Παρά το γεγονός ότι η τωρινή κυβέρνηση, όπως και η προηγούμενη, προσπαθεί να πείσει ότι η κρίση τελείωσε, προωθώντας ένα “success story”, εντούτοις οι πολίτες παραμένουν βαθιά απογοητευμένοι και δεν δείχνουν να πείθονται.
Σύμφωνα με το Πολιτικό Βαρόμετρο Οκτωβρίου της Public Issue, 8 στους 10 πολίτες, 78%, πιστεύουν σήμερα, ότι η κρίση στην Ελλάδα θα κρατήσει τουλάχιστον 5 χρόνια ακόμη. Μάλιστα, το 47%, δηλαδή σχεδόν οι μισοί Έλληνες είναι πεπεισμένοι ότι η κρίση θα διαρκέσει ακόμη πάνω από μια δεκαετία!
Όπως εξηγεί στην ανάλυσή του ο Γιάννης Μαυρής, «η κυβερνητική ρητορική περί «τέλους της κρίσης» και ελληνικού «come-back» δεν φαίνεται να πείθει. Το success story της σημερινής κυβέρνησης, που εκφράζεται από το φαντασιακό τρίπτυχο «τερματισμός της κρίσης», «έξοδος από τα μνημόνια», «κοινωνικό μέρισμα για τους αδύναμους»), δεν διαφέρει καθόλου από εκείνο του προκατόχου της. Αντιθέτως, είναι εντυπωσιακά πανομοιότυπο».
Άλλωστε τους τελευταίους μήνες είναι μόνιμη επωδός του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ότι η κρίση τελειώνει και ότι το 2018 τα Μνημόνιο ολοκληρώνεται, όταν είναι γνωστό ότι η χώρα έχει υπογράψει δεσμεύσεις και έχει ψηφίσει προκαταβολικά μέτρα για τα επόμενα χρόνα.
«Είναι, επομένως, ευρύτατα αποδεκτό κοινωνικά, ότι για το ορατό μέλλον, η κρίση θα αποτελεί, de facto, παγιωμένη και μόνιμη κατάσταση», σημειώνει ο Γ. Μαυρής και συμπληρώνει:
«Το εντυπωσιακό αυτό εμπειρικό εύρημα συνιστά μια ισχυρή ένδειξη για το γεγονός, ότι ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας έχει προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, που δημιούργησε η οικονομική και κοινωνική κρίση των τελευταίων επτά ετών. Έχει, δηλαδή, αποδεχθεί τη μεγάλη επιδείνωση των συνθηκών της ζωής του, που επέφερε το μνημονιακό πρόγραμμα, μέσω της ανεργίας που προκάλεσε, της συρρίκνωσης των κοινωνικών δαπανών, της απομύζησης των εισοδημάτων και της υφαρπαγής των ατομικών περιουσιών».
Τι αναφέρει στην ανάλυσή του ο Γ. Μαυρής
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά:
Οι υποκειμενικές κοινωνικές εκτιμήσεις για τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης μετρήθηκαν, για πρώτη φορά από την Public Issue, τον Δεκέμβριο του 2009 και τότε, μόλις 22% των ερωτηθέντων θεωρούσε ότι η κρίση θα κρατήσει «περισσότερο από 5 χρόνια» (Διάγραμμα 1). Η πλειοψηφία των πολιτών (53%) νόμιζε ότι η διάρκειά της θα κυμανθεί, από ένα χρόνο (13%), δύο (26%) ή έστω τρία χρόνια (14%).[1]
Πίστευε, επομένως, εσφαλμένα όπως απέδειξε η πραγματικότητα, ότι η κρίση θα είναι σχετικά βραχύβια. Στη συνέχεια όμως και όσο οι επώδυνες επιπτώσεις της κρίσης γίνονταν όλο και περισσότερο αισθητές, οι κοινωνικές παραστάσεις για τις προοπτικές της ανατράπηκαν άρδην. Καθώς η κρίση βάθαινε, το κοινωνικό σώμα συνειδητοποιούσε σταδιακά ότι η τρέχουσα κατάσταση δεν είναι προσωρινή. Τον Ιανουάριο του 2013, σχεδόν ένα χρόνο μετά το 2ο Μνημόνιο (Φεβρουάριος 2012), το ποσοστό εκείνων που πίστευαν ότι η κρίση θα διαρκέσει πολύ είχε εκτιναχθεί στο 52% ενώ, λίγο πριν την κατάρρευση της κυβέρνησης Σαμαρά στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 και την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, τον Οκτώβριο του 2014, είχε σταθεροποιηθεί στο 53% (Διάγραμμα 1).
