Εμμένει στις καταγγελίες της η 19χρονη Μολδαβέζα

Eμμένει στις καταγγελίες που ανέπτυξε προανακριτικά με κατάθεση που έδωσε χθες ενώπιον του Ανακριτή του Β’ Τμήματος Ρόδου κ Θ. Δουκάκη η 19χρονη υπήκοος Μολδαβίας που ισχυρίζεται ότι έπεσε θύμα κυκλώματος σωματεμπορίας που την εξωθούσε στην πορνεία στην Καρδίτσα και στ’ Αφάντου.
Όπως έγραψε η «δ» με βάση τους ισχυρισμούς της 19χρονης ασκήθηκαν ποινικές διώξεις για σωματεμπορία, για βιασμό, για υπεξαγωγή εγγράφων, για απλή συνέργεια σε σωματεμπορία, για χρήση πλαστού πιστοποιητικού, για παράνομη είσοδο στη χώρα και για παροχή εργασίας άνευ αδείας της αρμόδιας αρχής σε ένα 41χρονο κάτοικο Αφάντου, ιδιοκτήτη μπάρ – κονσομασιόν, στη 21χρονη σύντροφο του υπήκοο Ρουμανίας, σε μια 21χρονη υπήκοο Μολδαβίας που στερείται ταξιδιωτικών εγγράφων, σε μια 28χρονη υπήκοο Αλβανίας και σε έναν 37χρονο κάτοικο Καρδίτσας ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου.
Η όλη υπόθεση προσλαμβάνει μάλιστα και σκανδαλώδεις ρόζ διαστάσεις από το γεγονός ότι η 19χρονη, που με τη νέα της κατάθεση δεν μπορούσε να προσδιορίσει την ταυτότητα των φερομένων ως 20 πελατών της εμμένει ότι ένας εξ’ αυτών είναι Γυμνασιάρχης.
Ο τακτικός Ανακριτής ζήτησε μάλιστα χθες την άρση του απορρήτου του κινητού τηλεφώνου που χρησιμοποιούσε αλλά και την άρση του απορρήτου του κινητού τηλεφώνου του ιδιοκτήτη του μπαρ προκειμένου να διαπιστώσει το αληθές ή ψευδές των καταγγελλόμενων.
Εξετάζει εξάλλου αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου για την απαγγελία κατηγορίας και στον Γυμνασιάρχη ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά ότι ήλθε σε επαφή με την 19χρονη και ισχυρίζεται ότι την είχε γνωρίσει στο μπαρ ότι αντήλλαξαν τηλέφωνα και ότι μετά δέχτηκε τηλεφωνική πρόσκληση από την ίδια και μετέβησαν μαζί, μέρα μεσημέρι, σε κεντρική καφετέρια για να συζητήσουν.
Εν πάση περιπτώσει η 19χρονη κατέθεσε χθες ότι στερούμενη ταξιδιωτικών εγγράφων, εισήλθε λάθρα στη χώρα μέσω Τουρκίας, πριν τέσσερις μήνες περίπου και κατέληξε στην Καρδίτσα, προκειμένου να εργαστεί σε μπαρ με την επωνυμία «Αφρός», ιδιοκτησίας του πέμπτου κατηγορουμένου, ο οποίος όπως κατήγγειλε την εφοδίασε με μία πλαστή ρουμανική ταυτότητα με τα στοιχεία της, αφού προηγουμένως η ίδια του παρέδωσε το διαβατήριό της.
Σύμφωνα με την ίδια καταγγελία της ο πέμπτος κατηγορούμενος την εξωθούσε στην πορνεία και την εξανάγκαζε να έρχεται σε σεξουαλική επαφή με πελάτες του καταστήματος της. Ήλθε όπως ισχυρίστηκε σε επαφή με τουλάχιστον εξήντα άτομα, παρά τη θέλησή της και ότι καθένας εξ’ αυτών της κατέβαλε το ποσό των 100 ευρώ. Από την αμοιβή της αυτή ο πεμπτος κατηγορούμενος σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της κρατούσε τα μισά χρήματα, προκειμένου να εξοφλήσει χρέος της ύψους 5.000 ευρώ. Το χρέος της αυτό δημιουργήθηκε διότι ο πέμπτος κατηγορούμενος φέρεται να της είπε ότι δαπάνησε το ποσό αυτό για να εξασφαλίσει την παράνομη είσοδο και παραμονή της στη χώρα.
Πριν από χρονικό διάστημα τριών εβδομάδων, ο πέμπτος κατηγορούμενος φέρεται να την έστειλε στ’ Αφάντου, προκειμένου να εργασθεί στο μπαρ με την επωνυμία «Grafiti», ιδιοκτησίας του πρώτου κατηγορουμένου. Όπως υποστήριξε κατά την άφιξή της στη Ρόδο, ο πρώτος κατηγορούμενος την παρέλαβε από το λιμάνι, με το αυτοκίνητο του και την μετέφερε σε ξενοδοχείο, όπου και την εγκατέστησε. Το ίδιο βράδυ άρχισε να εργάζεται στο προαναφερόμενο μπαρ, παραδίδοντας του συγχρόνως τα έγγραφά της (άδεια παραμονής, βιβλιάριο υγείας και βιβλιάριο εργασίας).

Ισχυρίστηκε παραπέρα ότι το απόγευμα της επόμενης ημέρας ο ίδιος κατηγορούμενος την οδήγησε στην οικία του, όπου ήρθε σε σεξουαλική επαφή μαζί της, παρά τη θέλησή της και χωρίς η ίδια να προβάλει αντίσταση λόγω φόβου.
Από το ίδιο βράδυ, όπως κατήγγειλε, την εξανάγκασε να έρθει σε σεξουαλική επαφή, παρά τη θέλησή της, με τουλάχιστον 20 άνδρες, εισπράττοντας ο ίδιος την αμοιβή της και καταβάλλοντας της μόνο το ποσό των 400 ευρώ.
Η 19χρονη ισχυρίστηκε ακόμη ότι αντέδρασε λέγοντας του ότι δεν ήθελε να συνεχίσει να εκπορνεύεται και ότι ο πρώτος κατηγορούμενος την απείλησε, λέγοντάς της ότι «εάν δημιουργήσεις πρόβλημα δεν θα φύγεις ζωντανή από τη Ρόδο».
Η τελευταία φορά που ήρθε σε σεξουαλική επαφή με πελάτη, παρά τη θέλησή της, όπως ισχυρίστηκε ήταν την 4η Νοεμβρίου 2009, κατόπιν ραντεβού που έκλεισε ο πρώτος κατηγορούμενος με έναν Γυμνασιάρχη, ο οποίος, σύμφωνα με τα όσα είπε, την παρέλαβε με αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του και την μετέφερε στην οικία του, όπου ήρθαν σε σεξουαλική επαφή.
Η φερόμενη ως παθούσα ισχυρίστηκε ακόμη ότι ενημερωνόταν για τα ραντεβού με πελάτες, από τον πρώτο κατηγορούμενο σε επικοινωνία που είχαν με τα κινητά τους τηλέφωνα.