Πυροσβέστες και εθελοντές πυροσβέστες πρέπει να εκπαιδευθούν καλύτερα και σταδιακά να μειωθεί η εξάρτησή μας από τα εναέρια μέσα πυρόσβεσης. Αυτό υποστηρίζει ο Γαβριήλ Ξανθόπουλος, αναπληρωτής ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων και ειδικός σε θέματα δασικών πυρκαγιών. Οπως υποστηρίζει, μια καταστροφή του μεγέθους αυτού ήταν ουσιαστικά προδιαγεγραμμένη, καθώς οι αδυναμίες στην οργάνωση της πολιτικής προστασίας και της δασοπυρόσβεσης ήταν ιδιαίτερα εμφανείς τα προηγούμενα χρόνια.
«Η αδυναμία φάνηκε πέρυσι, σε μια χρονιά που δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολη από πλευράς δασικών πυρκαγιών», λέει στην «Κ» ο κ. Ξανθόπουλος. «Υπήρξε ένα αλαλούμ στον συντονισμό στη φωτιά των Κυθήρων και της Ζακύνθου, ακόμα και σε εκείνη του Καλάμου που έγινε δίπλα μας, με τόσα εναέρια μέσα διαθέσιμα. Δυστυχώς, αδυνατούμε να προλάβουμε το κακό. Η πυρκαγιά στο Μάτι ήταν κάτι για το οποίο έτρεμε η ψυχή μου τα τελευταία χρόνια».
Σύμφωνα με τον κ. Ξανθόπουλο, υπήρξαν σαφή λάθη στην αντιμετώπιση της φωτιάς. «Δεν αντιμετωπίστηκε από την πρώτη στιγμή επαρκώς», υποστηρίζει. «Ο Νέος Βουτζάς και η Καλλιτεχνούπολη είχαν ξανακαεί τον Ιούλιο του 2005. Το θέμα ήταν να μην εισέλθει η φωτιά σε περιοχή που δεν είχε ξανακαεί. Το Μάτι ήταν μια πυριτιδαποθήκη, γιατί έχει πολλά δένδρα και σπίτια οπότε η φωτιά κινήθηκε, ευνοούμενη και από τον άνεμο, πολύ γρήγορα, λαμπαδιάζοντας σε διαφορετικά σημεία. Γενικά, πάντως, υπήρχε έλλειμμα συντονισμού. Οταν σε μια περιοχή υπάρχουν σπίτια, η αντίδραση των πυροσβεστών (υπό την πίεση και του κόσμου) είναι να σώσει αυτά, ενώ θα έπρεπε να περικλείσουν τη φωτιά από τα πλάγια ώστε να μην περάσει και να περιοριστεί».
Ο μεγάλος αριθμός των θυμάτων οφείλεται σε αρκετούς λόγους. «Εκτός από την ταχύτητα της φωτιάς, έπαιξαν ρόλο πολλοί παράγοντες. Για παράδειγμα, τα οικόπεδα δεν ήταν καθαρισμένα. Στον οικισμό υπήρχαν πολλά αδιέξοδα ή μικροί δρόμοι. Ηταν εύκολο ένας να εγκαταλείψει στον πανικό του το αυτοκίνητο και μετά να “φρακάρουν” όλοι», εκτιμά ο κ. Ξανθόπουλος.
Να διορθώσουμε τα λάθη
Το ζητούμενο, επισημαίνει, είναι να μην αντιμετωπίσουμε την καταστροφή ως ένα μεμονωμένο περιστατικό, μια αναπόφευκτη τραγωδία. «Αμεσα δεν μπορούν να γίνουν πολλά. Μόλις τελειώσει, όμως, η αντιπυρική περίοδος, πρέπει να μην ξεχάσουμε τι συνέβη, όπως τις προηγούμενες φορές. Το 2007 έγιναν τόσα λάθη από την Πυροσβεστική που δεν διορθώθηκαν. Δεν έχω κάτι εναντίον των πυροσβεστών, λειτουργούν υπό πολύ αντίξοες συνθήκες. Πρέπει, όμως, η Πυροσβεστική υπηρεσία να βελτιώσει την εκπαίδευσή τους, όσο και την εκπαίδευση των εθελοντών. Με τον τρόπο αυτό πρέπει σταδιακά να μειωθεί η εξάρτησή μας από τα εναέρια μέσα πυρόσβεσης που είναι ακριβά, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν βράδυ ή με αέρα, δεν μπορείς να τα έχεις διαθέσιμα όταν χρειάζεται, κ.λπ. Για μένα, πρέπει όλη η κλίμακα να επανεξεταστεί. Να οργανωθούν καλύτερα οι δήμοι, οι περιφέρειες, να ξέρει ο καθένας τι πρέπει να κάνει. Παράλληλα, πρέπει η πολιτεία να ασχοληθεί κάποια στιγμή με τις “προβληματικές” περιοχές. Αν ο χώρος ήταν σχεδιασμένος σωστά θα μπορούσε να γίνει μια ανάλυση της απειλής και ένα σχέδιο αντιμετώπισής της, με σωστή και τακτική ενημέρωση του κόσμου», λέει ο κ. Ξανθόπουλος. «Ο κόσμος που ζει σε τέτοιες περιοχές δεν έχει συνείδηση του κινδύνου που διατρέχει, δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένος. Στις περισσότερες περιπτώσεις από τη στιγμή που συνειδητοποιείς ότι πραγματικά κινδυνεύεις μέχρι τη στιγμή που θα καείς δεν μεσολαβούν περισσότερα από πέντε ή δέκα λεπτά».