Η κατάργηση της διοικητικής έγκρισης από το υπουργείο Εργασίας των ομαδικών απολύσεων, η διατήρηση της απαγόρευσης της ανταπεργίας (lock out), το δικαίωμα των εργοδοτών να μην καταβάλλουν μισθούς σε μη απεργούς εργαζόμενους με βάση το άρθρο 656 του αστικού Κώδικα ως μέσο πίεσης κατά των υπόλοιπων εργαζόμενων που απεργούν, η επέκταση των κλαδικών συμβάσεων εργασίας, αλλά και η διατήρηση της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία μόνο «ως έσχατο μέτρο» επίλυσης των εργατικών διαφορών αποτελούν τα βασικά σημεία του υπομνήματος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων που παρέλαβε χθες ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος, τα βασικά σημεία του οποίου παρουσιάζει σήμερα η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ.
Όπως είχε αποκαλύψει η εφημερίδα στο φύλλο της 19ης Σεπτεμβρίου, το υπόμνημα της επιτροπής, εκτός από τις συγκλίσεις των επιστημόνων στις επιμέρους θεματικές ενότητες περιέχει και τις διαφορετικές προσεγγίσεις για μείζονα θέματα της ατζέντας των εργασιακών σχέσεων.
To κυρίαρχο θέμα επί του οποίου υπάρχουν όχι απλά διαφορετικές εκτιμήσεις μεταξύ των μελών της επιτροπής αλλά διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις, αφορά τον μηχανισμό και τη διαδικασία διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, ο οποίος από τις 12/2/2012 με την 6η πράξη του υπουργικού συμβουλίου εξακολουθεί να προσδιορίζεται μέσω της νομοθετικής διαδικασίας και όχι μέσω των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων.
Επίσης, υπάρχουν διιστάμενες απόψεις μεταξύ των μελών της επιτροπής για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης για τους εργαζόμενους ηλικίας κάτω των 25 ετών, καθώς διατυπώνεται η πρόταση σύνδεσης του μισθού των νέων με την εργασιακή τους εμπειρία.
Το υπόμνημα, οι συμφωνίες και οι διαφωνίες της επιτροπής
1. Οι προτάσεις για τον κατώτατο μισθό της ΕΓΣΣΕ
Οι κάθετες διαφωνίες των μελών της επιτροπής εμπειρογνωμόνων για τη διαδικασία αλλά και για το περιεχόμενο της διαμόρφωσης του κατώτατου βασικού μισθού αποτελούν αναμφίβολα ένα από τα κυρίαρχα θέματα με ισχυρό νομικό, κοινωνικό, πολιτικό και συμβολικό χαρακτήρα.
Ουσιαστικά, η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων εμφανίζεται διχασμένη σε αυτό το θέμα, καθώς αποτυπώνονται στο πόρισμα δύο διαμετρικά αντίθετες προτάσεις, οι οποίες είναι: α) Ένα μέρος της επιτροπής προτείνει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, κατόπιν διαβουλεύσεων με ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, μέσω εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας με καθολική εφαρμογή και β)Ένα άλλο μέρος της επιτροπής προτείνει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, κατόπιν διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, όπως δηλαδή προβλέπει η σημερινή διαδικασία που θεσμοθετήθηκε κατ’ εφαρμογή των ρυθμίσεων του δευτέρου μνημονίου.
Η επιτροπή εκτιμά ότι για τη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού θα πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, οι προοπτικές ανάπτυξης, η ανταγωνιστικότητα και τα επίπεδα της ανεργίας. Υπενθυμίζεται ότι επί του θέματος αυτού υπάρχει σύμφωνη γνώμη των κοινωνικών εταίρων, ώστε η διαμόρφωση του κατώτατου μισθού να επανέλθει μέσα στη δικαιοδοσία των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων μεταξύ της ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών οργανώσεων.
2. Ο κατώτατος μισθός για νέους έως 25 ετών
Ορισμένα μέλη της επιτροπής έχουν την άποψη ότι ο κατώτατος μισθός των νέων, ο οποίος μειώθηκε κατά 32% στην 6η πράξη του υπουργικού συμβουλίου το 2012, θα πρέπει να αντικατασταθεί από ένα μειωμένο κατώτατο μισθό βάσει εργασιακής εμπειρίας με ανώτατη διάρκεια τα δύο έτη.
Το προτεινόμενο σύστημα μειωμένου κατώτατου μισθού θα πρέπει να αξιολογηθεί μετά την πάροδο των δύο ετών. Άλλα μέλη της επιτροπής προτείνουν τη διατήρηση του κατώτατου μισθού των νέων με τα ισχύοντα ηλικιακά όρια, όπως αυτά προσδιορίστηκαν με τις ρυθμίσεις του δεύτερου μνημονίου, δηλαδή στα 510 ευρώ μικτά.
3. Ομαδικές απολύσεις
Σύμφωνα με το πόρισμα της επιτροπής, οι ομαδικές απολύσεις θα πρέπει να ρυθμίζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αποτελούν ένα εργαλείο προσαρμογής των επιχειρήσεων σε περιόδους οικονομικής κρίσης.
Όμως, στο θέμα αυτό η επιτροπή εκτιμά πως θα είναι καταλυτική η οριστική απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου για την υπόθεση της Lafarge – ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ και τονίζει ότι μετά την έκδοση της απόφασης επί του προδικαστικού ερωτήματος της εταιρείας, το ισχύον σύστημα θα μπορούσε να καταργηθεί ή να αντικατασταθεί από ένα άλλο σύστημα εκ των προτέρων έγκρισης του σχεδίου απολύσεων.
4. Περισσότερη ευελιξία για την αποφυγή απολύσεων
Η περαιτέρω διεύρυνση των μορφών ελαστικής εργασίας, σύμφωνα με το πόρισμα, μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις. Επίσης, αναφέρεται ότι η εργασία μειωμένου ωραρίου πρέπει να είναι ευέλικτη βάσει των υπαρχουσών αναγκών της επιχείρησης.
5. Για τους όρους κήρυξης απεργιών
Η επιτροπή εμπειρογνωμόνων αναγνωρίζει ότι δεν υπάρχει ανάγκη για αυστηρότερους κανόνες σχετικά με την απεργία και αναφέρει στο πόρισμα ότι η ελληνική νομοθεσία ρυθμίζει με επάρκεια τις διαδικασίες για την κήρυξη απεργίας.
6. Ανταπεργία (lock out)
Στο πόρισμα υπάρχει σαφής θέση κατά της άρσης της απαγόρευσης της ανταπεργίας (lock out) η οποία απαγόρευση προβλέπεται ρητά από το ν.1264/1982. Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, ο Έλληνας νομοθέτης μπορεί να διευκρινίσει πως ο εργοδότης, κάνοντας χρήση του άρθρου 656 του Α.Κ., έχει τη δυνατότητα να μην πληρώσει τους μη απεργούς εργαζόμενους εφόσον δεν μπορούν να συνεχίσουν την εργασία τους, επειδή λαμβάνει χώρα απεργία στην επιχείρηση ή εκμετάλλευση.
7. Συλλογικές διαπραγματεύσεις
Και στο θέμα της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων υπήρξαν διαφωνίες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση από έναν περιορισμένο αριθμό των μελών. Στο πόρισμα αναφέρεται ότι η απόφαση για την επέκταση της συλλογικής σύμβασης λαμβάνεται από τον υπουργό Εργασίας ύστερα από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους.
Οι αντιπροσωπευτικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας θα μπορούν να επεκτείνονται από το κράτος κατόπιν αίτησης ενός από τα διαπραγματευόμενα μέρη σε κλαδικό ή ομοιοεπαγγελματικό επίπεδο.
Οι συλλογικές συμβάσεις θεωρούνται αντιπροσωπευτικές εφόσον καλύπτουν το 50% των εργαζομένων της διαπραγματευτικής μονάδας (του κλάδου ή του επαγγέλματος).
Το πόρισμα προτείνει τη θεσμοθέτηση ενός διοικητικού συστήματος που θα επιτρέπει τον αξιόπιστο έλεγχο του ποσοστού των εργαζομένων που αντιπροσωπεύεται στη διαπραγματευτική μονάδα – επιχείρηση – κλάδο.
Επίσης, άλλα μέλη της επιτροπής προτείνουν τη δυνατότητα επέκτασης, σε περιπτώσεις σοβαρών προβλημάτων στην αντίστοιχη αγορά εργασίας καθώς και σε περιπτώσεις δημόσιου συμφέροντος (π.χ. εισαγωγή συστήματος μαθητείας).
Ένα άλλο μέρος της επιτροπής θεωρεί πως η επέκταση πρέπει να είναι δυνατή μόνο σε περίπτωση που καλύπτεται το όριο του 50%.
8. Αρχή της ευνοϊκότερης σύμβασης
Ορισμένα μέλη υποστηρίζουν πως οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας χαμηλότερου επιπέδου δεν μπορούν να αποκλίνουν προς το χειρότερο από τις εθνικές ή κλαδικές συμβάσεις, εκτός κι αν οι κοινωνικοί εταίροι προβλέπουν ρήτρες για συγκεκριμένα ζητήματα, οι οποίες επιτρέπουν προσωρινές αποκλίσεις σε περιπτώσεις επειγουσών οικονομικών/χρηματοοικονομικών αναγκών των επιχειρήσεων.
Επίσης, υπάρχει καταγραμμένη στο υπόμνημα η άποψη πως η μισθολογική ευελιξία στο μικρο – επίπεδο είναι σημαντική. Συνεπώς, η ιεραρχία των συλλογικών διαπραγματεύσεων πρέπει να διέπεται από την αρχή της επικουρικότητας, και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις συμβάσεις που συνάπτονται σε επιχειρησιακό επίπεδο να υπερισχύουν των συμβάσεων που συνάπτονται σε κλαδικό/ομοιοεπαγγελματικό/εθνικό επίπεδο.
9. Η χρονική επέκταση, η μετενέργεια και η διάρκεια των συλλογικών συμβάσεων εργασίας αποφασίζονται από τους κοινωνικούς εταίρους
Σύμφωνα πάντα με το πόρισμα, εάν οι κοινωνικοί εταίροι δεν λάβουν σχετική απόφαση για το πρώτο ζήτημα, η χρονική επέκταση πρέπει να διαρκεί έξι μήνες.
Αν το δεύτερο ζήτημα δεν ρυθμιστεί στη συλλογική σύμβαση, η μετενέργεια πρέπει να καλύπτει όλους τους συμφωνηθέντες όρους εργασίας.
Αν το τρίτο ζήτημα δεν ρυθμιστεί στη συλλογική σύμβαση, η συλλογική σύμβαση θα μπορεί να καταγγέλλεται με προειδοποίηση τριών μηνών.
10. Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ)
Αν δεν μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων οι όροι της συλλογικής σύμβασης μπορούν να καθορίζονται μέσω διαιτησίας, κατά προτίμηση εφόσον και τα δύο μέρη συμφωνούν.
Η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία θα πρέπει να θεωρείται έσχατο μέσο, αφού καταδεικνύει έλλειψη εμπιστοσύνης. Το σύστημα διαιτησίας τροποποιήθηκε πρόσφατα και θα πρέπει να αξιολογηθεί μέχρι το 2018 προκειμένου να εκτιμηθεί ο ρόλος της διαιτησίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
11. Μισθολογικά κλιμάκια
Οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να διαπραγματεύονται για τις μισθολογικές ωριμάνσεις, την ίση μεταχείριση υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών, τη διά βίου μάθηση και την παραγωγικότητα.
12. Συνδικαλιστικός νόμος 1264/1982
Το πόρισμα αναφέρει ότι μέσα σε ένα πλαίσιο ειλικρινούς διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων θα ήταν χρήσιμη μία συζήτηση για τον εκσυγχρονισμό του συνδικαλιστικού νόμου, επισημαίνοντας ωστόσο ότι σε αυτό το πεδίο δεν διαπιστώνονται κάποιες πρακτικές οι οποίες βρίσκονται σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις ευρωπαϊκές πρακτικές.
Ναυτεμπορική