Γράφει
ο Νεκτάριος Καλογήρου
«Τα ρέστα τους» έχουν επενδύσει οι Ροδίτες επιχειρηματίες και έμποροι στην νέα τουριστική περίοδο. Οι υποχρεώσεις όλων είναι από μεγάλες έως τεράστιες, γι’ αυτό και άπαντες ελπίζουν πως φέτος επιτέλους θα «ρεφάρουν».
Ειδικότερα, σε όλη την τουριστική αγορά της Ρόδου επικρατεί αναβρασμός εργασιών. Ανακαινίσεις, επεκτάσεις, αγορές εμπορευμάτων, συμφωνίες με προμηθευτές βρίσκονται σε πρώτη γραμμή. Ταυτόχρονα, με την κάθε συμφωνία που επιτυγχάνεται, ακολουθεί η ευχή «όλα να πάνε καλά». Αν πιάσει η ευχή, τότε στο τέλος της τουριστικής περιόδου όλοι θα είναι ευχαριστημένοι, όλοι θα έχουν δουλέψει, θα έχουν καλύψει μέρος των υποχρεώσεών τους και ενδεχομένως να έχουν κάτι για να περάσουν τους μήνες της αναδουλειάς. Σε ό,τι αφορά τις πιο μεγάλες επιχειρήσεις, εκεί το στοίχημα δεν αφορά μόνο να διαθέσουν τις τεράστιες ποσότητες εμπορεύματος που προμηθεύτηκαν, αλλά επιπλέον να κερδίσουν τόσα όσα χρειάζονται ώστε να καλυφθεί το σύνολο των ανελαστικών υποχρεώσεων που θα συνεχιστούν και στη χειμερινή περίοδο.
Βέβαια, με τα δεδομένα που ισχύουν σήμερα ως προς τη νέα σεζόν, εύλογα μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ότι «τελικά όλα θα πάνε καλά». Τα στοιχεία δείχνουν πως για τους μήνες Ιούνιο έως και Σεπτέμβριο τα ξενοδοχεία έχουν γεμίσει και πια το ενδιαφέρον των τουριστικών οργανισμών έχει στραφεί στους υπόλοιπους μήνες (Απρίλιος, Μάιος, Οκτώβριος, ίσως και Νοέμβριος).
Χαρακτηριστικό του πλήθους του κόσμου που αναμένεται στο νησί είναι το γεγονός ότι χθες επικρατούσε σοβαρός προβληματισμός μεταξύ τοπικών πρακτόρων εισερχόμενου τουρισμού για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η διαχείριση του τουριστικού ρεύματος των Ιταλών για την περίοδο Ιούλιο και Αύγουστο. Τα δωμάτια στα ξενοδοχεία είναι ήδη προκρατημένα από τους λοιπούς Ευρωπαίους και υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να προκύψει πρόβλημα με τους Ιταλούς που συνήθως δεν κάνουν τόσο νωρίς τις κρατήσεις τους.
Αυτού του είδους ο προβληματισμός, για τον εμπορικό κόσμο, είναι ένας ευχάριστος προβληματισμός. Μπορεί βέβαια κάθε πρόβλημα να έχει επιπτώσεις σε βάθος χρόνου, όμως φέτος «όλα θα πάνε καλά».
Ωστόσο, πάντα υπάρχει ένα «αλλά». Αυτό το «αλλά» αφορά στο χρόνο που έγιναν οι κρατήσεις των δωματίων. Τα ξενοδοχεία είναι γεμάτα από εκείνους που προγραμματίζουν τις διακοπές τους από νωρίς και συνήθως οι άνθρωποι αυτοί έχουν εξαιρετικά σφιχτό οικονομικό προϋπολογισμό. Η προκράτηση δωματίου στην περίοδο Ιανουαρίου – Μαρτίου κάθε έτους, σημαίνει ότι η πληρωθείσα τιμή βρίσκεται πολύ χαμηλότερα από εκείνη που κανονικά ισχύει. Αυτού του είδους οι κρατήσεις δωματίων θυμίζουν λίγο τους ηλικιωμένους που σπεύδουν από το νωρίς να πιάσουν θέση σε κάποιο θέαμα, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι (συνήθως οι πιο νέοι) να μένουν εκτός «αίθουσας». Το πρόβλημα είναι ότι το «κυλικείο» δεν κινείται από τους συνταξιούχους, αλλά από τις νεαρότερες ηλικίες.
Προφανώς, ουδείς επιθυμεί να είναι μάντης κακών, ούτε και αυτού του είδους τα άρθρα είναι αρεστά από τον πολύ κόσμο. Από την άλλη, είναι τελικά οφειλόμενο να εκφραστεί ένας παραπάνω προβληματισμός, μιας και η τοπική αγορά σήμερα βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Βρίσκεται σε αυτή τη θέση, παρά το γεγονός ότι οι προηγούμενες τουριστικές σεζόν ήταν καλές, έφεραν πολύ κόσμο και υπό τις συνθήκες αυτές θα έπρεπε τα ταμεία όλων των επιχειρήσεων να σφύζουν από ζωή. Ο χαρακτηρισμός «φτωχοτουρίστες» που δεν τιμά κανέναν, είναι ζητούμενο να σταματήσει να διατυπώνεται και να αντικατασταθεί από μια σοβαρή συζήτηση για το είδος του τουριστικού ρεύματος που καλλιεργείται για τη Ρόδο.
Αν τελικά το νησί απομείνει να δέχεται τους «συνταξιούχους» όλης της Ευρώπης, αυτό θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο στην αγορά έτσι ώστε να επαναπροσδιορίσει την πορεία της. Αν, όμως το ζητούμενο είναι το νησί να αποκτήσει ένα πιο φρέσκο τουριστικό προσανατολισμό, τότε τα επινίκια του είδους «ξεπουλήσαμε» θα πρέπει να σταματήσουν μέχρις ότου ο πραγματικός στόχος επιτευχθεί.