Οι φωτογράφοι του Reuters ήταν παρόντες στα μεγαλύτερα γεγονότα που διαδραματίστηκαν το 2017 και παρουσιάζουν μία συλλογή με τις καλύτερες φωτογραφίες που τράβηξαν μέσα στο έτος. Είναι η ευκαιρία τους να αφηγηθούν την ιστορία που κρύβει κάθε φωτογραφία αλλά και τη δική τους για το πώς τις τράβηξαν. Μέσα από αυτές, όμως, θέτουν και το ερώτημα κατά πόσο σε στιγμές κρίσης, θα πρέπει να κάνουν την δουλειά τους και να απαθανατίζουν την στιγμή ή θα πρέπει να σπεύδουν για βοήθεια.
Toby Melville: «Περπατούσα στο νοτιοανατολικό άκρο της Γέφυρας του Γουέστμινστερ, τραβώντας φωτογραφίες για το Brexit. Είδα με την άκρη του ματιού μου, μία μεγάλη σκοτεινή φιγούρα περίπου 3-5 μέτρα να πέφτει πάνω στο στηθαίο και να χτυπά στο έδαφος περίπου δέκα μέτρα πιο κάτω. Κάλεσα αμέσως ασθενοφόρο και έτρεξα μέχρι το κοντινότερο νοσοκομείο του St Thomas’s για βοήθεια.
Αρχικά νόμιζα ότι ήταν ένα τρομερό αλλά ωστόσο μεμονωμένο ατύχημα. Όμως ενώ μιλούσα στο τηλέφωνο, είδα μερικούς ακόμη ανθρώπους να κείτονται στο πεζοδρόμιο ανάμεσα στα συντρίμμια, καλυμμένοι στο αίμα και έχοντας χάσει τις αισθήσεις τους. Υπήρχαν κι άλλοι διασκορπισμένοι κατά μήκος της γέφυρας και του πεζοδρομίου, τραυματισμένοι σε διαφορετικά σημεία. Συνειδητοποίησα ότι δεν επρόκειτο για ατύχημα, αλλά για κάτι προμελετημένο. Όταν έφτασαν οι διασώστες στο σημείο, άρχισα κι εγώ να τραβάω φωτογραφίες.
Δεν γνώριζα αν υπήρχε ακόμα κίνδυνος. Δεν γνώριζα ότι ένα αυτοκίνητο είχε χτυπήσει σκόπιμα αυτούς τους ανθρώπους. Δεν είχα ακούσει τις κραυγές, τον έντονο θόρυβο του κινητήρα ή τους πυροβολισμούς της αστυνομίας που άνοιξε πυρ κατά του δράστη της επίθεσης, Khalid Masood και τον σκότωσε. Νόμιζα ότι κάποιος τους πυροβόλησε και ο δράστης κυκλοφορούσε ακόμα ελεύθερος. Όταν έφτασε η αστυνομία άρχισα να αρχειοθετώ τις φωτογραφίες που είχα τραβήξει και έστειλα τις περισσότερες λήψεις στο γραφείο για να τις επεξεργαστεί και να επιλέξει. Εκεί, αναρωτιόμουν αν θα έπρεπε να τις δημοσιεύσω, καθώς επρόκειτο για σκληρές εικόνες.
Μια εβδομάδα μετά, ξαναπήγα στην γέφυρα και κατά κάποιον τρόπο όλα ήταν πάλι φυσιολογικά. Όμως η εικόνα του πρώτου θύματος να σωριάζεται και ο ήχος που έκανε, καθώς χτύπησε το πεζοδρόμιο, εξακολουθεί να γυρνάει στο μυαλό μου. Υπενθύμισα, όμως, στον εαυτό μου ότι ήμουν τυχερός, καθώς μόλις ένα λεπτό πριν την επίθεση περπατούσα σε αυτή την γέφυρα, ενώ άλλοι δεν ήταν τόσο τυχεροί».
Jonathan Bachman: Ήταν η πρώτη μέρα που κάλυπτα τον τυφώνα Χάρβεϊ και μόλις είχα φτάσει στη γειτονιά Beaumont Place του Χιούστον, όταν συνάντησα ανθρώπους, που προσπαθούσαν να σωθούν από το νερό. Όπως φαίνεται στην εικόνα περπατούσαν κόντρα στο ρεύμα και προσπαθούσαν να βρουν ένα ασφαλές μέρος.
