Αθώος κρίθηκε χθες εκ νέου από το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου, επί κακουργημάτων ένας εργολάβος της Κω, κατηγορούμενος για αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων, η συνολική αξία των οποίων υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ.
Ο εργολάβος είχε κριθεί την 9η Δεκεμβρίου 2013 αθώος, λόγω αμφιβολιών, από το Μονομελές Εφετείο Δωδεκανήσου. Την αθωωτική απόφαση προσέβαλε όμως με έφεσή του ο Αντεισαγγελέας Εφετών Δωδεκανήσου, με αποτέλεσμα την επανάληψη της δίκης.
Χθες ενώπιον του δικαστηρίου, κατά την αγόρευσή του, ο δικηγόρος του κατηγορούμενου κ. Κ. Σαρρής, χαρακτήρισε «τουλάχιστον άκομψη» την απόφαση του Αντεισαγγελέα Εφετών να ασκήσει έφεση, τονίζοντας ότι στην αθωωτική απόφαση σχετικώς είχε εισηγηθεί ο πρώην Εισαγγελέας Εφετών Δωδεκανήσου, προϊστάμενος του.
Ο κατηγορούμενος, που διατηρεί ατομική επιχείρηση στην Κω, έχοντας αντικείμενο την ανάληψη εργολαβιών τοποθέτησης γυψοσανίδων, αποδέχθηκε 2 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών με εκδότρια μια ΑΕΒΕ, τα οποία κρίθηκαν εικονικά.
Η συνολική αξία των τιμολογίων ανέρχεται στο ποσό των 302.142,38 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 39.278,51 ευρώ.
Από τον έλεγχο που είχε διενεργηθεί, προέκυψε ότι τα ως άνω τιμολόγια είχαν εκδοθεί για έργο το οποίο είχε ήδη παραδοθεί και τιμολογηθεί πριν την 11η Νοεμβρίου 2008, ημερομηνία κατά την οποία κατατέθηκαν τα ιδιωτικά εργολαβικά συμφωνητικά στην Δ.Ο.Υ. Κω, τα τιμολόγια εκδόσεως των 3 υπεργολάβων εταιρειών προς την επίσης υπεργολάβο ΑΕΒΕ, στην οποία φέρεται να ανέθεσε την εκτέλεση του έργου, εξοφλήθηκαν με μετρητά και όχι με δίγραμμη επιταγή ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού, οι 3 υπεργολάβοι δεν είχαν τη δυνατότητα να εκτελέσουν το αναφερόμενο στα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών που εξέδωσαν, έργο, αφού δεν είχαν προσωπικό, δεν είχαν προβεί σε αγορά υλικών κατασκευής, δεν είχαν δηλώσει τέτοια (κατασκευαστική) δραστηριότητα και ήταν ανύπαρκτες φορολογικά και τα ποσά των τιμολογίων παροχής υπηρεσιών εκδόσεως της υπεργολάβου ΑΕΒΕ προς την ατομική επιχείρηση του κατηγορούμενου δεν είχαν εξοφληθεί πέντε μήνες μετά την έκδοση των τιμολογίων.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο η λήψη και καταχώρηση των φορολογικών στοιχείων στα βιβλία της επιχείρησης είχε ως αποτέλεσμα να ωφεληθεί στην φορολογία εισοδήματος και ΦΠΑ, αφού κατά το ημερολογιακό έτος 2008 εμφάνισε μειωμένα καθαρά κέρδη κατά το ποσό των τιμολογίων (και εξέπεσε από τον φόρο εκροών ΦΠΑ ύψους 39.278.51 ευρώ).
Ο κατηγορούμενος εξέθεσε ότι η επιχείρησή του είχε αποκλειστικό αντικείμενο εργασιών τις γύψινες κατασκευές, διέθετε την κατάλληλη τεχνογνωσία, το απαιτούμενο προσωπικό και πλήθος αγορών πρώτων και βοηθητικών υλικών, για την εκτέλεση των εργασιών ανακαίνισης δύο ξενοδοχείων, οι οποίες και πραγματοποιήθηκαν στο σύνολό τους και το επίδικο έργο παραδόθηκε στους ιδιοκτήτες, η δε ολοκλήρωσή του πιστοποιήθηκε με την έκδοση των σχετικών υπουργικών αποφάσεων που δημοσιεύτηκαν στο ΦΕΚ.
Ο κατηγορούμενος συναλλασσόταν επί μακρόν με την ΑΕΒΕ, λόγω του συναφούς αντικειμένου απασχόλησης, ευρίσκοντο στην ίδια περιοχή και στον ίδιο επιχειρηματικό κύκλο και κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας δεν μπορούσε να ελέγξει την οικονομική και λογιστική αυτής κατάσταση και με συμφωνητικά υπεργολαβίας, είχε μεταθέσει όλο το βάρος της δραστηριότητας, δηλαδή την αποκλειστική ευθύνη εκτέλεσης των εργασιών, επιλογής και πληρωμής του προσωπικού και των ασφαλιστικών τους εισφορών στην ΑΕΒΕ. Είχε δε εξοφλήσει τα επίμαχα τιμολόγια με συνολικές αποδείξεις πληρωμής σφραγισμένες και υπογεγραμμένες.
Κατόπιν των ανωτέρω, όπως υποστηρίχθηκε στο πρωτόδικο δικαστήριο, ο κατηγορούμενος καλόπιστα συναλλάχθηκε με την ΑΕΒΕ.
Τα παραπάνω αναφερθέντα έχουν γίνει δεκτά με αμετάκλητη πλέον απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, κριθέντος από το ως άνω δικαστήριο ότι τα επίμαχα τιμολόγια συνολικού ποσού 302.142,38, τα οποία εξέδωσε η ΑΕΒΕ, αφορούν πραγματικό έργο το οποίο εκτέλεσε η ως άνω εταιρεία λόγω συμβάσεως υπεργολαβίας. Τα ίδια ακριβώς δέχθηκε και η Επιτροπή του άρθρου 70Α του ν. 2238/94 του Υπουργείου Οικονομικών.