Η πόλις των Ροδίων βρίσκεται στο ακρωτήριο που το βλέπει ο ήλιος από την ανατολή έως τη δύση και διαφέρει τόσο πολύ από τις άλλες πόλεις ως προς τις κατασκευές των λιμένων, των οδών και των τειχών ώστε δεν υπάρχει άλλη ίδια ή καλλίτερη από αυτήν. Είναι δε θαυμαστή και η ευνομία της καθώς και η επιμέλεια ως προς τα πολιτειακά και τα ναυτικά. (Στράβωνος Γεωγραφικά. βιβλίο ιδʹ, Κεφάλαιο 2, παρ. 2.5).
Η πόλις αυτή σχεδιάστηκε κατά την λογική του μεγάλου φιλόσοφου της πολεοδομίας, του Ιππόδαμου. Ο Ιππόδαμος, όπως ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας, αντιμετώπιζαν τα προβλήματα με γνώμονα την αλήθεια, δηλαδή αυτό που είναι αναλλοίωτο, αιώνιο. Κατά την φιλοσοφία του, ο σχεδιασμός της πόλις διαχειρίζονταν τις σχέσεις των ανθρώπων στην Κοινωνία και τη σχέση της Κοινωνίας με το Περιβάλλον, γιατί μόνον αυτές είναι αληθινές και μόνον αυτές συγκροτούν την πολιτεία. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι η κατασκευή των δρόμων, των σπιτιών και όλων των χρήσιμων στη κοινωνία μέσων, δεν είναι όμως αυτοσκοπός. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Ιπποδάμεια φιλοσοφία ήταν περισσότερο πρακτική ως προς την πολεοδομία από τις άλλες, όπως του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη.
Η Ρόδος λοιπόν, σχεδιασμένη κατ’ αυτά τα πρότυπα ήταν ευνομούμενη, όσο καμιά άλλη στον ελληνικό χώρο! Ήταν επίσης και θαλασσοκράτειρα, αφού κατέχει τον πυρήνα των θαλάσσιων δρόμων του κόσμου. Η σχέση λοιπόν της θάλασσας με την πόλη ήταν και αυτός ένας από τους βασικότερους παράγοντες του σχεδιασμού της.
Αυτή η πόλη έζησε για δεκάδες αιώνες μέχρι που η Βυζαντινή Αυτοκρατορία άρχισε να φθίνει. Τότε ενέσκηψαν διάφοροι κατακτητές, που την μετέτρεψαν σε πειρατικό ορμητήριο, αφού ήταν το αναγκαστικό πέρασμα όλου του παγκόσμιου πλούτου. Άραβες, Βενετσιάνοι, Γενοβέζοι και οι Ιππότες του Αγίου Ιωάννη. Η πολιτεία της Ρόδου συρρικνώθηκε και εξυπηρετούσε μόνο ένα «Άντρο», από το οποίο εξορμούσαν τα πειρατικά καράβια και στο οποίο φύλασσαν τους θησαυρούς που αποκόμιζαν, το Κολλάκιο. Η τελειωτική στιγμή των υπολειμμάτων της πόλης ήρθε με την κατάκτηση των Οθωμανών. Μια Αυτοκρατορία που την κυριαρχούσε η «νομαδική» κοινωνία των Τούρκων – Μουσουλμάνων. Έτσι η εγκατάλειψη για 390 χρόνια οδήγησε τη μοναδική στο ελληνικό κόσμο πόλη σε πλήρη υποβάθμιση. Τα λιμάνια της είχαν μπαζωθεί και κατοικείτο από διαφόρων φυλών ανθρώπους, που παρόλο την ειρηνική τους συνύπαρξη δεν είχαν καμιά πολιτιστική συγγένεια. Έγινε πια μια πόλις χωρίς συνοχή και πολιτισμό.
Τη συνέχεια την έδωσαν οι Ιταλοί, που κατάλαβαν την πόλη το 1912 και που από το 1920 άρχισαν να παρεμβαίνουν στην υπέροχη αυτή πολιτεία με τη νέα τους νοοτροπία. Τη Φεουδαρχική – Ηγεμονική νοοτροπία που επέβαλαν στην Ιταλική Χερσόνησο οι ημιβάρβαροι βόρειοι Ευρωπαίοι. Το 1912 έγραφαν χαρακτηριστικά στις εφημερίδες τους, πως είχαν εγκατασταθεί στην πλώρη ενός πλοίου που θα τους οδηγούσε στην Ανατολή. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι καθόντουσαν πάνω σε ένα θησαυρό, αφού η αποικιοκρατική τους νοοτροπία τους υπαγόρευε μόνο να κατακτούν χώρες και λαούς και να τους μετατρέπουν κατ’ εικόνα και ομοίωση τους καταστρέφοντας μακραίωνους πολιτισμούς με τη δύναμη των όπλων τους.