Στην αρχή, ήμουν με ένα ζευγάρι από τη Λουιζιάνα μέσα σε μία βάρκα προσπαθώντας να βοηθήσω αλλά και να καταγράψω τις διασώσεις. Ήθελα να τους φωτογραφίσω αλλά και να μεταδώσω παράλληλα το μέγεθος της καταιγίδας. Όταν επιστρέψαμε, κοίταξα πίσω τον δρόμο και είδα μία ατελείωτη ουρά κατοίκων. Η ίδια κατάσταση συνεχίστηκε για μέρες.
Το πρώτο ένστικτό μου, όταν έφτασα εκεί, ήταν να αφήσω την κάμερα και να βοηθήσω. Είναι πάντα δύσκολο να συνειδητοποιώ ότι είμαι πολύ πιο χρήσιμος όταν φωτογραφίζω. Όταν παρατηρείς τον πόνο του άλλου και το πόσο υποφέρει, πρέπει να πιστέψεις ότι οι φωτογραφίες σου μπορούν να κάνουν τη διαφορά».
Shannon Stapleton: «Το βράδυ, πριν την ομιλία του Ρίτσαρντ Σπένσερ, ενός διαβόητου λευκού εθνικιστή και εκπρόσωπου του επονομαζόμενου κινήματος «alt-right», έκανα βόλτα στο πανεπιστήμιο του Gainesville. Όλα φαίνονταν ήρεμα, δεν υπήρχε κάποια διαμαρτυρία, αν και στην περιοχή υπήρχε αστυνομία, καθώς ο κυβερνήτης της Φλόριντα την είχε κηρύξει σε κατάσταση ανάγκης, προκειμένου να αποφευχθεί η βία.
Νωρίς την επόμενη μέρα, αν και αρχικά δεν υπήρχε έντονη παρουσία, άρχισαν να συγκεντρώνονται εκατοντάδες άτομα και να διαμαρτύρονται σε κοντινή απόσταση από εκεί που μίλαγε ο Σπένσερ. Μόλις ξεκίνησε η ομιλία του, οι εντάσεις αυξήθηκαν και άρχισαν οι αψιμαχίες. Συνολικά, όμως, η κατάσταση που επικρατούσε ήταν ήρεμη και ειρηνική. Έκατσα, λοιπόν, να αρχειοθετήσω τις φωτογραφίες μου, όταν είδα ξαφνικά ανθρώπους να τρέχουν.
Άρπαξα την κάμερα μου και τους ακολούθησα. Στη μέση του οργισμένου πλήθους στεκόταν ένα άντρας, στο μπλουζάκι του οποίου υπήρχαν σβάστικες. Ήταν χτυπημένος στο πρόσωπο, το αίμα έσταζε στο πηγούνι του, ενώ εκείνος χαμογελούσε πονηρά. Η ατμόσφαιρα ήταν βιτριολική. Πλησίασα και τράβηξα μια φωτογραφία, καθώς η αστυνομία τον απομάκρυνε, ενώ ο κόσμος τον αποκαλούσε με διάφορα υποτιμητικά ονόματα και κάποιοι τον έφτυναν. Ένας μαύρος άνδρας στάθηκε δίπλα του, τον απομάκρυνε από το πλήθος και τα οδοφράγματα και άρχισε να του φωνάζει. Ήταν σχεδόν σουρεαλιστικό. Τους ακολούθησα και είδα τον άντρα να φεύγει, σχεδόν σαν να εξαφανιζόταν».
Stephanie Keith: «Τράβηξα αυτή τη φωτογραφία στον δρόμο απέναντι από τον Trump Tower στη Νέα Υόρκη, λίγες μόνο μέρες πριν την ορκωμοσία του Τραμπ. Όλα τα μεγάλα ειδησεογραφικά πρακτορεία παρακολουθούσαν τον Πύργο τόσο για τις διαμαρτυρίες όσο και για τους επιφανείς επισκέπτες του.
Εκείνο το Σάββατο, δεν υπήρξε κάποια είδηση και μέχρι τις 3 μ.μ. οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είχαν φύγει. Εγώ όμως είχα μείνει, καθώς υπήρχε μια πορεία του κινήματος Black Lives Matter από το Χάρλεμ. Με την δύση του ηλίου, έφτασαν περίπου 40 διαδηλωτές. Άρχισαν να πέφτουν έντονες νιφάδες χιονιού, όταν είδα αυτή τη γυναίκα, την Kandy Freeman. Σκέφτηκα ότι ήταν τόσο όμορφη και παρατήρησα ότι υπήρχαν νιφάδες χιονιού στα μαλλιά της που δεν έλιωναν. Ήταν ο τέλειος συμβολισμός, καθώς η δεξιά πλευρά είχε αποκαλέσει τους φιλελεύθερους «νιφάδες χιονιού», με το επιχείρημα ότι είναι αδύναμοι και προσβάλλονται εύκολα.
