Τις αντιδράσεις πλήθους φορέων συγκεντρώνει το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για το λεγόμενο επιτελικό κράτος.
Μεταξύ αυτών που έχουν εκδηλώσει μέχρι στιγμής τη διαφωνία τους για το σύνολο ή για επιμέρους διατάξεις του νομοσχεδίου είναι η ΑΔΕΔΥ, το Δοικητικό Επιμελητήριο, οι εργαζόμενοι του ΣΕΠΕ και ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών
Διοικητικό Επιμελητήριο: Έχει πρόβλημα ρεαλισμού
«To νομοσχέδιο αυτό, όσο πετυχημένο να είναι από πλευράς της δημιουργικής σκέψης μιας ομάδας, έχει προβλήματα ρεαλισμού, δεν πατάει στην πραγματικότητα, γιατί λείπει η βάσανος των υπηρεσιακών στελεχών», δήλωσε ο πρόεδρος του ΔΣ του Διοικητικού Επιμελητηρίου, Κωνσταντίνος Παπαδημητρίου, κατά την ακρόαση φορέων στην κοινοβουλευτική επιτροπή που επεξεργάζεται το νομοσχέδιο.
Ο κ. Παπαδημητρίου αναφέρθηκε και στον συντονισμό του κυβερνητικού έργου. «Για να επιτευχθεί συντονισμός, το 1950 είχε δημιουργηθεί υπουργείο Συντονισμού Οικονομικού και υπουργείο Συντονισμού της Διοίκησης. Επί χούντας, δημιουργήθηκε το υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης, αργότερα, στα χρόνια της Δημοκρατίας πλέον, έχουμε μια σειρά και το υπουργείο το Κεντρικό και τη Γενική Γραμματεία Συντονισμού. Τώρα δημιουργείται ένα άλλο όργανο, το οποίο εμφανώς έχει τα μεγέθη και τις λειτουργίες ενός υπουργείου -440 άτομα από το Ελεγκτικό Συνέδριο, από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, υπηρεσιακό συμβούλιο για υπαλλήλους- είναι δηλαδή μια νέα μεγάλη δομή», σημείωσε ο κ. Παπαδημητρίου και πρόσθεσε: «Γιατί πιστεύουμε ότι ένα νέο όργανο θα επιλύσει προβλήματα, τα οποία δεν επιλύθηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια; Πώς αντιμετωπίζονται τα ζητήματα που θίγονται στην έκθεση του ΟΟΣΑ: Οι 23.142 διάσπαρτες αρμοδιότητες της κεντρικής διοίκησης, που είναι το μείζον πρόβλημα, που με τη σειρά του δημιουργεί προβλήματα συντονισμού. Επιλύονται αυτά; Η απάντηση είναι όχι. Δεν υπάρχει απάντηση».
Εργαζόμενοι ΣΕΠΕ: Στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης η υποβάθμιση της Επιθεώρησης Εργασίας
«H αποδόμηση της αυτοτελούς διοικητικής οντότητας του ΣΕΠΕ αποτελεί μία ξεκάθαρη υποβάθμιση του ρόλου και του έργου του συστήματος επιθεώρησης εργασίας στη χώρα», ανέφερε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ), Κλεάνθης Χατζηνικολαϊδης, κατά τη διαδικασία της ακρόασης φορέων επί του νομοσχεδίου για το επιτελικό κράτος, στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή. Ο κ. Χατζηνικολαϊδης σημείωσε ότι «με το νομοσχέδιο υπονομεύεται ευθέως η έστω και υβριδική οργανωτική και επιχειρησιακή αυτονομία και αυτοτέλεια του ΣΕΠΕ, την οποία είχε ως Ειδική Γραμματεία».
«Είναι εμφανές ότι σε επίπεδο πολιτικής ιεράρχησης η καταπολέμηση της παραβατικότητας και της προστασίας της εργασίας δεν αξιολογείται ως ιδιαίτερης εθνικής ή κυβερνητικής εργασίας», τόνισε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων του ΣΕΠΕ και πρόσθεσε: «Ακριβώς αυτή η επιλογή της κυβέρνησης αντιστρατεύεται και τη συνταγματική επιταγή για την προστασία της εργασίας, η οποία αποτελεί θεμελιώδη υποχρέωση του κράτους, σύμφωνα με το άρθρο 22 του Συντάγματος».
«Εκλαμβάνουμε σαφώς ως στρατηγική επιλογή αποκαθήλωσης και αποδόμησης του ελεγκτικού μηχανισμού της αγοράς εργασίας και του βασικού πυλώνα προστασίας των θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων και μάλιστα, σε χρόνο που βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη, με απτά και αναγνωρίσιμα αποτελέσματα στον κόσμο της εργασίας και στην κοινωνία γενικότερα», επισήμανε ο κ. Χατζηνικολαϊδης.
Επίσης, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων του ΣΕΠΕ έθεσε ακόμη μία παράμετρο. «Δεν ισχύει το επιχείρημα περί αποκομματικοποίησης. Με την αλλαγή που φέρνει το νομοσχέδιο, ο πολιτικός προϊστάμενος του ΣΕΠΕ, από το επίπεδο του ειδικού γραμματέα μετατοπίζεται σε αυτό του γενικού γραμματέα, η θέση του οποίου βρίσκεται σε απόλυτη ιεραρχική σχέση και εξάρτηση με την εκάστοτε πολιτική ηγεσία».
ΑΔΕΔΥ: Πάμε σε ιδιωτικοποίηση του διοικητικού έργου των υπηρεσιών
Τη διαφωνία της με διατάξεις του νομοσχεδίου για το επιτελικό κράτος δήλωσε σήμερα η ΑΔΕΔΥ, εκφράζοντας ανησυχία ότι ανοίγει ο δρόμος για την «ιδιωτικοποίηση του δημόσιου διοικητικού έργου».
Στην κοινοβουλευτική επιτροπή που επεξεργάζεται τις προωθούμενες διατάξεις, ο αντιπρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ, Γιώργος Πετρόπουλος, ανέφερε ότι η προεδρία της κυβέρνησης θα αποτελείται κατά το ένα τρίτο από μετακλητούς υπαλλήλους, «θα αποτελείται, δηλαδή, από προσωπικό, το οποίο δεν υπόκειται στις πειθαρχίες του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα. Άρα, με κάποιον τρόπο, ιδιωτικοποιείται αυτή η διαδικασία».
Επίσης, δήλωσε την αντίθεση της ΑΔΕΔΥ και στην έννοια του επιτελικού κράτους, όπως αυτή αποτυπώνεται στο νομοσχέδιο, και εκτίμησε ότι δίνεται η δυνατότητα δημόσιο έργο να υλοποιείται είτε με συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είτε με απευθείας ανάθεση στον ιδιωτικό τομέα. «Πιστεύουμε ότι αυτό το έργο πρέπει να εκτελείται αποκλειστικά από δημόσιους λειτουργούς, αποκλειστικά από εργαζόμενους στο Δημόσιο», σημείωσε ο κ. Πετρόπουλος και εξέφρασε την αντίθεση της ΑΔΕΔΥ και στη δημιουργία μίας «υπέρ-Αρχής» που «θα συγκεντρώσει όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, που ο πρόεδρός της θα διοριστεί από τον πρωθυπουργό, εκείνος με τη σειρά του θα διορίσει το ΔΣ, πράγμα που δημιουργεί αμφιβολίες για την πραγματική ανεξαρτησία που θα έχει αυτή η δομή».
Παράλληλα, η ΑΔΕΔΥ εξέφρασε αντιρρήσεις και επιφυλάξεις για τις υπηρεσίες συντονισμού στα υπουργεία, γιατί «στην πράξη, οι υπηρεσίες αυτές θα είναι οι σημαντικότερες και οι μοναδικές που θα έχουν αξία σε κάθε υπουργείο» και «αυτές οι υπηρεσίες, σε συνεργασία με την προεδρία της κυβέρνησης, θα αναλάβουν συνολικά όλο το διοικητικό έργο. Θα μπορούν, δε, πολύ άνετα αυτό το διοικητικό έργο να το παρέχουν στη συνέχεια σε ιδιωτικές εταιρείες».
Όπως, εξάλλου, επισήμανε ο αντιπρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, θα συγκροτούνται ομάδες εργασίας και σε αυτές θα είναι δυνατό να μετέχουν ιδιώτες.
ΔΣΑ: Απαράδεκτη η ρύθμιση για τους εμμίσθους δικηγόρους
Αναλυτικά, ο ΔΣΑ χαρακτηρίζει απαράδεκτη την επίμαχη ρύθμιση του νομοσχεδίου που έχει ήδη κατατεθεί στην Βουλή και ζητεί την απόσυρσή της, γιατί:
1)Είναι απολύτως άνιση και άδικη η πρόβλεψη λύσης των συμβάσεων των εμμίσθων δικηγόρων που υπηρετούν στους καταργούμενους φορείς, των οποίων οι αρμοδιότητες μεταφέρονται και εντάσσονται στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας, όταν για το λοιπό προσωπικό προβλέπεται η μεταφορά αυτού στην ιδρυόμενη αρχή. 2) Είναι αντίθετες στα άρθρα 42 επ. του Κώδικα Δικηγόρων οι προβλέψεις για λύση των συμβάσεων των εμμίσθων δικηγόρων χωρίς καταβολή της νομίμου αποζημιώσεως. 3) Είναι αντίθετες στις διατάξεις των άρθρων 139 επ. του Κώδικα Δικηγόρων οι προβλέψεις για παραπομπή των εμμίσθων δικηγόρων σε Πειθαρχικό Όργανο, έτερο του προβλεπομένου στον Κώδικα Δικηγόρων. 4) Είναι αντίθετη στον Κώδικα Δικηγόρων (ιδίως άρθρο 5 περ. γ’ και ε’) η προβλεπόμενη υποχρέωση των εμμίσθων δικηγόρων να συλλέγουν και να παραδίδουν στοιχεία από υποθέσεις που άλλοι συνάδελφοί τους έχουν χειριστεί.