Πιστεύοντας λοιπόν οι Ιταλοί ότι έπρεπε να δημιουργήσουν ένα «Διοικητήριο», που θα διαχειρίζονταν τα πράγματα του ευρύτερου χώρου της ανατολικής Μεσογείου, σχεδίασαν μια πόλη στα μέτρα τους. Ο Σχεδιασμός αυτός δεν είχε στόχο τις σχέσεις των ανθρώπων αλλά τα συμφέροντα των κατακτητών. Πρώτα από όλα έπρεπε να νομιμοποιηθεί η κυριαρχία τους. Εφηύραν έτσι τη Ιταλική «Μεσαιωνική Πόλη», παρόλο που ήταν κατασκεύασμα των Ιπποτών, δηλαδή μιας πολυεθνικής εταιρείας. Ενώ για τους Ιταλούς ήταν μια συνέχεια των Βενετσιάνων και των Γενοβέζων γι’ αυτό με τις παρεμβάσεις τους θα την εξιταλικεύσουν. Θα μεταγράψω εξ ολοκλήρου το κείμενο με το οποίο παρουσίασε τον σχεδιασμό του ο πολεοδόμος της Ρόδου Φλορεστάνο ντι Φάουστο το 1926 για να κατανοήσουμε πλήρως την προσπάθειά τους.
«Κλεισμένη μεταξύ δύο σειρών απόρθητων τάφρων και τειχών, η αρχαία πόλη, μεγάλη και επιβλητική εξωτερικά και εσωτερικά μια όαση γαλήνης δημιουργεί ένα αόριστο συναίσθημα από την εναλλαγή των πολύτιμων ιπποτικών κτιρίων και των κλειστών μουσουλμανικών σπιτιών, γραφική με το λαβύρινθο των πλακόστρωτων σοκακιών και με φόντο τους κήπους, τους τρούλλους και τους μιναρέδες.
Κατοικείται στη πάνω μεριά αποκλειστικά από Τούρκους, που μερικές ώρες παίρνει την εμφάνιση μιας πόλης που είναι από καιρό κενή και εγκαταλελειμμένη. Και εδώ είναι βασικά η γοητεία της που ως περιβάλλον τη καθιστά, με τη διατήρηση της ως ένα από τα πιο θαυμάσια και περίεργα πράγματα.
Κέντρο του Πολεοδομικού Σχεδίου, ο όγκος της τειχισμένης πόλης παρεμβάλλεται μεταξύ της νέας πόλης και των μελλοντικών βιομηχανικών περιοχών. Ως εκ τούτου, δημιουργείται η ανάγκη να διασχίζεται για να συνδεθούν χωρίς να διαταράσσεται η αρμονική απομόνωση του αρχαίου και κλειστού κεντρικού πυρήνα. Αποφάσισα λοιπόν να τον αφήσω άθικτο, δεν έχουν προβλεφθεί παρά μόνο έργα ανακατασκευής και αποκατάστασης, καθώς και προσθήκες και αποκαταστάσεις αρχιτεκτονικού χαρακτήρα, έτσι ώστε να δημιουργηθούν νέα στοιχεία ομορφιάς στο μοναδικό υπάρχον σύνολο.
Ο κεντρικός πυρήνας δεν θα έχει άμεση επαφή με τις εξωτερικές παρεμβάσεις. Δεδομένου ότι μετά από τα τείχη μια περιμετρική ζώνη προστασίας: που είναι η πόλη των μουσουλμανικών νεκροταφείων στην οποία εκατό χιλιάδες πεσόντες στις επανειλημμένες και επίμονες επιθέσεις στην ιπποτική πόλη, μαρτυρούν την ιδιοφυία και τον ηρωισμό των λιγοστών υπερασπιστών και το πάθος των απίστων, για τη κατάκτηση του προπύργιου του χριστιανισμού.
Ένας μεγάλος περιφερειακός δρόμος οριοθετεί αυτό το μνημειακό χώρο των νεκροταφείων και ενώνει τις περιφερειακές συνοικίες του Αγίου Γεωργίου, της Αγ. Αναστασίας και των Αγίων Αναργύρων μέχρι την περιοχή των νέων νεκροταφείων δίπλα στον τομέα που προορίζεται για τη βιομηχανική ανάπτυξη.
Φανταστείτε την τεράστια οχυρωμένη πόλη, πολυγωνικού σχήματος, κλεισμένη από μια πλευρά που βλέπει προς τη θάλασσα και από τις άλλες πλευρές που τοποθετούνται και συμπληρώνονται από τις γύρω περιοχές της ανάπτυξης, της περιοχής που ξεκινά από την βιομηχανική, ανεβαίνει στο λόφο, συνδέοντας τους διάσπαρτους πυρήνες των προαστίων και ακολουθώντας πάντα την περίμετρο του κεντρικού πυρήνα υποβιβάζεται στην περιοχή του Νεοχωρίου για να συνδεθεί με τη σύγχρονη πόλη στην οποία το σύνολο βρίσκει το πιο ζωντανό και εκφραστικό αποτέλεσμα.
Η περιοχή του Νεοχωρίου είναι από τις πιο χαρακτηριστικές για το λαβύρινθο των στενών και περίπλοκων οδών ανάμεσα στα μικρά λευκά σπίτια που κλείνουν με τους ψηλούς εξωτερικούς τοίχους καμαροσκέπαστες βεράντες – κήπους. Ως εκ τούτου, προέβλεψα στη γειτονιά αυτή νέους εξωτερικούς δρόμους, μερικοί από τους οποίους οδηγούν στα σημεία μεγαλύτερης κυκλοφορίας. Προστατεύοντας έτσι τις μονάδες, η περιοχή Νεοχώρι θα ενταχθεί χωρίς διαταραχές στη διπλανή σύγχρονη πόλη, που η προφανής αντίθεση θα αναδείξει τη διαφορά, της νέας δύναμης που η Ιταλία θέλει να επιβάλει σε αυτή την αρχαία και πολύ πρόσφατη κατάκτησή της».
Έτσι από «Ελληνική Πόλη» φτάσαμε σε μια πόλη που δεν είχε καμιά Κοινωνική και Πολεοδομική συνοχή. Μετά την Ενσωμάτωση επιπλέον, οι πολεοδομικές επιβολές του νέο – φεουδαρχικού Ελληνικού Κράτους των Αθηνών, την κατάντησαν αφιλόξενη και ανάγκασαν τους κατοίκους της σε ομαδική έξοδο. Έτσι τα τελευταία χρόνια εξ ανάγκης υποκαταστάθηκαν οι γειτονιές με περιοχές συνεύρεσης σε καφετέριες. Οι αλλοπρόσαλλες αυξήσεις της δόμησης μετέτρεψαν την πόλη σε πεδίο εκμετάλλευσης, όπου ο κάτοικος όχι μόνο δεν μπορεί να διαβιώσει αλλά ούτε είναι δυνατό και να περπατήσει.
Η πλέον ευνομούμενη πόλη των Ελλήνων, έγινε πεδίο επενδυτών και οι άρχοντές της δεν μπορούν να κατανοήσουν πλέον ότι δεν διοικούν μια πόλη αλλά παρακολουθούν τα τεκταινόμενα. Τώρα μάλιστα που γίνεται και ο λεγόμενος χωροταξικός σχεδιασμός, με χρήματα που θα πρέπει να εκταμιευθούν μέχρι το τέλος του 2026 και ως εκ τούτου στο «άρπα – κόλλα», γιατί θα πρέπει να ολοκληρωθεί ο σχεδιασμός μέχρι το τέλος του 2025, η κατάσταση θα φτάσει στο απροχώρητο. Θα εγκλωβίσουν τους πολίτες σε μια ατέρμονη διαδικασία (πολεοδομικές μελέτες, μελέτες εφαρμογής, κτηματολόγια, υποδομές χωρίς πόρους κλπ). Είναι λοιπόν αναπόφευκτο το ότι η πόλη της Ρόδου οδηγείται σε καταστάσεις χειρότερες από τις εποχές των κατακτητών!!!