Λάτρεψα εξαρχής την αντίθεση του άσπρου-μαύρου και την αντίθεση της δικής της δύναμης με την ευθραυστότητα των νιφάδων χιονιού. Την ρώτησα αν μπορούσα να της φτιάξω το πορτραίτο και εκείνη αμέσως δέχτηκε. Δίπλα, υπήρχε ένα κατάστημα υπό κατασκευή με μια μαύρη πρόσοψη που κάλυπτε το κτίριο. Οραματίστηκα ανθρώπους να αναδύονται από το μαύρο της πρόσοψης και νιφάδες χιονιού να πέφτουν τριγύρω τους.
Φώτισα την άλλη πλευρά του προσώπου της με τη λάμψη του πολυτελούς κοσμηματοπωλείου που υπήρχε δίπλα. Ήταν σαν να δημιουργούσα, εν μέσω μιας διαμαρτυρίας, ένα στούντιο με το φως που είχα στη διάθεση μου. Δεν υπήρχε πολύς χρόνος, καθώς οι ιδιοκτήτες του καταστήματος μας φώναζαν να φύγουμε, γιατί νόμιζαν ότι συμμετείχαμε στη διαμαρτυρία των Black Lives Matter. Είχα κυριολεκτικά 2 λεπτά στη διάθεση μου για να στήσω αυτό το πορτραίτο και να το απαθανατίσω.
Πήρα τα στοιχεία της κοπέλας αργότερα και της έστειλα τις φωτογραφίες. Τις λάτρεψε όπως κι εγώ. «Έπειτα από 6 μίλια που είχα διανύσει, το χτένισμα μου ήταν σαν ένα μαγικό χειμωνιάτικο τοπίο», δήλωσε η Kandy Freeman.
Darrin Zammit Lupi: «Πέρασα πέντε εβδομάδες μαζί με την ομάδα της ΜΚΟ “Migrant Offshore Aid Station” (MOAS) στο πλοίο τους, Φοίνιξ, καλύπτοντας την έρευνα και τις επιχειρήσεις διάσωσης μεταναστών στην Μεσόγειο. Τις πρώτες μέρες του Πάσχα, 15 ναυτικά μίλια από την ακτή της Λιβύης, ήμουν σε μία από τις λέμβους του MOAS με το πλήρωμα να μοιράζει σωσίβια σε μία ομάδα 143 μεταναστών που βρίσκονταν σε βάρκα με σημαντικές φθορές, πριν τους μεταφέρουμε στο Φοίνιξ.
Κρατούσα την κάμερα στο ύψος των ματιών μου για να τραβήξω κάποιες λήψεις υπό γωνία, όταν ξαφνικά, ένας μετανάστης που καθόταν στην άκρη της βάρκας έχασε την ισορροπία του, με αποτέλεσμα να χάσουν την ισορροπία τους μερικοί από τους υπόλοιπους και να πέσουν στην θάλασσα.
Με το ένα χέρι ανέβαζα τον κόσμο και με το άλλο φωτογράφιζα. Λίγα μέτρα μακριά, παρατήρησα έναν άντρα που πάλευε να σωθεί, απλώνοντας το χέρι του προς το μέρος μας. Φώναξα ώστε να ειδοποιήσω εγκαίρως τον κολυμβητή της ομάδας, οποίος αμέσως, βούτηξε στη θάλασσα και έσωσε τον άντρα που πνιγόταν. Επικρατούσε χάος. Απαθανάτισα όλη την αλληλουχία των γεγονότων, τραβώντας συνεχώς φωτογραφίες, καθώς οι διασώστες βοηθούσαν τους μετανάστες να ανέβουν στο πλοίο.
Μετά από αυτό το περιστατικό σκεφτόμουν συνέχεια μήπως δεν έκανα καλά. Μήπως έπρεπε να είχα αφήσει στην άκρη την μηχανή μου και να βοηθούσα, όπως μπορούσα. Το συζήτησα με τους διασώστες το βράδυ, οι οποίοι θεώρησαν ότι έκανα το σωστό. Η δουλειά τους ήταν να σώσουν ζωές, ενώ η δική μου να καταγράφω την σκληρή πραγματικότητα. Ευτυχώς, εκείνη την ημέρα, επέζησαν όλοι.
