Η γεωπολιτική σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου εισέρχεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη φάση. Οι εξελίξεις των τελευταίων ετών, με αποκορύφωμα τις προσπάθειες της Τουρκίας να υπογράψει συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) με τη Συρία, αναδεικνύουν την ένταση που επικρατεί στην περιοχή. Οι επιπτώσεις αυτών των κινήσεων είναι πολυεπίπεδες, καθώς αφορούν όχι μόνο την εδαφική και θαλάσσια κυριαρχία, αλλά και τις διεθνείς ισορροπίες. Ως ειδικός σε θέματα θαλάσσιων οριοθετήσεων και διεθνούς δικαίου, ο κ. Θεόδωρος Κατσούφρος στην συνέντευξη στη «δ» αναλύει σε βάθος τα κρίσιμα ερωτήματα που προκύπτουν: Ποιες είναι οι γεωπολιτικές επιδιώξεις της Τουρκίας, τι σημαίνει για την Ελλάδα μία τέτοια εξέλιξη, κυρίως, γιατί η χώρα μας, παρά τη δυναμική που φαίνεται να υπάρχει, δεν έχει ακόμα προχωρήσει στην ανακήρυξη της δικής της ΑΟΖ, αλλά και στην εμμονή της γείτονος περί αποστρατιωτικοποίησης των νησιών.
Μέσα από την συνέντευξη επιχειρείται να φωτιστούν οι νομικές, διπλωματικές και γεωπολιτικές παράμετροι του ζητήματος, αναδεικνύοντας τα κίνητρα και τους κινδύνους που κρύβονται πίσω από τις στρατηγικές επιλογές των κρατών. Πρόκειται για μία τεκμηριωμένη ανάλυση, που βασίζεται στην εμπεριστατωμένη γνώση και πολύχρονη ενασχόληση του συνεντευξιαζόμενου.
Ο Θεόδωρος Κατσούφρος είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και κάτοχος τριών μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών στο Διεθνές Δίκαιο, Διπλωματία και στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Από το 1981 έως το 2013 εργάστηκε στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο. Το 1988 υπηρέτησε στην Ειδική Νομική Υπηρεσία του Ελληνικού ΥΠΕΞ. Από το 1988, ενεργό μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων. Από το 2019, Senior Fellow στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Αριστείας Jean Monnet του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μεταξύ του πλήθους εργασιών του και μία ειδική μελέτη με θέμα τις «Ευθείες Γραμμές Βάσης κατά το Δίκαιο της Θάλασσας για λογαριασμό του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ελληνικού ΥΠΕΞ» (απόρρητη έτος 1997).
Αναλυτικά η συνέντευξη:
• κ. Κατσούφρο βρισκόμαστε σε μία κομβική περίοδο για την Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία απ’ ότι διαφαίνεται άρχισε όχι μόνο να νουθετεί τη νέα πολιτική ηγεσία της Συρίας, αλλά και να διαρρέει σενάρια περί υπογραφής τουρκοσυριακής ΑΟΖ. Τι κινδύνους ενέχει αυτή η εξέλιξη;
Αγαπητή κυρία Παμπρή, αφού σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου δίνετε να επικοινωνήσω μέσω της «δημοκρατικής» με το αναγνωστικό κοινό σας, επιτρέψτε μου να απευθύνω προς όλους τους Δωδεκανήσιους τις ευχές μου για ένα ειρηνικό 2025.
Ως εξαιρετικά επίκαιρη, η ερώτηση απαιτεί λεπτομερή ανάλυση. Η ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ προκαλεί αναταράξεις στην άμεση γειτονιά μας, οδηγώντας σε νέες γεωπολιτικές ισορροπίες. Οποιαδήποτε πρόβλεψη είναι προς το παρόν παρακινδυνευμένη στο μέτρο που εμπλέκονται, μεταξύ άλλων, πλείονες «παίκτες» με συγκρουόμενα συμφέροντα. Η απάντησή μου εστιάζεται στα πιθανά νομικά ζητήματα, ένα εκ των οποίων, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, είναι ότι η Τουρκία επιδιώκει την επίτευξη συμφωνίας για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών της με τη Συρία το συντομότερο δυνατόν. Τί θα σήμαιναν, εάν υλοποιούνταν, οι πληροφορίες αυτές τις οποίες έσπευσε να επιβεβαιώσει και ο τούρκος υπουργός Μεταφορών με σχετική δήλωσή του στις 23 Δεκεμβρίου 2024 (βλέπε εφημερίδα Δημοκρατική: https://www.dimokratiki.gr/24-12-2024/tourkos-ypourgos-metaforon-i-tourkia-tha-ypograpsi-symfonia-thalassion-zonon-me-ti-syria-ti-apanta-i-athina/).
