Συνεντεύξεις

Δρ. Ελευθερία Φτακλάκη: «Στη γεωπολιτική φρενίτιδα της εποχής η Ελλάδα αποτελεί πυλώνα περιφερειακής σταθερότητας»

• Έντονες ανακατατάξεις, προκλήσεις, νέες ισορροπίες δυνάμεων, οι τελευταίες εξελίξεις στην Τουρκία, ο ρόλος της Ελλάδας στο ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον

Συνέντευξη στη
Νατάσα Παμπρή
Στη σημερινή εποχή των ραγδαίων γεωπολιτικών εξελίξεων, η διεθνής σκηνή χαρακτηρίζεται από έντονες ανακατατάξεις, προκλήσεις και νέες ισορροπίες δυνάμεων. Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, η στρατηγική ανασύνταξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της άμυνας, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και η πορεία του πολέμου στην Ουκρανία είναι μερικά από τα ζητήματα που επηρεάζουν καθοριστικά τη διεθνή ασφάλεια και σταθερότητα.
Για να αναλύσουμε τις τελευταίες εξελίξεις και να ερμηνεύσουμε τις προοπτικές του νέου γεωπολιτικού τοπίου σε συνέντευξη σήμερα στη «δ» φιλοξενούμε την Δρ. Ελευθερία Φτακλάκη, διεθνολόγο και πολιτική αναλύτρια. Με βαθιά γνώση των διεθνών σχέσεων και πολυετή εμπειρία στην ανάλυση των γεωπολιτικών δεδομένων, η κα Φτακλάκη μας προσφέρει μία διεισδυτική ματιά στις προκλήσεις και τις στρατηγικές επιλογές που διαμορφώνουν το μέλλον της διεθνούς πολιτικής.
Μέσα από τις απαντήσεις αναλύονται οι επιπτώσεις της νέας αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ στην προσπάθειά της να ενισχύσει την αμυντική της αυτάρκεια και οι τελευταίες εξελίξεις στην Τουρκία, καθώς και ο ρόλος της Ελλάδας σε αυτό το ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
• Ποιες είναι οι κύριες αλλαγές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ μετά την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία και πώς επηρεάζει η νέα αμερικανική στάση την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία;
Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στην εξωτερική πολιτική της χώρας, με άμεσο αντίκτυπο και στην εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία. Η νέα κυβέρνηση έχοντας επαναφέρει το δόγμα “America first” με επίκεντρο το εθνικό συμφέρον και την απόρριψη διεθνών οργανισμών και συμφωνιών που δεν θεωρούνται ότι εξυπηρετούν άμεσα τα αμερικανικά συμφέροντα.
Ήδη ο Τραμπ ξεκίνησε μία διαδικασία επανεξέτασης όλων των διεθνών δεσμεύσεων των ΗΠΑ, με την αποχώρηση των ΗΠΑ από πολλές από αυτές, όπως συνέβη με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και την πρόσφατα εξαγγελία για αποχώρηση από το Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Παράλληλα, ασκούνται πιέσεις στους εμπορικούς εταίρους για νέες εμπορικές συμφωνίες που θα αποφέρουν μεγαλύτερα οφέλη στις ΗΠΑ με την επιβολή δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα.
Διαπιστώνουμε πως ο Τραμπ στηρίζει τη στρατηγική του σε μία «διαπροσωπική» προσέγγιση αμφισβητώντας τους επίσημους θεσμούς διαμόρφωσης εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας των ΗΠΑ. Επίσης, η προώθηση των πολιτικών προστατευτισμού που υιοθετεί υψώνουν εμπόδια στις εισαγωγές, με στόχο την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής και απασχόλησης.
Μία χαρακτηριστική πολιτική που δηλώνει την αλλαγή πλεύσης του Τραμπ στην εξωτερική πολιτική είναι η στάση του απέναντι στη Ρωσία αντιστρέφοντας την πολιτική απομόνωσης (“isolationism”) του προκατόχου του, καθιστώντας τον Πούτιν σε ισότιμο συνομιλητή με στόχο τον τερματισμό της σύγκρουσης στην Ουκρανία σε βάρος της εμπόλεμης χώρας.