Toby Melville: «Στις 3:30 το πρωί, ενώ κοιμόμουν, χτύπησε το τηλέφωνο μου. Κανένας δεν με καλούσε τέτοιες ώρες, παρά μόνο ο αρχισυντάκτης μου, Ντίλαν, και αυτός μόνο για έκτακτα γεγονότα. «Δεν είναι τρομοκρατική επίθεση», μου είπε και αμέσως ένιωσα μια ανακούφιση. Ένας ουρανοξύστης στο Δυτικό Λονδίνο είχε τυλιχθεί στις φλόγες. Ντύθηκα γρήγορα, πήρα τα σύνεργα μου, κάμερα, τηλέφωνο και λάπτοπ και μπήκα αμέσως στο αυτοκίνητο.
Ήταν ακόμη νύχτα, 4 το πρωί, όταν έφτασα στο σημείο και είδα τον ουρανοξύστη να φλέγεται. Η φωτιά είχε ξεκινήσει στη 1μ.μ., την χειρότερη δυνατή ώρα με τους ενοίκους να βρίσκονται στα σπίτια τους και να κοιμούνται. Ήμουν σοκαρισμένος, ένα σωρό άνθρωποι ήταν παγιδευμένοι εκεί μέσα.
Ο χρόνος μετρούσε αντίστροφα για μένα, καθώς έψαχνα να παρκάρω. Καθώς πλησίαζα, σκέφτηκα να μπω σε κάποιον γειτονικό ουρανοξύστη, που δεν είχε ακόμη εκκενωθεί από την αστυνομία. Δεν θα ήταν φρόνιμο όμως να πλησιάσω, καθώς το κτίριο καιγόταν για πάνω από τρεις ώρες και σύντομα θα κατέρρεε τυλιγμένο στον καπνό και τα συντρίμμια. Έτσι λοιπόν, περπάτησα μέχρι το Westway, μια ανηφορική λεωφόρο μερικά εκατοντάδες μέτρα από τον πύργο Grenfell, όπου η κυκλοφορία είχε διακοπεί και επικρατούσε μία τρομακτική ησυχία, παρά τον κρότο των μικρών εκρήξεων που προέρχονταν από το κτίριο, τον θόρυβο των σειρήνων και την στάχτη να πέφτει τριγύρω στο δρόμο.
Ο Ντίλαν επεξεργάστηκε τις πρώτες λήψεις που του έστειλα απευθείας από την κάμερα. Αν και δεν ήταν οι καλύτερες λήψεις , ήταν ότι χρειαζόταν για να δημοσιευτούν στις ειδήσεις, καθώς ήμουν ο πρώτος που έφτασε στο σημείο. Σε αυτή την εικόνα, υπάρχει μια εκκλησία στο βάθος, από όπου απαθανάτισα το φλεγόμενο κτίριο σε ένα ειδάλλως όμορφο καλοκαιρινό ξημέρωμα».
Jim Bourg: «Ήταν 10:30 το βράδυ στην περιοχή Black Rock Desert και δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι είχαν συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσουν το ομοίωμα του «The Man» να καίγεται στο αποκορύφωμα του φεστιβάλ «Burning Man 2017».
Βρισκόμουν περίπου 60 μέτρα από το ομοίωμα, με τη ζέστη από τις φλόγες να είναι πολύ έντονη, όταν ξαφνικά στα δεξιά μου άκουσα κραυγές και είδα την ασφάλεια και τους πυροσβέστες να κυνηγούν έναν άντρα που έτρεχε μέσα στο σκοτάδι προς τις φλόγες. Είχα μόνο μία στιγμή για να στρέψω την μηχανή μου προς τις φλόγες σε περίπτωση που πραγματικά τα κατάφερνε και πηδούσε μέσα στη φωτιά.
Γνωρίζοντας ότι η εικόνα θα ήταν πολύ πιο δυνατή, εάν ο άντρας έμπαινε στις φλόγες, εστίασα στον 41χρονο Aaron Joel Mitchell που έτρεξε μέσα στην κόλαση με έναν πυροσβέστη να προσπαθεί να τον σταματήσει. Ο Mitchell έτρεξε καταπάνω στην φωτιά και φάνηκε σαν να βουτάει μέσα σ’ αυτή. Ο φακός μου έδωσε μια τρομακτικά κοντινή θέα, καθώς ο άντρας πάλευε με τι φλόγες και εντέλει τον κατάπιαν. Οι πυροσβέστες έτρεξαν κι αυτοί στη φωτιά αψηφώντας τον κίνδυνο να καταρρεύσει η κατασκευή και εντέλει κατάφεραν να τον βγάλουν έξω.
Ο Mitchell μεταφέρθηκε αεροπορικώς σε νοσοκομείο της Βόρειας Καλιφόρνιας, αλλά πέθανε λίγο αργότερα το ίδιο βράδυ. Ήταν ένα τρομακτικό και θλιβερό τέλος σε μια εκπληκτική εβδομάδα κάλυψης».
