Συνέντευξη
στην Πέγκυ Ντόκου
Κανένας λόγος πανηγυρισμών για την δήθεν πετυχημένη συμφωνία που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση δεν υπάρχει, δηλώνει σήμερα στην «δημοκρατική» ο κ. Δημήτρης Ψαρράκης, Σύμβουλος Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, για την Ομάδα της «Ελιάς» και των Σοσιαλδημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μάλιστα, εκφράζει φόβους πως η οικονομική πολιτική της παρούσας κυβέρνησης τείνει να γίνει ο «Δούρειος Ίππος» του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφανγκ Σόιμπλε, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την χώρα μας.
Για τον δεύτερο γύρο των Προεδρικών Εκλογών στην Γαλλία, εκφράζει την πεποίθηση ότι θα είναι ο Εμμανουέλ Μακρόν ο νικητής –πεποίθηση η οποία επικρατεί στις Βρυξέλλες, ενώ για την Μεγάλη Βρετανία, που προκήρυξε εκλογές, ο κ. Ψαρράκης εκτιμά πως η Τερέζα Μέι δεν αιφνιδίασε κανέναν με την απόφασή της καθώς χρειάζεται ισχυρή εντολή για να οδηγήσει την χώρα στην έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σχετικά με την δημιουργία μιας Ευρώπης ‘πολλών ταχυτήτων’ ο κ. Ψαρράκης δηλώνει πως έχει γίνει ήδη γίνει κομμάτι της σκέψης πολλών αυτό το ενδεχόμενο. Τέλος, για τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος στην Τουρκία, δηλώνει πως μπορεί η χώρα να διχάστηκε αλλά η ηγεσία χαίρει ακόμη της εσωτερικής νομιμοποίησης στο πιο προοδευτικό κομμάτι.
Η συνέντευξη αναλυτικά:
• Κύριε Ψαρράκη, η κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ ‘πανηγυρίζει’ για την πρόσφατη συμφωνία. Η χώρα κέρδισε τίποτα, ή πάμε ολοταχώς για νέα μέτρα;
Δυστυχώς στις Βρυξέλλες γνωρίζουμε πως τα νέα μέτρα είναι αναπόφευκτα και ήδη συμφωνημένα για να εφαρμοστούν μετά τον ορίζοντα διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Επιτρέψτε μου να κάνω όμως ένα τεχνικό σχόλιο για το πλεόνασμα. Σε συνθήκες ύφεσης, το πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης ισούται πάντα με το έλλειμμα της πραγματικής οικονομίας. Δεν βρίσκω λοιπόν κανένα λόγο πανηγυρισμών δεδομένου ότι σε μία οικονομία της αγοράς, την ανάπτυξη και τις δουλειές δεν τα φέρνει η κυβέρνηση αλλά η πραγματική οικονομία. Το να πετυχαίνεις ένα πλεόνασμα μισή μονάδα παραπάνω από έναν ήδη εξωφρενικό στόχο είναι αυτοκτονική πολιτική και θα έχει συνέπειες.
• Δηλαδή δεν θα έπρεπε να πετύχουμε τόσο υψηλό πλεόνασμα;
Ασφαλώς όχι. Μαλιστα, θα έλεγα, ακόμα και αν το πετυχαίναμε δεν θα έπρεπε να το δηλώσουμε με ενθουσιασμό. Και αυτό όχι μόνο για οικονομικούς αλλά κυρίως για πολιτικούς λόγους. Επιμένουν όλοι οι σοβαροί Οικονομολόγοι και το ΔΝΤ, ότι η απαίτηση πλεονάσματος στο 3,5% κατ’ έτος είναι μη βιώσιμη αν όχι αδύνατη. Η κυβέρνηση όμως ‘σμπαράλιασε’ το πιο ισχυρό της επιχείρημα, δείχνοντας σε όλους ότι όχι μόνο μπορεί να πιάσει το 3,5%, αλλά μπορεί να το κάνει και 3,9%. Το επικίνδυνο όμως δεν είναι μόνο αυτό. Η Ελλάδα με την ανοησία της να δείξει ότι μπορεί να πιάνει πλεονάσματα (λες και θα μας έλεγε κανένας τίποτα αν το πλεόνασμα ήταν 2,5 ή 3%), το καταφέρνει χωρίς αυτή η δημοσιονομική προσαρμογή να έχει τεράστια επίδραση στο ΑΕΠ της, όπως θα ήταν αναμενόμενο. Αυτό είναι απίστευτα επικίνδυνο. Πόσο συχνά βλέπετε μια τόσο βίαιη δημοσιονομική πολιτική να μην επιδρά στο ΑΕΠ; Αυτό είναι «βούτυρο στο ψωμί» των πιο ακραίων κύκλων των Γερμανών Συντηρητικών που λένε ότι είναι εφικτό για την Ευρώπη να έχει αυστηρές δημοσιονομικές αρχές χωρίς αυτό να επηρεάζεται το ΑΕΠ. Πλέον έχουν και προφανές παράδειγμα: τη χώρα μας. Φοβάμαι πως η οικονομική πολιτική της παρούσας κυβέρνησης τείνει να γίνει ο «Δούρειος Ίππος» του Σόιμπλε, με μεγάλες συνέπειες όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για μία Ευρώπη πολλών ταχυτήτων.
• Πώς σχολιάζετε την ‘επόμενη μέρα’ του δημοψηφίσματος στην Τουρκία και πώς εκτιμάτε ότι θα διαμορφωθούν οι σχέσεις της χώρας αυτής με την Ευρώπη;
Νομίζω ότι αφήνει στον κ. Ερτογάν μία πικρή γεύση. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι ένα απτό παράδειγμα ότι μία εκλογική νίκη δεν ισοδυναμεί πάντα με πολιτική νίκη. Η Τουρκία διχάστηκε. Φάνηκε επίσης ότι ο αστικός πληθυσμός και οι βασικές παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, μαζί με τους νέους, δεν εμπιστεύονται το ηγεμονικό προφίλ που ο Τούρκος πρόεδρος προσπαθεί να περάσει. Αυτό όχι μόνο είναι δείγμα ότι η Τουρκία δύσκολα θα χάσει τον κοσμικό της χαρακτήρα, δίνει ακόμα και το πολιτικό υπόβαθρο συνέχισης της προσπάθειας για την Ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Η προοπτική αυτή είναι ασφαλώς μακριά, ας είμαστε ρεαλιστές, αλλά το θεσμικό πλαίσιο που την περιβάλει φαντάζει ότι χαίρει ακόμα εσωτερικής νομιμοποίησης στο πιο προοδευτικό κομμάτι της γείτονος.
• Να σας ζητήσω μια εκτίμηση για τις προεδρικές εκλογές στην Γαλλία. Ποια θα είναι η επόμενη μέρα κατά την εκτίμησή σας;
Θα ήταν παράτολμο να μη προβλέψω ότι νικητής στο δεύτερο γύρο θα είναι ο Μακρόν. Αυτό πιστεύουμε στις Βρυξέλλες. Ήδη προσανατολιζόμαστε στην επόμενη μέρα και πως μία προοδευτική φιλοευρωπαϊκή Γαλλία, με φιλελεύθερο πρόσημο μακριά από την ιδεολογική αβεβαιότητα της Δεξιάς και της Αριστεράς, μπορεί να αναπαράξει δυναμικές οικονομικής και πολιτικής συνέπειας που μόνο το ριζοσπαστικό κέντρο μπορεί να εκφράσει. Ελπίζω, δε, ότι αυτή η τάση για αλλαγή και επιστροφή σε ένα πιο προοδευτικό πλαίσιο, θα κάμψει και τη δημοφιλία των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών στις δικές τους εκλογές.
• Την ίδια ώρα και στην Μεγάλη Βρετανία αναμένονται εκλογές ενόψει και της εφαρμογής του Brexit. Τι περιμένουμε από αυτές τις αλλαγές;
Δεν συμμερίζομαι την άποψη ότι η Τερέζα Μέι έπιασε τους πάντες εξ απήνης όταν ανακοίνωσε τις εκλογές. Η ανάθεση του Κάμερον δεν της έδινε ισχυρή πολιτική νομιμοποίηση εν όψει μίας επώδυνης διαπραγμάτευσης. Χρειαζόταν ενισχυμένη υποστήριξη και κοινοβουλευτικά και προσωπικά. Επίσης τη βοηθά να δείξει ισχυρό προφίλ στα ανταγωνιστικά ακροατήρια της ηπειρωτικής Ευρώπης. Η αδυναμία των Εργατικών και των Φιλελεύθερων άνοιγε επίσης για την Μέι ένα παράθυρο ευκαιρίας για μία εύκολη επικράτηση. Το ερώτημα παραμένει όμως για το πώς θα χρησιμοποιήσει αυτή την αναμενόμενη εκλογική νίκη στις διαπραγματεύσεις της με την Ευρώπη. Θα είναι ένα σκληρό ή ένα βελούδινο Brexit; Μένει να δούμε. Η λογική πάντως λέει ότι κανένα μέρος δεν έχει συμφέρον σε μία ρήξη.
• Υπάρχει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα σχετικά με τις αλλαγές στην Ευρώπη, με σενάρια που θέλουν χώρες πολλών ταχυτήτων και παράλληλα νομίσματα. Εάν συμβούν αυτά, τι θα σημάνουν για την χώρα μας;
H συζήτηση για μία Ευρώπη πολλών ταχυτήτων ξεκίνησε να έχει τη μορφή επίσημου κειμένου της Ένωσης με την Έκθεση των Πέντε Προέδρων πριν σχεδόν δύο χρόνια και πριν λίγους μήνες με την Έκθεση Γιούνγκερ. Το ερώτημα ήταν απλό: πρέπει η ΕΕ να περιμένει τα πιο αδύναμα κράτη-μέλη ή να προχωρήσει με όσους θέλουν και μπορούν; Ευτυχώς, μετά από πολλές πιέσεις η Διακήρυξη της Ρώμης τον προηγούμενο μήνα, δεν έχει καμία αναφορά σε μία Ευρώπη πολλών ταχυτήτων. Πιστεύω όμως ότι έχει πλέον γίνει κομμάτι της σκέψης πολλών αυτό το ενδεχόμενο. Θα ήθελα όμως να τονίσω ότι στο σκληρό πυρήνα της Ένωσης για να είσαι, δεν μπορείς να έχεις ανεύθυνη ρητορική και να αμφιταλαντεύεσαι μεταξύ λαϊκισμού και ευκαιριακών συνεργασιών. Μία χώρα που θέλει πραγματικά να είναι στο κέντρο της ΕΕ, μπορεί να είναι με την αλληλεγγύη των υπολοίπων, ανεξάρτητα αν αντιμετωπίζει πρόσκαιρες δυσκολίες. Το «θέλω» είναι όσο σημαντικό είναι και το «μπορώ», αν όχι σημαντικότερο.