Η πολιτική σημασία της διαπίστωσης, σχετικά με τη μεταβολή των στάσεων της κοινής γνώμης απέναντι στην κρίση είναι προφανής: η κυβερνητική ρητορική περί «τέλους της κρίσης» και ελληνικού «come-back» δεν φαίνεται να πείθει. Η κοινωνική της απήχηση αφορά ένα απελπιστικά μικρό τμήμα του εκλογικού σώματος, λιγότερο από 10%. Πράγματι, μόλις 1% των ερωτώμενων πιστεύει ότι η «ανάπτυξη» θα ξεκινήσει μέσα στο προσεχές εξάμηνο, 4% μετά από ένα χρόνο και 5% μετά από δύο χρόνια (Διάγραμμα 2). Όπως προκύπτει από την ανάλυση των εκτιμήσεων για τη διάρκεια της κρίσης, κατά κόμμα, το κυβερνητικό αφήγημα βρίσκει απήχηση και μάλιστα περιορισμένη, μόνον μεταξύ των σημερινών δυνητικών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Μόλις 1 στους 5 (19%) πιστεύει ότι η κρίση θα τερματιστεί μέσα στον επόμενο χρόνο, 1 στους 4 (24%) στα επόμενα 2-3 χρόνια και 1 στους 8 (16%) στα επόμενα 4-5 χρόνια. Πάνω από το 1/3 (36%) ασπάζεται και αυτό τη γενική πεποίθηση ότι η έξοδος αργεί (Διάγραμμα 2).
Μήπως όμως πείθονται περισσότερο οι ψηφοφόροι, που στις έρευνες κοινής γνώμης καταγράφονται ως «αναποφάσιστοι» ή οι ψηφοφόροι εκείνοι που έχουν στρέψει τα νώτα τους στις εκλογές, οδεύοντας προς την αποχή και την έξοδο από το εκλογικό σώμα; Κάθε άλλο. Η συντριπτική πλειοψηφία και αυτών των εκλογικά κρίσιμων κατηγοριών ψηφοφόρων, σε ποσοστά 76% και 64% αντίστοιχα (Διάγραμμα 2) δεν βλέπουν την «ανάπτυξη που έρχεται».
Success stories ή η αναποτελεσματικότητα της κυβερνητικής προπαγάνδας, 2014-2017
Όπως είναι γνωστό, το success story του Α. Σαμαρά συντρίφθηκε εκλογικά, τον Ιανουάριο του 2015. Η ΝΔ έχασε από τον ΣΥΡΙΖΑ, με διαφορά 8,5 μονάδες (36,3%, έναντι 27,8%).[2]
Η κοινωνική προσαρμογή, που σε μεγάλο βαθμό είχε από τότε συντελεστεί, δεν απέτρεψε την εκκωφαντική κοινωνική αποδοκιμασία της 3ης μνημονιακής κυβέρνησης.
Το success story της σημερινής κυβέρνησης, που εκφράζεται από το φαντασιακό τρίπτυχο «τερματισμός της κρίσης», «έξοδος από τα μνημόνια», «κοινωνικό μέρισμα για τους αδύναμους»), δεν διαφέρει καθόλου από εκείνο του προκατόχου της. Αντιθέτως, είναι εντυπωσιακά πανομοιότυπο.
α) Στις 16 Φεβρουαρίου του 2014, ο Αντώνης Σαμαράς, σε συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής, θα πανηγυρίσει για το πρωτογενές πλεόνασμα που πέτυχε: «(…) το πρωτογενές πλεόνασμα (…) είναι πολύ υψηλότερο απ’ όσο το υπολογίζαμε εξαρχής. Κάποιοι το αμφισβητούσαν έως πρόσφατα. Τώρα σας λέω ότι ξεπερνά το 1,5 δισεκατομμύριο! Τριπλάσιο απ’ όσο το υπολογίζαμε αρχικά.»