Το σχέδιο ειρήνευσης που προωθεί ο Τραμπ για την Ουκρανία αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να περιλαμβάνει εδαφικές παραχωρήσεις στη Ρωσία και αναγνώριση της ρωσικής κυριαρχίας σε κατεχόμενα εδάφη. Παράλληλα, υπάρχουν αναφορές για παραχωρήσεις από την Ουκρανία σημαντικού μέρος των ενεργειακών και ορυκτών πόρων της στις ΗΠΑ ( σπάνιες γαίες), γεγονός που προσθέτει μία νέα διάσταση στις διαπραγματεύσεις και τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή. Η νέα αμερικανική στάση έχει εκδηλωθεί και με συγκεκριμένες ενέργειες, όπως η καταψήφιση ψηφίσματος της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ που καταδίκαζε τη Ρωσία και η προσωρινή αναστολή της παροχής πληροφοριών και στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία.
Είναι σημαντικό να επισημανθεί πως στο ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμπ για την Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποκλειστεί από τις άμεσες διαπραγματεύσεις. Αυτή η μονομερής προσέγγιση των ΗΠΑ έχει προκαλέσει σημαντικές εντάσεις με τους Ευρωπαίους συμμάχους.

• κα Φτακλάκη ποιες θεωρείτε είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην προσπάθειά της να ενισχύσει την αμυντική της ικανότητα και να μειώσει την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ. Πώς βλέπετε να διαμορφώνεται η νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας;
Η απότομη στροφή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής υπογραμμίζει τη μεταβαλλόμενη γεωπολιτική πραγματικότητα και την ανάγκη για μία πιο ενοποιημένη ευρωπαϊκή προσέγγιση στα ζητήματα ασφάλειας και διπλωματίας. Ως απάντηση στις αυξανόμενες γεωπολιτικές προκλήσεις, η ΕΕ έχει εντείνει τις προσπάθειές της για την ενίσχυση της άμυνας και της στρατηγικής αυτονομίας της, ανακοινώνοντας:
• Μία νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας που αποτυπώνεται στη Λευκή Βίβλο για την άμυνα της ΕΕ, όπου παρουσιάζεται ένα ολοκληρωμένο όραμα για την ευρωπαϊκή άμυνα, περιγράφει τις στρατηγικές προτεραιότητες, τις απαιτούμενες δυνατότητες και τα μέσα για την επίτευξη μεγαλύτερης στρατηγικής αυτονομίας, προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών στον τομέα της άμυνας και να θέσει μακροπρόθεσμους στόχους για την ανάπτυξη των αμυντικών δυνατοτήτων της ΕΕ.
• Το σχέδιο “ReArm Europe/Readiness 2030”, μία ολοκληρωμένη πρωτοβουλία που προβλέπει την κινητοποίηση 800 δισ. ευρώ για αμυντικές επενδύσεις. Το σχέδιο δίνει προτεραιότητα στην προμήθεια στρατηγικού εξοπλισμού και στοχεύει στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανικής βάσης. Το σημαντικότερο είναι η ρήτρα ευελιξίας (flexibility clause) που θα επιτρέπει στα κράτη-μέλη να διαθέσουν έως 1,5% του ετήσιου ΑΕΠ τους στην άμυνα χωρίς κυρώσεις για υπερβολικά ελλείμματα. Μία διαδικασία που πιστώνεται στις πιέσεις της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.