Goran Tomasevic: «Ένας πατέρας κρατώντας στην αγκαλιά του την κόρη του και ουρλιάζοντας από τρόμο, τρέχουν μέσα στα συντρίμμια της πόλης Wadi Hajar της Μοσούλης, που μετατράπηκε σε κλάσματα του δευτερολέπτου σε πεδίο μάχης μεταξύ των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους και των ειδικών δυνάμεων του Ιράκ.
Όπως και οι γείτονες του, άλλοι με πλαστικά παπούτσια και άλλοι ξυπόλητοι, τρέχουν να σωθούν από τους πυροβολισμούς, καθώς οι στρατιωτικοί πλησιάζουν. Όταν έφτασαν οι ειδικές δυνάμεις, διέταξαν τους άντρες να σηκώσουν τις μπλούζες τους για να αποδείξουν ότι δεν ήταν βομβιστές αυτοκτονίας, ενώ κάποιοι αναγκάστηκαν να βγάλουν τα ρούχα τους και να δείξουν τις ζώνες τους, αλλά όχι και όσοι κουβαλούσαν παιδιά. Ο πατέρας ήταν τόσο πανικοβλημένος. Ήταν ολοφάνερο ότι δεν ανήκε στο ΙΚ, καθώς φόραγε ένα κοντό μπλουζάκι και κράταγε το παιδί στην αγκαλιά του.
Omar Sobhani: Ήταν απόγευμα Παρασκευής, όταν έλαβα ένα μήνυμα για μια επίθεση μαχητών του Ισλαμικού Κράτους σε ένα τέμενος Σιιτών, που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο και τον τραυματισμό πολλών ατόμων. Πήγα στην τοποθεσία, όπου είχαν ήδη φθάσει δεκάδες δυνάμεις ασφαλείας.
Όταν είδα τρεις ένοπλους αστυνομικούς στην κεντρική είσοδο να φωνάζουν σε κάποιον, κρύφτηκα σε ασφαλές μέρος και είδα τον Αλί Αχμάντ, το αγόρι της φωτογραφίας. Όταν έγινε η επίθεση, ο Αλί έπαιζε ενώ ο παππούς του προσευχόταν στο τέμενος. Φαινόταν μπερδεμένος από τον ήχο των πυροβολισμών και τις φωνές της αστυνομίας.
Είχα χρόνο τραβήξω μερικές φωτογραφίες προτού με απομακρύνουν οι δυνάμεις ασφαλείας από την περιοχή. Ήταν μια μοναδική φωτογραφία και την ανέβασα αμέσως. Όπως ήταν φυσικό, δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να γίνει viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Νομίζω ότι ο κόσμος αντέδρασε στην εικόνα ενός μικρού παιδιού που δεν γνώριζε όλη αυτή τη βιαιότητα που υπήρχε γύρω του. Ο παππούς του Αλί σκοτώθηκε μέσα στο τέμενος, αλλά όπως έμαθα αργότερα, το αγόρι διασώθηκε από τις δυνάμεις ασφαλείας.
Ο πατέρας του Αλί, Sayed Bashir, όταν ακούστηκε η πρώτη έκρηξη, έτρεξε αμέσως να τηλεφωνήσει στην οικογένειά του. «Αμέσως μετά την έκρηξη σκέφτηκα ότι όλα τελείωσαν. Πήρα στο κινητό τον πατέρα μου και απάντησε ο γιος μου λέγοντας ότι σκότωσαν τον παππού. Ήθελε να πάρω το αυτοκίνητο και να πάω να τον πάρω. Έψαχνα τον γιο μου παντού, αλλά η αστυνομία δεν με άφηνε να πλησιάσω». Μετά την κηδεία του παππού, πήγαμε στο σπίτι του Αλί, αλλά δεν μας μίλησε. Φαινόταν σαν να μην θυμάται τίποτα.
Carlos Garcia Rawlins: Εξαγριωμένοι υποστηρικτές της κυβέρνησης εισέβαλαν στην Εθνοσυνέλευση της αντιπολίτευσης της Βενεζουέλας και επιτέθηκαν σε μέλη της.
