίξεις, αυτό που στη διεθνή βιβλιογραφία ονομάζεται «Μαύροι Κύκνοι» (Black Swans). Με τον τρόπο αυτό, η άσκηση στέφεται σχεδόν πάντοτε από απόλυτη επιτυχία και η διαχείριση της πραγματικής κρίσης συχνά καταλήγει σε τραγικά αποτελέσματα.
3. Με δεδομένη την τεράστια έκταση που πρέπει να προστατευθεί και την αυξανόμενη οξύτητα των φαινομένων, ο κρατικός μηχανισμός, όσο και αν βελτιωθεί, θα συνεχίσει να δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει φυσικές καταστροφές αυτού του μεγέθους. Πέραν των απαιτούμενων οργανωτικών αλλαγών, ιδιαίτερα σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης, θα απαιτηθεί μια εκτενής αλλαγή νοοτροπίας από την ελληνική κοινωνία, η επανεξέταση της ατομικής και συλλογικής μας συμπεριφοράς απέναντι στο περιβάλλον και η σημαντική αύξηση του εθελοντισμού. Στο πλαίσιο αυτό, όπως αναφέρεται σε υπό εκπόνηση μελέτη του ΕΛΙΑΜΕΠ και της διαΝΕΟσις για τη στρατιωτική θητεία, θα βοηθούσε η εκπαίδευση των στρατευσίμων (ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού, που σταδιακά θα δημιουργούσε μια κρίσιμη μάζα, καθώς διαδοχικές σειρές/κλάσεις στρατευσίμων θα εξοικειώνονταν με τις σχετικές διαδικασίες) σε μεθόδους και τεχνικές διαχείρισης εκτάκτων καταστάσεων (με έμφαση στις φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές). Επιπλέον, η επιδείνωση του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής απαιτεί τη μετατροπή ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού σε ενεργούς πολίτες. Αραγε θα είχε ελπίδα αποδοχής μια πρόταση για αντικατάσταση της πενταήμερης εκδρομής της 3ης Λυκείου από μια αντίστοιχη περίοδο διαμονής σε ειδικές κατασκηνώσεις για τον καθαρισμό δασών; Θα δέχονταν οι –ευτυχώς, φθίνουσας επιρροής– πανεπιστημιακές κομματικές νεολαίες να προσφέρουν κάποιας μορφής κοινωνικό έργο;
4. Προτεραιότητα, τέλος,πρέπει να αποτελέσει η ουσιαστική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος στον ευρύτερο τομέα της εθνικής ασφάλειας (εκπαίδευση / μετεκπαίδευση / εξειδίκευση / επιμόρφωση στελεχών). Στη Λευκή Βίβλο για την Εξωτερική Πολιτική, Αμυνα και Ασφάλεια (ΕΛΙΑΜΕΠ – Εκδόσεις Σιδέρη, 2016) προτάθηκε η λειτουργία «σχολής» ταχύρρυθμης (διάρκειας 4-8 εβδομάδων) εκπαίδευσης σε θέματα διαχείρισης κρίσεων και αντιμετώπισης καταστροφών [σε συνεργασία με το Κέντρο Μελετών για την Ασφάλεια (ΚΕΜΕΑ) και τη Σχολή Εθνικής Ασφαλείας, ή ενδεχομένως και τη Σχολή Εθνικής Αμυνας, η οποία θα μπορούσε να εξελιχθεί στο βασικό κέντρο εκπαίδευσης και επιμόρφωσης σε θέματα χειρισμού κρίσεων και μελέτης νέων μορφών εγκληματικότητας και απειλών για την εθνική ασφάλεια]. Κάθε εκπαιδευτική σειρά της «σχολής» θα απευθύνεται σε μικρό αριθμό (20-30) προσεκτικά επιλεγμένων κρατικών στελεχών από όλες τις συναρμόδιες υπηρεσίες και το πρόγραμμα διδασκαλίας θα δίδει έμφαση σε ασκήσεις προσομοίωσης στον χειρισμό κρίσεων (με μια ποικιλία σεναρίων για έκτακτες καταστάσεις). Τα οφέλη θα είναι η δημιουργία μιας διευρυνόμενης «δεξαμενής» επίλεκτων κρατικών στελεχών με θεωρητική και πρακτική εξοικείωση με διάφορα σενάρια κρίσεων, γνώση προσώπων, διαδικασιών και εθνικών δυνατοτήτων. Σε περίπτωση πραγματικής κρίσης, αυτό μεταφράζεται σε ταχύτερη και αποτελεσματικότερη αντίδραση με δυνητικά σημαντικό περιορισμό του ανθρώπινου και οικονομικού κόστους.
Εν κατακλείδι, η χώρα είναι τρωτή σε διάφορες έκτακτες καταστάσεις. Εχουμε πολλά στελέχη πρώτης γραμμής, με σημαντική εμπειρία, γνώσεις και τσαγανό. Μας λείπουν η θεσμική οργάνωση και η απαραίτητη κουλτούρα ασφαλείας. Τα προβλήματα είναι σοβαρά, αλλά αντιμετωπίσημα. Ευχή να μην μας ξαναβρεί η επόμενη έκτακτη κατάσταση στο ίδιο σημείο.
* Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος είναι γενικός διευθυντής ΕΛΙΑΜΕΠ (Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής)