Μεγάλες προσδοκίες, πολύπλοκες διαδικασίες, αλλά μικρές στην πράξη αλλαγές και ελάχιστα οφέλη για την Ελλάδα φέρει η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Μετανάστευση και το Ασυλο. Πρόκειται βεβαίως για μια προσπάθεια να επιτευχθεί σχεδόν το αδύνατο, να εξασφαλιστεί δηλαδή μια πλατφόρμα η οποία θα αποτελέσει βάση συζήτησης πλευρών με εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού/προσφυγικού θέματος.
Από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης, προς το παρόν, γίνεται λόγος για «έντονη διαπραγμάτευση» επί των κειμένων που παρουσιάστηκαν, ενώ αναγνωρίζεται η προσπάθεια που κατέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «να συγκεράσει αποκλίνουσες απόψεις, προερχόμενες από διαφορετικές ομάδες κρατών».
Το νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Ασυλο περιλαμβάνει τρεις «καινοτομίες» η αποδοτικότητα των οποίων, ωστόσο, εξαρτάται από πολλαπλούς αστάθμητους παράγοντες καθώς επιβάλλει συνεννοήσεις αλλά δεν καθορίζει συγκεκριμένες δράσεις: Τις ευέλικτες μορφές συνεισφοράς εκ μέρους των κρατών-μελών, τη χορηγία αλληλεγγύης και ταχύτερες διαδικασίες στα σύνορα.
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αν το σύστημα δεν αποδώσει, η Ελλάδα όπως και οι άλλες χώρες πρώτης υποδοχής είναι αυτές που και πάλι θα επωμιστούν το βάρος», τονίζει στην «Κ» η στρατηγός εν αποστρατεία κ. Ζαχαρούλα Τσιριγώτη, η οποία έχει εκτελέσει επί σειράν ετών χρέη γενικού επιθεωρητή Αστυνομίας Αλλοδαπών και Προστασίας συνόρων.
Προβλέπεται κατ’ αρχάς ένας «νέος μηχανισμός σταθερής αλληλεγγύης», ο οποίος όμως δεν είναι μόνιμος ή αυτόματος αλλά ενεργοποιείται με αίτημα του κράτους-μέλους το οποίο βρίσκεται σε έκτακτες συνθήκες. Ως «έκτακτες συνθήκες» νοούνται οι περιπτώσεις πίεσης ή και απειλής πίεσης αυξημένων ροών στα σύνορα ενός κράτους-μέλους και οι περιπτώσεις διασώσεων στη θάλασσα. Σε αυτές τις περιπτώσεις το κράτος-μέλος που βρίσκεται υπό πίεση μπορεί να αναστέλλει την εξέταση των αιτημάτων ασύλου για μικρό χρονικό διάστημα. Εφόσον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εγκρίνει το σχετικό αίτημα τα κράτη- μέλη μπορούν να επιλέξουν τους τρόπους να δείξουν την αλληλεγγύη τους:
• Να προσφέρουν άμεση επιχειρησιακή στήριξη. Κάτι που ήδη συμβαίνει συχνά με τα κράτη-μέλη να έχουν στείλει σκηνές, είδη πρώτης ανάγκης, τρόφιμα και άλλα πολλές φορές στην Ελλάδα, η οποία όμως τελικά πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
• Μετεγκατάσταση αφιχθέντων ατόμων. Σε αυτή την περίπτωση προσφέρεται χρηματοδότηση ύψους 10.000 ευρώ για κάθε άτομο, ενώ προτεραιότητα δίνεται στα ασυνόδευτα, η μετεγκατάσταση των οποίων πριμοδοτείται με 12.000 ευρώ κατά άτομο.
• «Χορηγία επιστροφής». Τα κράτη-μέλη που δεν θέλουν να αναλάβουν το βάρος της φιλοξενίας αιτούντων άσυλο, θα αναλαμβάνουν την ευθύνη της επιστροφής στις χώρες τους όσων το αίτημα ασύλου έχει απορριφθεί. Μάλιστα δίνεται και η δυνατότητα στα κράτη-μέλη να επιλέξουν την εθνικότητα των ατόμων που θα επιστρέψουν ανάλογα με τη σχέση που έχουν με τις χώρες προέλευσης.
Εφόσον όμως δεν επιτύχουν την αποστολή τους εντός 8 μηνών τότε, οι προς επαναπατρισμό απορριφθέντες, θα μεταφέρονται στο κράτος-μέλος που είχε αναλάβει τη μεταφορά!
«Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι κάθε χρόνο επιστρέφεται το 1/3 των προς επιστροφή ατόμων, η συγκεκριμένη πρόβλεψη είναι σαν να απειλούμε τις χώρες του Βίσεγκραντ ότι θα μεταφέρουμε στην επικράτειά τους παράνομους μετανάστες», λέει η κ. Τσιριγώτη.
Στέλεχος της ομάδας διαπραγμάτευσης που έχει συσταθεί από την ελληνική πλευρά αναφέρει ότι «αυτό το στοιχείο μόνο ως μέσο πίεσης μπορούμε να το εκλάβουμε. Δεν μπορεί να εφαρμοστεί, ούτε βέβαια καμία χώρα θα το δεχθεί», τονίζει: «Στην πράξη οι χώρες πρώτης υποδοχής θα αναγκαστούν να έχουν μεγάλα κέντρα κράτησης, στα οποία θα παραμένουν οι προς επιστροφή μετανάστες», συμπληρώνει.
Ακριβώς λόγω της μεγάλης δυσκολίας του εγχειρήματος των επιστροφών πάγιο αίτημα της Ελλάδας αλλά και άλλων χωρών της Ε.Ε. είναι η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού επιστροφών σε συνεννόηση και συνεργασία με τα κράτη-μέλη. Στο πλαίσιο της «αλληλεγγύης» προβλέπεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορεί να παρέμβει και να επιβάλει στα μέλη να συνεισφέρουν στη διαδικασία μετεγκατάστασης και επιστροφών. Πάντως, η διαδικασία μετεγκατάστασης το 2016 χρειάστηκε περισσότερο από ένα χρόνο για να ολοκληρωθεί για μόλις 23.000 ανθρώπους, ενώ εκκρεμούν κυρώσεις προς τις χώρες του Βίσεγκραντ οι οποίες ποτέ δεν συμμετείχαν στη διαδικασία.
Ελεγχος υγείας
Το νέο Σύμφωνο προβλέπει επίσης την πραγματοποίηση γρήγορων διαδικασιών διαχωρισμού προσφύγων-μεταναστών στα σημεία εισόδου στην Ε.Ε. Αυτή η διαδικασία θα περιλαμβάνει αναγνώριση, έλεγχο υγείας και ασφάλειας, αποτυπώματα και καταγραφή στο ευρωπαϊκό σύστημα Eurodac.
Οι fast-track διαδικασίες για τον διαχωρισμό όσων φτάνουν και την άμεση απόρριψη αιτημάτων ασύλου ατόμων που προέρχονται από χώρες οι οποίες έχουν χαμηλό ποσοστό αναγνώρισης είναι μια διαδικασία η οποία έχει ήδη γίνει προσπάθεια να εφαρμοστεί στα ΚΥΤ (κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης) στα ελληνικά νησιά, όχι όμως με μεγάλη επιτυχία. Σύμφωνα με το σχέδιο ο διαχωρισμός αν το αίτημα ασύλου θεωρείται παραδεκτό, οπότε μπορεί να προχωρήσει η διαδικασία εξέτασης ή απαράδεκτο οπότε δεν συντρέχουν λόγοι περαιτέρω εξέτασης, πρέπει να γίνεται μέσα σε διάστημα πέντε ημερών. Επιπλέον το αίτημα ασύλου συμπεριλαμβανομένης και της ένστασης θα πρέπει να εξετάζεται σε χρονικό διάστημα συνολικά 12 εβδομάδων.
Δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα εκκρεμούν πάνω από 90.000 αιτήματα ασύλου προς εξέταση είναι ολοφάνερη η δυσκολία του διοικητικού μηχανισμού να αντεπεξέλθει σε ένα τέτοιο χρονοδιάγραμμα. Πόσα άτομα θα χρειάζονται για να εξυπηρετούνται όσοι φτάνουν; Δεδομένου ότι οι ροές δεν είναι σταθερές, πώς θα στηθεί ένας μόνιμος μηχανισμός; «Εφόσον τα κράτη πρώτης υποδοχής θα κάνουν το screening είναι αυτονόητο ότι στα ελληνικά νησιά ή στον Εβρο θα έχουμε και πάλι εγκλωβισμό ατόμων όταν αυξηθούν οι ροές», επισημαίνει ο ίδιος άνθρωπος που επεξεργάζεται τις ελληνικές προτάσεις.
Επισημαίνει επίσης ότι δεν πρέπει να «βλέπουμε» τη σημερινή κατάσταση όπου οι μεταναστευτικές ροές στα ελληνικά νησιά είναι μειωμένες, αλλά τις περιόδους στις οποίες θα υπάρξει πραγματικά κρίση.
Αντιδράσεις
Η πρόταση συνάντησε ήδη τη σφοδρή αντίδραση και των δύο πλευρών, τις θέσεις των οποίων φιλοδοξεί να συγκεράσει: των χωρών του Βίσεγκραντ που δεν συζητούν μηχανισμό μετεγκατάστασης και του Ευρωκοινοβουλίου που παραδοσιακά ζητεί περισσότερη και συγκεκριμένη αλληλεγγύη. Την επόμενη κιόλας ημέρα της ανακοίνωσης, την προηγούμενη Πέμπτη, οι πρωθυπουργοί Ουγγαρίας, Πολωνίας και Τσεχίας συναντήθηκαν με την πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για να της γνωστοποιήσουν ότι η πρόταση που κατέθεσε η Επιτροπή είναι «απαράδεκτη». Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν ζήτησε να γίνει δεκτή η πρόταση της Ουγγαρίας σύμφωνα με την οποία «κανένας δεν μπορεί να εισέλθει σε ευρωπαϊκό έδαφος πριν ένα κράτος-μέλος δεν εγκρίνει το αίτημα ασύλου του».
Ο Τσέχος πρωθυπουργός Α. Μπάμπις τόνισε πως δεν συζητεί την περίπτωση των ποσοστώσεων και ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να σταματά τους μετανάστες στα σύνορα, να τους γυρίζει πίσω και να τους προσφέρει βοήθεια στις χώρες τους. Την ίδια ημέρα σε ανακοίνωσή του το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χαρακτήρισε το νέο Σύμφωνο «ανεπαρκές». Ωστόσο, κάποιοι ευρωβουλευτές ανέφεραν ότι είναι «βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση».
Συζητήσεις για δευτερογενείς μετακινήσεις
Οι διαφορετικές εθνικότητες των αιτούντων άσυλο στα κράτη-μέλη δείχνουν πόσο ακόμα πιο περίπλοκο είναι το θέμα των μεταναστευτικών ροών στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Την ίδια ώρα που Αφγανοί, Σύροι και Πακιστανοί στριμώχνονται στα ΚΥΤ της Ελλάδας, στην Ισπανία φθάνουν –νόμιμα, αφού δεν απαιτείται βίζα– με το αεροπλάνο άνθρωποι από τη Βενεζουέλα, την Κολομβία και την Ονδούρα, οι οποίοι στη συνέχεια καταθέτουν αίτημα ασύλου. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι σχεδόν 15.000 άνθρωποι από την Τουρκία ζήτησαν άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ενωση –στη Γερμανία και στην Ελλάδα– τον προηγούμενο χρόνο. Το γεγονός ότι χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία, που δεν βρίσκονται στην πρώτη γραμμή υποδοχής, δέχονται αιτήματα ασύλου από εθνικότητες που δέχεται και η Ελλάδα έχει επίσης προκαλέσει συζητήσεις για τη δυνατότητα δευτερογενών μετακινήσεων αιτούντων άσυλο μεταξύ των κρατών-μελών.
Πηγή: kathimerini.gr