• Δημιουργείται το χρηματοδοτικό πρόγραμμα SAFE (Security Action for Europe) για τη στήριξη της νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας. Προβλέπει την παροχή δανείων ύψους έως 150 δισεκατομμυρίων ευρώ για κοινές αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού. Το SAFE στοχεύει στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και στην προώθηση της καινοτομίας. Επιπλέον, το πρόγραμμα αποσκοπεί στην εναρμόνιση των απαιτήσεων και των κοινών προμηθειών για τη διασφάλιση μία ς πιο αποτελεσματικής αγοράς, τη μείωση του κόστους και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας του αμυντικού τομέα. Αυτές οι πρωτοβουλίες σηματοδοτούν μία σημαντική στροφή στην ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική, με στόχο τη μεγαλύτερη αυτάρκεια και ετοιμότητα απέναντι στις παγκόσμιες απειλές. Όμως, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τις συνέπειες στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ καθώς οι πόροι που πρέπει να διατεθούν προς αυτή την κατεύθυνση σύμφωνα με τη μελέτη Ντράγκι είναι 800 δισ., δηλ. όσα θα διατεθούν για την αμυντική βιομηχανία. Σημείο προβληματισμού και δημόσιας συζήτησης. Η επικέντρωση στην αμυντική βιομηχανία θα μπορούσε να οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε ανισορροπίες στην οικονομική ανάπτυξη, με ορισμένες περιοχές που διαθέτουν ισχυρή αμυντική βιομηχανία (π.χ. Γερμανία, Γαλλία) να επωφελούνται περισσότερο από άλλα κράτη μέλη; Θα υπάρξουν επιπτώσεις στην πολιτική συνοχής της Ένωσης, στην κοινή αγροτική πολιτική, και σε άλλες πολιτικές που στοχεύουν στην άρση των ανισοτήτων και στην ανάπτυξη; Ίδωμεν…


• Για να πάμε και στην Τουρκία με τις πρόσφατες εξελίξεις με την αιφνίδια φυλάκιση του Εκρέμ Ιμάμογλου από το καθεστώς του Ταγίπ Ερντογάν. Πιστεύετε πως θα επηρεάσει τις σχέσεις της χώρας με τη Δύση; Ποια θα πρέπει να είναι η στάση της ΕΕ;
Η πρόσφατη φυλάκιση του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου και άλλων συνεργατών του από το καθεστώς Ερντογάν έχει προκαλέσει σημαντικές αντιδράσεις τόσο εντός της Τουρκίας όσο και διεθνώς. Ενώ αναμφίβολα αποτελεί ένα ισχυρό πλήγμα για τη δημοκρατία στην Τουρκία, ωστόσο, η επίδραση στις σχέσεις της χώρας με τη Δύση φαίνεται να είναι πιο περίπλοκη από ό,τι θα περίμενε κανείς καθώς η αντίδραση των δυτικών χωρών και ιδιαίτερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν σχετικά ήπια. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε ανησυχίες για την προσήλωση της Τουρκίας στη δημοκρατική της παράδοση, αλλά απέφυγε να καταδικάσει ρητά τις ενέργειες της τουρκικής κυβέρνησης.
Η διστακτικότητα της Δύσης να ασκήσει έντονη κριτική στον Ερντογάν οφείλεται σε διάφορους παράγοντες. Η Τουρκία παραμένει ένας κρίσιμος σύμμαχος για τη Δύση, ιδιαίτερα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και των εξελίξεων στην Ουκρανία. Η γεωγραφική της θέση την καθιστά σημαντικό παίκτη σε περιοχές όπως η Συρία, ο Νότιος Καύκασος και η Κεντρική Ασία. Επιπλέον, η ανεπτυγμένη αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας είναι ελκυστική για την ΕΕ, ειδικά σε μία περίοδο που υπάρχουν ελλείψεις σε όπλα.