Όσον αφορά στην Τουρκία, το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο του 2019 για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών δικαιοδοσίας των δύο κρατών αποτελεί κραυγαλέο δείγμα νομιμοφανών και ανερμάτιστων μεθοδεύσεων, εξού και οι έντονες αντιδράσεις κρατών της περιοχής, της ΕΕ και των ΗΠΑ. Οι δύο περιπτώσεις διαφέρουν καθόσον Τουρκία και Λιβύη δεν έχουν ούτε αντικείμενες ούτε παρακείμενες ακτές ώστε η προβολή τους στη θάλασσα να επικαλύπτει τις εκατέρωθεν διεκδικούμενες θαλάσσιες ζώνες, καθιστώντας αναγκαία την οριοθέτησή τους. Αντιθέτως, οι ακτές της Τουρκίας παράκεινται μεν των ακτών της Συρίας, εφόσον οι δύο χώρες έχουν κοινά χερσαία σύνορα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τελούν σε σχέση ευθείας μετωπικότητας, όπως υποστηρίζει η Τουρκία, για τον απλούστατο λόγο ότι η Κύπρος παρεμβάλλεται μεταξύ της ίδιας και της Συρίας, διακόπτοντας οποιαδήποτε σχέση των ακτών τους ως αντικειμένων ή παρακειμένων. Βεβαίως, η Τουρκία ισχυρίζεται εντελώς αυθαίρετα ότι τα νησιωτικά εδάφη δεν είναι γενεσιουργά θαλάσσιων ζωνών, πέραν της αιγιαλίτιδας ζώνης (βλέπε έγγραφο 2013/14136816/22273 της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Τουρκίας στον ΟΗΕ), διαψευδόμενη, όμως, παταγωδώς από τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου (αποφάσεις του 1985 στην υπόθεση Λιβύη/Μάλτα και του 2002 στην υπόθεση Καμερούν/Νιγηρία). Εξάλλου, η ΕΕ καταδίκασε απερίφραστα το μνημόνιο του 2019 για τον λόγο ότι παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κύπρου. Στην περίπτωση λοιπόν υπογραφής παρόμοιας συμφωνίας, όπως την αντιλαμβάνεται η Τουρκία (δηλαδή με την αποκοπή της Κύπρου από τις θαλάσσιες ζώνες της ανατολικά και βόρεια των ακτών της), θα είχαμε τρεις παράνομες και ανυπόστατες «συμφωνίες» [με την αυτοαποκαλούμενη Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ) του 2011, με την Λιβύη του 2019 και την πιθανολογούμενη με την Συρία], οι οποίες δεν αποτελούν απλώς αγκάθι στις τουρκο-ενωσιακές σχέσεις αλλά είναι αναμενόμενο να «παγώσουν» οποιαδήποτε πρόοδο στην ενταξιακή πορεία της γείτονος. Το συνημμένο στην Πράξη Προσχωρήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας δέκατο Πρωτόκολλο προβλέπει ότι η Κύπρος προσχωρεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της (βλέπε σχετικές δηλώσεις του εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: https://hellasjournal.com/2023/12/den-sizitame-lisi-dio-kraton-diaminii-o-ekprosopos-tis-ee-piter-stano-den-egkatalipoume-tin-kipro-i-kipros-imaste-emis/), παρόλον ότι η εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου στις υπό τουρκική κατάληψη περιοχές της είναι προσώρας ανέφικτη. Η Τουρκία θα διακινδύνευε, εφόσον επιτύγχανε μία τρίτη συμφωνία, την οριστική ρήξη των δεσμών της με την ενωσιακή οικογένεια, ως εκ του ότι η συμφωνία αυτή θα οδηγούσε νομοτελειακά στην διακοπή της επιθυμητής πορείας της προς την πλήρη ένταξή της στην ΕΕ. Ομοίως, στο πλαίσιο της αναβάθμισης των σχέσεων ΗΠΑ και Κύπρου σε στρατηγικές, η εξέλιξη αυτή θα διατάρασσε σοβαρά όχι μόνο τις ήδη πάσχουσες αμερικανο-τουρκικές αλλά και τις τουρκο-νατοϊκές σχέσεις.