β) Ταυτόχρονα, θα εξαγγείλει και τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος: «(…) ένα πολύ μεγάλο ποσό θα επιστραφεί εφέτος στην κοινωνία! Για παράδειγμα, σε χαμηλοσυνταξιούχους και ένστολους, όπως ακριβώς είχαμε δεσμευτεί πριν από τις εκλογές του 2012 ακόμη (…)».[3]
γ) Και στις 18 Μαρτίου 2014, θα δηλώσει από το υπουργείο Οικονομικών, ανακοινώνοντας την επίτευξη συμφωνίας με την τρόικα, ότι: «Πάνω από 500 εκατ. ευρώ θα είναι το κοινωνικό μέρισμα που θα δοθεί άμεσα από το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013 σε ένα εκατομμύριο χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους, καθώς και σε ένστολους με μισθό κάτω από 1.500 ευρώ (…) Επίσης ο Πρωθυπουργός τόνισε πως άλλα 20 εκατ. ευρώ θα διοχετευθούν για την ανακούφιση των αστέγων.».[4] Για την πολιτική διανομής «κοινωνικού μερίσματος» θα δεχθεί (το 2014) τη εξαιρετικά σκληρή κριτική του Αλέξη Τσίπρα. Σε ομιλία του από τα Ιωάννινα, ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα δηλώσει: «Θεωρούμε πράξη ντροπής, πράξη καταισχύνης, πράξη ταπείνωσης του κάθε πολίτη αυτής της χώρας: Από τη μια να αρπάζουν το ψωμί από το τραπέζι εκατομμυρίων ανθρώπων. Και από την άλλη να τους πετούν κάποια ψίχουλα, για να εξαγοράσουν όπως φαντάζονται τη στήριξή τους στην ίδια πολιτική που τους έκλεψε το ψωμί κι έχει σκοπό να τους κλέψει και το τραπέζι και τις καρέκλες και το σπίτι. Αν αυτό δεν είναι ο απόλυτος πολιτικός ξεπεσμός τότε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους. Πρόκειται για μια πράξη βαθιά ανήθικη, που δείχνει το φόβο τους μπροστά στις κάλπες».[5]
δ) Δύο ημέρες αργότερα, στις 20/3/2014, ο Αντώνης Σαμαράς ευρισκόμενος στις Βρυξέλλες θα εξαγγείλει την έλευση της ανάκαμψης και της ανάπτυξης. Στη συνέντευξη Τύπου, που έδωσε, στο πλαίσιο της Κοινωνικής Συνόδου Κορυφής θα δηλώσει: «Έφτασε η ώρα που με σταθερότητα και δυναμισμό μπαίνουμε στο δρόμο της ανάκαμψης και της ανάπτυξης».[6]
ε) Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, στις 14/9/2014, σε συνέντευξη στην εφημερίδα Realnews της Κυριακής, θα εξαγγείλει, πρώτος, το τέλος των Μνημονίων και την απομάκρυνση της Τρόικας: «Η Ελλάδα δεν χρειάζεται νέα δανεικά! Και δεν θα μπορούσε να υπογράψει «νέο μνημόνιο» για χρήματα που δεν χρειάζεται. Η Ελλάδα του χρόνου θα καλύπτει όχι μόνο τα έξοδά της, αλλά και τους τόκους του χρέους της. Δηλαδή, πιστεύω ότι θα μπορεί να μηδενίσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα (sic!)… Εμείς βγαίνουμε από το μνημόνιο οριστικά και δεν θα ξαναχρειαστούμε δανεικά».[7] Και παρακάτω: «Με τη λήξη του προγράμματος λιτότητας στο τέλος του 2014, η τρόικα θα φύγει». [8]
στ) Τέλος, τέσσερις μήνες πριν τις εκλογές, στις 27 Σεπτεμβρίου 2014, στην ομιλία του σε εκδήλωση για τα 40 χρόνια της ΝΔ, «επανέλαβε ότι η χώρα δεν θα χρειαστεί νέο Μνημόνιο, προσθέτοντας πως «έχουμε τη δυνατότητα να σταθούμε την επόμενη χρονιά και χωρίς τα χρήματα του τωρινού Μνημονίου». Όπως επισήμανε, η χώρα βγαίνει από την ύφεση στο τρίτο τρίμηνο του έτους, τερματίζοντας μια πορεία έξι χρόνων ύφεσης και γίνεται πραγματικότητα η υπόσχεση της κυβέρνησης για τερματισμό της οικονομικής κρίσης». [9]
Η μοναδική διαφορά που μπορεί κανείς να αναδείξει ανάμεσα στην συνταγή της κυβερνητικής προπαγάνδας του 2014 και της σημερινής είναι ότι η πρώτη θα συμπληρωθεί με την γελοία επιχείρηση προπαγανδιστικής εκμετάλλευσης της ανασκαφής στην Αμφίπολη, ενώ η σημερινή από την απόπειρα μετατόπισης της πολιτικής ατζέντας, με ανάδειξη θεμάτων του κοινωνικού φιλελευθερισμού και των δικαιωμάτων (αλλαγή ταυτότητας φύλου, νομιμοποίηση φαρμακευτικής κάνναβης).