Εν προκειμένω και απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας αναφορικά με τη στάση που θα πρέπει να κρατήσει η ΕΕ, είναι σαφές η Ένωση βρίσκεται μπροστά σε ένα αδυσώπητο δίλημμα. Από τη μία πλευρά, υπάρχει η ανάγκη να υπερασπιστεί τις δημοκρατικές αξίες και το κράτους δικαίου και από την άλλη, δεν θέλει να χάσει την Τουρκία ως στρατηγικό εταίρο, ειδικά σε μία περίοδο αυξημένης γεωπολιτικής αβεβαιότητας. Η στάση της αποτελεί μία ρεαλιστική πολιτική που ισορροπεί μεταξύ της ανάγκης για στρατηγική σταθερότητα (μετανάστευση, ασφάλεια, ενεργειακή συνεργασία), και πιέσεων για συμμόρφωση με το ενωσιακό κεκτημένο ως προς τα ζητήματα της δημοκρατίας, του κράτος δικαίου, αλλά και ζητήματα εξωτερικής πολιτικής απέναντι σε δυο κράτη μέλη της Ένωσης, όπως είναι η Κύπρος και η Ελλάδα.
Άλλωστε, ας μη ξεχνάμε πως η Τουρκία αναγνωρίστηκε επίσημα ως “υποψήφια χώρα” για ένταξη στην ΕΕ στη Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι, τον Δεκέμβριο του 1999 και τον Οκτώβριο του 2005 ξεκίνησε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, οι οποίες και 20 χρόνια μετά παραμένουν ενεργές παρά τη μη συμμόρφωση της χώρας με το ‘’ενωσιακό κεκτημένο’’. Επίσης, στη διαδικασία οικοδόμησης της νέας ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας υπάρχουν κράτη μέλη, όπως π.χ. η Γερμανία που θέλουν διακαώς να συμμετέχει σε αυτό το σχέδιο και η Τουρκία. Μία θέση που αποτυπώνει τα μεγάλα υπαρξιακά διλλήματα της Ένωσης: (α) Αξίες έναντι στρατηγικών συμφερόντων, (β) Ενταξιακή διαδικασία ως εργαλείο επιρροής, (γ) Μετασχηματισμός της ευρωπαϊκής ταυτότητας, (δ) Εμβάθυνση ή διεύρυνση σε μία αμείλικτη γεωπολιτική πραγματικότητα που απαιτεί ξεκάθαρες επιλογές.
Η σχέση της Ένωσης με την Τουρκία θυμίζει τον μύθο του Σίσυφου καθώς αντικατοπτρίζει την επαναλαμβανόμενη και συχνά ατελέσφορη προσπάθεια για πρόοδο στις διμερείς σχέσεις. Όπως ο Σίσυφος ήταν καταδικασμένος να κυλά διαρκώς έναν ογκόλιθο στην κορυφή ενός λόφου, μόνο για να τον βλέπει να κυλά πίσω κάθε φορά, έτσι και οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας χαρακτηρίζονται από κύκλους προόδου και οπισθοδρόμησης. Ωστόσο, όπως ο Σίσυφος δεν εγκαταλείπει την προσπάθειά του, έτσι και η ΕΕ συνεχίζει να επιδιώκει μία στρατηγική εταιρική σχέση με την Τουρκία, αναγνωρίζοντας τη στρατηγική σημασία της χώρας παρά τις προκλήσεις της.
