Κίνητρα μεταφοράς της φορολογικής τους κατοικίας στην Ελλάδα για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις του εξωτερικού εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών. Στο τραπέζι των συναρμόδιων υπουργών βρίσκονται διάφορες εναλλακτικές προτάσεις, μεταξύ των οποίων το ιταλικό μοντέλο, το οποίο προβλέπει σταθερή καταβολή ετήσιου φόρου 100.000 ευρώ για το παγκόσμιο εισόδημα του φορολογουμένου, το κυπριακό μοντέλο το οποίο μεταξύ άλλων προβλέπει αφορολόγητες αγοραπωλησίες μετοχών και ομολόγων, και αφορολόγητα εισοδήματα από μερίσματα και τόκους, αλλά και το μοντέλο Μάλτας με flat tax 15% στο παγκόσμιο εισόδημα με ελάχιστο όμως φόρο 15.000 ευρώ. Εναλλακτικές υπάρχουν πολλές και η Ελλάδα μόλις τώρα εξετάζει ένα μοντέλο εύκολης αύξησης των φορολογικών εσόδων το οποίο έχουν αξιοποιήσει ήδη πολλές χώρες.
Διαμονή
Η φορολόγηση του εισοδήματος των υπηκόων χωρών της ΕΕ που ζουν, εργάζονται ή διαμένουν για κάποιο χρονικό διάστημα εκτός της χώρας τους δεν υπόκειται σε ενωσιακούς κανόνες. Το συνηθέστερο είναι, η χώρα στην οποία βρίσκεται η φορολογική κατοικία (απαιτείται στις περισσότερες περιπτώσεις διαμονή πάνω από 183 ημέρες τον χρόνο, αλλά η Κύπρος μείωσε τον χρόνο στις 60 ημέρες) να μπορεί να φορολογήσει το σύνολο των παραγόμενων παγκοσμίως εισοδημάτων εισπραχθέντων και μη. Σε αυτά περιλαμβάνονται μισθοί, συντάξεις, παροχές, εισόδημα από ακίνητη περιουσία ή από άλλες πηγές, ή υπεραξία από την πώληση περιουσίας, που αποκτήθηκε σε οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο.
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως οι πρώτες συζητήσεις έχουν ήδη γίνει στους κόλπους της κυβέρνησης και υπάρχει η βούληση να επωφεληθεί και η Ελλάδα από ένα ειδικό φορολογικό καθεστώς το οποίο εφαρμόζεται σε αρκετές χώρες στον κόσμο. Εκτός από την Ιταλία και την Κύπρο , η Πορτογαλία και η Μάλτα περιλαμβάνονται στη λίστα των ευρωπαϊκών χωρών στις οποίες ισχύει σήμερα ειδικό καθεστώς φορολόγησης για όσους ξένους υπηκόους μεταφέρουν στη χώρα τη φορολογική τους κατοικία.
Η Μάλτα, για παράδειγμα, προσφέρει flat tax 15% στο παγκόσμιο εισόδημα των φορολογουμένων με ελάχιστο φόρο 15.000 ευρώ τον χρόνο. Παρέχονται ειδικά προγράμματα φορολόγησης για συνταξιούχους και άτομα υψηλής εξειδίκευσης στους τομείς του χρηματοπιστωτικού τομέα, του αθλητισμού και της αεροναυπηγικής, με σταθερό συντελεστή 15% και απαλλαγή από φόρο εισοδήματος για κέρδη που υπερβαίνουν τα 5 εκατομμύρια ευρώ.
Το πορτογαλικό μοντέλο, το οποίο μετρά ήδη δέκα χρόνια ζωής, προβλέπει σταθερό συντελεστή 20%, ενώ στην Κύπρο η απόκτηση φορολογικής κατοικίας εξασφαλίζεται με την υποβολή μιας δισέλιδης αίτησης στην Εφορία και μόλις τέσσερα δικαιολογητικά. Η μεταφορά της φορολογικής κατοικίας στην Κύπρο μάλιστα απαιτεί από πέρυσι μόλις 60 ημέρες παραμονής στο νησί και παρέχει μεταξύ άλλων αφορολόγητες αγοραπωλησίες χρηματοπιστωτικών μέσων (μετοχών, ομολόγων κ.τ.λ.), απαλλαγή από την παρακράτηση φόρου στον επαναπατρισμό εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους, και δικαιώματα, αλλά και μειωμένους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος κατά 50% σε σχέση με τους ισχύοντες για εργαζομένους στη Κύπρο.
Ολα τα παραπάνω προνόμια αφορούν τους μη κατοίκους (non domiciled), οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία σε μια νέα χώρα από αυτή στην οποία φορολογούνταν μέχρι πρότινος.
Οι Ελληνες
Στην Ελλάδα, οι διατάξεις για τη φορολογική κατοικία με τη σημερινή τους μορφή δεν παρέχουν κανένα κίνητρο. Αντίθετα, η εκτόξευση των φορολογικών επιβαρύνσεων για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια συνθέτουν το απόλυτο αντικίνητρο, με αποτέλεσμα μεγάλες επιχειρήσεις οι οποίες μέχρι πρότινος είχαν την έδρα τους στη χώρα να έχουν φύγει στο εξωτερικό για να γλιτώσουν φόρους, ενώ ακόμα και φυσικά πρόσωπα ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα έχουν αναζητήσει λιγότερους φόρους σε γειτονικές χώρες όπως η Βουλγαρία.
Οι ισχύουσες διατάξεις προβλέπουν πως ένα φυσικό πρόσωπο το οποίο βρίσκεται στην Ελλάδα συνεχώς για χρονικό διάστημα το οποίο υπερβαίνει τις 183 ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό, είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας από την πρώτη ημέρα παρουσίας του στη χώρα και φορολογείται για το παγκόσμιο εισόδημά του. Εξαιρούνται φυσικά πρόσωπα τα οποία βρίσκονται στην Ελλάδα για τουριστικούς, ιατρικούς, θεραπευτικούς ή παρόμοιους ιδιωτικούς σκοπούς και η παραμονή τους δεν υπερβαίνει τις 365 ημέρες.