Την ώρα που μπήκα στο κτίριο, είχαν ήδη επιτεθεί στον κόσμο και ετοιμάζονταν να φύγουν, αφήνοντας πίσω τους ένα νομοθέτη της αντιπολίτευσης καλυμμένο στο αίμα. Πλησίασα τον πολιτικό, Leonardo Regnault, το γκρι κοστούμι του οποίου ήταν γεμάτο με αίμα. Στεκόταν μπροστά από μία περίτεχνη ξύλινη πόρτα σε κατάσταση πανικού. Ένας άλλος νομοθέτης της αντιπολίτευσης, ο Luis Stefanelli, στεκόταν δίπλα του, με τα χέρια σηκωμένα σε στάσης παράδοσης και παρακαλούσε τους εισβολείς να σταματήσουν να χτυπούν τον κόσμο.
Μετά από λίγα λεπτά, οι εισβολείς έφυγαν και αμέσως σκέφτηκα ότι όλα τελείωσαν, αλλά δυστυχώς δεν έγινε έτσι. Οι υποστηρικτές της κυβερνήσεις παρέμειναν έξω από το κτίριο, με εμάς παγιδευμένους μέσα. Ο χτυπημένος νομοθέτης φρόντισε τα τραύματα του στο ιατρείο του κογκρέσου και τράπηκε σε φυγή με ασθενοφόρο μαζί με τους υπόλοιπους τραυματισμένους. Εντέλει, όταν άρχισε να νυχτώνει, κατέφθασαν οι δυνάμεις ασφαλείας και έδιωξαν τους υποστηρικτές της κυβερνήσεις, ανοίγοντας τον δρόμο για να φύγουμε, μετά από οχτώ ώρες.
Mike Blake: Όλα ξεκίνησαν με ένα τηλεφώνημα μες τη νύχτα, μαθαίνοντας για έναν μαζικό πυροβολισμό στο Λας Βέγκας. Μάζεψα γρήγορα τον εξοπλισμό μου και έφυγα από το σπίτι μου στην Νότια Καλιφόρνια.
Όταν έφτασα με τους συναδέλφους μου, ξεκίνησα να απαθανατίζω αυτό που επρόκειτο να γίνει στη συνέχεια «ο χειρότερος μαζικός πυροβολισμός που υπήρξε στη σύγχρονη ιστορία των ΗΠΑ».
Παρακολούθησα από το παράθυρο του ξενοδοχείου μου το προεδρικό αεροσκάφος να απογειώνεται και σκέφτηκα ότι ίσως να πετάξει πάνω από το ξενοδοχείο, όπου ο δράστης είχε σπάσει τα παράθυρα του ξενοδοχείου, καθώς το Air Force One είναι ένα από τα μεγαλύτερα και πιο βαριά αεροπλάνα. Ήταν δύσκολο να ακολουθήσουμε το πρόγραμμα του προέδρου, ενώ υπήρχε κι ένας δικός μας φωτογράφος στο αεροπλάνο. Καθώς περίμενα το αεροπλάνο να εμφανιστεί, του έστειλα ένα μήνυμα και μου απάντησε ότι είχαν καθυστερήσει και μόλις έφταναν στο αεροδρόμιο.
Όταν τελικά είδα το αεροπλάνο, έμεινα έκπληκτος με το πόσο χαμηλά πετούσε. Περίμενα να είναι πάνω από το ξενοδοχείο, αλλά αυτό ήταν πραγματικά τόσο χαμηλά και πέταγε ακριβώς πίσω από το ξενοδοχείο. Ξαναέστησα την κάμερα και περίμενα να εμφανιστεί από την πλευρά που ήταν τα σπασμένα παράθυρα. Το όλο σκηνικό πήρε μόνο πέντε λεπτά. Τράβηξα περίπου 15 λήψεις, έκανα μία γρήγορη επεξεργασία και τις έστειλα στο γραφείο μας στην Σιγκαπούρη. Όταν το προεδρικό αεροσκάφος προσγειώθηκε ώρες αργότερα στην Ουάσιγκτον, έλαβα ένα μήνυμα από τον φωτογράφο μας, Kevin Lamarque, που με ενημέρωνε πως ένας εκπρόσωπος τύπου του Λευκού Οίκου λάτρεψε την φωτογραφία και του την έδειξε στην επιστροφή.
Lucas Jackson: «Αποστολή μου ήταν απλά να φωτογραφίσω την τελετή ορκωμοσίας του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, από το Washington Monument. Για να αποφύγω την σύγχυση, έστειλα τις φωτογραφίες όσο ο Τραμπ βρισκόταν στην σκηνή, με το Τwitter να ισχυρίζεται σχεδόν αμέσως ότι τράβηξα τις φωτογραφίες νωρίς το πρωί ή ότι τις επεξεργάστηκα, προκειμένου να μειώσω των αριθμό των παρευρισκομένων.
