Τα χέρια των γονιών που θέλουν να μεταβιβάσουν στα παιδιά τους ακίνητα δένει η Εφορία στην περίπτωση ύπαρξης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, ακόμα και αν αυτές έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση η οποία εξοφλείται κανονικά. Για να ξεπεράσουν τον σκόπελο των ληξιπρόθεσμων οφειλών και να ολοκληρωθεί η μεταβίβαση, είναι αναγκασμένοι να βάλουν υποθήκη είτε το ακίνητο που μεταβιβάζουν είτε κάποιο άλλο περιουσιακό τους στοιχείο, προκειμένου η εξόφληση της οφειλής να θεωρείται «διασφαλισμένη».
Τα περιστατικά διαπληκτισμών φορολογουμένων και εφοριακών είναι καθημερινά από τις αρχές του έτους, καθώς όσοι θέλουν να μεταβιβάσουν με γονική παροχή ή δωρεά ακίνητά τους και έχουν ληξιπρόθεσμη ρυθμισμένη οφειλή, η οποία εξυπηρετείται κανονικά, δεν θέλουν να βάλουν υποθήκη.
Η φορολογική νομοθεσία που ισχύει όμως δεν είναι με το μέρος τους. Με τη νέα απόφαση για τη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας, την οποία έστειλε στις Εφορίες στις 27 Δεκεμβρίου 2013 ο γενικός γραμματέας Δημοσίων Εσόδων Χάρης Θεοχάρης, ορίζεται ότι για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας ο αιτών πρέπει σωρευτικά:
n να μην έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση ή να τις έχει τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή είσπραξης ή με ρύθμιση τμηματικής καταβολής και
n να έχει υποβάλει όλες τις φορολογικές δηλώσεις της τελευταίας πενταετίας.
Με βάση τις διατυπώσεις αυτές, πολλοί φορολογούμενοι θεωρούν ότι εφόσον έχουν ρυθμισμένη οφειλή μποροούν να πάρου τη φορολογική ενημερότητα και να μεταβιβάσουν κανονικά τα ακίνητά τους.
Οπως είναι γνωστό, όταν υπάρχει ληξιπρόθεσμη οφειλή και γίνεται μεταβίβαση ακινήτου, η Εφορία παρακρατά από το τίμημα μεταβίβασης το σύνολο των οφειλόμενων φόρων.
Το ζήτημα γεννάται όταν υπάρχει ληξιπρόθεσμο χρέος, αλλά δεν υπάρχει τίμημα μεταβίβασης για να κρατήσει η ΔΟΥ τα χρωστούμενα.
Σε αυτή την περίπτωση, οι εφοριακοί απαιτούν υποθήκη ακινήτου για να ξεμπλοκάρουν τη μεταβίβαση, ερμηνεύοντας την παράγραφο 5 του άρθρου 3 της απόφασης Θεοχάρη. Σύμφωνα με αυτή, «στην περίπτωση της μεταβίβασης ακινήτου ή της σύστασης εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού χωρίς τίμημα, δεν χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, εφόσον η είσπραξη της οφειλής δεν είναι διασφαλισμένη».
Ο ΦΟΡΟΣ ΥΠΕΡΑΞΙΑΣ. Εν τω μεταξύ, το υπουργείο Οικονομικών φαίνεται να βρίσκεται κοντά στη λύση του προβλήματος που είχε ανακύψει με τον υπολογισμό του φόρου υπεραξίας και οδήγησε στην απόφαση των συμβολαιογράφων να κάνουν αποχή από την υπογραφή συμβολαίων.
Σύμφωνα με πληροφορίες από πηγές των συμβολαιογράφων, έχει συμφωνηθεί με την ηγεσία του υπουργείου ο υπολογισμός του φόρου υπεραξίας κατά τις μεταβιβάσεις ακινήτων να γίνεται από τη ΔΟΥ του πωλητή και όχι από τον συμβολαιογράφο.
Οι συμβολαιογράφοι θα είναι υπεύθυνοι μόνο για την παρακράτηση του φόρου κατά την υπογραφή των συμβολαίων και την απόδοσή του στο Δημόσιο.
Τις επόμενες ημέρες αναμένεται να εκδοθεί σχετική απόφαση, όπως και η διευκρινιστική εγκύκλιος για τον τρόπο υπολογισμού της τιμής κτήσης ακινήτων και κατ’ επέκταση και του φόρου υπεραξίας, ο οποίος επιβάλλεται στη διαφορά ανάμεσα στην τιμή κτήσης και την τιμή πώλησης με συντελεστή 15%.