Η πορεία των γεγονότων και οι μελλοντικές εξελίξεις θα καταδείξουν αν αυτή η επίμονη, αν και συχνά αμφιλεγόμενη, προσέγγιση της ΕΕ θα αποδειχθεί διορατική ή εσφαλμένη. Μόνο μέσα από το πρίσμα του χρόνου θα μπορέσουμε να αξιολογήσουμε πλήρως τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και την αποτελεσματικότητα αυτής της πολιτικής στη διαμόρφωση των ευρωτουρκικών σχέσεων και της περιφερειακής σταθερότητας. Το ζήτημα μας αφορά άμεσα, καθώς οι ευρωτουρκικές σχέσεις είναι στενά συνδεδεμένες με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, επηρεάζοντας καθοριστικά τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην περιοχή μας. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα…
• Μία τελευταία και σημαντική ερώτηση: Ποιος είναι ο ρόλος της Ελλάδας σε αυτό το ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον που περιγράψατε;
Η Ελλάδα διαδραματίζει στρατηγικό ρόλο στο μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου, παρέχοντας τις απαιτούμενες εγγυήσεις και στρατηγικές επιρροές, με καθοριστικό ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια, τη στρατηγική διπλωματία και την περιφερειακή σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή μας. Η χώρα μας μετατρέπεται σε καθαρό εξαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας για πρώτη φορά μετά από 2,5 δεκαετίες, ενισχύοντας την ενεργειακή της ασφάλεια και αυτονομία. Ως «πύλη» προς τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα ενισχύει την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ μέσω έργων, όπως είναι ο Great Sea Interconnector (σύνδεση Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας) μειώνοντας την εξάρτηση από ρωσικό αέριο. Αναφέρομαι χαρακτηριστικά στον GSI καθώς η τριμερής συμμαχία μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, δημιουργεί μία “ενεργειακή γέφυρα” μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής, η οποία θα λειτουργήσει ως αντίβαρο στις παράλογες διεκδικήσεις της Τουρκίας στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της περιοχής.
Σε αυτή την κρίσιμη χρονική περίοδο, η Ελλάδα ως μη μόνιμο μέλος του UN Security Council (2025-2026), μία επιτυχία της κυβέρνησης, προωθεί τις αξίες του διαλόγου, της διπλωματίας και της δημοκρατίας, με εστίαση στην ευρωπαϊκή ενοποίηση και την επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Ένας άλλος σημαντικός τομέας είναι η ενίσχυση του αμυντικού μας πυλώνα, με έμφαση στην αναβάθμιση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και την ενεργή συμμετοχή σε ευρωπαϊκές και διεθνείς πρωτοβουλίες, όπως είναι το πρόγραμμα ‘’ReArm Europe30’’ της ΕΕ. Ειδικότερα, στην αμυντική βιομηχανία η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού της άμυνας, ύψους 28 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2025-2037. Το πρόγραμμα στοχεύει στην ενσωμάτωση προηγμένων τεχνολογιών για την ενίσχυση των δυνατοτήτων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Βασικά στοιχεία περιλαμβάνουν την απόκτηση 20 μαχητικών αεροσκαφών F-35, την ανάπτυξη ολοκληρωμένου συστήματος αεράμυνας, και σημαντικές αναβαθμίσεις στο ναυτικό και τις χερσαίες δυνάμεις. Άλλωστε, με τη δημιουργία του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ) έχει ξεκινήσει πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη εγχώριων αμυντικών συστημάτων, όπως το Battle Management System και μη επανδρωμένα επιφανειακά οχήματα. Στόχος είναι η αύξηση της συνεισφοράς του ελληνικού αμυντικού οικοσυστήματος στο ΑΕΠ από το τρέχον 0,7%. Μία άλλη σημαντική πρωτοβουλία είναι η DEFEA (Defence Exhibition Athens), η οποία έχει αναδειχθεί σε σημαντική πλατφόρμα προβολής της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας. Μία πρωτοβουλία που ξεκίνησε το 2023 και συνεχίζεται σταθερά προσελκύοντας διεθνές ενδιαφέρον. Πρωτοβουλίες που αναδεικνύουν τη δέσμευση της Ελλάδας να ενισχύσει την αμυντική της ικανότητα, να εκσυγχρονίσει τις ένοπλες δυνάμεις της και να συμβάλει ενεργά στην ευρωπαϊκή ασφάλεια. Εν κατακλείδι, μέσα σε αυτή τη γεωπολιτική φρενίτιδα η Ελλάδα διαθέτει τα εχέγγυα και τα εργαλεία για να αποτελέσει έναν πυλώνα περιφερειακής σταθερότητας, υιοθετώντας έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό (foresight) στην άσκηση της εξωτερικής της πολιτικής.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου