Αρνείται κατηγορηματικά τα όσα του αποδίδονται και κάνει λόγο για σκευωρία εις βάρος του από δύο πρώην συντρόφους του
Εξηγήσεις έδωσε χθες ενώπιον της Πταισματοδίκη Ρόδου ένας 41χρονος φορέας του ΑΙDS που ελέγχεται μετά από μήνυση μιας 50χρονης πρώην συντρόφου του για τις πράξεις της βαριάς σκοπούμενης ή μη σωματικής βλάβης σε βάρος συντρόφου, της σωματικής βλάβης ελαφρά με συνεχή συμπεριφορά κατ’ εξακολούθηση σε βάρος συντρόφου και της απειλής σε βάρος συντρόφου κατά τη διάρκεια της συμβίωσης και για παράβαση μέτρων για την πρόληψη ασθενειών, διότι ενώ γνώριζε ήδη από το έτος 2003-2004 ότι ήταν φορέας της μολυσματικής νόσου, εντούτοις ουδέποτε την ενημέρωσε.
Οπως έγραψε η «δημοκρατική», η υπόθεση έχει προσλάβει ασύλληπτες διαστάσεις καθώς ο 41χρονος έχει παραπεμφθεί σε δίκη ενώπιον Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Κω, την 5η Δεκεμβρίου 2022, κατηγορούμενος για βιασμό κατ’ εξακολούθηση, για κατάχρηση ανηλίκου που δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη κατ’ εξακολούθηση και για σωματική βλάβη αδύναμων ατόμων κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, αδικήματα που φέρονται να τελέσθηκαν στη Ρόδο κατά τα έτη 2018 έως και τον Φεβρουάριο του 2020.
O oροθετικός στον ιό έχει καταδικαστεί στο παρελθόν για πανομοιότυπη υπόθεση. Πιο συγκεκριμένα, έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης 42 μηνών από το Mικτό Oρκωτό Eφετείο Δωδεκανήσου, διότι ως φορέας του AIDS είχε συνάψει σχέση με δύο γυναίκες και τους μετέδωσε την θανατηφόρο νόσο.
Όπως υποστήριξε χθες η 50χρονη, κατά τη διάρκεια της συμβίωσής τους ήθελε να της παρέχει μία ζωή την οποία ο ίδιος δεν μπορούσε να υποστηρίξει οικονομικά, γι’ αυτό και αποφάσισε να ανοίξει ένα συνοικιακό κατάστημα τον έλεγχο του οποίου ανέλαβε η ίδια.
Όπως είπε, ενάμιση χρόνο μετά τη λειτουργία του ανακάλυψε ότι η επιχείρηση είχε χρέη 25.000 ευρώ και από εκείνη την ημέρα άρχισαν και τα προβλήματα μεταξύ τους. Η εμπιστοσύνη που της είχε κλονίστηκε, προσπαθούσε να καλύψει τα χρέη καταβάλλοντας στους προμηθευτές όσα εισέπραττε το μαγαζί αλλά και όσα ελάμβανε από την εργασία του κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα να έχουν συχνούς και μεγάλους τσακωμούς.
Στη συνέχεια, είπε ότι η εγκαλούσα αποχώρησε από την κοινή οικία και του απέστειλε εξώδικη δήλωση με την οποία τον ενημέρωσε ότι δεν επιθυμεί εφεξής οποιαδήποτε επαφή μαζί του.
Αν και με την εξώδικη δήλωσή της, όπως λέει, του ζητούσε να διακόψουν την οποιαδήποτε επαφή εκείνη επεδίωκε να έχει καθημερινή επαφή μαζί του και μάλιστα κατά το διάστημα αυτό συνευρέθηκαν και δύο φορές ερωτικά μετά από επιθυμία της ίδιας.
Όταν της δήλωσε ότι δεν επιθυμούσε να έχουν πλέον επικοινωνία και ότι θα πρέπει να πληρώσει και αυτή τα χρέη του μαγαζιού, τότε ξεκίνησε την ιστορία εναντίον του και άρχισε να τον κατηγορεί ότι της μετέδωσε τον ιό του AIDS εν αγνοία της και ότι θα του κάνει μήνυση για όλα αυτά που πέρασε μαζί του.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι όσα αναφέρει η εγκαλούσα αποτελούν αισχρά ψεύδη και τα καταγγέλλει με μοναδικό σκοπό να τον καταρρακώσει ηθικά και ψυχικά, λέγοντας μάλιστα ότι δεν δίστασε να εκμεταλλευτεί τα όσα της είχε εκμυστηρευτεί για το παρελθόν του προκειμένου να στηρίξει τα ψεύδη της.
Όπως διατείνεται ο ίδιος, ενώ την είχε ενημερώσει για το πρόβλημα της υγείας του από την πρώτη στιγμή εκείνη υποστηρίζει ότι δεν γνώριζε τίποτα.
Στην ίδια ενημέρωση όμως είχε προβεί και ο πατέρας του, όπως υποστηρίζει, την πρώτη μέρα που γνώρισε την εγκαλούσα, λέγοντάς της κατά λέξη «Σε ενημέρωσε ο (…) ότι είναι οροθετικός;» κι εκείνη απάντησε «Ναι».
Χαρακτηρίζει παράλογη τη συμπεριφορά της τονίζοντας ότι η ίδια από την ημέρα που ανακάλυψε ότι της είχε δήθεν μεταδώσει τον ιό του AIDS, υποστηριζόταν ψυχολογικά από ψυχολόγους και ψυχιάτρους, εντούτοις έβρισκε τη δύναμη να παρουσιάζεται καθημερινά εκείνη και η δικηγόρος της σε εκπομπές στην τηλεόραση, δηλώνοντας μάλιστα ότι από μέρα σε μέρα θα έδινε και το όνομά του στη δημοσιότητα.
Όπως ανέφερε επιπλέον, η εγκαλούσα προκειμένου να στηρίξει τις καταγγελίες της, κάλεσε μεταξύ άλλων ως μάρτυρα την πρώην γυναίκα του η οποία επανέλαβε τις δικές της καταγγελίες προς το πρόσωπό του για κακοποίηση δική της και των παιδιών, και για πρώτη φορά κατέθεσε ότι ούτε κι αυτή ενημερώθηκε από τον ίδιο για την κατάσταση της υγείας του με αποτέλεσμα να της μεταδώσει εν αγνοία της τον ιό.
Από την καταγγελία της όμως αυτή και από το χρονικό σημείο που επέλεξε να την κάνει, αποδεικνύεται -όπως ισχυρίζεται- η πλεκτάνη που έχει στηθεί εις βάρος του από τις δύο πρώην συντρόφους του.
Όπως είπε η πρώην σύζυγός του γνώριζε από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους ότι είναι οροθετικός υποστηρίζοντας ότι τα ψέματα που κατέθεσε αποκαλύπτονται από την από 7-9-2018 υπεύθυνη δήλωση που υπέγραψε η ίδια, όταν συνήψαν σχέση και επρόκειτο να συγκατοικήσουν, ενώπιον αστυνομικού της ΥΑ Ρόδου ο οποίος και βεβαίωσε το γνήσιο της υπογραφής της και στην οποία δήλωνε ότι γνωρίζοντας ότι είναι οροθετικός δέχεται να μείνει μαζί του στο ίδιο σπίτι μαζί με τα παιδιά της αναλαμβάνοντας την ευθύνη των πράξεων της.
Όσον αφορά δε στις λοιπές καταγγελίες της περί κακοποίησης αυτές, όπως υποστηρίζει, διαψεύδονται από την έκθεση κοινωνικής μέριμνας του Τμήματος Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου.
Σχετικά με τον ισχυρισμό της πρώην συντρόφου του ότι διατηρούσε συγχρόνως με εκείνη σχέσεις και με μία συνάδελφό του και ότι ούτε εκείνη την ενημέρωσε για το θέμα της υγείας του, το ερώτημα που προκαλείται επί του προκειμένου είναι για ποιο λόγο δεν προσήλθε κι αυτή να καταθέσει ότι πράγματι διατηρούσαν ερωτική επαφή χωρίς να την ενημερώσει ότι είναι φορέας του AIDS.
Ο ίδιος κάνει λόγο για ένα καλοστημένο σχέδιο εξόντωσής του από την εγκαλούσα προκειμένου να μην τολμήσει να αναζητήσει δικαστικά τα χρήματα που έπαιρνε από την επιχείρησή του.
Ως συνήγορος υπεράσπισής του παρίσταται η δικηγόρος κ. Μαρία Καραολάνη.