Ο εκπρόσωπος Τύπου του Τραμπ, Sean Spicer, ανέφερε ότι «οι φωτογραφίες της ορκωμοσίας παρουσιάστηκαν εσκεμμένα με αυτό τον τρόπο για να μειωθεί το τεράστιο πλήθος κόσμου που είχε συγκεντρωθεί στο National Mall».
Αυτό δεν ήταν αλήθεια. Ήταν κάτι πρωτοφανές για εμένα να αμφισβητείται η εγκυρότητα μίας τόσο ξεκάθαρης φωτογραφίας. Μετά την συνέντευξη τύπου, η φωτογραφία μου έπαιζε παντού. Το CNN δημοσίευσε επίσης μία φωτογραφία από το αίθριο του Καπιτωλίου την ώρα που ο Τραμπ ορκιζόταν. Καθώς όμως, αυτό το σημείο βρίσκεται μερικά εκατοντάδες μέτρα πιο χαμηλά από το Washington Monument που βρισκόμουν εγώ, το πλήθος στην δική μου φωτογραφία φαίνεται καλύτερα. Ως επακόλουθο, ένα νέο κύμα οργής, που με αποκαλούσε ψεύτη, ξέσπασε στο twitter.
Αγνοώντας όλη αυτή την αναστάτωση που είχε προκληθεί, το μόνο που έκανα ήταν να δημοσιεύσω ένα αντίγραφο της φωτογραφίας μου στο instagram με την επικεφαλίδα: «Η οπτική γωνία μετράει». Ο κόσμος παρατήρησε ότι το ρολόι στο κτίριο Smithsonian που υπήρχε στην φωτογραφία μου έδειχνε πως η ώρα ήταν 1:15, ενώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έσπευσαν να ισχυριστούν ότι οι εικόνες μου τραβήχτηκαν μία ώρα μετά την ορκωμοσία, μόλις δηλαδή το πλήθος είχε αρχίσει να φεύγει. Όμως το Smithsonian δήλωσε πως το ρολόι ήταν χαλασμένο και είχε κολλήσει σ’ αυτή την ώρα».
Hannah McKay: Στεκόμασταν εκεί, κοιτάζοντας τους ορυζώνες και τα λιβάδια. Υπήρχε παντού νερό και ένα στενό μονοπάτι που οδηγούσε στα σύνορα με τη Μιανμάρ. Ήταν ήδη 4 το απόγευμα, είχαμε μόνο δύο ώρες φως ακόμη και από μακριά μπορούσαμε να διακρίνουμε μια τεράστια ομάδα ανθρώπων. Στέκονταν, όμως, ακίνητοι κι έτσι αποφασίσαμε να πάμε εμείς προς το μέρος τους.
Μας πήρε περίπου μια ώρα να περάσουμε αυτό το λασπωμένο μονοπάτι, συναντώντας κάθε τόσο συνοριοφύλακες και προσπαθώντας να τους πείσουμε να μας αφήσουν να περάσουμε. Χιλιάδες πρόσφυγες ήταν καθισμένοι εκεί και δίπλα τους ακόμα περισσότεροι συνοριοφύλακες από το Μπαγκλαντές που μας φώναζαν να γυρίσουμε πίσω. Όμως, κάτι συνέβαινε πίσω από το πλήθος. Περιμέναμε λίγη ώρα και κατόπιν πλησιάσαμε. Το πλήθος καθόταν στην όχθη του ποταμού και πίσω τους στα τρία μέτρα, υπήρχαν εκατοντάδες πρόσφυγες που διέσχιζαν το ποτάμι κάθε λεπτό. Η κατάσταση ήταν ανεξέλεγκτη. Όλο και περισσότεροι άνθρωπο κατέφθαναν, άτομα αγκαλιά με μωρά, ηλικιωμένοι που τους συνόδευαν για να περάσουν από το νερό και την λάσπη.
Καθώς φωτογραφίζαμε τον καθένα που έφτανε, εμφανίστηκε μπροστά μας αυτή η γυναίκα. Ήταν τόσο εξαντλημένη που δεν μπορούσε να σηκωθεί και να ανέβει στο δρόμο. Δύο πρόσφυγες προσπαθούσαν να την σπρώξουν και με την δική μας ακόμη βοήθεια, τελικά τα κατάφερε. Κυριολεκτικά την σύραμε, δεν είχα όμως ιδέα τι της είχε συμβεί.
Σε τέτοιες στιγμές, προσπαθείς να κάνεις την δουλειά σου με μία φωτογραφική μηχανή στο χέρι, αλλά πάντα η καρδιά σου υπερισχύει στο τέλος».
Jim Urquhart: «Εδώ κι ένα χρόνο περίπου, υπήρχε μία φήμη σχετικά με τις καλύτερες τοποθεσίες για να απαθανατίσει κάποιος την ηλιακή έκλειψη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Καθώς, όμως, πλησίαζε η μέρα και δεδομένου ότι η έκλειψη θα πραγματοποιούταν τόσο ψηλά στον ουρανό, η εύρεση της ιδανικής τοποθεσίας φάνταζε σχεδόν αδύνατη.
Όταν, λοιπόν, άκουσα ότι επιστήμονες και μέλη των μέσων μαζικής ενημέρωσης θα πετούσαν πάνω από τον ωκεανό σε μια πτήση της Alaskan Airlines, για να καταγράψουν την έκλειψη, ήξερα ότι αυτή ήταν η ευκαιρία μου.
Η συνάδελφός μου, Bethany Baker, κι εγώ κάναμε πολλές πρόβες για το πώς θα μπορούσαμε να κινηθούμε σε έναν τόσο μικρό χώρο, όπως το αεροπλάνο και να βιντεοσκοπούμε παράλληλα μέσα από ένα μικρό παράθυρο, με τον χρόνο να μετράει αντίστροφα. Σε συνδυασμό με το υψόμετρο και την θέση του ήλιου, θα ήμουν σε θέση να απαθανατίσω την έκλειψη σαν να ήμουν στο διάστημα, με τον ορίζοντα να διαφαίνεται πάνω από τα σύννεφα.
Η έκλειψη διήρκησε μόνο 103 δευτερόλεπτα, ούτε καν δύο λεπτά. Σε αυτές τις φευγαλέες στιγμές στη σκιά του ήλιου, ψηλά πάνω από τα σύννεφα και κάτω από τον σκοτεινό ουρανό του διαστήματος, ήξερα ότι βρισκόμουν σε ένα από τα πιο μοναδικά και ιδανικά μέρη, από όπου θα μπορούσε κανείς να παρακολουθήσει την έκλειψη».
Paul Hanna: «Η φωτογράφηση των αθλημάτων απαιτεί υπομονή, συγχρονισμό, κατάλληλη θέση, επιμονή και τεράστια τύχη. Το να γνωρίζεις πως διαδραματίζεται ένα άθλημα και την θέση που πρέπει να λάβεις ώστε να φωτογραφίσεις την σωστή στιγμή, την στιγμή της δράσης ή το συναίσθημα, είναι κάτι αναγκαίο.
Όταν μιλάμε για χειμερινά αθλήματα, απαιτείται εξειδίκευση κυρίως στην σωστή θέση, καθώς είσαι όλη μέρα με ένα σακίδιο στην πλάτη κουβαλώντας τον εξοπλισμό σου, ενώ χρειάζονται επίσης κατάλληλα ορειβατικά παπούτσια, ώστε να μην γλιστρήσεις κατά την διάρκεια της λήψης.
Το μυστικό για να απαθανατίσεις την γοητεία του ελεύθερου σκι είναι να τραβήξεις αυτές τις εικόνες όσο οι διαγωνιζόμενοι στροβιλίζονται στον νυχτερινό ουρανό. Ο χρόνος που περνούν οι αθλητές στον αέρα είναι εντυπωσιακός.
Η λήψη αυτής της φωτογραφίας έγινε καθώς ο ήλιος έδυε πίσω από τα βουνά. Η λήψη της εναέριας φωτογραφίας καθώς και του ηλιοβασιλέματος ήταν αρκετά δύσκολη καθώς δεν βρισκόμουν σε πλεονεκτική θέση για να απαθανατίσω και τα δύο αυτά στοιχεία ταυτόχρονα. Ορισμένα καλώδια έκοβαν την θέα μου και βρισκόμουν πολύ χαμηλή για να φωτογραφίσω τα ψηλά άλματα. Έτσι, ένας μικρός πύργος που υπήρχε λίγο πιο πέρα έγινε η καλύτερη μου επιλογή. Δίχως να χάσω χρόνο πήρα τις μηχανές μου, ανέβηκα στον πύργο και κατάφερα να φωτογραφίσω αρκετούς αθλητές προτού εξαφανιστεί το φως. Δεν ήταν η πιο άνετη θέση για να βγάλει κάποιος φωτογραφίες αλλά μου επέτρεψε να φωτογραφίσω τους αθλητές, καθώς ξεπρόβαλλαν στον νυχτερινό ουρανό όπως τα αστέρια».
Πηγή: Reuters, Επιμέλεια: Μιχαέλα Αναστασοπούλου