Κοινωνική προσαρμογή δεν σημαίνει και κοινωνική συναίνεση
Η κυβερνητική ρητορική του 2014 αποδείχθηκε παντελώς έωλη και απέτυχε παταγωδώς. Το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιανουαρίου 2015 απέδειξε ότι η προπαγανδιστική μυθολογία περί του τέλους της κρίσης δεν έπεισε και δεν επηρέασε στο ελάχιστο το εκλογικό σώμα.
Διόλου τυχαία, και η αντίστοιχη σημερινή κυβερνητική προπαγάνδα αποδεικνύεται, επίσης μέχρι σήμερα, απολύτως αναποτελεσματική. Δεν έχει κατορθώσει ούτε να ανατρέψει την κοινωνική δυσαρέσκεια, ούτε να αντιρροπήσει τη συντηρητική εκλογική μεταστροφή που έχει συντελεστεί την τελευταία διετία. Μέχρι τον Οκτώβριο, το κοινωνικό κλίμα παραμένει εξαιρετικά ζοφερό, με τα αρνητικά συναισθήματα να κυριαρχούν απόλυτα. [10] Το οικονομικό κλίμα συνεχίζει να καταγράφει την επιδείνωση και τη στασιμότητα της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών, που συντηρεί τη γενικευμένη κοινωνική απαισιοδοξία για τις προοπτικές βελτίωσης των προσωπικών οικονομικών. [11] Ταυτόχρονα, όλοι οι σχετικοί δείκτες συγκλίνουν ότι το πολιτικό κλίμα παραμένει αμετάβλητο. [12]
Η ερμηνεία είναι απλή και δεν είναι άλλη από την βαθειά εδραιωμένη κοινωνική πεποίθηση ότι καμία ανάπτυξη δεν διαφαίνεται και, αντιθέτως, ότι η επιδείνωση της ζωής των ανθρώπων θα εξακολουθήσει να υφίσταται. Το ιστορικό προηγούμενο του 2015, αλλά και η σημερινή δημοσκοπική εικόνα συνηγορούν υπέρ της εκτίμησης ότι η εκάστοτε κυβερνητική προπαγάνδα δεν μπορεί προφανώς να αντιστρέψει παγιωμένες τάσεις του εκλογικού σώματος και εκλογική μεταστροφή, της έκτασης μάλιστα που παρατηρείται σήμερα. Είναι αυτονόητο, ότι μείζονα ή έκτακτα γεγονότα (τρομοκρατικές ενέργειες, θερμά επεισόδια, κοινωνικές εκρήξεις, διασπάσεις κομμάτων, δραματική αναζωπύρωση των προσφυγικών ροών), εάν συμβούν είναι δυνατόν να ανατρέψουν πολιτικούς συσχετισμούς ή να προκαλέσουν «επιδράσεις συσπείρωσης» (rally-effects).
Ανεξάρτητα όμως από το ενδεχόμενο των έκτακτων συμβάντων, που ουδείς μπορεί να προβλέψει, το μεγαλύτερο λάθος που μπορεί να διαπράξει η εκάστοτε κυβέρνηση (άρα και η σημερινή) είναι να «διαβάσει λάθος» τις μεγάλες αλλαγές που έχουν μετασχηματίσει βίαια την ελληνική κοινωνία. Να θεωρήσει ότι η κάμψη της κοινωνικής διαμαρτυρίας, η κοινωνική παραίτηση και προσαρμογή στις νέες συνθήκες διαβίωσης που χαρακτηρίζουν τη μεταμνημονιακή Ελλάδα σημαίνει και εξασφάλιση της κοινωνικής συναίνεσης προς τους κυβερνώντες.
thetoc.gr