Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος είναι γεγονός ότι βρήκε τα Δωδεκάνησα ενώπιον ενός ανίκανου να διαχειρισθεί το Δωδεκανησιακό ζήτημα εθνικού Κέντρου. Ενός εθνικού Κέντρου που ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή, σπαρασσόταν από κυβερνητικές κρίσεις, διχασμούς, κινήματα, δικτατορίες, καθώς επίσης και από το τεράστιο προσφυγικό ζήτημα.
Tου Θεόδωρου Μ. Παπαγεωργίου Δικηγόρου-Άρχ. Δικαιοφύλακα Οικουμενικού Πατριαρχείου
Σε εκείνες τις συνθήκες, η Δωδεκάνησος βρέθηκε αντικειμενικά στο εθνικό περιθώριο. Φτάνοντας δυστυχώς δια στόματος του Ελευθέριου Βενιζέλου, ως από το 1929 πρωθυπουργού της Ελλάδος, να δηλώνεται προς την Ιταλία ότι «Δεν δύναται και δεν πρέπει η Δωδεκάνησος να εμποδίση την ανάπτυξιν και εμπέδωσιν των σχέσεων φιλίας και εμπιστοσύνης μεταξύ Ελλάδος και Ιταλίας».
Και δυστυχώς τα πράγματα για τη Δωδεκάνησο είχαν ακόμη πιο δραματική συνέχεια, εξ’ αιτίας της ακόμη πιο αδύναμης ελληνικής πολιτείας, υπό το καθεστώς της δικτατορικής κυβέρνησης Μεταξά που παραμονές του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου βρέθηκε να τη κυβερνά. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις καταγραφές της Ιστορίας (π.χ. Λ. Διβάνη: Η εδαφική ολοκλήρωση της Ελλάδας 1830-1947), στη Συνθήκη που στις 19-1-1939 υπογράφηκε μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας από τη μια πλευρά και Τουρκίας από την άλλη, για αμοιβαία βοήθεια, μεσούντος πλέον του Β΄ Παγκόσμιου Πόλεμου, οι δύο συμμαχικές δυνάμεις, η Γαλλία και η Αγγλία, χωρίς οποιαδήποτε δικαιοδοσία για τη Δωδεκάνησο, ερήμην της Ελλάδας, έφτασαν στο σημείο για να δελεάσουν την ουδέτερη -ευτυχώς μέχρι το τέλος- Τουρκία, ώστε να εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων, να της προτείνουν αν χρειαζόταν ως «επιχειρηματική στρατιωτική βοήθεια» τη Δωδεκάνησο.
Και δεν έφτανε μόνον αυτό. Ακολούθησε και η Ενωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, καθώς ο ηγέτης της, ο Ιωσήφ Στάλιν σε μυστική συνάντηση που είχε με τον βρετανό Υπουργό Εξωτερικών Ηντεν, για να προσελκύσει και αυτός την Τουρκία υπέρ των Συμμάχων και κατά του Άξονα, πρότεινε επίσης ότι μπορούν να της προσφερθούν όχι μόνο τα Δωδεκάνησα, αλλά και τμήμα ακόμη της νότιας Βουλγαρίας…
Στα Δωδεκάνησα, στο μεταξύ, με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν ήδη συλληφθεί από τους Ιταλούς σχεδόν 500 πατριώτες, που είχαν την ελληνική υπηκοότητα. Στη Ρόδο, οι συλληφθέντες στην αρχή κλείστηκαν στην τάφρο του Κάστρου, στις φυλακές της Μέγγαβλης και στο περίκλειστο ιπποτροφείο πίσω από το Δημαρχείο.
Ακολούθησε ο εγκλεισμός τους ή και η απέλασή τους στην Ιταλία. Σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και σε χώρους απομόνωσης στις πιο άθλιες συνθήκες. Από τις κακουχίες πολλοί πέθαναν, ή όσοι επέζησαν στο τέλος του πολέμου γύρισαν βαριά άρρωστοι.
Παρά ταύτα οι Δωδεκανήσιοι ουδέποτε δεν λιγοψύχησαν για την Μητέρα Ελλάδα. Προβάλλοντας την πατριωτική ελληνική ψυχή τους, βρέθηκαν από τη πρώτη στιγμή παρόντες στην πρώτη γραμμή του μετώπου, με πρώτο νεκρό Έλληνα αξιωματικό του πολέμου, τον Αλέξανδρο Διάκο από τη Χάλκη.
Επίσης 1850 Δωδεκανήσιοι, φοιτητές και εργαζόμενοι στην ελεύθερη Ελλάδα, με επιμονή ζήτησαν και πέτυχαν να εκδοθεί και να ισχύσει από 9-11-1940 βασιλικό διάταγμα περί κατάταξης εθελοντών, ηλικίας 18 έως 45 ετών. Με το διάταγμα αυτό κατάφεραν να συγκροτηθούν τρία τάγματα που αποτέλεσαν το ηρωικό Σύνταγμα Δωδεκανησίων Εθελοντών. ΄Οπως μάλιστα κατέγραψαν σε βιβλία τους, ο Συμιακός αξιωματικός Μάρκος Κλαδάκης που ήταν διοικητής ενός από τα Τάγματα, όπως και ο Ρόδιος δικηγόρος Ευάγγελος Ψιμόριφος που νεαρός φοιτητής ήταν από τους εθελοντές οπλίτες, τα πράγματα για το ηρωικό Σύνταγμα Δωδεκανησίων Εθελοντών δεν ξεκίνησαν καθόλου καλά:
Στην αρχή η Ελληνική Πολιτεία τους αντιμετώπισε με επιφύλαξη και από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου που στρατολογήθηκαν, βρέθηκαν σκαπανείς να κατασκευάζουν ορύγματα ανατολικά από το αλβανικό μέτωπο, από τα βουνά του Καϊμακσαλάν μέχρι τη λίμνη της Βεγορίτιδας. Στη συνέχεια ωστόσο, όταν άρχισε και εκεί η γερμανική επίθεση, το Σύνταγμα Δωδεκανησίων Εθελοντών βρέθηκε μόνο του να πολεμά τον εχθρό στην πρώτη γραμμή.
Να όμως που και πάλι οι άκαπνοι Δωδεκανήσιοι Εθελοντές, πρόλαβαν και έκαναν το θαύμα τους. Πολέμησαν στα ίσα τους υπέρτερους σε στράτευμα και σε πολεμικά μέσα Γερμανούς και σαν τους 300 Σπαρτιάτες του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες, έγραψαν ιστορία αφήνοντας στο πεδίο της μάχης δέκα ήρωες Δωδεκανήσιους Εθελοντές.
Αλλά και στη διάρκεια της κατοχής, οι Δωδεκανήσιοι δεν έμειναν στα μετόπισθεν. ΄Εδωσαν και πάλι το παρών με την εθελοντική συμμετοχή τους στη τρίτη ομάδα του Βασιλικού Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής. Στην ομάδα αυτή συγκαταλέχθηκαν Δωδεκανήσιοι που βρέθηκαν στη Αίγυπτο ταξιδεύοντας μέσω Τουρκίας και Κύπρου και περνώντας ένα διάστημα έγκλειστοι σε στρατόπεδα στη Μέση Ανατολή, για λόγους καχυποψίας επειδή προέρχονταν από τα «ιταλικά» Δωδεκάνησα…..
Και η ομάδα αυτή. εξαιτίας της αθρόας κατάταξης Δωδεκανησίων από Δωδεκανησιακή Φάλαγγα όπως αρχικά ονομάσθηκε, σύντομα έγινε Σύνταγμα.
Το Πρώτο Δωδεκανησιακό Σύνταγμα, που διακρίθηκε όπου το Συμμαχικό στρατηγείο επέλεξε να το αποστείλει, αντί δηλαδή σε αποστολές στη Δωδεκάνησο όπως θα έπρεπε, στις μάχες του Τομπρούκ, του Ελ Αλαμέιν και του Ρίμινι….
Εξέχουσα ήταν ακόμη η εθελούσια προσφορά των Δωδεκανησίων στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα στη Δωδεκάνησο. Στη Ρόδο κυρίως μέσω του δικτύου που είχε επίκεντρο το Λημέρι της Μονολίθου, από όπου οι Δωδεκανήσιοι παρείχαν υπηρεσίες τόσο στον κατασκοπευτικό τομέα δίνοντας πληροφορίες για στρατιωτικές εγκαταστάσεις, είτε συμμετέχοντας σε εκτεταμένες πράξεις δολιοφθορών και σαμποτάζ, όπως αυτή που έμεινε γνωστή σαν επιχείρηση Anglo, τον Σεπτέμβριο του 1942, με εκτεταμένες καταστροφές σε δύο ιταλικά στρατιωτικά αεροδρόμια της Ρόδου.
Ταυτόχρονα οι εξορίες, φυλακίσεις, εκτελέσεις για όσους εργάζονταν για την Αντίσταση, ήταν χωρίς κανένα έλεος. Ακόμη και λίγο καιρό πριν την αποχώρησή τους οι Γερμανοί κατακτητές, έδειξαν το πιο σκληρό τους πρόσωπο, συλλαμβάνοντας και οδηγώντας στο εκτελεστικό απόσπασμα πέντε νεαρούς Δωδεκανήσιους πατριώτες. Τους ήρωες Μιχάλη Βρούχο, Στέφανο Γέροντα, Γιάννη Δενδρινό, Γεώργιο Κωσταρίδη, Κλεόβουλο Χατζηγεωργίου.
Είναι λοιπόν γεγονός ότι η Δωδεκάνησος και ο Δωδεκανησιακός Λαός κρατώντας στιβαρά και πολεμώντας για την Ελληνική Σημαία, κέρδισαν επιτέλους μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο την δικαιούμενη ελευθερία και την ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό, αποδεικνύοντας αφενός μεν ότι με θυσίες και αποφασιστικότητα ξεπερνιέται κάθε εμπόδιο και δυσμενής συγκυρία, αφετέρου δε αφήνοντας παρακαταθήκη ένα μήνυμα που πάντα πρέπει να μας διδάσκει.
Ότι δηλαδή ο Λαός είναι αυτός που με αναντικατάστατο και μοναδικό όπλο την Ψυχή του και τις Αρχές του, δίνει τους αγώνες και χαράσσει την Ιστορία του ΄Εθνους και αλίμονο αν εμπιστεύεται και αφήνει την τύχη του μόνο στους ξένους κάθε είδους συμμαχικούς παράγοντες… .