Ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου θα συζητηθεί εκτός απροόπτου την 4η Ιουνίου 2020 αγωγή του Ελληνικού Δημοσίου, η συζήτηση της οποίας ματαιώθηκε, γι ακόμη μια σκανδαλώδη υπόθεση υφαρπαγής δημοσίου ακινήτου με τη χρήση ανυπόστατης απόφασης εκποίησης, που φέρει πλαστογραφημένη υπογραφή νομάρχη.
Το Ελληνικό Δημόσιο στρέφεται συγκεκριμένα με την αγωγή του κατά ενός κατοίκου της Ρόδου επ’ ονόματι του οποίου μεταγράφηκε δημόσιο ακίνητο δυνάμει πλαστής απόφασης εκποίησής του, κατά του προϊσταμένου του κτηματολογίου, κατά δύο τραπεζών και κατά 9 ατόμων στα οποία μεταβιβάστηκαν τμήματα του ακινήτου.
Ζητά δε την αποκατάσταση της ιδιοκτησίας του στο ακίνητο και αποζημιώσεις για διαφυγόντα κέρδη ύψους 540.000 ευρώ, για ηθικές βλάβες 200.000 ευρώ και σημαντικά ποσά ως αποζημιώσεις για αδικαιολόγητο πλουτισμό από όσους έχουν αποκτήσει δικαιώματα στο ίδιο ακίνητο.
Ζητείται επιπλέον η ακύρωση όλων των συμβολαίων που έχουν εγγραφεί υπέρ ιδιωτών στο συγκεκριμένο ακίνητο.
Ο πρώτος εναγόμενος, αγρότης από την Κατταβιά, είχε βρεθεί κατηγορούμενος για κακουργηματική απάτη και πλαστογραφία με την επιβαρυντική περίπτωση του νόμου περί καταχραστών του δημοσίου.
Ενεπλάκη συγκεκριμένα σε υφαρπαγή δύο προνομιακών δημοσίων ακινήτων με τη χρήση ανυπόστατων – πλαστών αποφάσεων εκποίησής τους και συγκεκριμένα δύο ακινήτων εμβαδού 6.880 τ.μ. και 27.300 τ.μ. από την υπ’ αριθμ. ΚΜ 5000 μερίδα γαιών Κατταβιάς.
Φέρεται να κατόρθωσε να μεταγράψει την 30ή Μαΐου 1997 με την υπ’ αριθμ. 4337 πράξη Κτηματολογικού Δικαστή στον τόμο της ως άνω μερίδας την υπ’ αριθμ. ΔΚ 2611/86/1562 ΒΚ 3029/1989 πλαστή απόφαση του Νομάρχη Δωδεκανήσου σύμφωνα με την οποία είχαν εκποιηθεί επ’ ονόματί του τα ως άνω ακίνητα σε εφαρμογή των προβλεπόμενων στο άρθρο 1 του Ν. 719/1977.
Η αντικειμενική αξία του πρώτου ακινήτου, εμβαδού 6.880 τ.μ., ανέρχεται στο ποσό των 38.687,62 ευρώ και η αντικειμενική αξία του δεύτερου, εμβαδού 27.300 τ.μ., στο ποσό των 115.970,40 ευρώ, ήτοι συνολικά 154.658,02 ευρώ.
Υποστήριξε ότι τα επίμαχα τμήματα ήταν μεταξύ αυτών που καλλιεργούσε ο πατέρας του και μετά ο ίδιος κατόπιν ατύπου δωρεάς.
Διατείνεται ότι είχε και έχει όλες τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την εξαγορά των επίμαχων αγροτικών τμημάτων και δεν είχε λόγο να μετέλθει δόλιες μεθόδους και τρόπους για την εξαγορά τους.
Για την τακτοποίηση των επίμαχων αγρών και την εξαγορά τους από το δημόσιο απευθύνθηκε, όπως είπε, σε ενδιαμέσως αποβιώσαντα δικηγόρο.
Του ζήτησε όπως τόνισε, τοπογραφικά των αγρών αυτών, τα οποία του προσκόμισε. Του κατέβαλε ένα χρηματικό ποσό έναντι εξόδων.
Τον ειδοποίησε ότι είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία και έπρεπε να καταβάλει το τίμημα εξαγοράς και τους φόρους τονίζοντάς του ότι θα ακυρωνόταν η απόφαση αν δεν πλήρωνε τα έξοδα ύψους 1 εκατ. δρχ..
Έλαβε, όπως υποστήριξε δάνειο από την τότε Ιονική και Λαϊκή Τράπεζα και κατέβαλε το ποσό στον δικηγόρο. Θεωρεί δε ότι έπεσε θύμα του δικηγόρου.