Αντιμέτωπη με ένα ιδιαίτερα δύσβατο περιβάλλον βρίσκεται με την έναρξη της νέας πολιτικής περιόδου η κυβέρνηση, καθώς ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης καλείται να διαχειριστεί τις πολλαπλές προκλήσεις της διαρκώς κλιμακούμενης τουρκικής επιθετικότητας, της απειλής ενός δεύτερου κύματος κορωνοϊού και της ανάσχεσης των οικονομικών συνεπειών της υγειονομικής κρίσης.
Στην κορυφή της ατζέντας του κ. Μητσοτάκη βρίσκονται εκ των πραγμάτων οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, που κινούνται εδώ και εβδομάδες σε τεντωμένο σχοινί. O πρωθυπουργός, κατά τις δύο επικοινωνίες που είχε με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, κατέστησε σαφές υπό ποιους όρους η Αθήνα θα προσέλθει σε διάλογο: «Είμαστε διατεθειμένοι να ξαναπιάσουμε το νήμα των διερευνητικών από εκεί που σταμάτησαν το 2016, για το ένα και μοναδικό ζήτημα που είναι ο καθορισμός θαλασσίων ζωνών. Και αν δεν μπορέσουμε να συμφωνήσουμε, να καταλήξουμε σε ένα συνυποσχετικό και να πάμε στη Χάγη. Για να ξαναρχίσουμε τις συζητήσεις όμως πρέπει η Τουρκία, που κλιμακώνει διαρκώς τις προκλήσεις, να σταματήσει αμέσως, ώστε να πάμε σε αποκλιμάκωση», ανέφερε, σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Μητσοτάκης, κατά την 20-25 λεπτών επικοινωνία τους. Επί της ουσίας, η Αθήνα ζητεί η Αγκυρα να τερματίσει το μπαράζ των προκλήσεων και να υπάρξει ένα «ικανό διάστημα ηρεμίας, προκειμένου να αποδειχθεί η συνέπεια της άλλης πλευράς στο Αιγαίο», πριν επαναρχίσουν οι διερευνητικές επαφές.
Στο Μέγαρο Μαξίμου δεν υποτιμούν τις στενές σχέσεις που έχουν αναπτύξει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντ. Τραμπ και ο Ταγίπ Ερντογάν. Ομως αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στην «ετοιμότητα» που επέδειξε ο Αμερικανός πρόεδρος να παρέμβει στην εν εξελίξει κρίση, επικοινωνώντας την περασμένη Τετάρτη δύο φορές με τον κ. Μητσοτάκη και μία με τον Τούρκο ομόλογό του. Εξάλλου, το μήνυμα του Αμερικανού προέδρου στον πρωθυπουργό ήταν ότι «θέλω να βοηθήσω στην αποκλιμάκωση». Οπως αναφέρεται, ο κ. Τραμπ σε δύο μήνες βρίσκεται αντιμέτωπος με μια εξαιρετικά δύσκολη εκλογική αναμέτρηση στην οποία προσέρχεται, μάλιστα, με τον ρόλο του «αουτσάιντερ». Ως εκ τούτου, η ψήφος της ελληνικής μειονότητας αποκτά βαρύνουσα σημασία. Επίσης, είναι προφανές ότι θα αποτελούσε τεράστια «σκιά» για τον ίδιο να υπάρξει επί της προεδρίας του «σύρραξη» δύο συμμαχικών στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ χωρών.
Η επίσκεψη Μάας
Με την ίδια ακριβώς λογική, η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ δεν θα ήθελε η τρέχουσα γερμανική προεδρία στην Ευρωπαϊκή Ενωση να συνδεθεί με μια ελληνοτουρκική σύγκρουση, είτε λόγω «ατυχήματος», είτε εξαιτίας περαιτέρω κλιμάκωσης από πλευράς Ερντογάν. Πάρα το γεγονός ότι η πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Χ. Μάας σε Αθήνα και Αγκυρα δεν απέφερε απτά αποτελέσματα, είναι βέβαιο ότι η Γερμανίδα καγκελάριος θα συνεχίσει να εργάζεται για τη δημιουργία προϋποθέσεων έναρξης του διαλόγου ανάμεσα στις δύο πλευρές. Θα πρέπει, πάντως, να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Μάας μετέφερε στις επαφές του στην ελληνική πρωτεύουσα πως το Βερολίνο αντιλαμβάνεται ότι εάν η Τουρκία επιμείνει στην παραβατική συμπεριφορά της, κάποιας μορφής κυρώσεις στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στο τέλος Σεπτεμβρίου, θα είναι μονόδρομος.
Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα θεωρεί ότι τον τελευταίο μήνα προχώρησε σε δύο καθοριστικές κινήσεις οι οποίες μεταβάλλουν υπέρ της το σκηνικό που επιχειρεί να διαμορφώσει ο κ. Ερντογάν στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο: Με τη συμφωνία για μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο «διεμβόλισε» το τουρκολυβικό μνημόνιο. Ενώ, μέσω της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο, εξέπεμψε σαφές μήνυμα για το πώς θα κινηθεί, εάν η Αγκυρα εξαγγείλει έρευνες πλησίον ελληνικών νησιών «βασιζόμενη» στη συμφωνία με την κυβέρνηση της Τρίπολης.
Παράλληλα, όπως προαναφέρθηκε, ο κ. Μητσοτάκης έχει εκ των πραγμάτων στραμμένη την προσοχή του στην αποτροπή ενός δεύτερου κύματος του κορωνοϊού. Η κυβέρνηση είναι σαφές ότι θα κινηθεί με πυξίδα τις οδηγίες των ειδικών. Ομως, αποκλείεται το ενδεχόμενο ενός γενικευμένου lockdown, όπως εκείνο του περασμένου Μαρτίου. Αντιθέτως, εάν υπάρξει μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων θα πρέπει να αναμένεται η λήψη μέτρων «τύπου Πόρου» και στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.
Τέλος, κρίσιμη είναι η στήριξη της οικονομίας, καθώς η ύφεση το τρέχον έτος μπορεί να προσεγγίσει ή και να υπερβεί το 8%. Ο κ. Μητσοτάκης θα παρουσιάσει σε δύο εβδομάδες στη ΔΕΘ τον σχεδιασμό της κυβέρνησης που θα στηρίζεται σε δύο πυλώνες: Σε δέσμη μέτρων για τη στήριξη επιχειρήσεων και εργαζομένων στους πληττόμενους από τον κορωνοϊό κλάδους. Και σε διαρθρωτικές παρεμβάσεις με βαθύτερο ορίζοντα. Στο πλαίσιο αυτό, ο πρωθυπουργός αναμένεται να ανακοινώσει μειώσεις σε φόρους και εισφορές, περιλαμβανομένης της εισφοράς αλληλεγγύης.
Πηγή : kathimerini.gr