Όσον αφορά στην ίδια την Συρία, βάσει τυχόν συμφωνίας οριοθέτησης με την Τουρκία, θα καλούνταν είτε να αναγνωρίσει την ΤΔΒΚ ως ανεξάρτητο κράτος, είτε να αποδεχτεί τις νομικές αλχημείες της γείτονος, όπως συνέβη με το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο του 2019. Θυμίζω συναφώς ότι η Συρία ήταν από τις πρώτες χώρες που διαμαρτυρήθηκαν επισήμως προς τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ για τον παράνομο και ανυπόστατο χαρακτήρα του μνημονίου (βλέπε το έγγραφο Α/74/831 της 29ης Απριλίου 2020 της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Συρίας στον ΟΗΕ, σημεία 4 και 5). Θα ήταν λοιπόν εξαιρετικά δύσκολο για την ίδια να δικαιολογήσει την σύναψη τουρκο-συριακής συμφωνίας η οποία θα καταπατεί κατάφωρα, σύμφωνα με την τουρκική λογική, δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας με την οποία η Συρία διατηρεί αγαστές σχέσεις (βλέπε προαναφερθέν έγγραφο, σημείο 8), όπως αυτά απορρέουν από το ισχύον εθιμικά Δίκαιο της Θάλασσας (βλέπε και προγενέστερο έγγραφο Α/73/388 της 14ης Σεπτεμβρίου 2018 της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Συρίας προς τον ΟΗΕ) και θα υπονομεύει τις επιδιωκόμενες (σύμφωνα με σχετικές δηλώσεις του νέου ηγέτη της) καλές σχέσεις της με την Δύση (βλέπε και πρόσφατη τοποθέτηση του Έλληνα ΥΠΕΞ επί του θέματος, εφημερίδα Δημοκρατική: https://www.dimokratiki.gr/21-12-2024/g-gerapetritis-anisychoume-gia-osa-symvenoun-sti-syria/).
• Γιατί η Ελλάδα δεν έχει (ανα)κηρύξει ΑΟΖ; Εξ όσων αντιλαμβάνομαι η πρώτη κίνηση είναι να ορίσεις πού θεωρείς ότι φτάνουν τα όριά σου και εάν τελικώς περιέλθουν στην Ελλάδα αυτές οι περιοχές είναι ένα άλλο στάδιο της διαδικασίας;
Ας μου επιτραπεί να διευκρινίσω καταρχάς ότι ο μονομερής καθορισμός των ορίων των θαλάσσιων ζωνών ενός παράκτιου κράτους χωρεί κατά κανόνα όταν το επιτρέπουν οι αποστάσεις, όταν δηλαδή το εύρος τους (12 ναυτικά μίλια για την αιγιαλίτιδα ζώνη, 24 νμ για τη συνορεύουσα ζώνη και 200 νμ για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ) δεν συνεπάγεται την επικάλυψή τους με το αντίστοιχο εύρος των θαλάσσιων ζωνών άλλου παράκτιου κράτους. Αντιθέτως, όταν οι προβολές των παρακειμένων ή αντικειμένων ακτών δύο κρατών συναντώνται και επικαλύπτονται, τότε απαιτείται η οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών τους με διμερή συμφωνία ή, εάν δεν επιτυγχάνεται συμφωνία, με την προσφυγή στην διεθνή δικαιοσύνη. Επομένως, εάν η Ελλάδα προέβαινε μονομερώς στον καθορισμό των ορίων της ΑΟΖ της, η Τουρκία ή όποιο άλλο παράκτιο κράτος με το οποίο έχει αντικείμενες ή παρακείμενες ακτές (όπως η Κύπρος, η Τουρκία και η Αίγυπτος στην Ανατολική Μεσόγειο και η Αλβανία στο Ιόνιο Πέλαγος) θα μπορούσε να αμφισβητήσει τον μονομερή καθορισμό λόγω ακριβώς της επικάλυψης των θαλάσσιων ζωνών τους. Πάντως, καμία διάταξη της Σύμβασης του Montego Bay του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας δεν επιβάλλει σε οποιοδήποτε παράκτιο κράτος την υποχρέωση της μονομερούς ανακήρυξης της ΑΟΖ του, ενώ προβλέπεται σχετική διάταξη για την οριοθέτησή της κατά το άρθρο 74, το οποίο, ως εθιμικού χαρακτήρα, ισχύει έναντι όλων. Επί παραδείγματι, η Κύπρος οριοθέτησε αρχικά την ΑΟΖ της με την Αίγυπτο το 2003, στη συνέχεια δε ανακήρυξε μονομερώς (με νόμο του 2004) την ΑΟΖ της πέριξ του συνόλου των ακτών της. Η Ελλάδα φαίνεται να ακολουθεί την ίδια συλλογιστική εφόσον το 2020 οριοθέτησε πλήρως με την Ιταλία και μερικώς με την Αίγυπτο την ΑΟΖ της. Όσον αφορά στην υφαλοκρηπίδα, το σχετικό δικαίωμα του παράκτιου κράτους υφίσταται εξαρχής (ab initio) και αφεαυτού (ipso facto), οπότε η μονομερής ανακήρυξή της δεν είναι ούτε ευκταία ούτε αναγκαία. Η Τουρκία καθόρισε μονομερώς τα όρια της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ της στην Ανατολική Μεσόγειο, με αποτέλεσμα οι μονομερείς αυτές πράξεις της να μη δεσμεύουν την Ελλάδα. Ομοίως, οι προαναφερθείσες ανυπόστατες συμφωνίες με την ΤΔΒΚ και την Λιβύη δικαίως δεν αναγνωρίζονται από την Ελλάδα λόγω ακριβώς των σοβαρών νομικών ελαττωμάτων από τα οποία πάσχουν αμφότερες, αν και για διαφορετικούς λόγους.
• κ. Κατσούφρο ο «Χάρτης της Σεβίλλης» αντικατοπτρίζει τη νομική θέση της Ε.Ε. για τις περιοχές θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο;
Ο χάρτης της Σεβίλλης εκπονήθηκε από το ομώνυμο πανεπιστήμιο της Ισπανίας με κριτήριο την εφαρμογή της μέσης γραμμής (επί αντικείμενων ακτών) ή της γραμμής ίσης απόστασης (επί παρακείμενων ακτών) και προκειμένου να παρασχεθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση η δυνατότητα να προσδιορίσει το εδαφικό πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας της. Η γεωμετρική αυτή μέθοδος ακολουθείται παγίως από την διεθνή δικαιοσύνη στην προσπάθειά της να επιτυγχάνει, όταν επιλαμβάνεται διαφορών οριοθέτησης, το επιδιωκόμενο δίκαιο αποτέλεσμα, όπως προβλέπουν, ελλιπώς όμως, οι αντίστοιχες διατάξεις της Σύμβασης περί οριοθέτησης της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας (άρθρα 74 και 83). Έτσι, η απόλυτη τήρηση της μέσης γραμμής/γραμμής ίσης απόστασης αποτελεί το πρώτο από τα τρία στάδια οριοθέτησης, ο δε χάρτης της Σεβίλλης απεικονίζει ακριβώς αυτή την πρώτη φάση. Επομένως, δεν είναι ούτε «ιδιωτικός χάρτης» («private map»), όπως τον χαρακτήρισε ατυχώς η Ελλάδα μετά από τουρκική διαμαρτυρία (βλέπε έγγραφο Α/75/929 της 21ης Ιουνίου 2021 της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Τουρκίας προς τον ΟΗΕ), ούτε δεσμευτική, από νομική άποψη, πηγή. Αντιθέτως, ο πρόσφατος χάρτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος απεικονίζει τις θαλάσσιες ζώνες της Ελλάδας βάσει της απόλυτης εφαρμογής της μέσης γραμμής εκλαμβάνεται από το θεσμικό αυτό όργανο της ΕΕ ως αφετηρία για την εκ μέρους της χώρας μας εκπόνηση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, ενσωματώνοντας ενωσιακή οδηγία του 2014 (βλέπε το έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: https://maritime-spatial-planning.ec.europa.eu/media/document/15209).
• Έχει βάση η εκτίμηση ότι όλοι οι χάρτες της Ε.Ε. αποτυπώνουν την πραγματικότητα, όπως προκύπτει σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Δηλαδή, ότι η ΑΟΖ της νήσου Στρογγύλη έχει πλήρη επήρεια και εφάπτεται με την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας ;
Σύμφωνα με όσα ανέλυσα ανωτέρω, οι χάρτες της ΕΕ αποτυπώνουν το πρώτο στάδιο της οριοθέτησης με βάση την μέση γραμμή, όπως αυτή προσδιορίζεται λεπτομερώς και διαχρονικώς μέσω της νομολογίας των διεθνών δικαστηρίων. Η ίδια η Σύμβαση του 1982 περιορίζεται, όπως προανέφερα, στην επίτευξη του δίκαιου αποτελέσματος της οριοθέτησης, χωρίς να αναλύει τους τρόπους με τους οποίους επιτυγχάνεται. Στην περίπτωση του συμπλέγματος του Καστελλορίζου, ο βαθμός επήρειάς του στην οριοθέτηση εξαρτάται από τις ληπτέες υπόψη στην προκειμένη περίπτωση περιστάσεις, κυρίως γεωγραφικές και άλλες. Επειδή, όμως, το σύμπλεγμα παρεμβάλλεται μεταξύ των ηπειρωτικών τουρκικών και αιγυπτιακών ακτών, διακόπτει την επαφή τους με αποτέλεσμα να ανατρέπεται η συνήθως ισχύουσα μεταξύ δύο παράκτιων κρατών οριοθέτηση και να εφαρμόζεται πλήρως, σύμφωνα με τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου (προαναφερθείσες στην απάντησή μου επί της πρώτης ερώτησης αποφάσεις του 1985 και του 2002), η μέση γραμμή του πρώτου σταδίου της οριοθέτησης. Απτό δείγμα της άποψης αυτής αποτελεί το πόσο διαφορετική θα ήταν η οριοθέτηση εάν το σύμπλεγμα ανήκε στην Τουρκία (στην υποθετική αυτή περίπτωση θα είχε μηδενική σχεδόν επήρεια στην οριοθέτηση με την Αίγυπτο) ή εάν ανήκε στην Αίγυπτο (οπότε θα δικαιούνταν αιγιαλίτιδα ζώνη 12 νμ και ελάχιστη ΑΟΖ, ενθυλακωνόμενο, δηλαδή εγκλωβιζόμενο, εντός τουρκικής ΑΟΖ). Λόγω, όμως, της συγκεκριμένης γεωγραφικής πραγματικότητας (δηλαδή της παρεμβολής) και της διαφορετικής νομικής ρύθμισης στην περίπτωση αυτή, το σύμπλεγμα έχει πλήρη επήρεια. Ακόμη, όμως, και αν περιοριζόταν στην έσχατη περίπτωση ο βαθμός επήρειας του συμπλέγματος, η οριοθέτηση μεταξύ της ανατολικής ακτής της Κρήτης και της δυτικής ακτής της Κύπρου θα ήταν δεδομένη λόγω της επικάλυψης της προβολής των αντίστοιχων θαλάσσιων ζωνών τους, με αποτέλεσμα η οριογραμμή να συνιστά ανάχωμα, σε συνδυασμό με το νησιωτικό τόξο Κρήτης, Κάσου, Καρπάθου και Ρόδου (η προβολή του οποίου στην θάλασσα έχει κατεύθυνση από ΒΔ προς ΝΑ, διεμβολίζοντας την προβολή της τουρκικής ακτής), και αποκλείει οριστικά οποιαδήποτε επαφή των τουρκικών ακτών με τις αιγυπτιακές. Η λεπτομέρεια αυτή είναι το ισχυρότερο χαρτί της Ελλάδας, η οποία καλείται επειγόντως να το αξιοποιήσει τόσο με την Κύπρο όσο και με την Αίγυπτο.
• Η Τουρκία επιμένει στο δόγμα περί αποστρατιωτικοποίησης των νησιών μας. Θα ήθελα να σας ρωτήσω αν η γείτονα χώρα έχει νομικά ερείσματα να διεκδικεί μία τέτοια εξέλιξη ή διαβάζει τις συνθήκες αλά Τούρκα ;
Η γείτων εγκαλεί την Ελλάδα για την αθέτηση της συμβατικής υποχρέωσής της να διατηρεί αποστρατιωτικοποιημένα τα νησιωτικά της εδάφη βάσει της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάνης του 1923 και της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων του 1947. Η Τουρκία συνδέει εσκεμμένα την εκχώρηση της κυριαρχίας από την αυστηρή τήρηση της αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιωτικών εδαφών, υπό την έννοια ότι εξαρτά την εκχώρησή τους από τον συγκεκριμένο όρο. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία ψεύδεται τόσον ως προς τη νομική φύση των ρητρών αποστρατιωτικοποίησης των δύο Συνθηκών σε σχέση με την κυριαρχία, όσο και ως προς τον βαθμό, δηλαδή το εύρος, της αποστρατιωτικοποίησης. Συγκεκριμένα, οι αφορώσες την κυριαρχία διατάξεις αμφοτέρων των Συνθηκών έχουν εμπράγματο ή δικαιοθετικό χαρακτήρα, ισχύουν δηλαδή εις το διηνεκές έναντι όλων, σε αντίθεση με τις ρήτρες αποστρατιωτικοποίησης, οι οποίες, ως ενοχικές ή συναλλακτικές, ισχύουν προσωρινά και μόνον έναντι των συμβαλλομένων. Υπό την έννοια αυτή, η Τουρκία αδυνατεί να επικαλεστεί τις αυστηρές ρήτρες περί αποστρατιωτικοποίησης της Συνθήκης του 1947, εφόσον δεν φέρει την ιδιότητα του συμβαλλόμενου μέρους. Αντιθέτως, όσον αφορά την Συνθήκη του 1923, το μεν άρθρο 12 αφορά στην κυριαρχία, το δε άρθρο 13 αναφέρεται σε περιοριστικά μέτρα στρατιωτικού χαρακτήρα και ουδόλως σε αποστρατιωτικοποίηση, τα δε μέτρα αφορούν αποκλειστικά και μόνο τις νήσους Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία. Η σύνδεση μάλιστα της εκχώρησης της κυριαρχίας με την τήρηση της αποστρατιωτικοποίησης καταρρίπτεται από το γεγονός ότι η ίδια η Τουρκία ζήτησε και επέτυχε το 1936 την επαναστρατιωτικοποίηση των Στενών (τα οποία τελούσαν σε καθεστώς αυστηρής αποστρατιωτικοποίησης δυνάμει της ενσωματωμένης στην Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 Σύμβασης περί του νομικού καθεστώτος των Στενών), χωρίς να τεθεί καν ζήτημα επαναπροσδιορισμού της κυριαρχίας τους. Εξάλλου, οι νήσοι Λήμνος και Σαμοθράκη ακολούθησαν, ως προς την επαναστρατιωτικοποίησή τους, την τύχη των Στενών, ο νομικός ορισμός των οποίων τα συμπεριελάμβανε ρητώς το 1923. Η άσκηση του απορρέοντος από το εθιμικό δίκαιο φυσικού και διαρκούς δικαιώματος κάθε κράτους στην άμυνα του συνόλου της επικράτειάς του συνιστά, υπό την μορφή της αμυντικής θωράκισής της, το κατάλληλο μέσον αυτοπροστασίας και επιβίωσής του έναντι οποιασδήποτε επιβουλής κατά της εδαφικής ακεραιότητάς του.
Δεν υπάρχει κανέις που να έχει ασχοληθέι τόσο πολύ με την νομολογία των διεθνών δικαστηρίων και την εφαρμογή των νομικών κανόνων στο διεθνές γίγνεσθαι. Τον παρακολουθώ προσεκτικά στα διεθνή συνέδρια και μου κάνει εντύπωση η επιστημονική του κατάρτηση και η διατύπωση των απόψεων του με βάσιμα επιχειρήματα. Του εύχομαι να είναι πάντα καλά, να μας φωτίζει με τις γνώσεις του και για να απολαμβάνουμε τις ιδέες του.